Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
    Αρχική Blog Σελίδα 67

    Επαγγελματίας υπαγόμενος σε καθεστώς ΦΠΑ, πουλάει ένα παλιό μηχάνημα σε εταιρία μετάλλων σαν σκραπ για διάλυση. Τί διαδικασία προβλέπεται;

     
    Σύμφωνα με το άρθρο 39α του κώδικα ΦΠΑ, όπως παρατίθεται αυτούσιο παρακάτω προς υπενθύμιση, σε αυτή την περίπτωση που αναλύουμε, υπόχρεος για την καταβολή του φόρου, είναι ο αγοραστής των αγαθών(το αγαθό λογίζεται ως παράδοση ανακυκλώσιμου απορρίματος). Μεγαλύτερη ανάλυση μπορούμε να βρούμε και στην ΠΟΛ 1049/2007)

    1. Αρθρο 39α. Ειδικό καθεστώς καταβολής του φόρου από τον λήπτη αγαθών και υπηρεσιών
       
      1. Οι υποκείμενοι στο φόρο που πραγματοποιούν σε άλλους υποκείμενους παραδόσεις ανακυκλώσιμων απορριμμάτων, όπως αυτά καθορίζονται στην παράγραφο 2 του άρθρου αυτού, θεωρείται ότι διενεργούν πράξεις απαλλασσόμενες με δικαίωμα έκπτωσης του φόρου των εισροών τους και κατά συνέπεια δεν επιβαρύνουν με Φ.Π.Α. το φορολογικό στοιχείο που εκδίδουν.
      Υποχρεούνται όμως να αναγράφουν στο στοιχείο αυτό την ένδειξη «Άρθρο 39α, υπόχρεος για την καταβολή του φόρου είναι ο αγοραστής των αγαθών».
      2. Ως παραδόσεις ανακυκλώσιμων απορριμμάτων, για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου, θεωρούνται οι κατωτέρω παραδόσεις εφόσον προορίζονται για ανακύκλωση:
       α) παραδόσεις απορριμμάτων σιδηρούχων και μη σιδηρούχων μετάλλων, αποκομμάτων και άλλων χρησιμοποιημένων υλικών,
      β) παραδόσεις ημικατεργασμένων προϊόντων από σιδηρούχα και μη σιδηρούχα μέταλλα,
      γ) παραδόσεις υπολειμμάτων και λοιπών ανακυκλώσιμων υλικών αποτελούμενων από σιδηρούχα και μη σιδηρούχα μέταλλα, κράματα, σκουριές, φολίδες ή τέφρα και βιομηχανικών υπολειμμάτων που περιέχουν μέταλλα ή κράματα μετάλλων,
      δ) παραδόσεις ξεσμάτων και αποκομμάτων, απορριμμάτων και χρησιμοποιούμενων ανακυκλώσιμων υλικών αποτελούμενων από υαλοθραύσματα, γυαλί, χαρτί, χαρτόνι, ράκη, οστά, δέρμα φυσικό ή τεχνητό, διφθέρες, ακατέργαστα δέρματα και δορές, τένοντες και νεύρα, σπάγκους, σχοινιά και παλαμάρια, καλώδια, καουτσούκ και πλαστικές ύλες,
      ε) παραδόσεις αποκομμάτων και απορριμμάτων που προκύπτουν από την επεξεργασία πρώτων υλών,
      στ) παραδόσεις των υλικών που αναφέρονται στις περιπτώσεις α΄ έως και ε΄ μετά από καθαρισμό, στίλβωση, διαλογή, κοπή, τεμαχισμό και συμπίεση
      3. Αν μεταβιβαστούν σε άλλο υποκείμενο στο φόρο εγκατεστημένο στο εσωτερικό της χώρας δικαιώματα εκπομπής αερίων θερμοκηπίου, σύμφωνα με τις διατάξεις της Οδηγίας 2003/87/ΕΚ (L 275/25.10.2003) «σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας και την τροποποίηση της Οδηγίας 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου», ο φόρος καταβάλλεται από τον λήπτη. Ο παρέχων τις υπηρεσίες αυτές έχει δικαίωμα έκπτωσης του φόρου εισροών σχετικά με τις εν λόγω πράξεις, δεν χρεώνει φόρο στα εκδιδόμενα φορολογικά στοιχεία και υποχρεούται να αναγράφει σε αυτά «Άρθρο 39α, υπόχρεος για την καταβολή του φόρου είναι ο λήπτης των υπηρεσιών.
       
      4. Στις περιπτώσεις εκτέλεσης εργασιών σε ακίνητα κατά τις διατάξεις του άρθρου 6 παρ. 2β, προς αναθέτουσες αρχές κατά την έννοια των προεδρικών διαταγμάτων 59/2007 (Α’ 63) και 60/2007 (Α’ 64), υπό την προϋπόθεση ότι οι ως άνω αρχές είναι κύριοι των έργων και υποκείμενοι στο φόρο με δικαίωμα έκπτωσης, ο φόρος καταβάλλεται από τον λήπτη. Ο υποκείμενος που εκτελεί τις εργασίες του προηγούμενου εδαφίου έχει δικαίωμα έκπτωσης του φόρου εισροών που αντιστοιχεί στις εν λόγω πράξεις, δεν χρεώνει φόρο στα εκδιδόμενα φορολογικά στοιχεία και υποχρεούται να αναγράφει σε αυτά «Άρθρο 39α, υπόχρεος για την καταβολή του φόρου είναι ο λήπτης.
      Από τις ανωτέρω διατάξεις, εξαιρούνται τα μεγάλα συγχρηματοδοτούμενα έργα του άρθρου 100 του Κανονισμού (ΕΕ) 1303/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 2013, καθώς και τα μεγάλα έργα του άρθρου 39 του Κανονισμού 1083/2006 του Συμβουλίου της 11ης Ιουλίου 2006. Η έναρξη ισχύος του προηγούμενου εδαφίου αρχίζει από 8.8.2014, ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρ. 10 του ν. 4281/2014. Οι υποκείμενοι που έχουν ήδη εκδώσει φορολογικά στοιχεία χωρίς ΦΠΑ κατά τα προβλεπόμενα στις παραπάνω διατάξεις του ν. 4281/2014, εκδίδουν τα συμπληρωματικά φορολογικά στοιχεία, ανακαλούν τυχόν αιτήσεις επιστροφής, υποβάλλουν τις τροποποιητικές δηλώσεις ΦΠΑ και καταβάλλουν τον οφειλόμενο φόρο έως και 31 Δεκεμβρίου 2015 χωρίς τόκους, επιβαρύνσεις ή άλλες κυρώσεις. Ειδικά στις περιπτώσεις, αυτές για την υποβολή των τροποποιητικών δηλώσεων ΦΠΑ τόσο από τους εκδότες όσο και από τους λήπτες των συμπληρωματικών τιμολογίων δεν έχει εφαρμογή η διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 19 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013).

      ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ:

      α) Ο επαγγελματίας-ατομική επιχείρηση θα εκδώσει δικό του Τιμολόγιο Πώλησης, προς την επιχείρηση εμπορίας μετάλλων με αιτιολογία: “Μέταλλα για διάλυση(ΣΚΡΑΠ)”, με την αντίστοιχη ποσότητα και αξία. Στο σώμα του τιμολογίου θα αναφέρεται με ευκρίνεια:

      “ΦΠΑ άρθρο 39α. Υπόχρεος για την καταβολή του φόρου, είναι ο αγοραστής των αγαθών”. Συνεπώς η εταιρία εμπορίας μετάλλων είναι υπόχρεη να καταβάλλει τον αναλογούντα ΦΠΑ στο ελληνικό δημόσιο.

      β)Ο πωλητής-ατομική επιχείρηση στην περιοδική δήλωση ΦΠΑ που θα καταθέσει το αντίστοιχο τρίμηνο θα συμπεριλάβει το ποσό αυτό που πούλησε το παλιό του μηχάνημα στον κωδικό 349 του εντύπου ως “Λοιπές εκροές χωρίς ΦΠΑ με δικαίωμα έκπτωσης”.(ώστε να μην υπολογιστεί στο κλάσμα της PRORATA).

      γ) Λαμβάνοντας υπόψιν ότι το μηχάνημα αυτό είναι πολύ παλιό και έχει αποσβεστεί πλήρως από την ατομική επιχείρηση, όλη η αξία του τιμήματός του, αποτελεί για την ατομική επιχείρηση έσοδο και θα απεικονιστεί στο Ε 3 ως “Λοιπά Έσοδα”.

      δ Το μηχάνημα αυτό θα πρέπει να σταλεί στην εμπορία μετάλλων με Δελτίο Αποστολής, ώστε να αποδεικνύεται στον έλεγχο η σχετική διακίνηση και ο σκοπός πραγματοποίησής της(ενδείκνυται αν και δεν είναι υποχρεωτικό σύμφωνα με την  ΠΟΛ.1003/2014 άρθρο 5 παρ. 8.4  ), καθώς και να διαγραφεί από το μητρώο παγίων της οντότητας.

      ε) Τέλος κρίνεται απαραίτητο για την ατομική επιχείρηση, να διαφυλάξει οποιοδήποτε αρχείο ή υποστηρικτικό έγγραφο ή βεβαίωση, που να αποδεικνύει την παραπάνω συναλλαγή, ώστε να  τα επιδείξει  σε πιθανό έλεγχο, τεκμηριώνοντας την με οποιοδήποτε αξιόπιστο μέσο, όπως ορίζουν και τα ΕΛΠ.

      ΔΟΥΚΕΡΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ

      ΛΟΓΙΣΤΗΣ-ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΟΣ-ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

       
       

    Αποχή εργαζομένου από την εργασία του!

     

    Εργατικό Δίκαιο – Συνέπειες αποχής εργαζομένου από την εργασία του για σπουδαίο λόγο.

    ΜΕφΘεσ 252/2015:
    Κατά τη διάταξη του άρθρου 657 ΑΚ, ο εργαζόμενος διατηρεί την αξίωση του για το μισθό, αν ύστερα από 10ήμερη τουλάχιστον παροχή εργασίας εμποδίζεται να εργασθεί για σπουδαίο λόγο, που δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα του και κατά τη διάταξη του άρθρου 658 του ίδιου κώδικα, το χρονικό διάστημα κατά το οποίο διατηρείται σύμφωνα με το προηγούμενο άρθρο η αξίωση για το μισθό σε περίπτωση εμποδίου, δεν μπορεί να υπερβεί τον ένα μήνα, αν το εμπόδιο εμφανίστηκε ένα τουλάχιστον έτος μετά την έναρξη της συμβάσεως και το μισό μήνα σε κάθε άλλη περίπτωση.
    Από τις παραπάνω διατάξεις προκύπτει ότι κατά τη διάρκεια της αποχής του μισθωτού από την εργασία του για σπουδαίο λόγο, όπως είναι η ασθένεια αυτού, ο μισθωτός διατηρεί την αξίωση του προς καταβολή των νομίμων αποδοχών του, για χρονικό διάστημα που δεν μπορεί να υπερβεί τον ένα μήνα, εάν το κώλυμα παροχής εργασίας, λόγω ασθένειας, επήλθε ένα τουλάχιστον έτος μετά την έναρξη της συμβάσεως, επί μισό δε μήνα σε κάθε άλλη περίπτωση (ΑΠ 791/2011 ΝοΒ 60. 112).
    Στην περίπτωση δε κατά την οποία ο μισθωτός που ασθένησε και απείχε από την εργασία για το λόγο αυτό, ο εργοδότης μπορεί να αφαιρέσει από τις αποδοχές που αντιστοιχούν στο χρόνο της αποχής κάθε ποσό που έλαβε ο εργαζόμενος στα πλαίσια ασφαλιστικής σχέσεως και εξαιτίας της ασθενείας του, υποχρεωτικής κατά νόμο (άρθρο 657 εδαφ. β ́ ΑΚ).
    Την καταβολή τέτοιων ασφαλιστικών παροχών οφείλει να επικαλεσθεί και αποδείξει ο εργοδότης (ΕφΠατρ 230/2004 ΤΝΠ-Νόμος).

    Σχόλια: Η αποχή του μισθωτού από την εργασία του μπορεί να έχει δυσμενείς συνέπειες για τον τελευταίο, αφού στην περίπτωση που δεν τηρηθούν αυστηρά οι προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος, συχνά εκλαμβάνεται από τον εργοδότη ως μονομερής καταγγελία ή αποχώρησή του από την εργασία του, χωρίς επομένως να δημιουργείται υποχρέωση του εργοδότη για καταβολή αποζημίωσης.
     
    ΠΗΓΗ:
    http://ekapsali.gr

    Ηθική βλάβη εργαζομένου!

     

    ΑΠ 861/2015 (πολ.) :
    Βλαπτική για τον εργαζόμενο η μεταβολή των εργασιακών όρων όχι μόνον όταν ο εργοδότης προκαλεί υλική ζημία, αλλά και όταν του επιφέρει ηθική βλάβη. Βάναυση και προσβλητική της προσωπικότητας του εργαζομένου συμπεριφορά του εργοδότη.
    Από το συνδυασμό των άρθρων 648, 652, 656 και 349 351 Α.Κ., 7 Ν. 2112/1920 και 5 παρ. 3 Ν. 3198/1955 προκύπτει ότι στον εργοδότη ανήκει το δικαίωμα να εξειδικεύει τις υποχρεώσεις του μισθωτού και ειδικότερα να καθορίζει το είδος, τον τόπο, το χρόνο και τις άλλες συνθήκες παροχής της εργασίας του μισθωτού για την αρτιότερη οικονομοτεχνική οργάνωση της επιχειρήσεως προς επίτευξη των σκοπών της. Έχει, δηλονότι, ο εργοδότης, ως διευθυντής της εκμετάλλευσης την εξουσία να οργανώνει και να διευθύνει την επιχείρηση του με βάση τα κρινόμενα από αυτόν ως πλέον αποτελεσματικά για αυτή κριτήρια (Ολ. ΑΠ 25/2003).
    Δεν επιτρέπεται όμως κατά την ενάσκηση του διευθυντικού αυτού δικαιώματος να προκαλείται υλική ή ηθική βλάβη στο μισθωτό κατά παράβαση διατάξεως νόμου ή της ατομικής συμβάσεως εργασίας ή κατά καταχρηστική άσκηση του δικαιώματος υπό την έννοια του άρθρου 281 Α.Κ., δηλαδή κατά προφανή υπέρβαση των ορίων που επιβάλλονται από την καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή από τον κοινωνικό ή οικονομικό σκοπό του δικαιώματος.
    Στις περιπτώσεις αυτές υπάρχει μονομερής βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας, που παρέχει στο μισθωτό, αν δεν αποδέχεται τη μεταβολή, το δικαίωμα είτε να τη θεωρήσει ως άτακτη καταγγελία της συμβάσεως και να αξιώσει τη νόμιμη αποζημίωση είτε, εμμένοντας στη σύμβαση, να απαιτήσει από τον εργοδότη να αποδέχεται την προσφερόμενη εργασία υπό τους πριν από τη μεταβολή όρους, καθιστώντας αυτόν διαφορετικά υπερήμερο περί την αποδοχή της εργασίας αυτής.
    Είναι δε βλαπτική για τον εργαζόμενο η μεταβολή των εργασιακών όρων όχι μόνον όταν προκαλεί υλική ζημία, αλλά και όταν επιφέρει ηθική βλάβη, πράγμα που συμβαίνει, ενόψει και του κατ εξοχήν προσωπικού χαρακτήρα της σχέσεως εργασίας, και στην περίπτωση συμπεριφοράς του εργοδότη (ή του προσώπου που τον αντιπροσωπεύει στην διεύθυνση της επιχειρήσεως του) βάναυσης ή προσβλητικής της προσωπικότητας του εργαζομένου, προς την οποία ο εργοδότης οφείλει σεβασμό, μεταξύ άλλων και ως εκδήλωση της υποχρεώσεως πρόνοιας που υπέχει έναντι του μισθωτού του.
    Η ηθική ζημία του μισθωτού υφίσταται έστω και αν η ανοίκεια συμπεριφορά του εργοδότη δεν εκπορεύεται από δόλια προαίρεση του τελευταίου για βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας ή για εξαναγκασμό του εργαζόμενου σε αποχώρηση από την υπηρεσία. Αρκεί το ότι η συμπεριφορά αυτή δημιούργησε τέτοιες συνθήκες ώστε, κατά αντικειμενική κρίση και σύμφωνα με την καλή πίστη, να μην είναι πλέον δυνατή η παροχή της εργασίας του μισθωτού με πνεύμα αμοιβαίας κατανοήσεως και συνεργασίας, ή επέφερε τέτοια ηθική μείωση στην προσωπικότητα του εργαζόμενου, ώστε η εξακολούθηση της εργασίας του στο χώρο επιχειρήσεως του εργοδότη να αποβαίνει αδύνατη ή εκτάκτως δυσχερής (Ολ. ΑΠ 13/1987 ΑΠ 1138/2010).

    Χρησικτησία: Είδη και προϋποθέσεις!

     

    Η κτήση κυριότητας επί κινητού ή ακινήτου μπορεί να υλοποιηθεί είτε με συμβολαιογραφική πράξη (αγοραπωλησίας, αποδοχής δωρεάς γονικής παροχής, αποδοχής κληρονομίας, υπό τον αυστηρό όρο της μεταγραφής αυτής στο οικείο υποθηκοφυλακείο/κτηματολογικό γραφείο), ή με χρησικτησία.
    Η χρησικτησία αποτελεί πρωτότυπο τρόπο απόκτησης κυριότητας ακινήτου (αλλά και κινητών πραγμάτων), δηλαδή η κτήση της κυριότητας είναι ανεξάρτητη από προϋπάρχον δικαίωμα άλλου δικαιούχου, αφορά κάθε είδους ακίνητο (διαμέρισμα, μονοκατοκία, οικόπεδο, αγροτεμάχιο) αλλά και ορισμένα εμπράγματα δικαιώματα (επικαρπία, δουλεία) και διακρίνεται σε τακτική και έκτακτη.
    ΤΑΚΤΙΚΗ ΧΡΗΣΙΚΤΗΣΙΑ (1041 Αστικού Κώδικα)
    Σύμφωνα με το άρθρο 1041 ΑΚ «Εκείνος  που  έχει  στη  νομή  του με καλή πίστη και με νόμιμο τίτλο, πράγμα κινητό για μια τριετία  και  ακίνητο  για  μια  δεκαετία, γίνεται κύριος του πράγματος με τακτική χρησικτησία».
    Οι προϋποθέσεις λοιπόν αυτού του είδους της χρησικτησίας πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά και είναι οι εξής:
    α) Άσκηση νομής: Αξίζει να προσδιοριστεί η βασική, θεμελιώδης έννοια του θεσμού της χρησικτησίας που είναι η «νομή». Η νομή διαφέρει από την απλή κατοχή και σημαίνει τη φυσική εξουσίαση του πράγματος (το σωματικό στοιχείο της νομής: corpus) με διάνοια κυρίου, δηλαδή με την πεποίθηση ότι μου ανήκει (πνευματικό στοιχείο της νομής: animus).
    Η εξουσία αυτή εκδηλώνεται στον εξωτερικό κόσμο με εμφανείς υλικές πράξεις που προσιδιάζουν στη φύση (αγροτικό/ αστικό) και τον προορισμό του πράγματος. Οι συνηθέστερες πράξεις νομής ακινήτου είναι ενδεικτικά: η επίβλεψη, η φύλαξη, η φύτευση, η καλλιέργεια και η σπορά του ακινήτου, η συγκομιδή των καρπών, η οριοθέτηση και καταμέτρηση των διαστάσεών του, η περίφραξη αυτού, η ανάθεση σύνταξης τοπογραφικού, η επιμέλεια για την ένταξή του στο σχέδιο πόλεως, η αποδοχή κληρονομίας και η μεταγραφή της, η ανέγερση κτίσματος σ’ αυτό, η εκμίσθωση ή παραχώρηση σε τρίτο και η πληρωμή των φόρων. Η νομή χρησικτησίας ασκείται αυτοπροσώπως ή με αντιπρόσωπο όπως είναι ο επικαρπωτής. Απαιτείται άσκηση νομής δέκα (10) τουλάχιστον ετών για κτήση κυριότητας επί ακινήτου, ενώ για κτήση κυριότητας σε κινητό πρέπει ο νομέας να νέμεται το πράγμα για 3 έτη.
    β) Καλή πίστη: Διασαφηνίζεται στο άρθρο 1042 ΑΚ βάσει του οποίου «Ο νομέας βρίσκεται σε καλή πίστη στην περίπτωση του προηγούμενου άρθρου, όταν, χωρίς  βαριά αμέλεια, έχει την πεποίθηση ότι απέκτησε την κυριότητα».
    Η καλή πίστη είναι απαραίτητο στοιχείο και αυτοτελής όρος της τακτικής χρησικτησίας. Πρέπει να συντρέχει στο πρόσωπο του αντιπροσώπου, εκτός αν αυτός ενήργησε σύμφωνα με τις οδηγίες του αντιπροσωπευόμενου. Πρέπει να υπάρχει κατά το χρόνο απόκτησης της νομής (1044 ΑΚ), δηλαδή ο νομέας να έχει κατά την κτήση την πεποίθηση ότι είναι κύριος, διαφορετικά εάν γνωρίζει ή από βαριά αμέλεια αγνοεί πως ο κτητικός τίτλος του έχει ελαττώματα που εμποδίζουν την κτήση κυριότητας (βλ. ΑΠ 1154/2003), τότε ο νομέας δεν είναι καλόπιστος και δεν γίνεται κύριος με τακτική χρησικτησία. Τέτοια βαριά αμέλεια συνιστά i) η κατά την αγορά ακινήτου παράλειψη των βιβλίων μεταγραφών, ii) όταν ο νομέας στηρίζει την υποτιθέμενη καλή του πίστη στην κτήση λόγω πώλησης ή δωρεάς από τρίτο πρόσωπο, που το θεωρεί κύριο, με ιδιωτικό συμφωνητικό ή άτυπα, iii) όταν ενεργεί υλικές πράξεις στο ακίνητο ενώ γνωρίζει ότι δεν του ανήκει.
    γ) Νόμιμος ή νομιζόμενος τίτλος: Η καλή πίστη από μόνη της δεν αρκεί, αλλά πρέπει να συνδέεται με κάποιο νόμιμο τίτλο. Ως τέτοιος νοείται οποιοσδήποτε πρωτότυπος ή παράγωγος τρόπος κτήσης κυριότητας, ο οποίος έχει εξωτερικά όλα τα στοιχεία του έγκυρου τίτλου.
    Ο νόμιμος τίτλος, λοιπόν, είναι συνήθως συμβολαιογραφικό έγγραφο, νόμιμα μεταγεγραμμένο, το οποίο όμως, για κάποιους λόγους, είναι άκυρο και ο νομέας είναι καλόπιστος, ήτοι αγνοεί χωρίς υπαιτιότητά του την ακυρότητα της μεταβίβασης (π.χ. αγοράζω ένα διαμέρισμα με συμβόλαιο και αργότερα προκύπτει ότι ο πωλητής δεν ήταν ο πραγματικός κύριος αυτού, ωστόσο αν έχω μείνει μέσα στο διαμέρισμα για 10 τουλάχιστον χρόνια, έχει γίνει δικό μου με τακτική χρησικτησία, με την προϋπόθεση βέβαια, ότι δεν μπορούσα να γνωρίζω για την ακυρότητα της μεταβίβασης).
    Νομιζόμενος τίτλος: Κατά το άρθρο 1043 ΑΚ ορίζεται ότι «Για την χρησικτησία αρκεί  και  ο  νομιζόμενος  τίτλος,  εφόσον δικαιολογείται η καλή πίστη του νομέα. Στα  ακίνητα  δεν  υπάρχει νομιζόμενος τίτλος χωρίς μεταγραφή, στις περιπτώσεις που αυτή απαιτείται». Ο νομιζόμενος τίτλος είναι ο τίτλος κτήσης κυριότητας, ο οποίος κατά την πεποίθηση του νομέα, που δεν οφείλεται σε βαριά αμέλεια, υπάρχει, ενώ δεν υπήρξε καθόλου. Πρόκειται, συνεπώς, για ανύπαρκτο και άκυρο τίτλο. Επιπλέον, προσαπαιτείται και η καλή πίστη που αφορά τον τίτλο για την τακτική χρησικτησία, να έχει δηλαδή την πεποίθηση ο νομέας ότι στηρίζεται σε υπαρκτό τίτλο.
    Χαρακτηριστική περίπτωση νομιζόμενου τίτλου είναι όταν ο τίτλος περιλαμβάνει και περιγράφει διαφορετικό οικόπεδο από αυτό που έχει στη νομή του ο αγοραστής. Αντίθετα, το προσύμφωνο ή το συμβολαιογραφικό έγγραφο που δεν έγινε η μεταγραφή του δεν αποτελούν νομιζόμενο τίτλο.
    δ) Χρόνος: Αρχίζει από την επομένη της κτήσης της νομής του πράγματος. Για ακίνητο δεν αρχίζει πριν από τη μεταγραφή του τίτλου. Συμπληρώνεται μόλις παρέλθει η αντίστοιχη ημερομηνία του τελευταίου χρόνου (ΑΚ 243 παρ.3 ΑΚ).
    ε) Πράγμα δεκτικό χρησικτησίας: Να μην είναι εκτός συναλλαγής πράγμα, (π.χ. αιγιαλός, αγροτικοί οδοί, τα ακίνητα που εξυπηρετούν κοινωφελούς σκοπούς, οι ναοί, τα ακίνητα ιερών μονών, ακίνητο που απαλλοτριώθηκε υπέρ δημόσιας επιχείρησης για την εξυπηρέτηση του σκοπού της). Επίσης, ανεπίδεκτα χρησικτησίας, τακτικής ή έκτακτης, είναι τα κοινόχρηστα πράγματα (ήτοι ενδεικτικά αναφέρουμε τα ύδατα που ρέουν ελεύθερα και αέναα, οδοί, πλατείες, λιμένες και όρμοι). Εξαιρούνται ομοίως από την τακτική ή έκτακτη χρησικτησία τα πράγματα που ανήκουν σε πρόσωπα, τα οποία τελούν υπό γονική μέριμνα, επιτροπεία ή δικαστική συμπαράσταση, ενόσω διαρκούν αυτές οι καταστάσεις.
    ΕΚΤΑΚΤΗ ΧΡΗΣΙΚΤΗΣΙΑ (1045 ΑΚ)
    Περισσότερο ευρέως γνωστή είναι η έκτακτη χρησικτησία.
    Οι προϋποθέσεις για τη θεμελίωσή της είναι οι ακόλουθες : α) άσκηση νομής, β) συνεχής άσκηση νομής με διάνοια κυρίου επί 20ετία, που ξεκινά από την κατάληψη του ακινήτου από το νομέα και γ) το πράγμα να είναι δεκτικό χρησικτησίας.
    Έκτακτη χρησικτησία (συνεχόμενη) έχουμε όταν κάποιος έχει στη νομή του για μια εικοσαετία πράγμα κινητό ή ακίνητο, οπότε και γίνεται κύριος του κινητού ή ακίνητου πράγματος.
    Εκείνος δε που έχει στη νομή του το πράγμα κατά την έναρξη και τη λήξη ορισμένης χρονικής περιόδου, τεκμαίρεται ότι το νέμεται και κατά τον ενδιάμεσο χρόνο, σύμφωνα με το προβλεπόμενο στο άρθρο 1046 ΑΚ τεκμήριο νομής. Δεν εξετάζεται το ενδιάμεσο χρονικό διάστημα και τι συμβαίνει κατά το διάστημα αυτό. Στο είδος αυτό της χρησικτησίας δεν ενδιαφέρει η καλή πίστη ούτε ο νόμιμος τίτλος, διότι μπορεί να υπάρχει και αυθαίρετη κατάληψη του επίδικου ακινήτου. Η  χρησικτησία  διακόπτεται  με την απώλεια της νομής.  Είναι, όμως, σημαντικό ότι η διακοπή λογίζεται ότι δεν επήλθε, αν αυτός που έχασε  τη  νομή  την  ανέκτησε μέσα σε ένα έτος, ή αργότερα αλλά με άσκηση σχετικής αγωγής που ασκήθηκε μέσα στο έτος.
    Η  χρησικτησία  διακόπτεται  με  την έγερση της διεκδικητικής αγωγής εναντίον αυτού που χρησιδεσπόζει (που νέμεται το πράγμα στα πλαίσια χρησικτησίας) ή αυτού που κατέχει στο  όνομα εκείνου.  Η  διακοπή  της χρησικτησίας επέρχεται μόνο υπέρ του ενάγοντος.
    Συγχρόνως, ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της έκτακτης χρησικτησίας είναι ότι για τη συμπλήρωση της 20ετίας, ο νομέας μπορεί να συνυπολογίσει και το χρόνο του προκατόχου του, π.χ. ο πατέρας που καλλιεργούσε ακίνητο, χωρίς τίτλο, επί 10 έτη και μετά το θάνατό του το καλλιεργούσε ο γιος του για άλλα 10 έτη, με συνέπεια να γίνεται ο υιός κύριος του ακινήτου.
    Πρέπει να αναφερθεί ότι ειδικές διατάξεις ισχύουν για την χρησικτησία επί ακινήτων του Δημοσίου, δασικών και ορισμένων περιοχών της Ελλάδας (Επτάνησα, Δωδεκάνησα).
    ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ – ΤΕΛΟΛΟΓΙΚΟΣ ΣΚΟΠΟΣ ΘΕΣΠΙΣΗΣ ΤΟΥ ΘΕΣΜΟΥ ΤΗΣ ΧΡΗΣΙΚΤΗΣΙΑΣ:
    Ο νομοθέτης θεωρεί ότι ο κύριος του πράγματος δεν έχει μόνο δικαιώματα επί του ακινήτου του όπως είναι η απόλαυση των ωφελημάτων και καρπών του και η εν γένει εκμετάλλευση και η αξιοποίησή του, αλλά είναι επιφορτισμένος και με υποχρεώσεις, σημαντική εκ των οποίων είναι η συνεχής επιμέλεια, εποπτεία και επίβλεψη της ιδιοκτησίας του, προκειμένου να την προστατεύει από επιλήψιμους και κακόπιστους εισβολείς.
    Η μακρόχρονη παραμέληση του ακινήτου εκ μέρους του κυρίου επισείει στον ίδιο μιας μορφής «ποινή», που δεν είναι άλλη από τη χρησικτησία, δηλαδή από τη δυνατότητα που δίνει ο νόμος σε έναν ξένο προς το ακίνητο πρόσωπο να νέμεται για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα το εν λόγω ακίνητο και στη συνέχεια να καθίσταται κύριος αυτού, με αποτέλεσμα ο αρχικός κύριος, εξαιτίας της έλλειψης επιμέλειας εκ μέρους του, να χάσει κάθε δικαίωμα στο ακίνητο του.
    ΠΗΓΗ:
    http://ekapsali.gr/xrisiktisia-eidi-kai-proypotheseis/

    Οι έννοιες της επωνυμίας, του εμπορικού σήματος και του domain name!

     

    Γιατί τα χρειάζομαι όλα;

    Μία από τις πιο συχνες ερωτήσεις που δεχόμαστε οι δικηγόροι που ασχολούμαστε με θέματα λειτουργίας επιχειρήσεων είναι το «πως μπορώ να κατοχυρώσω την επωνυμία μου».
    Υπάρχει εν γένει μια σύγχυση για τις έννοιες επωνυμία, εμπορικό σήμα, και domain name και παρακάτω ακολουθεί μια σύντομη επισκόπηση για τις διαφορές μεταξύ των εννοιών αυτών και τη λειτουργία τους μέσα σε ένα business plan. Η ανάλυση των εννοιών αυτών με εφαρμογή τους σε ένα απτό παράδειγμα κρίνεται δόκιμη.
    Ας υποθέσουμε λοιπόν οτι ο Κ. ασχολείται με την παραγωγή και εμπόριο αναψυκτικών αποκλειστικά με ελληνικά φρούτα. Μαζί με άλλους δύο συνεργάτες του, επιθυμεί να συστήσει μια εταιρεία ώστε να προωθήσει τα προιοντα του στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
    Σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να αποφασίσει για τα παρακάτω στοιχεία:

    • Όνομα εταιρείας (Company name)

    To όνομα της εταιρείας είναι το όνομα με το οποίο καταχωρείται η εταιρεία στο εκάστοτε αρμόδιο εμπορικό επιμελητήριο. Το όνομα αυτό αναγράφεται και στο καταστατικό της εταιρείας. Σε αυτή τη περίπτωση ας υποθέσουμε οτι το όνομα θα είναι «Fresh Bubbles Ltd Εταιρεία Παραγωγής και Εμπορίου Αναψυκτικών και Ποτών».
    Το όνομα κάθε εταιρείας δεν προστατεύεται ως δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας. Σε κάθε περίπτωση πριν εγγραφεί μια νέα εταιρεία στο Επιμελητήριο γίνεται προέλεγχος επωνυμίας ώστε να μην υπάρχουν δύο εταιρείες με ίδιο company name.

    • Εμπορική επωνυμία (Business name)

    Είναι το όνομα με το οποίο εμφανίζεται η εταιρεία στην αγορά . Ας υποθέσουμε λοιπόν οτι το business name της περίπτωσής μας είναι το «Fresh Bubbles». Η εμπορική επωνυμία δεν ειναι απαραίτητο να κατοχυρωθεί. Η εταιρεία αποκτά δικαιώματα με την χρήση της στο εμπόριο.
    Προαιρετική δημοσιότητα είναι η καταχώρηση της εμπορικής επωνυμίας στο κατά τόπον αρμόδιο Επιμελητήριο, η οποία όμως δεν κατοχυρώνει, απλά καταχωρεί στο μητρώο.
    Πιθανή σύγκρουση με άλλη εταιρεία σε αυτό το τομεά, ενδεχομένως να επιλύεται με εφαρμογή των κανόνων Αθέμιτου Ανταγωνισμού
    Εμπορικό Σήμα (trademark)
    Η κατοχύρωση του εμπορικού σήματος της επιχείρησης, δηλαδή του διακριτικού γνωρίσματος που επιθυμεί να χρησιμοποιήσει για να παρουσιαστεί στο καταναλωτικό κοινό και να διακρίνει τα προϊόντα της ή τις υπηρεσίες της, αποτελεί ξεχωριστή περίπτωση από τις δύο ανωτέρω.
    Στο δικό μας παράδειγμα το εμπορικό σήμα της Fresh Bubbles LTD μπορεί να είναι μια εικόνα με πολύχρωμες φυσσαλίδες και από κάτω τις λέξεις Fresh Bubbles. Είναι δηλαδή η εικόνα που θα βλέπει ο καταναλωτής πάνω στα μπουκάλια προφανώς με το προιον και σε οποιαδήποτε διαφημιστική καμπάνια της εταιρείας.
    Υπάρχει περίπτωση το σήμα να μην έχει καμία σχέση με το όνομα της εταιρείας, για παράδειγμα να είναι απλά μια πρωτότυπη εικόνα με αρχικά γράμματα, ιδιαίτερη γραφιστική κ.τ.λ. Και στη περίπτωση αυτή όμως θα χρησιμεύει ώστε να καταλαβαίνουν οι καταναλωτές για ποιο προιον προκειται και να το προτιμούν από άλλα του ίδιου κλάδου.
    Ο Κ και οι συνεργάτες του μπορούν να κατοχυρώσουν το σήμα είτε ως φυσικά πρόσωπα είτε στο όνομα της εταιρείας. Η κατοχύρωση μπορεί να γίνει στην Ελλάδα και διεθνώς.
    Domain name (Ονομα Χώρου)
    Eίναι ένα όνομα-διεύθυνση που μας παραπέμπει σε κάποιον δικτυακό τόπο (Web site). Το domain name μπορεί να θεωρηθεί ως η διεύθυνσή στο Internet, σαν μια ταυτότητα για το διαδίκτυο. Ουδεμία σχέση έχει το domain name με το εμπορικό σήμα μιας εταιρείας παρόλο που λεκτικά ενδεχομένως να ταυτίζονται
    Ένα όνομα χώρου είναι ένα μοναδικό όνομα για έναν δικτυακό τόπο (Web site). Για παράδειγμα, η εταιρεία του παραδείγματός μας θα έχει domain name www.freshbubbles.com(link is external).
    To όνομα χώρου αγοράζεται, κατοχυρώνεται στον δικαιούχο του όταν   καταγράφεται σ’ έναν μεγάλο κατάλογο ονομάτων (domain name register). Η εγγραφή αυτή υπόκειται στην ανανέωση συνδρομής.
    Στη περίπτωση των domain names ισχύει η αρχή της χρονικής προτεραιότητας. Αυτό σημαίνει οτι το όνομα fresh bubbles μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως εμπορικό σήμα και από άλλους για διαφορετικούς κλάδους προιοντων (πχ για τηλεοπτική εκπομπή) χωρίς αυτό να θίγει την εταιρεία που παράγει αναψυκτικά (εδώ όμως ενδεχομένως να υπάρχουν εξαιρέσεις που άπτονται και στο δίκαιο του ανταγωνισμού)
    Το domain name αντιθέτως το «προλαβαίνει» και δικαιούται να το χρησιμοποιεί όποια εταιρεία το αγοράσει πρώτη και καμία άλλη εταιρεία δε μπορεί να χρησιμποιήσει το ίδιο.
    Επομένως, όταν μια εταιρεία βρίσκεται στα «σκαριά», είναι χρήσιμο όχι μόνο να γίνονται απόλυτα κατανοητές οι παραπάνω έννοιες αλλά και να παρέχονται οι κατάλληλες συμβουλές ώστε η κάθε περίπτωση να αντιμετωπίζεται στο νομικό πλαίσιο που αρμόζει αλλά και να προστατεύεται με βάση τις οικείες νομοθετικές διατάξεις.
    ΠΗΓΗ:
    https://www.lawspot.gr

    Πληρωμή εργαζομένων με… κουπόνια…

     
    Πληρωμή εργαζομένων με....κουπόνιαΤις τελευταίες ημέρες έχουν γίνει πολλές καταγγελίες στο Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας είτε επώνυμες είτε ανώνυμες που αφορούν την πληρωμή εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα με κουπόνια, τα οποία μπορούν να εξαργυρώσουν στα συνεργαζόμενα με τον εργοδότη τους καταστήματα (συνήθως σούπερ μάρκετ και σπανιότερα καταστήματα ηλεκτρικών ειδών ή ρουχισμού).
    Εκείνο που πρέπει να διευκρινιστεί από την αρχή, είναι ότι η παροχή μισθού σε είδος δεν απαγορεύεται, εφόσον δίδεται προς αντάλλαγμα παρεχόμενης εργασίας και όχι για διάφορο λόγο όπως επί παραδείγματι για την κάλυψη λειτουργικών αναγκών της επιχείρησης (βλ. ενδεικτικά Α.Π. 266/2014). Ως μισθός στην σύμβαση εργασίας θεωρείται κάθε παροχή, την οποία κατά νομική δέσμευση που απορρέει από το νόμο ή την σύμβαση καταβάλλει ο εργοδότης στον εργαζόμενο ως αντάλλαγμα της παρεχομένης εργασίας του, μέρος δε αυτού (είτε κατά πρόβλεψη της αρχικής σύμβασης, είτε με μεταγενέστερη συμφωνία) είναι δυνατόν να συνιστούν και παροχές σε είδος. Το ζήτημα τίθεται όταν η παροχή σε είδος δεν είναι παρεπόμενη του νόμιμου ή του συμφωνημένου μισθού, όπως στις περιπτώσεις των bonus επιβράβευσης από τους εργοδότες σε στελέχη της επιχείρησής τους ή στις περιπτώσεις που η παροχή σε είδος αποτελεί κίνητρο υψηλότερης αποδοτικότητας που επιτρεπτά χορηγείται οικιοθελώς, αλλά όταν αποτελεί μέρος των ως άνω νομίμων ή συμφωνημένων αποδοχών.
    Τα περί προστασίας ημερομισθίων ρυθμίζονται από την υπ΄ αριθμ. 95 Διεθνής Σύμβαση Εργασίας την οποία κύρωσε η Ελλάδα με τον ν. 3248/55. Στο άρθρο 3 παρ. 1 του εν λόγω νόμου προβλέπεται ότι οι αποδοχές των εργαζομένων πρέπει να καταβάλλονται αποκλειστικά σε νόμισμα που κυκλοφορεί νόμιμα, ενώ η καταβολή σε είδος κατ’ αρχάς απαγορεύεται. Εξαίρεση αποτελεί το άρθρο 4 του προμνησθέντος νόμου κατά το οποίο η νομοθεσία, οι συλλογικές συμβάσεις ή οι διαιτητικές αποφάσεις, δύναται να επιτρέπουν την μερική καταβολή αποδοχών σε είδος με τις προϋποθέσεις:
    α) οι παροχές σε είδος να είναι κατάλληλες για την ατομική χρήση του εργαζόμενου και της οικογένειάς του, β) να είναι οπωσδήποτε προς το συμφέρον του εργαζόμενου και γ) η αποτίμηση της αξίας των παροχών σε είδος να είναι δίκαια και λογική. Τα παραπάνω τηρούν πάντα σε συνάρτηση με την σύμφωνη γνώμη και ρητή συγκατάθεση του μισθωτού, αφού απαγορεύεται στην εργοδότη να περιορίζει την ελευθερία του εργαζομένου να διαθέτει το μισθό που λαμβάνει ως αντάλλαγμα παρασχεθείσης εργασίας κατά την βούληση του (άρθρο 6 ν. 3248/55).
    Δεδομένων των ανωτέρω, ο εργοδότης μπορεί να προτείνει στον μισθωτό την παροχή μόνο μέρος του μισθού του σε είδος, και πάντως ποτέ ολόκληρο το μισθό, τηρουμένων των προϋποθέσεων που τάσσει ο νόμος και πάντα με την συναίνεση του εργαζομένου. Στην πράξη, το δίλλημα που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι «είναι πληρωμή με κουπόνια ή απόλυση», καθώς ο εργοδότης δεν αφήνει περιθώρια επιλογής. Η συμπεριφορά αυτή του εργοδότη όταν τους προτείνει την πληρωμή με κουπόνια συνιστά τροποποιητική καταγγελία της σύμβασης εργασίας η οποία απορρέει από το διευθυντικό του δικαίωμα. Στις περιπτώσεις αυτές όμως, η προτεινόμενη μεταβολή, διότι αυτή εξετάζεται δικαστικά στην περίπτωση της τροποποιητικής καταγγελίας, ξεπερνά κατά την γνώμη μου την καλή πίστη και καθιστά την θέση του εργαζομένου περισσότερο δυσμενέστερη από όσο χρειάζεται για την ικανοποίηση των εργοδοτικών συμφερόντων. Στις περιπτώσεις δε που ο εργοδότης δεν προτείνει, αλλά επιβάλλει μονομερώς αυτόν τον τρόπο αμοιβής, τότε έχουμε μονομερή βλαπτική μεταβολή των συνθηκών εργασίας και ο εργαζόμενος μπορεί να ασκήσει τα νόμιμα δικαιώματά του διαζευκτικά, είτε δηλαδή να θεωρήσει την μεταβολή ως  καταγγελία της σύμβασης εργασίας και να ζητήσει την νόμιμη αποζημίωσή του είτε να την αποδεχθεί με την επιφύλαξη του δικαστικού της ελέγχου.
    Άμεσα, ο εργαζόμενος αμυνόμενος στην ως άνω πρακτική, μπορεί να την καταγγείλει επώνυμα  ή ανώνυμα στη γραμμή καταγγελιών του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (15512), η οποία θα ερευνήσει την καταγγελία και θα επιβάλλει τα προβλεπόμενα πρόστιμα.
    Αθήνα, 6 Φεβρουαρίου 2017
    Μαργαρίτα Γιαννοπούλου
    Ασκούμενη Δικηγόρος
    Μεταπτυχιακή Φοιτήτρια
    Εργατικού Δικαίου Ε.Κ.Π.Α.

    http://www.lawnet.gr

    Αδήλωτη εργασία: Ακύρωση του υπέρογκου προστίμου με προσφυγή!

    Αν εντός της προθεσμίας των 60 ημερών o εργοδότης δεν ασκήσει την προσφυγή, χάνει κάθε ευκαιρία για να δικαιωθεί και θα πρέπει να καταβάλει άμεσα το πρόστιμο

    Τα τελευταία χρόνια, η αντιμετώπιση της ανασφάλιστης εργασίας, με επιβολή προστίμου εις βάρος του εργοδότη, έχει μετατραπεί σε εισπρακτικό μέτρο από τα όργανα του ΙΚΑ. Η χωρίς καμία εξαίρεση επιβολή του υπέρογκου και δυσβάστακτου προστίμου των 10.000 ευρώ περίπου για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο, έχουν γίνει ο εφιάλτης του κάθε εργοδότη που παλεύει να διατηρήσει την μικροεπιχείρησή του.
    Τις περισσότερες φορές, τα όργανα του ΙΚΑ κυριολεκτικά «μπουκάρουν» στα καταστήματα και τις επιχειρήσεις και χωρίς να προηγηθεί κανένας διάλογος, καμία διερεύνηση για το αν ο αδήλωτος εργαζόμενος είναι πράγματι αδήλωτος ή εργαζόμενος, αρνούμενοι να ακούσουν εξηγήσεις, επιβάλουν πρόστιμα, που δεν είναι δυνατόν εκ των πραγμάτων να καταβληθούν, αλλά και που σε κάποιες περιπτώσεις θα οδηγήσουν την επιχείρηση ή το μαγαζί σε κλείσιμο.
    Ειδικά το καλοκαίρι που πέρασε στις μικρές επιχειρήσεις των τουριστικών περιοχών της χώρας, που για να κρατηθεί ένα μαγαζί ανοικτό, με τα λειτουργικά έξοδα που έχει, όλοι, συγγενείς και φίλοι βοηθούσαν με όποιον τρόπο μπορούσαν, βρισκόμενοι εντός του μαγαζιού, αλλά όχι παρέχοντας εργασία με την στενή έννοια του νόμου.
    Σε αυτές τις περιπτώσεις, τα όργανα του ΙΚΑ με την εξουσία επιβολής προστίμου που τους έχει δοθεί, ανάγοντας τους εαυτούς τους σε «μικρούς θεούς», εισέβαλαν και έκοβαν πρόστιμα ανεξαιρέτως σε μαγαζιά, καφέ, ταβέρνες, καφενεία, που προσπαθούν να επιβιώσουν και όχι να ξεγελάσουν ή να κοροϊδέψουν την πολιτεία και να εκμεταλλευτούν τον εργαζόμενο…
    Σε αυτές τις μικρές, οικογενειακές επιχειρήσεις, που δουλεύουν για δύο μήνες και κυρίως τα σαββατοκύριακα, επιβλήθηκαν τα πρόστιμα των 10.000 ευρώ, επειδή στην κουζίνα, έπλενε τα πιάτα η νύφη ή μια οικογενειακή φίλη, ήταν στην ταμιακή ο κολλητός που είναι άνεργος και δεν έχει πως να περάσει την ώρα του ή απλά βρέθηκε και κάθισε μέσα να κάνει παρέα σε αυτούς που πράγματι εργάζονταν.
    Από την στιγμή, που οποιοσδήποτε βρίσκεται μέσα σε ένα κατάστημα χωρίς να είναι τ’όνομα του δηλωμένο στον πίνακα προσωπικού, μπορεί να θεωρηθεί αδήλωτος εργαζόμενος και τα όργανα του ΙΚΑ με την ανεξέλεγκτη εξουσία που τους δίνει ο νόμος να επιβάλουν το πρόστιμο των 10.000 ευρώ.
    Την πράξη επιβολής προστίμου, ο εργοδότης έχει δικαίωμα να προσβάλει με διοικητική προσφυγή εντός 60 ημερών από την ημέρα που του κοινοποιήθηκε. Ταυτόχρονα μπορεί να ασκήσει και αίτηση αναστολής, ώστε μέχρι να δικασθεί και να εκδοθεί απόφαση επί της προσφυγής του, να μην βεβαιωθεί το πρόστιμο στην εφορία.
    Αν εντός της προθεσμίας των 60 ημερών δεν ασκήσει την προσφυγή, χάνει κάθε ευκαιρία για να δικαιωθεί και θα πρέπει να καταβάλει άμεσα το πρόστιμο και μάλιστα εντός 10 ημερών ώστε τουλάχιστον να εκμεταλλευθεί την έκπτωση του 30% που του παρέχει ο νόμος με εφάπαξ καταβολή.
    Οι λόγοι που μπορεί να επικαλεσθεί ο εργοδότης ποικίλουν ανάλογα με την περίπτωση. Πρακτικά θα πρέπει να αποδείξει αν συνέτρεχαν ή όχι οι προϋποθέσεις της εργασιακής σχέσης που δικαιολογούν το πρόστιμο. Είναι προφανές ότι οι ανωτέρω διατάξεις πληρούνται και συεπώς δικαιολογούν και την επιβολή της κύρωσης του προστίμου, εφόσον βεβαίως διαπιστωθεί η ύπαρξη εργαζόμενου και εν προκειμένω υπαλλήλου, δηλ. η ύπαρξη σύμβασης ή σχέσης εξαρτημένης εργασίας όπως φυσικά τούτη έχει διαπλαστεί στην θεωρία και νομολογία με νομικούς όρους.
    Επιπλέον λόγος μιας τέτοιας προσφυγής, είναι το υπέρογκο και δυσανάλογο πρόστιμο που επιβάλλεται χωρίς να γίνεται διάκριση σε όλους ανεξαιρέτως τους παραβάτες. Το γεγονός ότι το πρόστιμο είναι για όλους το ίδιο, προσκρούει στην θεμελιώδη αρχή της αναλογικότητας, σύμφωνα με την οποία οι επιβαλλόμενοι από τον κοινό νομοθέτη και την διοίκηση περιορισμοί στην άσκηση των ατομικών δικαιωμάτων πρέπει να είναι μόνον οι αναγκαίοι και να συνάπτονται προς τον επιδιωκόμενο από το νόμο σκοπό. Ένα μέτρο που προβλέπεται από διάταξη νόμου ως κύρωση για παράβαση διατάξεως, αντίκειται στην αρχή της αναλογικότητας, όταν από το είδος του ή τη φύση του είναι προδήλως ακατάλληλο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού ή όταν οι δυσμενείς συνέπειες του μέτρου, τελούν σε προφανή δυσαναλογία ή υπερακοντίζουν τον επιδιωκόμενο σκοπό.
    Άλλες δύο βασικές αρχές που παραβιάζονται συνήθως με τον τρόπο επιβολής του προστίμου, είναι αρχή της προηγούμενης ακροάσεως του διοικούμενου και η αρχή της πλήρους και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας που πρέπει να υπάρχει σε όλες τις διοικητικές πράξεις.
    Το συνταγματικώς κατοχυρωμένο στο άρθρο 20 παρ. 2 του Συντάγματος δικαίωμα της προηγούμενης ακροάσεως του διοικουμένου παρέχεται, κατ’ αρχάς, σε κάθε περίπτωση που επίκειται έκδοση δυσμενούς διοικητικής πράξεως εις βάρος διοικούμενου, έστω κι αν κατά της εκδοθησομένης πράξεως προβλέπεται ειδικώς η άσκηση διοικητικής προσφυγής (ειδικής, ενδικοφανούς ή ουσίας), στάδιο που δεν αρκεί πλέον για την κάλυψη της ως άνω συνταγματικής επιταγής.
    Το πρόστιμο ακυρώνεται επίσης όταν επιβάλλεται κατά παράβαση του νόμου και κατά πλημμελή και εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή αυτού, αναιτιολόγητα και αυθαίρετα και κατά παράβαση της αρχής της χρηστής διοίκησης, που κρατεί στο Διοικητικό Δίκαιο, με βάση την οποία αναμένεται δικαιολογημένα και εμπιστεύεται ο πολίτης ότι η διοίκηση θα ενεργεί σύννομα κατά την διαδικασία ελέγχου και επιβολής κυρώσεων και ότι δεν θα αυθαιρετεί εις βάρος του διοικούμενου.
    https://www.lawspot.gr

    t.gr

    Τι είναι η "Ατομική ειδοποίηση οφειλών" και τι νομικές συνέπειες έχει η μη προσβολή της από τον οφειλέτη;

     
    Τις τελευταίες εβδομάδες, το ΚΕΑΟ του ΙΚΑ, οι ΔΟΥ και άλλες δημόσιες υπηρεσίες στέλνουν με απλό ταχυδρομείο στους οφειλέτες τους, έγγραφο που ονομάζουν «ατομική ειδοποίηση οφειλών». Το έγγραφο αυτό φαίνεται σαν μια απλή ειδοποίηση του δημοσίου που καλεί τον οφειλέτη εντός 20 ημερών από την παραλαβή του, να ρυθμίσει σε 12 μηνιαίες δόσεις την οφειλή του, διαφορετικά θα ξεκινήσει η αναγκαστική εκτέλεση για την είσπραξη του χρέους.
    Στο έγγραφο αυτό δεν γίνεται πουθενά αναφορά για τα ένδικα βοηθήματα και την προθεσμία άσκησής τους από τον οφειλέτη, όπως σε όλα τα υπόλοιπα έγγραφα του δημοσίου.
    Τι είναι όμως το έγγραφο αυτό και τι νομικές συνέπειες έχει η μη προσβολή του από τον οφειλέτη;
    Σύμφωνα με τις νέες διατάξεις του ΚΕΔΕ, η ατομική ειδοποίηση οφειλών αποτελεί έγκυρο τίτλο εκτελεστό, και σηματοδοτεί την έναρξη της αναγκαστικής εκτέλεσης για την είσπραξη της οφειλής δηλαδή της κατάσχεσης κινητών, δέσμευσης τραπεζικών λογαριασμών, εσόδων εις χείρας τρίτου ή και πλειστηριασμού ακινήτου.
    Ατομικές ειδοποιήσεις λαμβάνουν οι εργοδότες  που έχουν πρόστιμα από αδήλωτη εργασία, οι ασφαλισμένοι που έχουν εισπράξει αχρεωστήτως καταβληθείσες συντάξεις, επιδόματα κ.α., οφειλέτες ΦΠΑ και άλλων οφειλών στην εφορία κ.τ.λ.
    Δεν έχει σημασία αν έχει ασκηθεί ή όχι ένσταση ή αίτηση θεραπείας. Ακόμα και στην περίπτωση που έχει ασκηθεί ένσταση ενώπιον της αρμόδια διοικητικής επιτροπής, το ΚΕΑΟ στέλνει τις ατομικές ειδοποιήσεις.  Δηλαδή το δημόσιο επιδιώκει την είσπραξη των οφειλών προτού κριθεί αν επί της ουσίας η οφειλή είναι νόμιμη ή όχι.
    Οι υπάλληλοι του ΚΕΑΟ υποστηρίζουν και καλούν τους οφειλέτες να ρυθμίσουν την οφειλή τους ακόμα κι αν έχουν κάνει ένσταση, με το επιχείρημα, ότι αν οι οφειλέτες δικαιωθούν θα πάρουν πίσω τα λεφτά τους από το Δημόσιο ( ;;;).
    Η ρύθμιση, ειδικά στα  μεγάλα ποσά, είναι εντελώς εξωπραγματική και ανέφικτη. Παρ’όλα αυτά, ο οφειλέτης δεν έχει επιλογή παρά να ρυθμίσει καθώς απειλείται με τις συνέπειες της αναγκαστικής εκτέλεσης και επιπλέον το οφειλόμενο ποσό επιβαρύνεται με τόκους και προσαυξήσεις κάθε μήνα.
    Ουσιαστικά πρόκειται για μια εκβιαστική τακτική του δημοσίου, εντελώς αντισυνταγματική, καθώς παραβαίνει κάθε αίσθημα δικαίου και προστασίας του πολίτη, παραβιάζει θεμελιώδη δικαιώματα και αρχές δικαίου, παρακάμπτει το δικαίωμα άσκησης ενδίκων μέσων και δίκαιης δίκης.
    Πώς λοιπόν μπορεί να αντιδράσει ο οφειλέτης σε αυτή την περίπτωση; Υπάρχει άμυνα ή είναι αναγκασμένος να υποκύψει στον ωμό εκβιασμό του δημοσίου, υπό την απειλή της κατάσχεσης ή του πλειστηριασμού της περιουσίας του;
    Ο οφειλέτης μπορεί να αμυνθεί κατά της ατομικής ειδοποίησης και της επικείμενης αναγκαστικής εκτέλεσης, υπό την προϋπόθεση ότι θα δραστηριοποιηθεί άμεσα.
    Κατά της ατομικής ειδοποίησης ο νόμος προβλέπει ότι μπορεί να ασκηθεί το ένδικο μέσο της ανακοπής. Με την ανακοπή προσβάλλεται ο τίτλος της αναγκαστικής εκτέλεσης δηλαδή η ατομική ειδοποίηση κι αν έχει ασκηθεί και ένσταση η οποία δεν έχει συζητηθεί τότε μπορεί  να προβληθούν και λόγοι επί της ουσίας της οφειλής.
    Δηλαδή αν έχει υποβληθεί ένσταση και δεν έχει συζητηθεί ακόμα, ή και προσφυγή που επίσης δεν έχει συζητηθεί, και πάλι θα πρέπει να ασκηθεί ανακοπή για να διακόψει την αναγκαστική εκτέλεση. Και μάλιστα δεν είναι η ανακοπή αυτή που θα διακόψει την εκτέλεση, αλλά η αναστολή που θα ασκηθεί επ’ αυτής.
    Δηλαδή το πρώτο βήμα είναι η άσκηση της ανακοπής κατά της ατομικής ειδοποίησης και επί της ανακοπής ασκούμε υποχρεωτικά και αίτηση αναστολής, η οποία αν γίνει δεκτή, διακόπτει την αναγκαστική εκτέλεση μέχρις ότου εκδοθεί η απόφαση της ανακοπής.
    Η ανακοπή ασκείται σε προθεσμία 20 ημερών από την παραλαβή της ατομικής ειδοποίησης και η αναστολή εντός 3 ημέρων από την άσκηση της ανακοπής. Ο νόμος δεν ορίζει ρητά ποια είναι η προθεσμία άσκησης της ανακοπής και θεωρείται ότι η προθεσμία αυτή λήγει με την έναρξη της αναγκαστικής εκτέλεσης. Πρακτικά όμως για να είμαστε σίγουροι ότι η ανακοπή μας θα είναι εμπρόθεσμη, καλό είναι να ασκείται όσον το δυνατόν συντομότερα και δη μέσα στην 20ήμερη προθεσμία που τάσσεται για την ρύθμιση.
    Σημειώστε δε ότι η αναστολή εκδικάζεται άμεσα, ενώ η ανακοπή δικάζεται μετά από 3-4 χρόνια.
    Θα αναρωτούνται αρκετοί αν αξίζει τον κόπο να μπει κάποιος σε αυτήν την διαδικασία, αντί να πάει να πληρώσει την οφειλή με την ρύθμιση.
    Κανείς δεν μπορεί να απαντήσει με ένα ναι ή όχι σε αυτή την ερώτηση. Θα θέσω όμως 2-3 σημεία υπ’όψιν ώστε ο καθένας να κρίνει αν αξίζει τον κόπο.
    Το ΚΕΑΟ όπως και οι άλλες δημόσιες υπηρεσίες, ποντάρουν στο γεγονός ότι από τις 10 ατομικές ειδοποιήσεις που θα σταλούν,  οι 2 ή οι 3 θα ψάξουν περαιτέρω με δικηγόρο πώς θα αμυνθούν. Από τους υπόλοιπους δύο θα πάνε απευθείας να ρυθμίσουν και οι άλλοι είτε λόγω άγνοιας, είτε λόγω φόβου θα αδιαφορήσουν, θα το πετάξουν, θα το ξεχάσουν κ.τ.λ. Άρα το κράτος θα έχει πετύχει 2 ρυθμίσεις και στους υπόλοιπους που θα χρεώνει προσαυξήσεις και τόκους, θα αυξήσει το οφειλόμενο ποσό σε διόλου ευκαταφρόνητο ύψος και εν συνεχεία θα προσπαθήσει μέσω της εκτέλεσης είτε να τσιμπήσει χρήματα από λογαριασμούς, μισθούς ή συντάξεις, ή θα εκβιάσει πλειστηριασμούς και πάλι θα τσιμπήσει νέα ρύθμιση ή καταβολή. Εν τω μεταξύ αυτοί θα έχουν χάσει και οποιαδήποτε προθεσμία να αμυνθούν δικαστικώς και να σταματήσουν την σε βάρος τους εκτέλεση, οπότε θα βρεθούν προ τετελεσμένων γεγονότων.
    Από την άλλη μεριά, οι δύο αυτοί που θα έχουν ασκήσει την ανακοπή, έχουν  πιθανότητες να διαγραφεί τελείως η οφειλή τους. Και τούτο διότι, αν πρόκειται για αχρεωστήτως καταβληθέντα υπάρχει πάγια νομολογία των δικαστηρίων, που ορίζει κάποιες προϋποθέσεις που καθιστούν την καταβολή τους νόμιμη. Στις περισσότερες περιπτώσεις οι προϋποθέσεις αυτές δεν πληρούνται, οπότε η αναζήτηση της οφειλής είναι παράνομη και καταχρηστική και το δικαστήριο κρίνει ότι ο ασφαλισμένος δεν οφείλει να καταβάλει τίποτα.
    Κάτι παρόμοιο ισχύει και με τα πρόστιμα του ΣΕΠΕ ή του ΦΠΑ. Οι αποφάσεις πρέπει να πληρούν τα τυπικά στοιχεία που προβλέπει ο νόμος, να είναι αιτιολογημένες, να έχει τηρηθεί η αρχή της προηγούμενης ακρόασης κ.τ.λ. Μία καλά στοιχειοθετημένη ανακοπή μπορεί να απαλλάξει τον οφειλέτη από το πρόστιμο ή από ένα μεγάλο τμήμα αυτού. Σημειωτέον δε ότι όταν συζητηθεί μετά από 3-4 χρόνια, μπορεί να ισχύουν άλλες διατάξεις, ευνοϊκότερες, των οποίων θα μπορεί να γίνει επίκληση.
    Σε κάθε περίπτωση πάντως, καλό θα ήταν να συμβουλευτείτε δικηγόρο, για να δείτε πώς μπορείτε να κινηθείτε και τι σας συμφέρει να πράξετε, προκειμένου να μην χάσετε τα δικαιώματά σας.
    ΠΗΓΗ:
    https://www.lawspot.gr/nomika-blogs

    Βιβλίο απογραφών και ισολογισμού! Υπάρχει υποχρέωση επίδειξής του κατά τον έλεγχο;

     

    ΣΛΟΤ 1658/2016

    ΘΕΜΑ: «Βιβλίο απογραφών και ισολογισμού»Βιβλίο απογραφών και ισολογισμού. Υπάρχει υποχρέωση επίδειξής του κατά τον έλεγχο;

    ΕΡΩΤΗΜΑ

    Πριν τον Ν. 4308/2014 τυπώναμε στο βιβλίο απογραφών και ισολογισμών: Τον ισολογισμό. Την κατάσταση αποτελεσμάτων, την Γενική εκμετάλλευση. Τους μη αποτελεσματικούς λογαριασμούς. Και την απογραφή εμπορευμάτων αναλυτικά αν ήταν εμπορική επιχείρηση.
    Με την εφαρμογή του Ν. 4308/2014 πέρα από το γεγονός ότι τα αρχεία αυτά υπάρχουν σε ηλεκτρονική μορφή, πρέπει να τυπώσουμε στο βιβλίο απογραφών και ισολογισμού τα ίδια αρχεία πλην τις Γενικής εκμετάλλευσης η οποία έχει καταργηθεί;
    Υπάρχει τέτοια υποχρέωση;
    Μπορεί να μας ζητηθεί από τον έλεγχο να τυπώσουμε στο βιβλίο απογραφών και ισολογισμού αυτά τα αρχεία ή αυτή η υποχρέωση δεν προβλέπεται στον Ν 4308/2014;

    ΑΠΑΝΤΗΣΗ

    Τα σχετικά θέματα καθορίζονται από τα άρθρα 3 και 4 του νόμου 4308/2014, βάσει των οποίων οι οντότητες πρέπει να τηρούν αναλυτικά αρχεία, ενιαία ή συνδυασμούς αυτών, από τα οποία/ βάσει των οποίων, πρέπει:
    (α) να προκύπτουν τα στοιχεία των χρηματοοικονομικών καταστάσεων και των φορολογικών υποχρεώσεων, και
    (β) να είναι ευχερής οποιοσδήποτε έλεγχος.
    Τα εν λόγω αρχεία μπορούν να τηρούνται σε οποιαδήποτε μορφή (χειρόγραφη ή και ηλεκτρονική).
    Πέραν αυτών δεν υπάρχουν άλλες υποχρεώσεις.

    Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΣΛΟΤ
    ΤΑ ΜΕΛΗ

    Μια άλλη σχετική απάντηση του ΣΛΟΤ για αυτό το θέμα είναι και:

    Αθήνα, 01.06.2016
    Αριθμ. Πρωτ.: 1128 ΕΞ
    ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ και ΕΛΕΓΧΩΝ Ν.Π.Δ.Δ.
    ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ (ΣΛΟΤ)
    ΣΛΟΤ 1128/2016
     
    ΘΕΜΑ: «Βιβλίο απογραφής και ισολογισμών»
    ΕΡΩΤΗΜΑ
    Στα προηγούμενα χρόνια πριν τα ΕΛΠ, στο βιβλίο απογραφών και ισολογισμών, γραφόταν η απογραφή,ο ισολογισμός, τα αποτελέσματα και η γενική εκμετάλλευση. Με τα ΕΛΠ γράφονται πάλι τα ίδια; Και αν ναι, ο ισολογισμός θα συνταχθεί όπως παλιά ή με βάση τα υποδείγματα των ΕΛΠ;Θα είναι αντιγραφή δηλαδή αυτού που θα υποβληθεί στο ΓΕΜΗ;
    ΑΠΑΝΤΗΣΗ
    1. Τα θέματα των τηρούμενων λογιστικών αρχείων, ένα εκ των οποίων είναι και το «βιβλίο απογραφών και ισολογισμού» του πλαισίου που ίσχυε πριν τη θέση σε ισχύ του ν. 4308/2014, καθορίζονται από το άρθρο 4 του νόμου 4308/2014.
    2. Τα θέματα της αξιοπιστίας του λογιστικού συστήματος (συμφωνίες και επαληθεύσεις των λογιστικών αρχείων με τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις και τις σχετικές δηλώσεις (για φορολογικούς σκοπούς, σκοπούς ασφαλιστικών οργανισμών κλπ), ρυθμίζονται από το άρθρο 3 του Ν. 4308/2014. 
    3. Τα θέματα της σύνταξης των χρηματοοικονομικών καταστάσεων καθορίζονται από το άρθρο 16 και τα σχετικά υποδείγματα του Παραρτήματος Β του νόμου 4308/2014. Συνεπώς, τα υποδείγματα του Ε.Γ.Λ.Σ. έχουν καταργηθεί. 
    4. Ο νόμος 4308/2014 δεν απαιτεί τη σύνταξη «Κατάστασης λογαριασμού γενικής εκμετάλλευσης» (έχει καταργηθεί). 
    5. Για τα θέματα των δημοσιεύσεων το ΣΛΟΤ δεν έχει αρμοδιότητα.
    Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΣΛΟΤ
    ΤΑ ΜΕΛΗ

     

    ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ:

    • Οι οντότητες με βάση τα ΕΛΠ κατατάσσονται με βάση το μέγεθός τους σε πολύ μικρές, μικρές, μεσαίες και μεγάλες.
    • Η τήρηση των αρχείων των παραγράφων γίνεται με τρόπο ανάλογο του μεγέθους και της φύσης της οντότητας και σύμφωνα με τον παρόντα νόμο.(Ν.4308/2014). 
    • Τα λογιστικά αρχεία τηρούνται με ηλεκτρονικό ή χειρόγραφο τρόπο.
    • Όταν η οντότητα συντάσσει ισολογισμό, χρησιμοποιεί ένα κατάλληλο διπλογραφικό σύστημα και τηρεί:  
      α) Αρχείο στο οποίο καταχωρείται αναλυτικά κάθε συναλλαγή και γεγονός (ημερολόγιο).  
      β) Αρχείο με τις μεταβολές κάθε τηρούμενου λογαριασμού (αναλυτικό καθολικό).  
      γ) Σύστημα συγκέντρωσης του αθροίσματος των αυξήσεων και μειώσεων (χρεώσεων και πιστώσεων), καθώς και το υπόλοιπο κάθε τηρούμενου λογαριασμού (ισοζύγιο).
    •  Το λογιστικό σύστημα της οντότητας απαιτείται να παρακολουθεί τη λογιστική βάση των στοιχείων των εσόδων, εξόδων, περιουσιακών στοιχείων, υποχρεώσεων και καθαρής θέσης, κατά περίπτωση, με σκοπό την κατάρτιση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της οντότητας, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο. Το λογιστικό σύστημα της οντότητας απαιτείται να παρακολουθεί και τη φορολογική βάση των στοιχείων των εσόδων, εξόδων, περιουσιακών στοιχείων, υποχρεώσεων και καθαρής θέσης, κατά περίπτωση, με σκοπό τη συμμόρφωση με τη φορολογική νομοθεσία και την υποβολή φορολογικών δηλώσεων. 
    • Η οντότητα τηρεί κατά περίπτωση και ανάλογα το μέγεθός της, τα αρχεία (βιβλία) που περιγράφονται παρακάτω , με ημερομηνία αναφοράς την ημερομηνία τέλους της περιόδου αναφοράς (ημερομηνία του ισολογισμού):
    1. Αρχείο ενσώματων και άυλων πάγιων περιουσιακών στοιχείων. Στο αρχείο αυτό, με τήρηση αναλυτικής μερίδας, παρακολουθείται η αξία κτήσης κατά την αρχική αναγνώριση, καθώς και κάθε επακόλουθη μεταβολή, δηλαδή προσθήκη, αναπροσαρμογή, απομείωση, διαγραφή και απόσβεση επί του παγίου, με ένδειξη των σωρευτικών ποσών και των ποσών που αφορούν την περίοδο αναφοράς. Στο αρχείο αυτό παρακολουθούνται και τα πλήρως αποσβεσμένα πάγια τα οποία εξακολουθούν να πληρούν τον ορισμό του παγίου περιουσιακού στοιχείου, είτε εξακολουθούν να είναι σε λειτουργία είτε όχι. 
    2. Αρχείο επενδύσεων σε χρεωστικούς τίτλους, τίτλους καθαρής θέσης και λοιπούς τίτλους. Στο αρχείο αυτό καταχωρούνται κατά τίτλο τα υπάρχοντα στοιχεία με σύντομη περιγραφή και αναφορά της ποσότητας και της λογιστικής αξίας τους. 
    3. Αρχείο ιδιόκτητων αποθεμάτων: Στο αρχείο αυτό καταχωρούνται:  
      α) Τα ποσοτικά δεδομένα της φυσικής απογραφής (σύντομη περιγραφή είδους, μονάδα μέτρησης και ποσότητα), κατά είδος και διακεκριμένα για κάθε αποθηκευτικό χώρο.  
      β) Η κατά μονάδα αξία επιμέτρησης, καθώς και η συνολική αξία επιμέτρησης του κάθε είδους.  
      γ) Ο προσδιορισμός της ποσότητας των αποθεμάτων δύναται να γίνεται με έμμεσες τεχνικές που είναι αξιόπιστες και κατάλληλα τεκμηριωμένες.  
      δ) Αναλώσιμα υλικά αγαθά που δεν είναι σημαντικά μπορούν να μην απογράφονται.  
    4. Αρχείο αποθεμάτων τρίτων. Η οντότητα που έχει στην κατοχή της αποθέματα κυριότητας άλλης οντότητας τηρεί αρχείο στο οποίο καταγράφονται αναλυτικά τα σχετικά αποθέματα, κατά είδος και ποσότητα και διακεκριμένα κατά αποθηκευτικό χώρο.
    5. Αρχείο λοιπών περιουσιακών στοιχείων. Στο αρχείο αυτό καταχωρούνται αναλυτικά κατά είδος τα υπάρχοντα λοιπά περιουσιακά στοιχεία, με σύντομη περιγραφή και αναφορά της ποσότητας, όπου συντρέχει περίπτωση, και της λογιστικής τους αξίας. 
    6. Αρχείο λογαριασμών καθαρής θέσης. Στο αρχείο αυτό καταχωρούνται αναλυτικά κατά είδος οι λογαριασμοί καθαρής θέσης. 
    7. Αρχείο λογαριασμών υποχρεώσεων. Στο αρχείο αυτό καταχωρούνται αναλυτικά κατά είδος οι υποχρεώσεις, με αναφορά της ποσότητας (όταν συντρέχει περίπτωση) και της λογιστικής τους αξίας. 
    8. Αρχείο περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων σε ξένο νόμισμα. Στο αρχείο αυτό παρακολουθείται η ποσότητα των μονάδων του ξένου νομίσματος για τα επιμέρους περιουσιακά στοιχεία και υποχρεώσεις που εκφράζονται στο νόμισμα αυτό. 
    • Οι πληροφορίες που απαιτούνται από τα παραπάνω αρχεία  δύναται να παρέχονται και από άλλα αρχεία που τηρεί η οντότητα ή από συνδυασμό αρχείων. Συνεπώς κατά τον έλεγχο η οντότητα δύναται να αποδείξει με οποιοδήποτε τεκμηριωμένο τρόπο και χωρίς να την περιορίζει τυπολατρικά ο νόμος, ο,τιδήποτε της ζητηθεί.
    • Από το τηρούμενο λογιστικό σύστημα πρέπει να παρέχονται ευχερώς, αναλυτικά και σε σύνοψη, όλα τα δεδομένα και πληροφορίες που απαιτούνται για να καθίσταται ευχερής η διενέργεια συμφωνιών και επαληθεύσεων κατά τη διενέργεια οποιουδήποτε ελέγχου.

    ΕΠΙΛΟΓΟΣ:

    Η βασική φιλοσοφία του Νόμου 4308/2014, περί  Ελληνικών Λογιστικών Προτύπων, ο οποίος ομοιάζει κατά ένα πολύ μεγάλο βαθμό και αντλεί τη φιλοσοφία του από τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, είναι η απεικόνιση της πραγματικής εικόνας της οντότητας στις χρηματοοικονομικές της καταστάσεις.
    Κάθε οντότητα ανάλογα με το μέγεθός της έχει συγκεκριμένες υποχρεώσεις, τόσο ως προς τα τηρούμενα λογιστικά αρχεία, όσο και στον τρόπο απεικόνισης των μεγεθών της στις προς δημοσιοποίηση χρηματοοικονομικές καταστάσεις.Αυτονόητο είναι ότι όσο πιο μεγάλη σε μέγεθος είναι η οντότητα, θα έχει και μεγαλύτερο βαθμό πολυπλοκότητας.
    Ο νόμος πέραν από τις υποχρεώσεις που αναφέραμε συνοπτικά παραπάνω, δεν προσεγγίζει τυπολατρικά όσο ο προηγούμενος των ΕΓΛΣ, το κομμάτι της επίδειξης κατά τον έλεγχο συγκεκριμένων μορφών αρχείων, για την τεκμηρίωση των όποιων ελεγκτικών διαδικασιών ζητηθούν.
    Για παράδειγμα πλέον το βιβλίο απογραφών και ισολογισμού δεν είναι υποχρεωτικό όπως όλα τα προηγούμενα χρόνια, καθώς τα δεδομένα αυτά μπορούν κάλλιστα να βρεθούν από το ισοζύγιο, το αρχείο ιδιόκτητων αποθεμάτων, την απογραφή, αλλά και με οποιοδήποτε αξιόπιστο μέσο(π.χ ένα φύλο excel..).
    Το ενδιαφέρον λοιπόν του νομοθέτη στρέφεται από τον τύπο, στην ουσία με κύριο γνώμονα την ορθή απεικόνιση των λογιστικών γεγονότων, με βάση το πραγματικό τους μέγεθος, αλλά και την αξιόπιστη πληροφόρηση που πρέπει να παρέχουν οι οικονομικές καταστάσεις στους μετόχους, τη διοίκηση τις ελεγκτικές αρχές και τους επίδοξους επενδυτές.

     

    Απαλλοτρίωση. Αποζημίωση και για το εναπομείναν τμήμα απαλλοτριωθέντος ακινήτου.

     
    Κατά τη διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 13 του ν2882/2001 (Κώδικας Αναγκαστικής Απαλλοτρίωσης), εάν  απαλλοτριωθεί τμήμα του ακινήτου, με αποτέλεσμα η αξία του τμήματος που απομένει στον ιδιοκτήτη να μειωθεί ή το τμήμα αυτό να γίνει άχρηστο για τη χρήση που προορίζεται, με την απόφαση προσδιορισμού της αποζημίωσης για το απαλλοτριούμενο τμήμα προσδιορίζεται και ιδιαίτερη αποζημίωση για το τμήμα που απομένει στον ιδιοκτήτη, η οποία καταβάλλεται μαζί με την αποζημίωση για το απαλλοτριούμενο.
    Από τη διάταξη αυτή συνάγεται, ότι όταν καθορισθεί δικαστικά η οριστική αποζημίωση για το αναγκαστικώς απαλλοτριούμενο τμήμα ακινήτου, είναι απαράδεκτη η, με ιδιαίτερη αίτηση, επιδίωξη δικαστικού προσδιορισμού αποζημιώσεως για την, από την απαλλοτρίωση, επερχόμενη μείωση της αξίας του απομένοντος στον ιδιοκτήτη τμήματος ή της αχρήστευσης του τμήματος αυτού. Σκοπός της παραπάνω διάταξης, με την οποία ορίζεται, ότι η παρεχόμενη στον ιδιοκτήτη απαλλοτριούμενου ακινήτου ιδιαίτερη αποζημίωση καθορίζεται με την ίδια απόφαση που καθορίζει την αποζημίωση για το κτήμα που απαλλοτριώθηκε, είναι αφενός το να έχει εκείνος υπέρ του οποίου έγινε η απαλλοτρίωση σαφή αντίληψη της έκτασης των υποχρεώσεών του από αυτή και αφετέρου το να περατώνεται με ταχύτητα η όλη διαδικασία της απαλλοτρίωσης και να εκκαθαρίζεται η κατάσταση που δημιουργείται απ`αυτή, ώστε να συντελείται η απαλλοτρίωση με την καταβολή ή την παρακατάθεση της αποζημίωσης και να μη τίθεται σε αμφιβολία με την προβολή νέων αξιώσεων.
    Το αρθ. 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ ορίζει ότι κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο δικαιούται σεβασμού της περιουσίας του και κανένας δεν μπορεί να στερηθεί της περιουσίας του παρά μόνο για λόγους δημόσιας ωφέλειας και υπό τους όρους που προβλέπονται από τον νόμο και τις γενικές αρχές του διεθνούς δικαίου.
    Με την διάταξη αυτή προστατεύονται τα ενοχικά περιουσιακά δικαιώματα του προσώπου όπως και το δικαίωμα αποζημίωσης για την προσγενόμενη ζημία στην περιουσία τουΈλλειψη δε σεβασμού της περιουσίας του στην περίπτωση αυτή υπάρχει κι όταν η συνεπεία του λόγου της αποζημίωσης μείωση της περιουσιακής δυναμικότητας του προσώπου  δεν αποκαθίσταται πλήρως.
    Συνεπώς στην περίπτωση που λόγω απαλλοτρίωσης μέρους του ακινήτου το απομένον τμήμα αυτού που εξακολουθεί να αποτελεί στοιχείο της περιουσίας του ιδιοκτήτου, υφίσταται σημαντική υποτίμηση της αξίας του ή καθίσταται άχρηστο για την χρήση που προοριζόταν, το αναγνωριζόμενο δικαίωμα αποζημίωσης ικανοποιείται πλήρως και εντεύθεν διασφαλίζεται ο σεβασμός στην περιουσία του ιδιοκτήτου όταν η αποζημίωση καλύπτει και εκείνη που επήλθε από την απότμηση και την εκτέλεση του έργου για το οποίο κηρύχθηκε η απαλλοτρίωση του μέρους του ακινήτου. Διότι άλλως το παραμένον στον ιδιοκτήτη μέρος του ακινήτου και επομένως η περιουσία του θα παρέμενε χωρίς αποκατάσταση.
    ΠΗΓΗ:
    http://www.legalaction.gr

    ΆΡΘΡΟ-ΜΕΛΕΤΗ: Οι συμβάσεις έργου φυσικών προσώπων, που παρέχουν υπηρεσίες, προς το Δημόσιο και τα ΝΠΔΔ.Προβληματισμοί-Φορολογικός και εργατοασφαλιστικός χειρισμός!

     
    Θα προσπαθήσουμε όπως πάντα μέσα από παράθεση των αντίστοιχων διατάξεων να διαλευκάνουμε ένα εξαιρετικά λεπτό και σύνθετο θέμα όπως αυτό των συμβάσεων μίσθωσης έργου.

    Η σύμβαση εξαρτημένης εργασίας (άρθρο 648 επ. Α.Κ.) διακρίνεται από τη σύμβαση μίσθωσης έργου (άρθρο 681 επ. Α.Κ.), κατά το ότι στην πρώτη από αυτές ο εργαζόμενος σε Ο.Τ.Α. α΄βαθμού υποβάλλεται σε νομική εξάρτηση από αυτόν, η οποία εκδηλώνεται με το δικαίωμα του τελευταίου να ασκεί εποπτεία, να ελέγχει την εργασία που παρέχει και να του δίνει δεσμευτικές οδηγίες ως προς το χρόνο, τον τόπο και τον τρόπο της παρεχόμενης εργασίας (διευθυντικό δικαίωμα) ενώ στη σύμβαση μίσθωσης έργου οι συμβαλλόμενοι αποβλέπουν στην επίτευξη του συμφωνηθέντος τελικού αποτελέσματος, το φυσικό πρόσωπο (εργολάβος) ενεργεί με δική του πρωτοβουλία και η λήξη της σχετικής σύμβασης επέρχεται αυτομάτως με την εκτέλεση του έργου. Επομένως, για τον χαρακτηρισμό μιας σχέσης ως σύμβασης εξαρτημένης εργασίας πρέπει να ερευνώνται οι όροι και οι πραγματικές συνθήκες παροχής της εργασίας και δεν έχει σημασία ο χαρακτηρισμός που προσδίδουν οι συμβαλλόμενοι στη μεταξύ τους σχέση.

    Ποια είναι η ουσιαστική έννοια της σύμβασης μίσθωσης έργου;

    • Με τη σύμβαση μίσθωσης έργου καθορίζονται οι τυχόν αναγκαίοι όροι και κάθε λεπτομέρεια, σχετικώς με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του αναδόχου. 

     

    • Ανάδοχος είναι αυτός που αναλαμβάνει να φέρει εις πέρας το έργο. Πρέπει δηλαδή να υλοποιήσει ένα συγκεκριμένο και οριοθετημένο έργο και όχι να εκπληρώνει διαρκείς ανάγκες διότι τότε δεν θα λέγεται ανάδοχος και δεν θα έχουμε Σύμβαση μίσθωσης έργου. Τότε θα έχουμε μία διαρκή υπαλληλική σχέση.

     

    • Η μίσθωση έργου όμως δεν συνεπάγεται υπαλληλική σχέση και δεν έχει αόριστη διάρκεια.

     

    Έτσι, αν η σύμβαση μίσθωσης έργου καλύπτει πάγιες και διαρκείς ανάγκες είναι αυτομάτως και στο σύνολό της άκυρη.(Άρειος Πάγος 1071/2014 Σύμβαση μίσθωσης έργου. Σύμβαση μισθώσεως έργου που καλύπτει πάγιες και διαρκείς ανάγκες είναι αυτοδικαίως και καθ’ ολοκληρίαν άκυρη . Ανανέωση ή παράταση της συμβάσεως μισθώσεως έργου απαγορεύεται και είναι αυτοδικαίως άκυρη. Από το συνδυασμό δε των διατάξεων των άρθρων 648, 649, 669 και 672 ΑΚ και 1 του Ν. 2112/1920 προκύπτει, ότι σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου υπάρχει, όταν οι συμβαλλόμενοι δεν έχουν συμφωνήσει ορισμένη διάρκεια για την παροχή της εργασίας, ούτε η χρονική αυτή διάρκεια συνάγεται από το είδος και τον σκοπό της εργασίας.)

     
    Πρόσφατα το Υπουργείο Οικονομικών αναφέρει για το συγκεκριμένο θέμα ως προς την υποχρέωση τήρησης βιβλίων και έκδοσης στοιχείων:
    ΠΟΛ 1057/2016
    ΘΕΜΑ: «Απαλλαγή από την τήρηση βιβλίων και έκδοση στοιχείων, φυσικών προσώπων, που παρέχουν υπηρεσίες, προς το Δημόσιο και τα ΝΠΔΔ, βάσει συμβάσεων μίσθωσης έργου.»
    ΑΠΟΦΑΣΗ
    Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
    Αθήνα,  6/5/2016
    Έχοντας υπόψη:
    1. Τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α΄ 170), όπως ισχύουν.
    2. Τις διατάξεις της παραγράφου 14 του άρθρου 30 του ν. 4308/2014, όπως ισχύουν.
    3. Την ΠΥΣ 1/20.1.2016 «Επιλογή και διορισμός Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπ. Οικονομικών (ΦΕΚ ΥΟΔΔ/18).
    4. Τις διατάξεις των άρθρων 21 (παρ. 3), 12 και 15 (παρ. 1) του ν. 4172/2013 (ΦΕΚ Α΄167) όπως ισχύουν.
    5. Τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του ν. 2859/2000 (Φ.Π.Α.), όπως ισχύουν.
    6. Τη διευκόλυνση φυσικών προσώπων για την άσκηση δραστηριότητας, τα οποία δεν ασκούν άλλη επιχειρηματική δραστηριότητα και συμβάλλονται αποκλειστικά με το Δημόσιο ή με ΝΠΔΔ, με σύμβαση μίσθωσης έργου και η αμοιβή που λαμβάνουν δεν υπάγεται στο Φόρο Προστιθέμενης Αξίας.
    7. Ότι με την παρούσα δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού.
    ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΜΕ
    1. Απαλλάσσονται, από το φορολογικό έτος 2016 και μετά, από την υποχρέωση τήρησης βιβλίων και έκδοσης στοιχείων, τα φυσικά πρόσωπα, τα οποία, βάσει σύμβασης μίσθωσης έργου, παρέχουν υπηρεσίες προς το Δημόσιο ή τα ΝΠΔΔ, εφόσον η αμοιβή που λαμβάνουν, δεν υπάγεται στο Φόρο Προστιθέμενης Αξίας, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 3 του ν. 2859/2000 (ΦΕΚ 248 Α’) και δεν ασκούν άλλη επιχειρηματική δραστηριότητα.
    2. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
     
    Λίγο αργότερα, στις 11/5/2016 σχετικό έγγραφο αναφέρει:
     
    Αθήνα, 11.5.2016
    Α.Π.: ΑΝ.ΥΠ.ΟΙΚ. 0001224 ΕΞ 2016
    ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
    ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
    ΓΡΑΦΕΙΟ ΑΝ. ΥΠΟΥΡΓΟΥ
    Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
    101 84 – Αθήνα
    Τηλ: 210 3375718, 719, 788
    e-mail: [email protected]
    ΠΡΟΣ: ΣΥΝΔΙΚΑΤΟ ΟΤΑ ΑΤΤΙΚΗΣ
    ΚΟΙΝ: 1. Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδος
    2. Ανώτατη Διοίκηση Ενώσεων Δημοσίων Υπαλλήλων
    3. Κεντρική Ένωση Δήμων Ελλάδος
    ΘΕΜΑ: ΑΠΑΛΛΑΓΗ ΑΠΟ ΤΗΡΗΣΗ ΒΙΒΛΙΩΝ ΚΑΙ ΕΚΔΟΣΗ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΜΕ ΣΥΜΒΑΣΗ ΜΙΣΘΩΣΗΣ ΕΡΓΟΥ
    Σε συνέχεια της συνάντησης που είχαμε στις 18.4.16, σας ενημερώνω ότι εκδόθηκε η σχετική απόφαση (συνημμένη), με την οποία απαλλάσσονται από την τήρηση βιβλίων και την έκδοση στοιχείων, φυσικά πρόσωπα τα οποία εργάζονται με σύμβαση μίσθωσης έργου, στο Δημόσιο και Ν.Π.Δ.Δ. με συγκεκριμένες προϋποθέσεις.
    Με την απόφαση αυτή, επιλύθηκε ένα σοβαρό πρόβλημα εργαζομένων, οι οποίοι με βάση την υφιστάμενη νομοθεσία έπρεπε να τηρούν βιβλία και να εκδίδουν στοιχεία και οι οποίοι (όπως μας ενημερώσατε) εργάζονται στις υπηρεσίες καθαριότητας των δήμων.
     
    Η παράγραφος 1 του άρθρου 3 του κώδικα ΦΠΑ, αναφέρει:

    • Αρθρο 3. Υποκείμενοι στο φόρο
      1. Στο φόρο υπόκειται:
      α) κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ημεδαπό ή αλλοδαπό ή ένωση προσώπων, εφόσον ασκεί κατά τρόπο ανεξάρτητο οικονομική δραστηριότητα, ανεξάρτητα από τον τόπο εγκατάστασης, τον επιδιωκόμενο σκοπό ή το αποτέλεσμα της δραστηριότητας αυτής,
      β) κάθε πρόσωπο, το οποίο πραγματοποιεί περιστασιακά παράδοση ενός καινούργιου μεταφορικού μέσου, το οποίο αποστέλλεται ή μεταφέρεται προς άλλο κράτος – μέλος.
      Δε θεωρείται ότι ασκούν οικονομική δραστηριότητα κατά τρόπο ανεξάρτητο οι μισθωτοί και λοιπά φυσικά πρόσωπα, τα οποία συνδέονται με τον εργοδότη τους με σύμβαση εργασίας ή με οποιαδήποτε άλλη νομική σχέση που δημιουργεί δεσμούς εξάρτησης, όσον αφορά τους όρους εργασίας ή την αμοιβή και συνεπάγεται την ευθύνη του εργοδότη.
      γ) κάθε πρόσωπο, το οποίο πραγματοποιεί ευκαιριακά πράξεις του άρθρου 6, εφόσον με δήλωσή του ενταχθεί στο κανονικό καθεστώς Φ.Π.Α.
      δ) η κοινοπραξία που κατασκευάζει ακίνητο με το σύστημα της αντιπαροχής, καθώς και η κοινωνία που κατασκευάζει ακίνητο σε οικόπεδο ή αγροτεμάχιο που ανήκει στα μέλη της, για τις παραδόσεις και αυτοπαραδόσεις που διενεργούνται από τα μέλη τους, σύμφωνα με τα άρθρα 6 και 7.

     
    Μια άλλη πολύ ενδιαφέρουσα απάντηση από το Υπουργείο Οικονομικών για το θέμα μας, που έχει και άλλες όμως προεκτάσεις είναι:
     
     
    Αθήνα, 1/3/2016
    Αρ. Πρωτ.: ΔΕΛ Ζ ΚΦΑΣ 1033811 ΕΞ 2016
    ΘΕΜΑ: Εργαζόμενοι με συμβάσεις μίσθωσης έργου. Υποχρεώσεις ως προς την τήρηση βιβλίων και έκδοση στοιχείων, σύμφωνα με τα Ε.Λ.Π. (ν.4308/2014).
    ΣΧΕΤ: Το με αρ. πρωτ. 1462/19.1.2015 έγγραφό σας.
    Με το ως άνω σχετικό έγγραφο σας θέτετε υπόψη μας ότι ο Δήμος ΧΧΧ συνάπτει «ατομικές συμβάσεις μίσθωσης έργου με ιδιώτες, οι οποίοι εργάζονται στην, καθαριότητα των κτιρίων του Δήμου και οι υπόψη συμβάσεις, παρατείνονται αυτοδικαίως μέχρι και τις 31.12.2016, σύμφωνα με το άρθρο 50 του ν. 4351/2015.  Περαιτέρω ερωτάτε εάν οι εργαζόμενοι είναι υπόχρεοι σε τήρηση βιβλίων και έκδοση στοιχείων, σύμφωνα με τον ν. 4308/2014.
    Αναφορικά με το αντικείμενο του θέματος σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:
    1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του Κ.Φ.Δ. (ν. 4174/2013), όπως ισχύουν σήμερα, κάθε πρόσωπο με εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα υποχρεούται να τηρεί κατάλληλα λογιστικά αρχεία (βιβλία και στοιχεία) σύμφωνα με τα λογιστικά πρότυπα που προβλέπονται στην. Ελληνική νομοθεσία. Ισχύουσα νομοθεσία, για την εφαρμογή των διατάξεων αυτών, από 1.1.2015, αποτελούν οι διατάξεις του ν. 4308/2014 «Ελληνικά Λογιστικά πρότυπα, συναφείς ρυθμίσεις και άλλες διατάξεις».
    2. Σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης β’ της παραγράφου 1 του άρθρου 39 του ν. 4308/2014, όπως αυτές ερμηνεύτηκαν με την παράγραφο 39.1.4 της εγκυκλίου ΠΟΛ.1003/31.12.2014 και ισχύουν από 1.1.2015, δεν έχουν υποχρέωση εφαρμογής του νόμου αυτού και ως εκ τούτου δεν τηρούν βιβλία και δεν εκδίδουν στοιχεία, τα φυσικά πρόσωπα τα οποία, ευκαιριακά και ως παρεπόμενη απασχόληση, πωλούν προϊόντα ή παρέχουν υπηρεσίες, εφόσον το εισόδημα που αποκτούν από τις συναλλαγές αυτές δεν υπερβαίνει τις 10.000 ευρώ ετησίως.
    3. Περαιτέρω, με την παράγραφο 39.1.5 της ερμηνευτικής εγκυκλίου ΠΟΛ.1003/31.12.2014 διευκρινίζεται ότι, ως ευκαιριακή παρεπόμενη δραστηριότητα, χαρακτηρίζεται η δραστηριότητα που δεν ασκείται κατά σύστημα και αποδεικνύεται από τα πραγματικά περιστατικά. Τέτοια πραγματικά περιστατικά αποτελούν ιδίως η συνέχεια ή μη της άσκησης της δραστηριότητας αυτής, η ύπαρξη ιδιαίτερης επαγγελματικής εγκατάστασης, η ύπαρξη ιδιαίτερου εξοπλισμού και μηχανικών μέσων για την παροχή των υπηρεσιών αυτών ή την παραγωγή των αγαθών ή απόκτηση αγαθών με σκοπό τη μεταπώληση, και γενικότερα το εάν η παροχή των υπηρεσιών αυτών ή των αγαθών, έχει τα χαρακτηριστικά της οργανωμένης επιχείρησης.
    Επίσης, σύμφωνα με την παράγραφο 39.1.6 της ως άνω αναφερόμενης εγκυκλίου, ενδεικτικές περιπτώσεις που εμπίπτουν στην περίπτωση (β) της παραγράφου 1 του άρθρου 39 του ν. 4308/2014 είναι:
    α) Τα φυσικά πρόσωπα όπως φοιτητές, νοικοκυρές, άνεργοι κλπ, που συμβάλλονται με εταιρείες ερευνών με συμβάσεις έργου ή όχι.
    β) Τα φυσικά πρόσωπα που διενεργούν πωλήσεις με το σύστημα της κατ’ οίκον επίδειξης, ως αντιπρόσωποι πωλητές (dealers).
    γ) Οι ιδιωτικοί ή δημόσιοι υπάλληλοι, φοιτητές, μεταπτυχιακοί φοιτητές, υποψήφιοι διδάκτορες κ.λπ. οι οποίοι μετέχουν σε ερευνητικά προγράμματα επιχορηγούμενα ή μη, τα οποία εκτελούνται τόσο από πρόσωπα υπόχρεα του νόμου αυτού, όσο και από διάφορους φορείς.
    δ) Οι διερμηνείς ή μεταφραστές.
    4. Εφόσον οι συμβάσεις μίσθωσης έργου των φυσικών προσώπων που ασχολούνται στον καθαρισμό κτιρίων του Δήμου σας, παρατείνονται μέχρι και τις 31.12.2016, τότε η δραστηριότητά τους αυτή δεν εντάσσεται στις ευκαιριακές παρεπόμενες. Το εισόδημα των προσώπων αυτών προέρχεται από την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας και συνεπώς είναι υπόχρεα σε τήρηση βιβλίων και έκδοση στοιχείων για τις καταβαλλόμενες από το Δήμο σας αμοιβές.
    Από τη σκοπιά του ΦΠΑ μια σημαντική απάντηση του υπουργείου είναι:

    Υπαγωγή ή μη σε ΦΠΑ παροχής υπηρεσιών με σύμβαση μίσθωσης έργου

     
    Θέμα: Υπαγωγή ή μη σε ΦΠΑ παροχής υπηρεσιών με σύμβαση μίσθωσης έργου
    Σχετ: Το από ………………………. email σας.
    Σε απάντηση του ανωτέρω σχετικού σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:
    1. Σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο έγγραφο σας, ο ……………… (ΑΦΜ ………………) σύναψε μια σύμβαση μίσθωσης έργου με το Δήμο ……………… με αντικείμενο εργασίας την λήψη και μεταφορά δειγμάτων από ηλικιωμένους του Κ.Α.Π.Η. σε εργαστηριακό κέντρο. Τίθεται το ερώτημα εάν υπάγεται ή όχι στο Φ.Π.Α. η εν λόγω υπηρεσία.
    2. Σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του Κώδικα Φ.Π.Α. (Ν. 2859/2000), στο φόρο υπόκειται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ημεδαπό ή αλλοδαπό ή ένωση προσώπων, εφόσον ασκεί κατά τρόπο ανεξάρτητο οικονομική δραστηριότητα, ανεξάρτητα από τον τόπο εγκατάστασης, τον επιδιωκόμενο σκοπό ή το αποτέλεσμα της δραστηριότητας αυτής.
    3. Ωστόσο, όπως ορίζεται στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του ιδίου ως άνω άρθρου, δε θεωρείται ότι ασκούν οικονομική δραστηριότητα κατά τρόπο ανεξάρτητο οι μισθωτοί και λοιπά φυσικά πρόσωπα, τα οποία συνδέονται με τον εργοδότη τους με σύμβαση εργασίας ή με οποιαδήποτε άλλη νομική σχέση που δημιουργεί δεσμούς εξάρτησης, όσον αφορά τους όρους εργασίας ή την αμοιβή και συνεπάγεται την ευθύνη του εργοδότη.
    4. Περαιτέρω, σύμφωνα με τις ΑΥΟ Σ.800/129/ΠΟΛ.68/4.3.1987 και Σ.866/139/ΠΟΛ.74/10.3.1987, καθώς και τις διευκρινίσεις που δόθηκαν με την εγκύκλιο Σ.1166/182/ΠΟΛ.116/6.4.1987 και την εγκύκλιο 1074879/5291/1410/Α0014/ΠΟΛ.1176/Αθήνα, η παροχή υπηρεσιών από φυσικά πρόσωπα προς το Δημόσιο, Δήμους, ΝΠΔΔ κλπ, έστω και με σύμβαση μίσθωσης έργου, δεν υπάγεται στο Φ.Π.Α., όταν από τον τρόπο παροχής των υπηρεσιών αυτών προκύπτει ότι δημιουργούνται δεσμοί εξάρτησης του παρέχοντος την υπηρεσία από τον εργοδότη του, ανεξάρτητα από το φορέα ασφάλισης του πρώτου.
    5. Για να θεωρηθεί ότι δημιουργούνται δεσμοί εξάρτησης μεταξύ των εργαζομένων και των εργοδοτών, πρέπει από τα πραγματικά περιστατικά να διαπιστωθεί ότι συντρέχουν αθροιστικά τουλάχιστον οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

    • Η εργασία να παρέχεται για ορισμένο ή αόριστο χρόνο,
    • να εκτελείται σύμφωνα με τις οδηγίες, τις εντολές και την εποπτεία του εργοδότη,
    • την ευθύνη για το αποτέλεσμα της εργασίας να την έχει ο εργοδότης,
    • να υπάρχει διαρκής απασχόληση και φυσική παρουσία του παρέχοντος την υπηρεσία στους χώρους εργασίας του εργοδότη,
    • η αμοιβή να καταβάλλεται περιοδικά (π.χ. μηνιαία).

    6. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι η παροχή υπηρεσιών από φυσικά πρόσωπα δυνάμει συμβάσεων μίσθωσης έργου δεν υπάγεται σε Φ.Π.Α. μόνο στην περίπτωση που, κατά τα ανωτέρω, δημιουργούν δεσμούς εξάρτησης. Στην περίπτωση όμως που δεν διαπιστωθεί σχέση εξάρτησης, οι εν λόγω υπηρεσίες υπάγονται σε ΦΠΑ, ο οποίος επιρρίπτεται σε βάρος του αντισυμβαλλόμενου από τον κατά νόμο υπόχρεο (πάροχο των υπηρεσιών), προκειμένου στη συνέχεια να αποδοθεί από τον τελευταίο στο ελληνικό δημόσιο (άρ. 1 και 35 Κώδικα ΦΠΑ).
    7. Κατόπιν των ανωτέρω, ανήκει στην αρμοδιότητα της .. Δ.ΟΥ. …………..στην οποία κοινοποιείται το παρόν, να ελέγξει τα πραγματικά περιστατικά, λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, για την ορθή εφαρμογή των διατάξεων του Κώδικα Φ.Π.Α..
    Η Προϊσταμένη της Διεύθυνσης
    Βασιλική Τάτση
     
    Μέχρι και πριν την ψήφιση του νέου ασφαλιστικού νόμου μια πολύ σημαντική γνωμοδότηση της νομικής υπηρεσίας ΕΕΤΑΑ:
     

    Γνωμοδοτήσεις Νομικής Υπηρεσίας ΕΕΤΑΑ

    Yποχρέωση ασφάλισης για πρόσωπα που ενέχονται σε σύμβαση έργου:


    Στο ερώτημα που μας θέσατε, αν υπάρχει δηλαδή υποχρέωση ασφάλισης για πρόσωπα που ενέχονται σε σύμβαση έργου, σας γνωρίζουμε τα εξής:

    Tο άρθρο 2 του α.ν.1846/1951 προσδιορίζει τις κατηγορίες προσώπων που υπάγονται υποχρεωτικώς στην ασφάλιση του IKA. H βασική κατηγορία προσώπων κατά τις διατάξεις του προαναφερόμενου νόμου, πέραν των εκεί αναφερομένων ειδικών κατηγοριών εργαζομένων, είναι αυτή που αφορά τους παρέχοντες κατά κύριο επάγγελμα εξαρτημένη εργασία έναντι αμοιβής, όταν δηλαδή ο εργαζόμενος θέτει την προσωπική του εργασία στη διάθεση του εργοδότη κάτω από τις οδηγίες και τον έλεγχο αυτού, με αντάλλαγμα τη λήψη μισθού. Eδώ, σημειώνεται, ότι δεν εξετάζεται η ιδιότητα του εργοδότη, αν δηλαδή είναι φυσικό ή νομικό πρόσωπο ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου, ούτε η νομική φύση της σχέσης εργασίας (ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου).

    H ανωτέρω διάταξη συμπληρώθηκε μεταγενέστερα με το ν.1305/1982 (άρθρο τέταρτο), όπως τροποποιήθηκε με τη διάταξη του άρθρου 1 παράγραφος 3 του ν.1759/1988, σύμφωνα με την οποία υπάγονται ομοίως στην ασφάλιση του α.ν.1846/1951 και πρόσωπα που απασχολούνται ή παρέχουν εργασία ή υπηρεσία με αμοιβή είτε σε φυσικά πρόσωπα, είτε στο δημόσιο είτε σε νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου με οποιαδήποτε άλλη σχέση, εφόσον για την απασχόληση, εργασία ή υπηρεσία τους αυτή δεν υπάγονται με ρητή διάταξη νόμου στην ασφάλιση άλλου ταμείου κύριας ασφάλισης. Aκολούθως ρυθμίζεται ειδικότερα η περίπτωση εκείνων των προσώπων, τα οποία, έστω και αν απασχολούνται με σύμβαση μίσθωσης έργου στο δημόσιο και εφόσον εργάζονται με συνθήκες που απαντώνται στις μισθώσεις εργασίας, υπάγονται ομοίως στην ασφάλιση του IKA.

    Eν όψει αυτών εκδόθηκε η απόφαση του Yπουργού Kοινωνικών Aσφαλίσεων B1/21/21/1334/25.5.1983, σύμφωνα με την οποία: “Aπό την 1η Mαΐου 1983 υπάγονται υποχρεωτικά και αυτοδίκαια στην ασφάλιση του IKA τα πρόσωπα που παρέχουν την προσωπική τους εργασία με σύμβαση μίσθωσης έργου εφόσον πρόκειται για Aπασχόληση, η οποία παρέχεται κατά κύριο ή συγκύριο επάγγελμα* και, όσον αφορά το χρόνο και τον τόπο απασχολήσεως, με συνθήκες απαντώμενες επί μισθώσεων εργασίας. Aπασχολήσεις της ανωτέρω μορφής στον ίδιο εργοδότη, οι οποίες αντιστοιχούν σε λιγότερες των 5 ημερών εργασίας κατά μήνα δεν καταλαμβάνονται από τις διατάξεις του παρόντος”.

    Kατά συνέπεια, η υποχρέωση του εργοδότη να ασφαλίσει απασχολούμενο σε αυτόν με σύμβαση μίσθωσης έργου υφίσταται αν τα πραγματικά στοιχεία του χαρακτηρίζουν την παροχή υπηρεσιών του εργολάβου είναι ταυτόσημα κατά τα ανωτέρω με αυτά της σύμβασης εργασίας. Tούτο δε, γίνεται αντιληπτό, ότι αποτελεί ζήτημα που επιλύεται στη συγκεκριμένη κάθε φορά περίπτωση εν όψει των συγκεκριμένων συνθηκών απασχόλησης αυτού. Θα πρέπει δηλαδή να αποδεικνύεται, ότι ο εργολάβος καλύπτει ουσιαστικά πάγιες και διαρκείς ανάγκες της εκμετάλλευσης του εργοδότη.

    * Πότε το επάγγελμα είναι κύριο, είναι ζήτημα πραγματικό που εξετάζεται στη συγκεκριμένη περίπτωση. H νομολογία έχει κρίνει, ότι η εργασία ενός προσώπου θεωρείται ότι αποτελεί το κύριο επάγγελμά του, όταν από αυτήν κυρίως προσδιορίζεται τα προς το ζην, προσδιορίζεται η επαγγελματική και κοινωνική του θέση και αφιερώνει σ’ αυτή το περισσότερο χρόνο. Σημειώνεται, ότι όταν η διάκριση του κύριου ή μη επαγγέλματος είναι δυσχερής τότε αυτό θεωρείται ότι υπάγεται στην ασφάλιση του IKA (άρθρο 2 παρ. 1 του α.ν.1846/1951). Bλ.ΣτE 1722/78, 1892/68, 1102/67.

    ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ:

    • Στη σύμβαση μίσθωσης έργου οι συμβαλλόμενοι αποβλέπουν στην επίτευξη του συμφωνηθέντος τελικού αποτελέσματος, το φυσικό πρόσωπο (εργολάβος) ενεργεί με δική του πρωτοβουλία και η λήξη της σχετικής σύμβασης επέρχεται αυτομάτως με την εκτέλεση του έργου.

    • Η μίσθωση έργου  δεν συνεπάγεται υπαλληλική σχέση και δεν έχει αόριστη διάρκεια.

    • Αν η σύμβαση μίσθωσης έργου καλύπτει πάγιες και διαρκείς ανάγκες είναι αυτομάτως και στο σύνολό της άκυρη.(Άρειος Πάγος 1071/2014.)

    • Απαλλάσσονται, από το φορολογικό έτος 2016 και μετά, από την υποχρέωση τήρησης βιβλίων και έκδοσης στοιχείων, τα φυσικά πρόσωπα, τα οποία, βάσει σύμβασης μίσθωσης έργου, παρέχουν υπηρεσίες προς το Δημόσιο ή τα ΝΠΔΔ, εφόσον η αμοιβή που λαμβάνουν, δεν υπάγεται στο Φόρο Προστιθέμενης Αξίας, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 3 του ν. 2859/2000 (ΦΕΚ 248 Α’) και δεν ασκούν άλλη επιχειρηματική δραστηριότητα.
    • Η παροχή υπηρεσιών από φυσικά πρόσωπα δυνάμει συμβάσεων μίσθωσης έργου δεν υπάγεται σε Φ.Π.Α, μόνο στην περίπτωση που δημιουργούν δεσμούς εξάρτησης. Στην περίπτωση όμως που δεν διαπιστωθεί σχέση εξάρτησης, οι εν λόγω υπηρεσίες υπάγονται σε ΦΠΑ, ο οποίος επιρρίπτεται σε βάρος του αντισυμβαλλόμενου από τον κατά νόμο υπόχρεο (πάροχο των υπηρεσιών), προκειμένου στη συνέχεια να αποδοθεί από τον τελευταίο στο ελληνικό δημόσιο (άρ. 1 και 35 Κώδικα ΦΠΑ).
    • Για να θεωρηθεί ότι δημιουργούνται δεσμοί εξάρτησης μεταξύ των εργαζομένων και των εργοδοτών, πρέπει από τα πραγματικά περιστατικά να διαπιστωθεί ότι συντρέχουν αθροιστικά τουλάχιστον οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
      • Η εργασία να παρέχεται για ορισμένο ή αόριστο χρόνο,
      • να εκτελείται σύμφωνα με τις οδηγίες, τις εντολές και την εποπτεία του εργοδότη,
      • την ευθύνη για το αποτέλεσμα της εργασίας να την έχει ο εργοδότης,
      • να υπάρχει διαρκής απασχόληση και φυσική παρουσία του παρέχοντος την υπηρεσία στους χώρους εργασίας του εργοδότη,
      • η αμοιβή να καταβάλλεται περιοδικά (π.χ. μηνιαία).
    • Ανήκει στην αρμοδιότητα της αρμόδιας ΔΟΥ, να ελέγξει τα πραγματικά περιστατικά, λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, για την ορθή εφαρμογή των διατάξεων του Κώδικα Φ.Π.Α.Καταλαβαίνουμε λοιπόν ότι η επιβολή ή μη ΦΠΑ σε αυτές τις περιπτώσεις είναι μια εξαιρετικά δύσκολη απόφαση που απαιτεί και συμβουλή νομικού, καθώς οι διατάξεις περί δεσμών εξάρτησης, προσκρούουν στον ορισμό της σύμβασης έργου, που διαφέρει από την σύμβαση εξαρτημένης εργασίας.Βασικό ρόλο εδώ διαδραματίζουν οι λεπτομέρειες που αναγράφονται στη σύμβαση που υπογράφουν οι 2 πλευρές.
    •  Η απόφαση του Yπουργού Kοινωνικών Aσφαλίσεων B1/21/21/1334/25.5.1983, σύμφωνα με την οποία: “Aπό την 1η Mαΐου 1983 υπάγονται υποχρεωτικά και αυτοδίκαια στην ασφάλιση του IKA τα πρόσωπα που παρέχουν την προσωπική τους εργασία με σύμβαση μίσθωσης έργου εφόσον πρόκειται για Aπασχόληση, η οποία παρέχεται κατά κύριο ή συγκύριο επάγγελμα* και, όσον αφορά το χρόνο και τον τόπο απασχολήσεως, με συνθήκες απαντώμενες επί μισθώσεων εργασίας. Aπασχολήσεις της ανωτέρω μορφής στον ίδιο εργοδότη, οι οποίες αντιστοιχούν σε λιγότερες των 5 ημερών εργασίας κατά μήνα δεν καταλαμβάνονται από τις διατάξεις του παρόντος”.* Πότε το επάγγελμα είναι κύριο, είναι ζήτημα πραγματικό που εξετάζεται στη συγκεκριμένη περίπτωση. H νομολογία έχει κρίνει, ότι η εργασία ενός προσώπου θεωρείται ότι αποτελεί το κύριο επάγγελμά του, όταν από αυτήν κυρίως προσδιορίζεται τα προς το ζην, προσδιορίζεται η επαγγελματική και κοινωνική του θέση και αφιερώνει σ’ αυτή το περισσότερο χρόνο. Σημειώνεται, ότι όταν η διάκριση του κύριου ή μη επαγγέλματος είναι δυσχερής τότε αυτό θεωρείται ότι υπάγεται στην ασφάλιση του IKA (άρθρο 2 παρ. 1 του α.ν.1846/1951). Bλ.ΣτE 1722/78, 1892/68, 1102/67.
    • Σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης β’ της παραγράφου 1 του άρθρου 39 του ν. 4308/2014, όπως αυτές ερμηνεύτηκαν με την παράγραφο 39.1.4 της εγκυκλίου ΠΟΛ.1003/31.12.2014 και ισχύουν από 1.1.2015, δεν έχουν υποχρέωση εφαρμογής του νόμου αυτού και ως εκ τούτου δεν τηρούν βιβλία και δεν εκδίδουν στοιχεία, τα φυσικά πρόσωπα τα οποία, ευκαιριακά και ως παρεπόμενη απασχόληση, πωλούν προϊόντα ή παρέχουν υπηρεσίες, εφόσον το εισόδημα που αποκτούν από τις συναλλαγές αυτές δεν υπερβαίνει τις 10.000 ευρώ ετησίως.
    •  ΤοΑρ. Πρωτ.: ΔΕΛ Ζ ΚΦΑΣ 1033811 ΕΞ 2016 σε απάντηση του Υπουργείου για το αν εν τέλει μια ανανέωση σύμβασης έργου σε ένα δήμο αποτελεί εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα και υπάρχει υποχρέωση τήρησης λογιστικών αρχείων και έκδοσης στοιχείων απαντά καταφατικά ως εξής:“Εφόσον οι συμβάσεις μίσθωσης έργου των φυσικών προσώπων που ασχολούνται στον καθαρισμό κτιρίων του Δήμου σας, παρατείνονται μέχρι και τις 31.12.2016, τότε η δραστηριότητά τους αυτή δεν εντάσσεται στις ευκαιριακές παρεπόμενες. Το εισόδημα των προσώπων αυτών προέρχεται από την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας και συνεπώς είναι υπόχρεα σε τήρηση βιβλίων και έκδοση στοιχείων για τις καταβαλλόμενες από το Δήμο σας αμοιβές.”Συνεπώς εκτός από την σκοπιά του εργατικού δικαίου ως προς το εάν πρόκεται για σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, οφείλουμε πάντα να διερευνούμε και το αν υφίσταται  ή όχι άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας!

    ΕΠΙΛΟΓΟΣ:

    Το παρόν θέμα δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί από κανένα συνάδερφο λογιστή φοροτεχνικό, χωρίς τη συμβολή και  ενός έμπειρου νομικού, για το λόγο ότι αφ’ ενός “σκοντάφτει” σε πολλές νομοτεχνικές έννοιες, οι οποίες επηρεάζουν και το φορολογικό του χειρισμό και ως προς την υποχρέωση έκδοσης στοιχείων και τήρησης βιβλίων για αυτά τα πρόσωπα, καθώς και για την υποχρέωση ή όχι επιβολής ΦΠΑ, στα Τιμολόγια παροχής υπηρεσιών που εκδίδουν.Τέλος, ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί και για τον τρόπο ασφάλισης, με το νέο ασφαλιστικό, αναμένοντας οδηγίες από τον ΕΦΚΑ! Το παρόν άρθρο έρχεται απλά να “διαφωτίσει” κάποιες από τις βασικές πτυχές του θέματος και σε καμία περίπτωση να προτείνει τρόπο αντιμετώπισης, λόγω της εξαιρετικής πολυπλοκότητάς του..

    ΔΟΥΚΕΡΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ

    ΛΟΓΙΣΤΗΣ-ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΟΣ-ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

     
     
     

    Η αποποίηση κληρονομιάς στις μέρες μας! Ένα πολύ χρήσιμο άρθρο…

    Άλλο ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της οικονομικής κρίσης είναι και η ραγδαία, τα τελευταία χρόνια, αύξηση των αποποιήσεων κληρονομιάς. Είναι χαρακτηριστική εσχάτως η έκφραση των γονιών προς τα τέκνα τους «Πρόσεχε γιατί…θα σου γράψω ή θα σου αφήσω κανένα ακίνητο!).

    Νομικό μέρος:

    Αποποίηση κληρονομιάς είναι η δήλωση βούλησης του προσώπου – προσωρινού κληρονόμου στον οποίο έχει επαχθεί η κληρονομιά ότι δεν επιθυμεί να γίνει οριστικός κληρονόμος και άρα δεν δέχεται την κληρονομιά που του έχει επαχθεί. Η προθεσμία αποποίησης της κληρονομιάς είναι 4 μήνες, εκτός εάν ο κληρονομούμενος είχε την κατοικία του στο εξωτερικό ή εάν ο κληρονόμος όταν έμαθε την επαγωγή διέμενε στο εξωτερικό, οπότε είναι ετήσια. Η προθεσμία αποποίησης εκκινεί από το χρονικό σημείο που ο κληρονόμος έμαθε την επαγωγή και το λόγο της (π.χ. θάνατος κληρονομούμενου). Όταν όμως υπάρχει διαθήκη, η προθεσμία για την αποποίηση κληρονομιάς ξεκινάει από τη δημοσίευση της διαθήκης στο κατά τόπον Ειρηνοδικείο.
    Η αποποίηση κληρονομιάς γίνεται στο Γραμματέα του Ειρηνοδικείου, στην περιφέρεια του οποίου είχε την κατοικία του ο κληρονομούμενος κατά το χρόνο του θανάτου του (π.χ. εάν ο θανών είχε την κατοικία του στην Ελευσίνα, αρμόδιο είναι το Ειρηνοδικείο της Ελευσίνας).

    Εάν και εφ’ όσον δε γίνει ρητή δήλωση αποποίησης του κληρονόμου ενώπιον του Γραμματέα του Ειρηνοδικείου και εντός της ως άνω αποκλειστικής προθεσμίας, εξ’ αντιδιαστολής σημαίνει ότι ο κληρονόμος σιωπηρά αποδέχεται την κληρονομιά και επομένως και το ενεργητικό και το παθητικό της περιουσίας του θανόντος.

    Η αποποίηση κληρονομιάς δε μπορεί να είναι μερική. Αυτό σημαίνει ότι ή αποποιείται κάποιος όλη την κληρονομιά του θανόντος ή την αποδέχεται όλη (Επομένως δεν μπορεί κάποιος π.χ. να αποδεχθεί τα διαμερίσματα της κληρονομιάς αλλά να αποποιηθεί τα αγροτεμάχια της εν λόγω κληρονομιάς λόγω μηδαμινής αξίας).
    Ο κληρονόμος χρειάζεται να καταβάλλει ιδιαίτερη προσοχή καθώς ο θανών μπορεί να έχει δημιουργήσει ή να έχει χρέη από διάφορες αιτίες. Πιθανά χρέη που μπορεί να έχει ο θανών είναι ενδεικτικά τα εξής: οφειλές σε Τράπεζες είτε ως πρωτοφειλέτης είτε ως εγγυητής (προσοχή ιδιαίτερη γιατί η εγγύηση είναι κληρονομητή), οφειλές σε ασφαλιστικά Ταμεία (π.χ. ΙΚΑ, ΟΑΕΕ κλπ), οφειλές σε Εφορία, οφειλές από δικαστικές αποφάσεις, οφειλές σε ιδιώτες κλπ. Επομένως ο κληρονόμος θα πρέπει να ζυγίσει κατά πόσον το ενεργητικό της περιουσίας του θανόντος είναι μεγαλύτερο από το παθητικό της περιουσίας (χρέη) του θανόντος και ανάλογα να προβεί σε αποδοχή ή αποποίηση της κληρονομιάς.
    Επιπλέον, μία δυνατότητα που ο περισσότερος κόσμος δεν την γνωρίζει, είναι να αποδεχθεί κάποιος κληρονόμος την περιουσία του θανόντος με το ευεργέτημα της απογραφής. Η δήλωση του κληρονόμου γίνεται στην Γραμματεία του Δικαστηρίου, που είχε κατά το χρόνο του θανάτου του την κατοικία του ο κληρονομούμενος. Συνέπεια αυτής της δήλωσης του κληρονόμου είναι ότι ευθύνεται μέχρι το ενεργητικό της κληρονομιάς και όσο αυτή επαρκεί και όχι με την ατομική του περιουσία.
    Όταν πρόκειται για ανήλικο τέκνο, η αποποίηση κληρονομιάς, πρέπει να γίνει από τους γονείς του, και πάντοτε με την έκδοση δικαστικής απόφασης που θα δίνει ειδική προς τούτο άδεια. Αποκλειστικά αρμόδιο δικαστήριο είναι το δικαστήριο της κατοικίας του ανηλίκου.
    Επομένως κρίνεται απαραίτητο, λόγω της ιδιαιτερότητας των ανωτέρω ζητημάτων, οι πολίτες να απευθύνονται στους Δικηγόρους τους, προκειμένου να βοηθηθούν από τους καθ’ ύλην αρμοδίους, προς αποφυγή μελλοντικών περιπετειών.

    Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία:

    -Σε όλα τα Ειρηνοδικεία της Ελλάδας το 2015 οι αποποιήσεις κληρονομιών ανήλθαν σε 45.627, όταν το 2013 οι αποποιήσεις κληρονομιών ανήλθαν σε 29.200.
    -Στο Ειρηνοδικείο της Αθήνας οι αποποιήσεις κληρονομιών ανήλθαν το 2015 σε 9.566, από 6.079 που ήταν το 2013.
    -Στο Ειρηνοδικείο Θεσσαλονίκης το 2015 οι αποποιήσεις κληρονομιών ανήλθαν σε 5.068, από 3.298 που ήταν το 2013.

    Ποια είναι τα αίτια όμως της ραγδαίας αύξησης των αποποιήσεων κληρονομιάς;
    -Τα ολοένα αυξανόμενα χρέη – σε σύγκριση με το παρελθόν – που αφήνει ο θανών, όταν αποβιώνει (π.χ. σε Τράπεζες, ασφαλιστικά ταμεία, Εφορία κλπ).
    -Η δυσβάσταχτη φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας με κάθε λογής φόρους και «χαράτσια».
    -Η δυσκολία στην συντήρηση καθώς και η δυσχέρεια πώλησης των κληρονομούμενων ακινήτων.
    Εάν και εφ’ όσον αποποιηθούν όλοι οι κληρονόμοι του αποβιώσαντος, όλη η περιουσία του θα καταλήξει στο Ελληνικό Δημόσιο. Αυτό συνεπάγεται επίσης ότι και κάθε ακίνητο που είχε ο αποβιώσας θα καταλήξει στο Ελληνικό Δημόσιο.
    Επομένως μπορούμε να καταλήξουμε στα εξής συμπεράσματα:
    -Πάρα πολλά ακίνητα περιέρχονται στην ιδιοκτησία του Ελληνικού Δημοσίου και δυστυχώς ρημάζουν μαζί με τα υπόλοιπα.
    -Αυτή τη στιγμή τα ληξιπρόθεσμα χρέη των φορολογούμενων προς το Δημόσιο ξεπερνούν τα 90 δις Ευρώ, όταν προ κρίσης το 2009 τα ληξιπρόθεσμα χρέη κυμαίνονταν στα 30 δισ. ευρώ (επομένως τα χρέη τριπλασιάστηκαν). Ένα μεγάλο ποσό αυτών των χρεών προκύπτει από αποποιήσεις κληρονομιών, το οποίο ουδέποτε πρόκειται να εισπραχθεί.
    Λόγω της αδυσώπητης οικονομικής κρίσης πολλά από τα ακίνητα των πολιτών καταλήγουν (και μέσω των αποποιήσεων κληρονομιάς) στο Ελληνικό Δημόσιο. Τα εν λόγω ακίνητα θα μπορούσαν κάλλιστα να χρησιμοποιηθούν επωφελώς για τους πολίτες αυτής της Χώρας για την άσκηση κοινωνικής πολιτικής. Επί παραδείγματι θα μπορούσαν να δοθούν: α) σε νέα ζευγάρια για τη δημιουργία οικογένειας (με σκοπό την ανάσχεση του δημογραφικού προβλήματος), β) σε άστεγους, οι οποίοι λόγω της κρίσης κατέληξαν να περιφέρονται ως παρίες από παγκάκι σε παγκάκι (μέχρι να τα φορολογήσουνε και αυτά..!!) και γ) ακόμα και σε προσφυγικές οικογένειες που αναγκάζονται να παραμείνουν στη χώρα μας, ώσπου να ανοίξουν ξανά τα σύνορα. Αντ’ αυτών αντιλαμβάνομαι ότι και αυτά τα ακίνητα θα πάνε στο Νέο Υπερταμείο για την απομείωση του ελληνικού χρέους… θέτοντας για άλλη μια φορά την ελληνική αξιοπρέπεια και την ελληνική κοινωνική πολιτική στις καλένδες.

    Κοινός τραπεζικός λογαριασμός: Δικαιώματα συνδικαιούχων και κληρονόμων.

     
    Οι περισσότεροι από μας έχουν ανοίξει τραπεζικούς λογαριασμούς στα κατά τόπους καταστήματα των τραπεζών. Οι λογαριασμοί αυτοί μπορεί να είναι ατομικοί ή κοινοί.
    Στους κοινούς τραπεζικούς λογαριασμούς δηλαδή στις τραπεζικές καταθέσεις όπου υπάρχουν δύο ή περισσότεροι δικαιούχοι σε έναν τραπεζικό λογαριασμό ισχύει μια ιδιαίτερη σχέση μεταξύ των συνδικαιούχων και της τράπεζας.
    Σε περίπτωση χρηματικής κατάθεσης σε κοινό λογαριασμό στο όνομα του ίδιου του καταθέτη και τρίτου ή τρίτων, παράγεται, ανεξαρτήτως του εάν τα χρήματα που κατατέθηκαν ανήκαν σε όλους ή σε μερικούς υπέρ των οποίων έγινε η κατάθεση, ενεργητική σε ολόκληρο ενοχή μεταξύ του καταθέτη και του τρίτου αφενός και του δέκτη της κατάθεσης νομικού προσώπου (τράπεζας) αφετέρου.
    Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι σε κοινό τραπεζικό λογαριασμό που καταθέτει χρήματα ο ένας συνδικαιούχος, αν γίνει ανάληψη των χρημάτων της κατάθεσης (ολικώς ή μερικώς) από έναν από τους δικαιούχους είτε είναι αυτός που τα καταθέτει ή άλλος συνδικαιούχος να γίνεται εξ ιδίου δικαίου (δηλαδή ο αναλαμβάνων τα χρήματα αποκτά αυτομάτως δικαίωμα να προβεί σε αυτήν την πράξη), εάν δε αναληφθεί ολόκληρο το ποσό της χρηματικής κατάθεσης από έναν μόνο δικαιούχο, επέρχεται απόσβεση της απαίτησης καθ` ολοκληρία έναντι της Τράπεζας και ως προς τον άλλο, δηλ. τον μη αναλαβόντα δικαιούχο.
    Με την κατάθεση δε σε κοινό λογαριασμό οι δικαιούχοι του λογαριασμού, ακόμη και αν δεν κατατέθηκαν δικά τους χρήματα, γίνονται συγκύριοι των χρημάτων του λογαριασμού, ανεξάρτητα από τον σκοπό της κατάθεσης, γι` αυτό και η ανάληψη των χρημάτων από οποιονδήποτε των δικαιούχων δεν συνιστά κλοπή ή υπεξαίρεση και κατ` επέκταση αδικοπραξία.
    Ο δικαιούχος που δεν ανέλαβε χρήματα σε αυτήν την περίπτωση μπορεί να ασκήσει αγωγή καθώς αποκτά εκ του νόμου απαίτηση, έναντι εκείνου που ανέλαβε ολόκληρη την κατάθεση, για την καταβολή ποσού ίσου προς το μισό της κατάθεσης, εκτός εάν από τη μεταξύ τους εσωτερική σχέση προκύπτει άλλη αναλογία ή δικαίωμα επί ολοκλήρου του ποσού.
    Σε περίπτωση δε θανάτου ενός των καταθετών, το ποσό του τραπεζικού λογαριασμού στο οποίο είναι συνδικαιούχος δεν συμπεριλαμβάνεται στην κληρονομιαία περιουσία, δηλαδή τα χρήματα που έχει ένας κοινός τραπεζικός λογαριασμός δεν κληρονομούνται. Ο επιζών ή οι επιζήσαντες συνδικαιούχοι εξακολουθούν να είναι οι μόνοι δικαιούχοι του λογαριασμού. Κι αν συνδικαιούχος είναι μόνο ένας τότε αυτομάτως έχει το δικαίωμα να εισπράξει όλο το ποσό του λογαριασμού, ακόμα κι αν στην πραγματικότητα δεν του ανήκει. Σε τέτοια περίπτωση οι κληρονόμοι του αποβιώσαντος συνδικαιούχου δεν μπορούν να στραφούν κατά της τράπεζας για να διεκδικήσουν το κληρονομικό τους μερίδιο από τον κοινό λογαριασμό διότι διαφορετικά θα επερχόταν μεταβολή του προσώπου του καταθέτη χωρίς τη συγκατάθεση της (τράπεζας). Έτσι, οι κληρονόμοι του αποθανόντος, θα μπορούν να αξιώσουν από αυτόν το τμήμα εκείνο της κατάθεσης που αναλογεί στον δικαιοπάροχο τους με βάση τις εσωτερικές σχέσεις των καταθετών.
    ΠΗΓΗ:
    http://www.legalaction.gr
     

    Κατασκευή χειροτεχνημάτων. Υποχρεώσεις ως προς την τήρηση βιβλίων και έκδοση στοιχείων!

     

     

    ΔΟΥΚΕΡΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ

    ΛΟΓΙΣΤΗΣ-ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΟΣ Α’ ΤΑΞΗΣ

    ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ-ΙΔΙΩΤΩΝ

    ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΤΟΥ TAXVOICE.GR

    [email protected]

     

    Αθήνα, 16/11/2015
    Αρ. Πρωτ.: ΔΕΛ Ζ ΚΦΑΣ 1147905 ΕΞ 2015
    ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
    ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
    ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
    ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
    ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΛΕΓΧΩΝ ΤΜΗΜΑ Ζ’- (Κ.Φ.Α.Σ.)
    Ταχ. Δ/νση : Καρ. Σερβίας 10
    Ταχ. Κωδ. : 101 84 Αθήνα
    Πληροφορίες : Ελ. Τσιγγάνου
    Τηλέφωνο : 210 3638389
    Fax : 210 3641620
    E-mail: [email protected]

    ΘΕΜΑ: Κατασκευή χειροτεχνημάτων. Υποχρεώσεις ως προς την τήρηση βιβλίων και έκδοση στοιχείων.
    ΣΧΕΤ: Η από 6-10-2015 αίτησή σας.
    Απαντώντας στην ως άνω σχετική αίτησή σας, αναφορικά με το αντικείμενο του θέματος, σας πληροφορούμε τα ακόλουθα:

    1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του Κ.Φ.Δ. (ν. 4174/2013), οι οποίες ισχύουν από 01.01.2014, κάθε πρόσωπο με εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα υποχρεούται να τηρεί βιβλία και στοιχεία που απεικονίζουν πλήρως τις συναλλαγές της επιχείρησης, σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία και τα λογιστικά πρότυπα που προβλέπονται στην Ελληνική νομοθεσία. Ισχύουσα φορολογική νομοθεσία, για την εφαρμογή των διατάξεων αυτών, από 01.01.2015, αποτελούν οι διατάξεις του ν. 4308/2014 «Ελληνικά Λογιστικά πρότυπα, συναφείς ρυθμίσεις και άλλες διατάξεις».

    2. Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης β’ της παραγράφου 1 του άρθρου 39 του ν. 4308/2014, όπως αυτές ερμηνεύτηκαν με την παράγραφο 39.1.4 της εγκυκλίου ΠΟΛ.1003/31.12.2014 και ισχύουν από 01.01.2015, δεν έχουν υποχρέωση εφαρμογής του νόμου αυτού και ως εκ τούτου δεν τηρούν βιβλία και δεν εκδίδουν στοιχεία, τα φυσικά πρόσωπα τα οποία, ευκαιριακά και ως παρεπόμενη απασχόληση, πωλούν προϊόντα ή παρέχουν υπηρεσίες, εφόσον το εισόδημα που αποκτούν από τις συναλλαγές αυτές δεν υπερβαίνει τις 10.000 ευρώ ετησίως.

    Με την παράγραφο 39.1.5 της ερμηνευτικής εγκυκλίου ΠΟΛ.1003/31.12.2014 διευκρινίζεται ότι, ως ευκαιριακή παρεπόμενη δραστηριότητα, χαρακτηρίζεται η δραστηριότητα που δεν ασκείται κατά σύστημα και αποδεικνύεται από τα πραγματικά περιστατικά. Τέτοια πραγματικά περιστατικά αποτελούν ιδίως η συνέχεια ή μη της άσκησης της δραστηριότητας αυτής, η ύπαρξη ιδιαίτερης επαγγελματικής εγκατάστασης, η ύπαρξη ιδιαίτερου εξοπλισμού και μηχανικών μέσων για την παροχή των υπηρεσιών αυτών ή την παραγωγή των αγαθών ή απόκτηση αγαθών με σκοπό τη μεταπώληση, και γενικότερα το εάν η παροχή των υπηρεσιών αυτών ή των αγαθών, έχει τα χαρακτηριστικά της οργανωμένης επιχείρησης.

    3. Επίσης, σύμφωνα με την παράγραφο 39.1.8 της ως άνω αναφερόμενης εγκυκλίου, η οντότητα προς την οποία παρέχεται υπηρεσία ή πωλούνται αγαθά από φυσικά πρόσωπα, τα οποία ευκαιριακά και ως παρεπόμενη απασχόληση πωλούν προϊόντα ή παρέχουν υπηρεσίες και οι συναλλαγές αυτές στο σύνολο τους δεν υπερβαίνουν το ποσό των 10.000 ευρώ ετησίως, οφείλει να εκδίδει το προβλεπόμενο παραστατικό, ώστε να διασφαλίζεται η υποβολή των εισοδημάτων αυτών σε φορολογία.

    Συνεπώς, εφόσον φυσικό πρόσωπο κατασκευάζει χειροτεχνήματα ευκαιριακά και ως παρεπόμενη δραστηριότητα, για την κατασκευή των οποίων δεν απαιτείται ιδιαίτερος εξοπλισμός, ούτε ιδιαίτερη επαγγελματική εγκατάσταση, η δε διάθεση αυτών γίνεται μόνο σε οντότητες που υπάγονται στις διατάξεις του 4308/2014, και τέλος οι συναλλαγές αυτές δεν υπερβαίνουν το ποσό των 10.000 ευρώ ετησίως, το υπόψη φυσικό πρόσωπο δεν υποχρεούται σε τήρηση βιβλίων και έκδοση στοιχείων. Στην περίπτωση αυτή, η οντότητα- αγοραστής των χειροτεχνημάτων, οφείλει να εκδώσει το προβλεπόμενο παραστατικό προς τεκμηρίωση της συναλλαγής (ενδεικτικά «τίτλος κτήσης», απόδειξη δαπάνης), κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 10 του άρθρου 8 του ν. 4308/2014.

    Τέλος, επισημαίνεται ότι, σε κάθε περίπτωση τα προαναφερόμενα άπτονται διερεύνησης των πραγματικών περιστατικών και εν τέλει κρίνονται από τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα.
    Ακριβές Αντίγραφο

    Ο Προϊστάμενος του Αυτοτελούς Τμήματος Διοίκησης
    Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ
    ΤΑΤΙΑΝΑ ΛΕΒΑΚΟΥ

    ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ:

    • Από 01.01.2015, δεν έχουν υποχρέωση εφαρμογής του νόμου των ΕΛΠ  και ως εκ τούτου δεν τηρούν βιβλία και δεν εκδίδουν στοιχεία, τα φυσικά πρόσωπα τα οποία, ευκαιριακά και ως παρεπόμενη απασχόληση, πωλούν προϊόντα ή παρέχουν υπηρεσίες, εφόσον το εισόδημα που αποκτούν από τις συναλλαγές αυτές δεν υπερβαίνει τις 10.000 ευρώ ετησίως.

     

    • Ευκαιριακή παρεπόμενη δραστηριότητα, χαρακτηρίζεται η δραστηριότητα που δεν ασκείται κατά σύστημα και αποδεικνύεται από τα πραγματικά περιστατικά.Τέτοια πραγματικά περιστατικά αποτελούν ιδίως η συνέχεια ή μη της άσκησης της δραστηριότητας αυτής, η ύπαρξη ιδιαίτερης επαγγελματικής εγκατάστασης, η ύπαρξη ιδιαίτερου εξοπλισμού και μηχανικών μέσων για την παροχή των υπηρεσιών αυτών ή την παραγωγή των αγαθών ή απόκτηση αγαθών με σκοπό τη μεταπώληση, και γενικότερα το εάν η παροχή των υπηρεσιών αυτών ή των αγαθών, έχει τα χαρακτηριστικά της οργανωμένης επιχείρησης.

     

    • Σε κάθε περίπτωση τα προαναφερόμενα άπτονται διερεύνησης των πραγματικών περιστατικών και εν τέλει κρίνονται από τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα.

     

    • Ως «επιχειρηματική συναλλαγή» θεωρείται κάθε μεμονωμένη ή συμπτωματική πράξη με την οποία πραγματοποιείται συναλλαγή ή και η συστηματική διενέργεια πράξεων στην οικονομική αγορά με σκοπό την επίτευξη κέρδους. Κάθε τρεις ομοειδείς συναλλαγές που λαμβάνουν χώρα εντός ενός εξαμήνου θεωρούνται συστηματική διενέργεια πράξεων. Σε περίπτωση συναλλαγών που αφορούν ακίνητα, η περίοδος του δεύτερου εδαφίου είναι δύο (2) έτη.

     

    • Συνεπώς, εφόσον φυσικό πρόσωπο κατασκευάζει χειροτεχνήματα ευκαιριακά και ως παρεπόμενη δραστηριότητα, για την κατασκευή των οποίων δεν απαιτείται ιδιαίτερος εξοπλισμός, ούτε ιδιαίτερη επαγγελματική εγκατάσταση, η δε διάθεση αυτών γίνεται μόνο σε οντότητες που υπάγονται στις διατάξεις του 4308/2014, και τέλος οι συναλλαγές αυτές δεν υπερβαίνουν το ποσό των 10.000 ευρώ ετησίως, το υπόψη φυσικό πρόσωπο δεν υποχρεούται σε τήρηση βιβλίων και έκδοση στοιχείων. Στην περίπτωση αυτή, η οντότητα- αγοραστής των χειροτεχνημάτων, οφείλει να εκδώσει το προβλεπόμενο παραστατικό προς τεκμηρίωση της συναλλαγής (ενδεικτικά «τίτλος κτήσης», απόδειξη δαπάνης), κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 10 του άρθρου 8 του ν. 4308/2014.

     

    • Το εισόδημα αυτό θα φορολογηθεί με την κοινή κλίμακα ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα.

     

    • Μεγάλη έμφαση πρέπει να δοθεί και στο γεγονός ότι από 1/1/2017 με το νέο ασφαλιστικό και το εισόδημα που λαμβάνει κάποιος με τίτλο κτήσης υπόκειται σε ασφαλιστικές εισφορές υπέρ ΕΦΚΑ!

     

     

    Οι μεταβατικοί λογαριασμοί παθητικού. Λογιστικός χειρισμός. Παραδείγματα με εγγραφές!

     

    Οι μεταβατικοί λογαριασμοί παθητικού. Λογιστικός χειρισμός. Παραδείγματα με εγγραφές:

    1) Ορισμός: Όπως οι μεταβατικοί λογαριασμοί ενεργητικού, έτσι και οι μεταβατικοί λογαριασμοί παθητικού, εξυπηρετούν στο σκοπό της αναμόρφωσης των λογαριασμών του ισολογισμού στο πραγματικό μέγεθός τους κατά την ημερομηνία λήξεως της χρήσης.

    Ειδικότερα στους μεταβατικούς λογαριασμούς παθητικού καταχωρούνται:

    α) Τα έσοδα της επόμενης χρήσης που προεισπράττονται.
    β) Τα πληρωτέα έξοδα της κλειόμενης χρήσης που πραγματοποιούνται μέσα στη χρήση, αλλά δεν λογιστικοποιούνται μέσα σε αυτήν, ούτε είναι δυνατή η πίστωσή τους σε προσωπικούς λογαριασμούς, επειδή δεν είναι απαιτητά κατά το τέλος της χρήσης.
    γ) Οι υπό τακτοποίηση αγορές αγαθών σε περίπτωση που το τιμολόγιο ή τα λοιπά δικαιολογητικά αγοράς δεν περιέρχονται στην οντότητα κατά την παραλαβή των αγαθών, αλλά μετά το τέλος της χρήσης.
    δ) Οι εκπτώσεις επί των πωλήσεων που  δικαιούνται οι πελάτες της οντότητας, για τις οποίες κατά το κλείσιμο του Ισολογισμού, δεν είναι γνωστό το ακριβές τους ύψος και για τον λόγο αυτό δεν είναι δυνατή ή δεν κρίνεται σκόπιμη η πίστωση των λογαριασμών των πελατών.

    2) Παραδείγματα με εγγραφές:

    α) 56.00: Έσοδα επόμενων χρήσεων:

    Η Εταιρία πληροφορικής ΩΜΕΓΑ ΑΕ παρέχει στους πελάτες της υπηρεσίες συντήρησης των υπολογιστικών τους συστημάτων και υπογράφει συμφωνητικά, με βάση τα οποία εκδίδει τιμολόγια παροχής υπηρεσιών, κατά την υπογραφή των συμφωνητικών. Το συμφωνητικό υπεγράφη στις 01/10/2022 και αφορά ένα έτος μέχρι και τις 30/09/2023.Η αξία του είναι 1000 ευρώ πλέον ΦΠΑ 24%.

    Λογιστική εγγραφή με 1/10/2022 στα βιβλία της ΩΜΕΓΑ ΑΕ:

    ΧΡΕΩΣΗ 30.00 ΠΕΛΑΤΕΣ 1240
    ΠΙΣΤΩΣΗ 73.00 ΕΣΟΔΑ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ 250
    ΠΙΣΤΩΣΗ 56.00 ΕΣΟΔΑ ΕΠΟΜΕΝΩΝ ΧΡΗΣΕΩΝ 750
    ΠΙΣΤΩΣΗ 54.00 ΦΠΑ ΕΚΡ.ΠΑΡ.ΥΠΗΡ.                  240

    Λογιστική εγγραφή με 1/1/2023:

    ΧΡΕΩΣΗ 56.00 ΕΣΟΔΑ ΕΠΟΜΕΝΩΝ ΧΡΗΣΕΩΝ 750
    ΠΙΣΤΩΣΗ 73.00 ΕΣΟΔΑ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ 750

    Παρατήρηση: Το έσοδο που βαρύνει τη χρήση 2022 είναι τα 3/12(μηνες Οκτώβριος, Νοέμβριος, Δεκέμβριος) των 1000 ευρώ, ήτοι 250 ευρώ. Το υπόλοιπο ποσό, δηλαδή τα 9/12(μήνες Γενάρης έως Σεπτέμβρης του 2023) των 1000 ευρώ, δηλαδή 750 ευρώ αφορούν έσοδο της επόμενης χρήσης του 2023.

    β) Λογαριασμός 56.01: Έξοδα χρήσης δεδουλευμένα(πληρωτέα):

    Έστω λογαριασμός της ΔΕΗ, που εκδόθηκε στις 10/01/2023 και αφορά περίοδο κατανάλωσης από 1/12/2022-31/01/2023(για τις ανάγκες του παραδείγματος θεωρούμε ότι κατά την ημερομηνία που παρελήφθη το παραστατικό της ΔΕΗ στο λογιστήριο της ΑΛΦΑ ΑΕ, έστω στις 25/01/2023, ο λογιστής δεν είχε καταθέσει ακόμα την περιοδική δήλωση ΦΠΑ του μήνα 1/2023. Η αξία του λογαριασμού για ανάγκες απλοποίησης και κατανόησης του παραδείγματος είναι 1000 ευρώ με 13% ΦΠΑ 130 ευρώ.

    Παρατηρούμε ότι  από το ποσό των 1000 ευρώ χρονικής περιόδου από 1/12/2022 έως 31/01/2023(2 μηνών), ο 1 μήνας (12/2022) αφορά την κλειόμενη χρήση, ενώ 1 μήνας επίσης(1/2023) αφορά την επόμενη χρήση του 2023. Συνεπώς τα 1000/2=500 ευρώ βαρύνουν σαν έξοδο τη χρήση 2022, ενώ τα υπόλοιπα 1000/2=500 ευρώ την επόμενη χρήση 2023.

    Έχοντας υπόψιν αυτά τα δεδομένα οι εγγραφές που θα πρέπει να γίνουν έχουν ως εξής:

    Λογιστική εγγραφή χρήσης 2022(ΕΓΓΡΑΦΕΣ ΚΛΕΙΣΙΜΑΤΟΣ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟΥ-ΧΡΟΝΙΚΗ ΤΑΚΤΟΠΟΙΗΣΗ ΕΞΟΔΟΥ ΧΡΗΣΗΣ-ΦΩΤΙΣΜΟΥ 2022)

    ΧΡΕΩΣΗ: 62.98.00.0000   ΦΩΤΙΣΜΟΣ ΑΝΕΥ ΦΠΑ 500
    ΠΙΣΤΩΣΗ: 56.01.62.0016  ΕΞΟΔΑ ΧΡΗΣΗΣ ΔΕΔΟΥΛΕΥΜΕΝΑ(ΧΡ.2016)-ΦΩΤΙΣΜΟΣ                                                                                                      500

    Λογιστική εγγραφή χρήσης 2023:(ημ/νία έκδοσης λογαριασμού 10/01/2023):

    ΧΡΕΩΣΗ: 62.98.00.0013 ΦΩΤΙΣΜΟΣ ΜΕ ΦΠΑ 13%                                                                   500
    ΧΡΕΩΣΗ: 56.01.62.0000 ΕΞΟΔΑ ΧΡΗΣΗΣ ΔΕΔΟΥΛΕΥΜΕΝΑ(ΧΡ.2016)-ΦΩΤΙΣΜΟΣ       500
    ΧΡΕΩΣΗ: 54.00.29.013 ΦΠΑ ΕΙΣΡΟΩΝ ΔΑΠΑΝΩΝ ΜΕ 13%                                                     130
    ΠΙΣΤΩΣΗ:   53.98 ΠΙΣΤΩΤΕΣ ΔΙΑΦΟΡΟΙ-ΔΕΗ                                                                       1130

    γ)Λογαριασμός 56.02: Αγορές υπό τακτοποίηση

    Η οντότητα ΘΗΤΑ ΑΕ παραλαμβάνει εμπορεύματα στις 31/12/2022, αλλά το τιμολόγιο από τον προμηθευτή της ΚΑΠΑ ΑΕ εκδίδεται στις 10/01/2023.Η αξία των εμπορευμάτων είναι 2000 πλέον ΦΠΑ 24%.

    Λογιστική εγγραφή στα βιβλία της ΘΗΤΑ ΑΕ, με ημ/νία 31/12/2022:

    ΧΡΕΩΣΗ 20.01 ΑΓΟΡΕΣ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ 2000
    ΠΙΣΤΩΣΗ 56.02 ΑΓΟΡΕΣ ΥΠΟ ΤΑΚΤΟΠΟΙΗΣΗ     2000

    Λογιστική εγγραφή στα βιβλία της ΘΗΤΑ ΑΕ με ημ/νία 10/01/2023

    ΧΡΕΩΣΗ 56.02 ΑΓΟΡΕΣ ΥΠΟ ΤΑΚΤΟΠΟΙΗΣΗ 2000
    ΧΡΕΩΣΗ 54.00 ΦΠΑ ΑΓΟΡΩΝ                              480
    ΠΙΣΤΩΣΗ 50.00 ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΗΣ ΚΑΠΑ ΑΕ      2480

    δ) Λογαριασμός 56.03: Εκπτώσεις επί πωλήσεων χρήσεως υπό διακανονισμό:

    Ο προμηθευτής πρώτων υλών ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΑΕ με βάση τη σύμβαση που έχει υπογραφεί με την επιχείρηση ΒΗΤΑ ΕΠΕ, υποχρεούται να της χορηγήσει έκπτωση λόγω τζίρου αγορών που πραγματοποίησε τη χρήση 2022 10000 ευρώ. Για την έκπτωση αυτή ο προμηθευτής εξέδωσε πιστωτικό τιμολόγιο με ημερομηνία της επόμενης χρήσης 2023.

    Λογιστική εγγραφή χρήσης 2022 στα βιβλία του προμηθευτή ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΑΕ:
    Αιτιολογία: λογισμός εκπτώσεων επί πωλήσεων 2022.

    ΧΡΕΩΣΗ  71.98 ΕΚΠΤΩΣΕΙΣ ΠΩΛΗΣΕΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΥΛΩΝ 10000
    ΠΙΣΤΩΣΗ 56.03 ΕΚΠΤΩΣΕΙΣ ΠΩΛΗΣΕΩΝ ΧΡΗΣΕΩΣ ΥΠΟ ΔΙΑΚΑΝΟΝΙΣΜΟ 10000

    Λογιστική εγγραφή χρήσης 2023 στα βιβλία του προμηθευτή ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΑΕ:
    Αιτιολογία εγγραφής: Λογισμός εκπτώσεων επί πωλήσεων 2022

    ΧΡΕΩΣΗ 56.03 ΕΚΠΤΩΣΕΙΣ ΕΠΙ ΠΩΛΗΣΕΩΝ ΧΡΗΣΕΩΣ ΥΠΟ ΔΙΑΚΑΝΟΝΙΣΜΟ 10000
    ΠΙΣΤΩΣΗ 30.00 ΠΕΛΑΤΗΣ ΒΗΤΑ ΕΠΕ 12400
    ΠΙΣΤΩΣΗ 54.00 ΦΠΑ ΠΩΛΗΣΕΩΝ         -2400

    Οι μεταβατικοί λογαριασμοί ενεργητικού. Θεωρία-παραδείγματα με εγγραφές. Λογιστικός χειρισμός!

     

    Α)Εισαγωγή:

    Βασικό μέλημα του λογιστή σε όλη τη διάρκεια ενός φορολογικού έτους και κυρίως κατά τη διάρκεια του κλεισίματος της χρήσης  και τη διαδικασία κλεισίματος ισολογισμού και ορθής απεικόνισης των λογιστικών και φορολογικών μεγεθών στις οικονομικές καταστάσεις , είναι η ακριβής χρονική τακτοποίηση εσόδων και εξόδων στη σωστή χρήση, ούτως ώστε να μην υπάρχει πρόβλημα με το φορολογητέο αποτέλεσμα, αλλά και την παρουσίαση των λογιστικών καταστάσεων.

    Η εργασία αυτή αφενός διασφαλίζει την σωστή πληροφόρηση όλων όσων διαβάζουν τις οικονομικές καταστάσεις της οντότητας, και αφετέρου τη φορολογική διοίκηση, βασικό μέλημα της οποίας είναι η ορθή βεβαίωση του οφειλόμενου φόρου εισοδήματος στην χρήση που το αντίστοιχο έσοδο ή έξοδο αφορά και προέκυψε.

    Οι μεταβατικοί λογαριασμοί δημιουργούνται κατά κανόνα στο τέλος της χρήσης και είναι λογαριασμοί του Ισολογισμού. Η ανάγκη δημιουργίας προκύπτει κατά την τακτοποίηση των λογαριασμών Εσόδων και Εξόδων, οι οποίοι πρέπει να περιλαμβάνουν όλα τα δεδουλευμένα έσοδα και έξοδα της χρήσης και μόνο αυτά. Με την τακτοποίηση αυτή πραγματοποιείται ταυτόχρονα η αναμόρφωση των λογαριασμών του ισολογισμού στο πραγματικό μέγεθός τους κατά την ημερομηνία λήξεως της χρήσεως.

    Με βάση  το ΠΔ 1123/1980(2.2.307), επιχειρείται μια συστηματική παρουσίαση του λογιστικού χειρισμού των παραπάνω λογαριασμών και μια ακριβής ανάλυσή τους στα πλαίσια των εργασιών τέλους χρήσης μιας οντότητας. Από την άλλη, δε πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός ότι οι λογιστικές ενέργειες, αλληλοσυνδέονται και επηρεάζουν άμεσα τα φορολογικά αποτελέσματα της κλειόμενης περιόδου.

    Σύμφωνα με τα ΕΛΠ(Ν.4308/14),άρθρο 17, το οποίο αναφέρεται στις γενικές αρχές σύνταξης των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις συντάσσονται με σαφήνεια, σύμφωνα με τις θεμελιώδεις παραδοχές του δεδουλευμένου. Η βασική αυτή αρχή της Λογιστικής,αποτελεί συνάμα και αρχή της φορολογικής διοίκησης, με οποιαδήποτε αλλαγή και να έχει επέλθει από τους αλλεπάλληλους φορολογικούς νόμους. Μια άλλη βασική αρχή που εφαρμόζεται και σχετίζεται με όλα αυτά που αναλύουμε είναι η αρχή της αυτοτέλειας των χρήσεων.

    Ο  φορολογικός νόμος 4172/2013, στο άρθρο 8, παρ.4 αναφέρει:

    “Χρόνος κτήσης του εισοδήματος θεωρείται ο χρόνος που ο δικαιούχος απέκτησε το δικαίωμα είσπραξής του. Κατ’ εξαίρεση για τις αγροτικές ενισχύσεις και επιδοτήσεις χρόνος κτήσης του εισοδήματος θεωρείται ο χρόνος της είσπραξής τους, εκτός από την περίπτωση που εισπράττονται αναδρομικά κατόπιν ένστασης ή δικαστικής απόφασης, όπου χρόνος κτήσης τους δύναται να θεωρείται και ο χρόνος στον οποίο ανάγονται.
    Ειδικά για τις ανείσπρακτες δεδουλευμένες αποδοχές που εισπράττονται το έτος 2014 και μετά και εφόσον αναγράφονται διακεκριμένα στην ετήσια βεβαίωση αποδοχών που χορηγείται στον δικαιούχο ή προκύπτει με οποιοδήποτε πρόσφορο μέσο το έτος στο οποίο ανάγονται, υπάγονται σε φόρο με βάση τις διατάξεις του έτους που ανάγονται.”.

    Αυτό που διαπιστώνουμε λοιπόν είναι πως στο συγκεκριμένο ζήτημα που αφορά την χρονική τακτοποίηση εσόδων και εξόδων στη διάρκεια μιας χρήσης, Λογιστική (ΕΛΠ) και Φορολογία Εισοδήματος (ν.4172/2013), επιτάσσουν αυστηρά συγκεκριμένους χειρισμούς, τους οποίους θα παραθέσουμε με αναλυτικά παραδείγματα και εγγραφές στο παρόν άρθρο.

    Β) Μεταβατικοί Λογαριασμοί Ενεργητικού-Παραδείγματα-εγγραφές:

    1)Ορισμός: Οι μεταβατικοί λογαριασμοί ενεργητικού δημιουργούνται κατά κανόνα, στο τέλος κάθε χρήσεως με σκοπό τη χρονική τακτοποίηση των εξόδων και εσόδων, έτσι ώστε στα αποτελέσματα χρήσης να περιλαμβάνονται μόνο τα έσοδα και τα έξοδα που πράγματι αφορούν τη συγκεκριμένη χρήση και ο ισολογισμός να παρουσιάζει το πραγματικό μέγεθος(αρχή της αυτοτέλειας των χρήσεων).

    Ειδικότερα στους μεταβατικούς λογαριασμούς ενεργητικού καταχωρούνται:

    α) Τα έξοδα που πληρώνονται μέσα στη χρήση, ανήκουν όμως στην επόμενη ή σε επόμενες χρήσεις.
    β) Τα έσοδα που ανήκουν στην κλειόμενη χρήση(δεδουλευμένα) αλλά που δεν εισπράττονται
    μέσα σε αυτήν, ούτε επιτρέπεται η καταχώρισή τους στην χρέωση προσωπικών λογαριασμών απαιτήσεων,
    επειδή δεν είναι ακόμα απαιτητά
    γ) Οι υπό παραλαβή αγορές  για τις οποίες περιέρχονται τα τιμολόγια στην οντότητα προ της λήξεως της
    χρήσεως, ενώ τα αγαθά δεν έχουν ακόμα παραληφθεί.
    δ) Οι εκπτώσεις αγορών που η οντότητα δικαιούται στο τέλος της χρήσης (συμβατικός όρος αγοράς), αλλά δεν έχει λάβει ακόμα το σχετικό πιστωτικό τιμολόγιο από τον προμηθευτή της.

    2) Παραδείγματα-εγγραφές:

    α) Λογαριασμός 36.00: Έξοδα επόμενων χρήσεων

    Έστω ότι η εταιρία “ΑΛΦΑ ΑΕ” λαμβάνει στις 1/10/2022 ένα ασφαλιστήριο συμβόλαιο περιόδου
    1/10/2022-30/09/2023 αξίας 2000 ευρώ.

    Λογιστική εγγραφή 01/10/2022(ΕΓΛΣ):

    ΧΡΕΩΣΗ: 62.05 ΑΣΦΑΛΙΣΤΡΑ                                     2000
    ΠΙΣΤΩΣΗ: 53.98 ΠΙΣΤΩΤΕΣ ΔΙΑΦΟΡΟΙ                     2000
    ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΠΕ

    Με την εγγραφή αυτή καταχωρώ το έξοδο και την υποχρέωση, μέσα στη χρήση 2022. Το έξοδο όμως αυτό δεν αφορά μόνο τη χρήση του 2022, αλλά και ένα μέρος του και τη χρήση 2023. Από το συνολικό έξοδο των 2000 ευρώ οι 3 μηνες(1/10/16-31/12/22) αφορούν τη χρήση 2022 και οι υπόλοιποι9 μήνες( 1/1/17-30/09/23) αφορούν την επόμενη χρήση του 2023. Άρα τα 3/12 * 2000= 500 ευρώ θα πρέπει να λογιστούν ως δεδουλευμένο έξοδο της τρέχουσας περιόδου και τα υπόλοιπα 9/12*2000=1500 ευρώ ως έξοδο της επόμενης χρήσης του 2023.

    Τακτοποιητική εγγραφή τέλους χρήσης 2016(εγγραφής κλεισίματος ισολογισμού):

    Αιτιολογια: Τακτοποίηση ασφαλίστρων που αφορούν την χρήση 2022:

    ΧΡΕΩΣΗ:36.00 ΕΞΟΔΑ(ΑΣΦΑΛ.) ΕΠΟΜΕΝΩΝ ΧΡΗΣΕΩΝ                        1500
    ΠΙΣΤΩΣΗ  62.05  ΑΣΦΑΛΙΣΤΡΑ                                                   1 500

    Την επόμενη χρήση του 2023 θα γίνει η εξής τακτοποιητική εγγραφή, με ημ/νία 31/12/2023-κατά το κλείσιμο ισολογισμού:

    Αιτιολογία: Τακτοποίηση ασφαλίστρων περιόδου 1/1/2023-30/09/2023

    ΧΡΕΩΣΗ                    62.Ο5  ΑΣΦΑΛΙΣΤΡΑ                                                1500
    ΠΙΣΤΩΣΗ                             36.00     ΕΞΟΔΑ ΕΠΟΜ.ΧΡΗΣΕΩΝ                                                                                                                                                   1500
    Με αυτό τον τρόπο κλείνει μέσα στο 2023 ο μεταβατικός λογαριασμός 36.00 και λογίζεται ως δεδουλευμένο έξοδο της περιόδου 2023 το ποσό που αφορά τη χρήση 2023 των 1500 ευρώ       

     

    β) Λογαριασμός 36.01 ΕΣΟΔΑ ΧΡΗΣΕΩΣ ΕΙΣΠΡΑΚΤΕΑ

    Έστω έσοδο από μίσθωμα ακινήτου 3000 ευρώ μηνός Δεκέμβρη 2022, που δεν έχει εισπραχθεί στο τέλος της χρήσης. Είναι συνεπώς δεδουλευμένο έσοδο της χρήσης 2022 και πρέπει να εμφανιστεί εντός του 2022.

    Εγγραφή 31/12/2022-Τακτοποιητική-κλείσιμο ισολογισμού

    Αιτιολογία: Τακτοποίηση ενοικίων που αφορούν τη χρήση 2022

    ΧΡΕΩΣΗ                     36.01  ΕΣΟΔΑ ΧΡΗΣΕΩΣ ΕΙΣΠΡΑΚΤΕΑ                     3000
    ΠΙΣΤΩΣΗ                                               75.05       ΕΝΟΙΚΙΑ ΚΤΙΡΙΩΝ-                                                                                                                                   ΤΕΧΝ.ΕΡΓΩΝ       3000
     Εγγραφή 2023

    Έστω ότι 28/02/2023 Εισπράχτηκε το ενοίκιο του 12/2022

    Αιτιολογία: Είσπραξη εσόδων από προηγούμενη χρήση

    ΧΡΕΩΣΗ:                     38.03 ΚΑΤΑΘΕΣΕΙΣ ΟΨΕΩΣ                              3000
    ΠΙΣΤΩΣΗ  :                                      36.01 ΕΣΟΔΑ ΧΡΗΣΗΣ                                                                                                                                         ΕΙΣΠΡΑΚΤΕΑ                        3000

    γ) Λογαριασμός 36.02: Αγορές υπό παραλαβή:

    Ο Προμηθευτής Βασιλείου ΑΕ της εταιρίας ΑΛΦΑ ΑΕ, φόρτωσε για λογαριασμό της εμπορεύματα αξίας 15000 ευρώ και εξέδωσε το αντίστοιχο τιμολόγιο 28/12/2022.Για έκτακτους λόγους τα εμπορεύματα παραδόθηκαν 5/1/2023.

    Εγγραφή χρήσης 2022:( Υποθέτουμε ότι το τιμολόγιο έφτασε στο λογιστήριο της ΑΛΦΑ ΑΕ στις 5/1/2023, μαζί με τα εμπορεύματα.

    ΧΡΕΩΣΗ:             36.02                 ΑΓΟΡΕΣ ΥΠΟ ΠΑΡΑΛΑΒΗ                              15000
    ΧΡΕΩΣΗ                54.00.20          ΦΠΑ ΑΓΟΡΩΝ ΥΠΟ ΠΑΡΑΛΑΒΗ24%           3600
                               ΠΙΣΤΩΣΗ               50.00              ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ                                                                                                                                                                                18600
    Εγγραφή χρήσης 2023:

    ΧΡΕΩΣΗ: 20.01 ΑΓΟΡΕΣ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ                                  15000
                         ΠΙΣΤΩΣΗ: 36.02  ΑΓΟΡΕΣ ΥΠΟ ΠΑΡΑΛΑΒΗ                                                   15000

     

    δ) Λογαριασμός 36.03 Εκπτώσεις επί αγορών χρήσεων υπό διακανονισμό:

    Ο προμηθευτής πρώτων υλών ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΑΕ με βάση τη σύμβαση που έχει υπογραφεί με την επιχείρηση ΒΗΤΑ ΕΠΕ, υποχρεούται να της χορηγήσει έκπτωση λόγω τζίρου αγορών που πραγματοποίησε τη χρήση 2022 10000 ευρώ. Για την έκπτωση αυτή ο προμηθευτής εξέδωσε πιστωτικό τιμολόγιο με ημερομηνία της επόμενης χρήσης 2023.

    Λογιστική εγγραφή στα βιβλία της ΒΗΤΑ ΕΠΕ, χρήσης 2022:

    Αιτιολογία: Λογισμός εκπτώσεων υπό αγορών χρήσης 2022

    ΧΡΕΩΣΗ 36.03 ΕΚΠΤΩΣΕΙΣ ΕΠΙ ΑΓΟΡΩΝ ΧΡΗΣΕΩΣ ΥΠΟ ΔΙΑΚΑΝΟΝΙΣΜΟ 10000
                                                                               
                                                                               ΠΙΣΤΩΣΗ 24.98.00 ΕΚΠΤΩΣΕΙΣ ΑΓΟΡΩΝ 10000

     

    Λογιστική εγγραφή στα βιβλία της ΒΗΤΑ ΕΠΕ, χρήσης 2023:

    ΧΡΕΩΣΗ 50.00 ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΑΕ 12400
        ΠΙΣΤΩΣΗ 36.03 ΕΚΠΤΩΣΕΙΣ ΕΠΙ ΑΓΟΡΩΝ ΧΡΗΣΕΩΣ ΥΠΟ ΔΙΑΚΑΝΟΝΙΣΜΟ 10000
         ΠΙΣΤΩΣΗ 54.00 ΦΠΑ ΑΓΟΡΩΝ 23% 2400

     

    Πώληση μεταχειρισμένου(ΦΔΧ) τουριστικού λεωφορείου(μαζί με την άδεια) από τουριστική εταιρία στην Ελλάδα.

    Αν θεωρήσουμε ως δεδομένο ότι μαζί με το τουριστικό λεωφορείο θα μεταβιβαστεί στον αγοραστή και η άδεια του οχήματος, τότε σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία περί τουριστικών λεωφορείων συντάσσεται υποχρεωτικά συμβολαιογραφικό έγγραφο.
    Ως προς τα ΕΛΠ, θα πρέπει να λάβουμε υπόψιν μας τα εξής:
    Αρθρο 8. Τιμολόγιο πώλησης

    1. Τιμολόγιο είναι το στοιχείο που εκδίδεται από την υποκείμενη σε αυτόν το νόμο οντότητα για κάθε πώληση αγαθών και παροχή υπηρεσιών, εντός της χώρας ή άλλης χώρας μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή προς άλλη χώρα, καθώς και σε κάθε περίπτωση συναλλαγής που υπόκειται σε Φόρο Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.), βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας.
    2. Κάθε έγγραφο που περιλαμβάνει όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται για το τιμολόγιο θεωρείται τιμολόγιο, με την προϋπόθεση ότι ο παραλήπτης των αγαθών ή υπηρεσιών που υπόκεινται σε τιμολόγηση αποδέχεται το έγγραφο αυτό.

    5. Η οντότητα που πωλεί αγαθά ή υπηρεσίες έχει την ευθύνη να διασφαλίζει ότι εκδίδεται τιμολόγιο για κάθε πώληση. Ο πωλητής αγαθών ή υπηρεσιών εκδίδει το τιμολόγιο πώλησης. Εναλλακτικά, ο πωλητής μπορεί με προηγούμενη συμφωνία να διασφαλίσει την έκδοση τιμολογίου από το λήπτη των αγαθών ή των υπηρεσιών (αυτο-τιμολόγηση) ή από τρίτο πρόσωπο εξ ονόματος και για λογαριασμό του πωλητή. Η συμφωνία για έκδοση τιμολογίου από το λήπτη αγαθών ή υπηρεσιών ή από άλλο τρίτο πρόσωπο δεν απαλλάσσει την οντότητα από τη νόμιμη υποχρέωση να διασφαλίσει ότι θα εκδοθεί τιμολόγιο, καθώς και από κάθε σχετική ευθύνη.  
    Ως προς τη σκοπιά του κώδικα ΦΠΑ, θα πρέπει να ανατρέξουμε στην ΠΟΛ 1103/18-05-1990, όπου αναφέρει τα εξής:
     

    ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αθήνα, 18 Μαίου 1990
    ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ 14η (ΦΠΑ & ΕΙΔ. ΦΟΡ/ΓΙΩΝ) Αρ.Πρωτ.: 1008293/447/0014
    ΤΜΗΜΑΤΑ Α΄, Δ΄ ΠΟΛ. 1103

    ΘΕΜΑ: Έννοια “μεταβίβασης αγαθών επιχείρησης ως συνόλου” κατ΄ άρθρο 5 παρ. 4 του Ν. 1642/1986.

    Σχετικά με το ανωτέρω θέμα, σας γνωρίζουμε τα εξής:
    1. Σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 5 του Ν. 1642/1986 “Για την εφαρμογή του φόρου προστιθέμενης αξίας και άλλες διατάξεις” (ΦΕΚ 125 Α), δεν θεωρείται ως παράδοση αγαθών η μεταβίβαση επιχείρησης ως συνόλου, κλάδου ή μέρους αυτής από επαχθή ή χαριστική αιτία ή με τη μορφή εισφοράς σε υφιστάμενο ή συνιστώμενο νομικό πρόσωπο. Στην περίπτωση αυτή το πρόσωπο που αποκτά τα αγαθά θεωρείται, για την εφαρμογή του νόμου, ότι υπεισέρχεται ως διάδοχος στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του προσώπου, που μεταβιβάζει. Η διάταξη αυτή δεν έχει εφαρμογή, αν το πρόσωπο, που μεταβιβάζει ή το πρόσωπο, που αποκτά τα αγαθά ενεργεί πράξεις, για τις οποίες δεν παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης του φόρου”.
    2. Κατά την εφαρμογή της παραπάνω διάταξης δημιουργήθηκε στην πράξη αμφισβήτηση σχετικά:
    α) Με την έκταση εφαρμογής της ανωτέρω διάταξης και ειδικότερα με το ποιες προϋποθέσεις πρέπει να συντρέχουν για να χαρακτηρισθεί η μεταβίβαση αγαθών μιας επιχείρησης ως “μεταβίβαση αγαθών επιχείρησης ως συνόλου”.
    β) Με το εάν θεωρούνται ως “μεταβίβαση αγαθών επιχείρησης ως συνόλου” οι ειδικότερες περιπτώσεις μεταβίβασης, που αναφέρονται στην παρακάτω 3.β΄ παράγραφο.
    3. Η Συνέλευση των Προϊσταμένων των Νομικών Διευθύνσεων, στην οποία παραπέμφθηκε το θέμα, με τη γνωμοδότηση της 52/1990, που έγινε αποδεκτή από τον Υπουργό των Οικονομικών, την οποία και κοινοποιούμε με την παρούσα για ενημέρωσή σας, γνωμοδότησε, για τους λόγους που αναφέρονται σ΄ αυτή, ότι:
    α) Η μεταβίβαση αγαθών μιας επιχείρησης που ενεργεί φορολογητέες πράξεις για να χαρακτηρισθεί ως “μεταβίβαση αγαθών επιχείρησης ως συνόλου” θα πρέπει κατ΄ αυτή να συντρέχουν αθροιστικά οι αναφερόμενες στην ανωτέρω διάταξη προϋποθέσεις, όπως αυτές αναλύονται στην ανωτέρω γνωμοδότηση. Συγκεκριμένα:
    (αα) Ύπαρξη επιχείρησης.
    (ββ) Μεταβίβαση αγαθών επιχείρησης που ασκεί φορολογητέα δραστηριότητα.
    (γγ) Μεταβίβαση των αγαθών της επιχείρησης ως συνόλου.
    (δδ) Μεταβίβαση των αγαθών της επιχείρησης με επαχθή ή χαριστική αιτία ή με τη μορφή εισφοράς σε υφιστάμενο ή συνιστώμενο νομικό πρόσωπο.
    (εε) Η μεταβιβαζόμενη δραστηριότητα να είναι φορολογητέα ο δε αποκτών να συνεχίσει την άσκηση της δραστηριότητας αυτής.
    β) Δεν θεωρείται ως μεταβίβαση αγαθών επιχείρησης ως συνόλου:
    (αα) Η συνεπεία διάλυσης με οιονδήποτε τρόπο εμπορικής εταιρίας, ανάληψη των περιουσιακών στοιχείων αυτής (στοιχείων ενεργητικού και παθητικού) από ένα ή περισσότερους εταίρους, οι οποίοι θα συνεχίσουν την επιχείρηση.
    (ββ) Η ταυτόχρονη μεταβίβαση (εκχώρηση) των εταιρικών μεριδίων όλων των εταίρων εμπορικής εταιρίας (Ο.Ε., Ε.Ε., Ε.Π.Ε.) σε τρίτα πρόσωπα, τα οποία θα καταστούν με τον τρόπο αυτό νέα μέλη της εταιρίας.
    (γγ) Η μεταβίβαση εμπορικής εταιρίας ως σύνολο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, κατά το στάδιο της εκκαθάρισης αυτής, σε άλλη εταιρία.
    (δδ) Η, λόγω θανάτου του επιχειρηματία, περιέλευση της ατομικής του επιχείρησης στους κληρονόμους του, κατά λόγο της κληρονομικής τους μερίδας.
    (εε) Η μεταβίβαση με επαχθή αιτία από κληρονόμους των κληρονομηθέντων απ΄ αυτούς περιουσιακών στοιχείων της ατομικής επιχείρησης αποβιώσαντος επιχειρηματία, με την προϋπόθεση, ότι η μεταβίβαση γίνεται πριν από την έναρξη οποιασδήποτε ενέργειας, που υποδηλώνει έναρξη απ΄ αυτούς επαγγελματικής δραστηριότητας (π.χ. υποβολή από τους κληρονόμους δήλωσης έναρξης δραστηριότητας).
    Αντίθετα, θεωρείται ως “μεταβίβαση αγαθών επιχείρησης ως συνόλου”:
    (αα) Η μεταβίβαση εμπορικής εταιρίας ως σύνολο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων σε φυσικό πρόσωπο πριν από τη λύση της εταιρίας και πριν από τη συνεπεία αυτής είσοδό της στο στάδιο της εκκαθάρισης. Αν όμως η μεταβίβαση αυτή γίνει κατά το στάδιο της εκκαθάρισης δεν θεωρείται “ως μεταβίβαση αγαθών επιχείρησης ως συνόλου”.
    (ββ) Η μεταβίβαση, με επαχθή αιτία μηχανήματος (π.χ. θεριζοαλωνιστικής μηχανής, εκσκαπτικής μηχανής, φορτωτικής μηχανής κ.λ.π.) από τον εκμεταλλευτή του, ο οποίος αποκερδαίνει από την εκμετάλλευση αυτή εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις σε τρίτο πρόσωπο, το οποίο θα συνεχίσει την εκμετάλλευση του μηχανήματος για ίδιο λογαριασμό, έστω και αν ακόμη για την εκμετάλλευση του μηχανήματος αυτού δεν απαιτείται άδεια από αρμόδια Δημόσια Αρχή.
    (γγ) Η μεταβίβαση με επαχθή αιτία από κληρονόμους των κληρονομηθέντων απ΄ αυτούς περιουσιακών στοιχείων της ατομικής επιχείρησης αποβιώσαντος επιχειρηματία, με την προϋπόθεση ότι η μεταβίβαση γίνεται αφού οι μεταβιβάζοντες καταστούν υποκείμενοι στο φόρο δηλαδή μετά από οποιαδήποτε ενέργειά τους, που υποδηλώνει έναρξη απ΄ αυτούς επαγγελματικής δραστηριότητας (π.χ. υποβολή από τους κληρονόμους δήλωσης έναρξης δραστηριότητας).
    4. Ύστερα από τα παραπάνω, στην περίπτωση, που συντρέχουν οι προϋποθέσεις της προαναφερόμενης διάταξης του άρθρου 5 παρ. 4 του Ν. 1642/1986, η “μεταβίβαση αγαθών επιχείρησης ως συνόλου” δεν θεωρείται πράξη υπαγόμενη στο καθεστώς του φόρου προστιθέμενης αξίας, αλλά πράξη εκτός πεδίου εφαρμογής του φόρου αυτού και συνεπώς πράξη ρυθμιζόμενη από τις διατάξεις της περί τελών χαρτοσήμου νομοθεσίας.
    Ειδικότερα, στις περιπτώσεις μεταβίβασης αγαθών της ανωτέρω παραγράφου 3.β΄, που δεν θεωρούνται ως “μεταβίβαση αγαθών επιχείρησης ως συνόλου”, θα οφείλεται φόρος προστιθέμενης αξίας.
    Αντίθετα, στις περιπτώσεις μεταβίβασης αγαθών, που θεωρούνται, ως “μεταβίβαση αγαθών επιχείρησης ως συνόλου” , θα οφείλεται:
    α) Αναλογικό τέλος χαρτοσήμου 2% (πλέον εισφορά 20% υπέρ ΟΦΑ), σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 15 παρ. 1α του Κώδικα Χαρτοσήμου, εάν η μεταβίβαση γίνεται με επαχθή αιτία, δηλαδή με αντάλλαγμα (και Υπ.Οικ.Σ. 294/45/ ΠΟΛ. 24/1988).
    β) Πάγιο τέλος χαρτοσήμου 1.000 ή 2.000 δραχμών, κατά περίπτωση, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 παρ.1 του Ν.Δ. 3842/1958, εάν η μεταβίβαση γίνεται λόγω δωρεάς, δηλαδή με χαριστική αιτία.
    5. Επισημαίνεται, ότι τα ανωτέρω εφαρμόζονται ανάλογα και σε περίπτωση μεταβίβασης επιχείρησης ως κλάδου ή μέρους αυτής. Ως μεταβίβαση κλάδου επιχείρησης θεωρείται η μεταβίβαση ανεξάρτητου λειτουργικού κλάδου αυτής, (π.χ. μεταβίβαση υποκαταστήματος, μεταβίβαση αυτοτελούς κλάδου μικτής επιχείρησης κ.λ.π.) ενώ ως μεταβίβαση μέρους επιχείρησης νοείται, σύμφωνα με την ανωτέρω γνωμοδότηση ή μεταβίβαση εξ αδιαιρέτου ποσοστού δικαιώματος επί των αγαθών της επιχείρησης.
    Επίσης, ως μεταβίβαση μέρους επιχείρησης θεωρείται και η μεταβίβαση μόνο της άδειας κυκλοφορίας μεταφορικού μέσου δημόσιας χρήσης με ή χωρίς τη μεταβίβαση και του ίδιου του μεταφορικού μέσου, εφόσον δια της μεταβιβάσεως αυτής συνεχίζεται η εκτέλεση του προορισμού της δηλ. ο αποκτών δύναται να ενεργήσει ή δημόσια μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων.
    Δεν θεωρείται συνεπώς μεταβίβαση μέρους επιχείρησης η μεταβίβαση των μετοχών Α.Ε. ή μεριδίων εταίρων, γιατί αυτοί δεν έχουν εμπράγματο δικαίωμα επί των αγαθών της εταιρίας, της οποίας τυγχάνουν μέλη, αφού οι εταίροι με τον τρόπο αυτό δεν μεταβιβάζουν αγαθά της εταιρίας.
    Διευκρινίζεται ότι στις μεταβιβάσεις αυτές δηλαδή στις μεταβιβάσεις μετοχών ή μεριδίων εταίρων, δεν οφείλεται τέλος χαρτοσήμου ούτε Φ.Π.Α. (περίπτ. κβ΄ της παραγρ. 1 του άρθρου 18 του Ν. 1642/86) ούτε φόρος συγκέντρωσης κεφαλαίου.
    Ως προς το θέμα της υπεραξίας: Δεν θα αναφερθούμε στο παρόν άρθρο διότι επικρατεί μια σύγχυση ανά την επικράτεια όπου κάθε ΔΟΥ δίνει και μια διαφορετική ερμηνεία, αλλά θα προσπαθήσουμε σε άλλο άρθρο να το διαλευκάνουμε με κάθε επιφύλαξη.
    ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ:

    • Θα συνταχθεί συμβολαιογραφικό έγγραφο για τη μεταβίβαση της άδειας και του οχήματος.
    • Η μεταβίβαση της άδειας του λεωφορείου, με ή χωρίς και τη μεταβίβαση του ίδιου του οχήματος, που πραγματοποιείται από επαχθή αιτία και ο αγοραστής την αποκτά με αντάλλαγμα, ώστε να διενεργεί δημόσια μεταφορά ατόμων , δεν υπόκειται σε ΦΠΑ, αλλά σε τέλος χαρτοσήμου 2%, πλέον 20% εισφορά υπέρ ΟΓΑ.
    • Τη θέση του τιμολογίου επέχει το συμβολαιογραφικό έγγραφο, εφ’ όσον το αποδέχονται και οι 2 πλευρές.

    ΔΟΥΚΕΡΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ
    ΛΟΓΙΣΤΗΣ-ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΟΣ-ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

     

    Πώς αναγράφεται μια επαγγελματική στέγη στο Ε9!

     

    Σύμφωνα με την ΠΟΛ 1237/2014 ισχύουν:

    Επαγγελματική στέγη:

    • Ως επαγγελματική στέγη ορίζεται το κτίσμα, με τους βοηθητικούς του χώρους, το οποίο ενδεικτικά χρησιμοποιείται ως κατάστημα ή γραφείο και δεν εντάσσεται στις περιπτώσεις δ΄, ε΄, στ΄, ζ΄, η΄ και θ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 2 της υπ΄ αριθμ.1129485/479/3.12.1996 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών (Β΄ 1152), με τις προϋποθέσεις που ορίζονται σε αυτή.(δηλαδή στις λοιπές κατηγορίες κτισμάτων).
    • Ενοικιαζόμενα δωμάτια ή διαμερίσματα, για τα οποία έχει εκδοθεί άδεια οικοδομής επαγγελματικής στέγης ή ενοικιαζόμενων δωματίων και έχουν την προβλεπόμενη άδεια λειτουργίας ενοικιαζόμενων δωματίων, αναγράφονται ως επαγγελματικές στέγες.
    • Οι χώροι κύριας χρήσης (βοηθητικός χώρος που τακτοποιήθηκε ως επαγγελματική στέγη, πυλωτή που μετατράπηκε σε επαγγελματική στέγη κ.λπ.), που δεν αποτελούν αυτοτελείς οριζόντιες ιδιοκτησίες και βρίσκονται στους κοινόχρηστους ή κοινόκτητους χώρους πολυκατοικίας, αναγράφονται από όλους τους συνιδιοκτήτες της πολυκατοικίας κατά το ποσοστό συνιδιοκτησίας τους.
    • Αυθαίρετη επέκταση οριζόντιας ιδιοκτησίας σε κοινόχρηστο ή κοινόκτητο χώρο προστίθεται στους κύριους χώρους αυτής.
    • Σε περίπτωση κατά την οποία επαγγελματίας στεγάζεται σε κτίσμα, το οποίο είναι κατά την οικοδομική άδεια κατοικία, εφόσον βρίσκεται σε όροφο υπέρ του ισογείου, αυτό δεν θα αναγραφεί στη δήλωση στοιχείων ακινήτων ως επαγγελματική στέγη, αλλά ως κατοικία.
    • Κατ΄ εξαίρεση, εάν κατοικία βρίσκεται σε ισόγειο ή υπόγειο κτίσματος και σε αυτήν στεγάζεται επαγγελματίας, θα αναγραφεί ως επαγγελματική στέγη.

    Στην ίδια διαταγή αναφέρεται επίσης σε ένα άλλο σημείο:

    ΠΡΟΣΟΧΗ: Επαγγελματικές στέγες, οι οποίες έχουν ενιαία λειτουργική ενότητα και εκτείνονται σε περισσότερους των ενός ορόφους, αναγράφονται ανά όροφο.

    ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ:

    Χρειάζεται μεγάλη προσοχή στην απεικόνιση στο έντυπο Ε9, όσον αφορά τις επαγγελματικές στέγες, κυρίως με το θέμα του ορόφου, αλλά και με το αν γραφτεί ως επαγγελματική στέγη ή κατοικία, άσχετα αν αφορά έδρα επαγγελματική.Η ΠΟΛ 1237/2014, έχοντας κωδικοποιημένες και διατάξεις που αναφέρονταν και σε παλαιότερες εγκυκλίους, μας δίνει σαφείς οδηγίες ως προς την αντιμετώπιση του παραπάνω θέματος.

    Ε9-Δικαίωμα υψούν σε οικόπεδο και τρόπος αναγραφής του!

     

    Αν μπορούσαμε να δώσουμε έναν απλό ορισμό για το τί είναι το δικαίωμα υψούν, θα μπορούσαμε να πούμε ότι πρόκειται για το δικαίωμα ανέγερσης ορόφων μέχρι εξαντλήσεως του συντελεστή δόμησης.

    Σύμφωνα με την ΠΟΛ 1237/2014:
    Το δικαίωμα υψούν, που έχει δημιουργηθεί ως αυτοτελής ιδιοκτησία με συμβολαιογραφικό έγγραφο, αναγράφεται ως οικόπεδο με το ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του όλου οικοπέδου, χωρίς να συμπληρώνεται η συνολική επιφάνεια των κτισμάτων που υπάρχουν στο οικόπεδο.

    Σε περίπτωση κατά την οποία υπάρχει, ως αυτοτελής ιδιοκτησία, δικαίωμα υψούν που αντιστοιχεί σε συγκεκριμένη επιφάνεια κτίσματος και έχει κτισθεί μόνο ένα μέρος αυτής και υπολείπεται η ανέγερση του υπολοίπου κτίσματος, δηλώνεται το υφιστάμενο κτίσμα και στην ίδια γραμμή δηλώνεται το οικόπεδο, με ποσοστό συνιδιοκτησίας το ποσοστό επί του οικοπέδου, που αντιστοιχεί στο δικαίωμα υψούν και στο εμπράγματο δικαίωμα επ΄ αυτού.

    Στην περίπτωση αυτή στη στήλη 22 δύναται να αναγράφεται η επιφάνεια των κτισμάτων της συγκεκριμένης ιδιοκτησίας, τα οποία έχουν ήδη ανεγερθεί. Σε περίπτωση γηπέδου, το οποίο βρίσκεται σε περιοχή για την οποία έχει εκδοθεί πράξης εφαρμογής και εκκρεμεί η κύρωση αυτής, ο φορολογούμενος, μέχρι την κύρωσή της, αναγράφει το ακίνητο ως οικόπεδο στην κατάστασή του (και όχι όπως αυτό θα διαμορφωθεί μετά την κύρωση της πράξης εφαρμογής), με την ένδειξη ότι τελεί υπό αναγκαστική απαλλοτρίωση.

    Επισημαίνεται ότι, μετά την κύρωση της πράξης εφαρμογής, αναγράφεται σε μία γραμμή το οικόπεδο, το οποίο απομένει, και σε διαφορετικές γραμμές αναγράφονται τα τμήματα του οικοπέδου, για τα οποία εκκρεμεί αποζημίωση και μέχρι την καταβολή αυτής.

     

    Επίσης η κ.Κόλλια Άννα Αδάμ από το Υπουργείο Οικονομικών σε πολλές εισηγήσεις της συμπερασματικά ως προς το δικαίωμα υψούν αναφέρει χαρακτηριστικά ότι:

    Αν το δικαίωμα  υψούν, στο συμβολαιογραφικό έγγραφο αναφέρεται με χιλιοστά στον “αέρα” του οικοπέδου, σε προσδοκώμενη αλλά αβέβαιη δυνατότητα δόμησης(αν αυξηθεί μελλοντικά ο συντελεστής ), τότε στην στήλη των ειδικών συνθηκών της δήλωσης(στήλη 10) αναγράφεται ότι το οικόπεδο δεν είναι οικοδομήσιμο και δεν μπορεί να τακτοποιηθεί.

    ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ:

    • Όταν στο συμβόλαιο στην πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας αναφέρεται δικαίωμα υψούν ορισμένο σε μέγεθος και θέση, με χιλιοστά επί του οικοπέδου, αυτό αναγράφεται στο Ε9 ως οικόπεδο(κωδ.4) με επιφάνεια το συνολικό οικόπεδο και ποσοστό συνιδιοκτησίας τα χιλιοστά που κατέχει το υψούν επί του συνολικού οικοπέδου.
    • Όταν το δικαίωμα υψούν στην πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας είναι μελλοντικό και αβέβαιο, έχει χιλιοστά στο οικόπεδο και δεν είναι οικοδομήσιμο(δηλαδή δεν έχουν τηρηθεί απαρέγκλιτα οι πολεοδομικές διατάξεις και έτσι υπάρχει αδυναμία εξάντλησης του συντελεστή δόμησης), τότε θα αναγραφεί στο Ε9 ως οικόπεδο με κωδ.4 και στη στήλη 10 των ειδικών συνθηκών με κωδ.5(δηλαδή το οικόπεδο δεν είναι οικοδομήσιμο και δεν μπορεί να τακτοποιηθεί).
    • Όταν το δικαίωμα υψούν δεν υπαρχει στην πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας είναι μελλοντικό και δεν έχει χιλιοστά στο οικόπεδο, τότε δεν θα αναγραφεί στο Ε9, παρά μόνο στην πρώτη σελίδα του εντύπου στις παρατηρήσεις.

     

    Φορολογική μεταχείριση των ποσών της εκτός έδρας αποζημίωσης που δίνονται στο προσωπικό!

     
    Μαρούσι, 26/05/2015
    Αρ. Πρωτ.: Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ. 13280/26-05-2015
    ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
    ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
    ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
    ΚΕΝΤΡΟ ΕΛΕΓΧΟΥ ΜΕΓΑΛΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ (Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ.)
    ΚΗΦΙΣΙΑΣ 32, 151 25 ΜΑΡΟΥΣΙ
    ΤΗΛ: 210-6856368 FAX: 210-6834039
    Πληροφορίες: Βασίλειος Ιατρίδης
    ΘΕΜΑ: ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΩΝ ΠΟΣΩΝ ΤΗΣ ΕΚΤΟΣ ΕΔΡΑΣ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗΣ ΠΟΥ ΔΙΝΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ
    ΣΧΕΤ.: ΤΟ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜ. ΠΡΩΤ. Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ. 12422/18-05-2015 ΕΓΓΡΑΦΟ ΤΗΣ ΑΝΩΝΥΜΟΥ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΥΠΟ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ «…….»
    Σε απάντηση του ως άνω εγγράφου σας, αναφορικά με τη φορολογική μεταχείριση των ποσών που καταβάλλονται σε υπαλλήλους για εκτός έδρας δαπάνες (έξοδα διαμονής, σίτισης, κίνησης, κλπ.) που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια ταξιδιών, για σκοπούς της επιχειρηματικής δραστηριότητας της εταιρείας, σας γνωρίζουμε τα κάτωθι:
    1. Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 13 του Ν. 4172/2013, «…οποιεσδήποτε παροχές σε είδος που λαμβάνει ένας εργαζόμενος ή συγγενικό πρόσωπο αυτού συνυπολογίζονται στο φορολογητέο εισόδημα του στην αγοραία αξία τους, εφόσον η συνολική αξία των παροχών σε είδος υπερβαίνει το ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ ανά φορολογικό έτος».
    2. Όμως, με τις περιπτώσεις α’ και β’ της παραγράφου 1 του άρθρο 14 του Ν. 4172/2013, ρητώς προβλέπεται ότι από τον υπολογισμό του εισοδήματος από μισθωτή εργασία, μεταξύ άλλων, εξαιρούνται:
    (α) η αποζημίωση εξόδων διαμονής και σίτισης και η ημερήσια αποζημίωση που έχουν καταβληθεί από τον εργαζόμενο αποκλειστικά για σκοπούς της επιχειρηματικής δραστηριότητας του εργοδότη και
    (β) η αποζημίωση για έξοδα κίνησης που καταβάλλονται από τον εργοδότη για υπηρεσιακούς λόγους, εφόσον αφορούν έξοδα κίνησης που πραγματοποιήθηκαν από τον εργαζόμενο κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας του και αποδεικνύονται από νόμιμα παραστατικά.
    3. Με το άρθρο 22 του Ν. 4172/2013 προβλέπεται ότι, κατά τον προσδιορισμό του κέρδους από επιχειρηματική δραστηριότητα, επιτρέπεται η έκπτωση όλων των δαπανών, με την επιφύλαξη του άρθρου 23 του Κ.Φ.Ε., οι οποίες:
    (α) πραγματοποιούνται προς το συμφέρον της επιχείρησης ή κατά τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές της,
    (β) αντιστοιχούν σε πραγματική συναλλαγή και η αξία της συναλλαγής δεν κρίνεται κατώτερη ή ανώτερη της αγοραίας, στη βάση των στοιχείων που διαθέτει η Φορολογική Διοίκηση και
    (γ) εγγράφονται στα τηρούμενα βιβλία απεικόνισης των συναλλαγών της περιόδου κατά την οποία πραγματοποιούνται και αποδεικνύονται με κατάλληλα δικαιολογητικά.
    4. Επομένως, τα ποσά που καταβάλλονται σε υπαλλήλους ως αποζημίωση εξόδων διαμονής και σίτισης εξαιρούνται από τον υπολογισμό του εισοδήματος από μισθωτή εργασία, με μόνη προϋπόθεση να έχουν καταβληθεί από τον υπάλληλο για του σκοπούς της επιχειρηματικής δραστηριότητας, η πλήρωση της οποίας θα πρέπει να αποδεικνύεται με κάθε πρόσφορο μέσο.
    Εντούτοις, για τις αποζημιώσεις εξόδων κίνησης, τίθεται από το νόμο η πρόσθετη προϋπόθεση της αποδείξεως από νόμιμα παραστατικά.
    Όπως μας πληροφορείτε στο υπ’ αριθμ. πρωτ. Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ. 12422/18.5.2015 έγγραφό σας, για τις δαπάνες μετακινήσεων των υπαλλήλων, πέραν εξοδολογίων, δε διαθέτετε τα προβλεπόμενα από τον Κ.Φ.Α.Σ. (για το φορολογικό έτος 2014) νόμιμα παραστατικά (αποδείξεις, τιμολόγια). Συνεπώς, δε πληρούνται οι απαραίτητες από το άρθρο 14 του Κ.Φ.Ε. προϋποθέσεις, ώστε να εξαιρεθούν τα ποσά αυτά από τον υπολογισμό του εισοδήματος από μισθωτή εργασία και ως εκ τούτου, θα πρέπει να συμπεριληφθούν στις βεβαιώσεις αποδοχών (έντυπο Φ-01.042) που θα χορηγήσετε στους υπαλλήλους, ως παροχές σε είδος, εφόσον βέβαια υπερβαίνουν το ποσό των €300,00 ανά απασχολούμενο.
    5. Επιπροσθέτως, η έλλειψη των προβλεπόμενων από τον Κ.Φ.Α.Σ. παραστατικών αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για την έκπτωση των ως άνω δαπανών από τα ακαθάριστα έσοδα της εταιρείας, αφού καθίσταται, εν πολλοίς, ανέφικτη η διενέργεια ελεγκτικών επαληθεύσεων για την εξακρίβωση της παραγωγικότητάς τους. Η θέση μας αυτή είναι, άλλωστε, σύμφωνη και με τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας (ίδετε ενδεικτικά, ΣτΕ 614/1990, ΣτΕ 3154/1995, ΣτΕ 1704/2014). Τούτων επισημανθέντων, επειδή για κανένα από τα ποσά που κατεβλήθησαν σε υπαλλήλους για έξοδα σίτισης, διαμονής και μετακινήσεων δεν υπάρχουν νόμιμα παραστατικά, σας καλούμε να προβείτε σε φορολογική αναμόρφωση των εν λόγω δαπανών κατά την υποβολή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος του φορολογικού έτους 2014.
    6. Τέλος, σας καλούμε να λάβετε υπ’ όψιν σας ότι αφενός, η εξακρίβωση των πραγματικών περιστατικών ανήκει στην αρμοδιότητα των εντελλομένων ελεγκτών για τη διενέργεια του πλήρους ή του μερικού επιτόπιου φορολογικού ελέγχου και αφετέρου, το σύνολο των προεκτεθέντων τελούν υπό την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 4 του άρθρου 9 του Ν. 4174/2013 (Κ.Φ.Δ.).
    Η Διευθύντρια του Κέντρου Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ.)
    Μαριάνθη Χ. Πανταζοπούλου
    Εφοριακός ΠΕ/Β3
    Σύμφωνα με το άρθρο 13 του Ν.4172/2013 περί παροχών σε είδος ισχύουν:

    • Αρθρο 13. Παροχές σε είδος

      1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 2, 3, 4 και 5 οποιεσδήποτε παροχές σε είδος που λαμβάνει ένας εργαζόμενος ή συγγενικό πρόσωπο αυτού συνυπολογίζονται στο φορολογητέο εισόδημά του στην αγοραία αξία τους, εφόσον η συνολική αξία των παροχών σε είδος υπερβαίνει το ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ ανά φορολογικό έτος.

      2. Η αξία της παραχώρησης ενός οχήματος σε εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο από ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα εντός του φορολογικού έτους, υπολογίζεται ως ποσοστό της Λιανικής Τιμής Προ Φόρων (ΛΤΠΦ) του οχήματος ως εξής:
      α) για ΛΤΠΦ από 0 έως 12.000 ευρώ ως ποσοστό τέσσερα τοις εκατό (4%) της ΛΤΠΦ ως επιπλέον ετήσιο εισόδημα,
      β) για ΛΤΠΦ από 12.001 έως 17.000 ευρώ ως ποσοστό επτά τοις εκατό (7%) της ΛΤΠΦ ως επιπλέον ετήσιο εισόδημα,
      γ) για ΛΤΠΦ από 17.001 έως 20.000 ευρώ ως ποσοστό δεκατέσσερα τοις εκατό (14%) της ΛΤΠΦ ως επιπλέον ετήσιο εισόδημα,
      δ) για ΛΤΠΦ από 20.001 έως 25.000 ευρώ ως ποσοστό δεκαοκτώ τοις εκατό (18%) της ΛΤΠΦ ως επιπλέον ετήσιο εισόδημα,
      ε) για ΛΤΠΦ πλέον των 25.001 ευρώ ως ποσοστό είκοσι δύο τοις εκατό (22%) της ΛΤΠΦ ως επιπλέον ετήσιο εισόδημα, ανεξάρτητα αν το όχημα ανήκει στην επιχείρηση ή είναι μισθωμένο με οποιονδήποτε τρόπο στα ανωτέρω πρόσωπα. Το ανωτέρω ποσοστό καθενός οχήματος δεν επιμερίζεται σε περισσότερα του ενός πρόσωπα.
      Η αξία της παραχώρησης του οχήματος μειώνεται βάσει παλαιότητας ως εξής:
      i) 0-2 έτη καμία μείωση
      ii) 3-5 έτη μείωση δέκα τοις εκατό (10%)
      iii) 6-9 έτη μείωση εικοσι πέντε τοις εκατό (25%)
      iv) Από 10 έτη και μετά μείωση πενήντα τοις εκατό (50%).
      Από τις διατάξεις του παρόντος εξαιρούνται τα οχήματα που παραχωρούνται αποκλειστικά για επαγγελματικούς σκοπούς και έχουν Λιανική Τιμή Πώλησης προ Φόρων έως 12.000 ευρώ.

      3. Οι παροχές σε είδος με τη μορφή δανείου, προς εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο από ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα περιβάλλονται τη μορφή έγγραφης συμφωνίας και αποτιμώνται με βάση το ποσό της διαφοράς που προκύπτει μεταξύ των τόκων που θα κατέβαλε ο εργαζόμενος στη διάρκεια του ημερολογιακού μήνα κατά τον οποίο έλαβε την παροχή, εάν το επιτόκιο υπολογισμού των τόκων ήταν το μέσο επιτόκιο αγοράς, του οποίου η μέθοδος υπολογισμού ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατά τον ίδιο μήνα και των τόκων που τυχόν κατέβαλε ο εργαζόμενος στη διάρκεια του εν λόγω ημερολογιακού μήνα. Σε περίπτωση που δεν υφίσταται έγγραφη συμφωνία δανείου, το σύνολο του αρχικού κεφαλαίου λογίζεται ως παροχή σε είδος. Η προκαταβολή μισθού άνω των τριών (3) μηνών θεωρείται δάνειο.

      4. Η αγοραία αξία των παροχών σε είδος που λαμβάνει ένας εργαζόμενος ή εταίρος ή μέτοχος από νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα με τη μορφή δικαιωμάτων προαίρεσης απόκτησης μετοχών προσδιορίζεται κατά το χρόνο άσκησης του δικαιώματος προαίρεσης ή μεταβίβασής του και ανεξαρτήτως εάν συνεχίζει να ισχύει η εργασιακή σχέση. Η αγοραία αξία άσκησης δικαιώματος είναι η τιμή κλεισίματος της μετοχής στο χρηματιστήριο μειωμένη κατά την τιμή διάθεσης του δικαιώματος.

      5. Η αγοραία αξία της παραχώρησης κατοικίας σε εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο από ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα ενός φορολογικού έτους, αποτιμάται στο ποσό του μισθώματος που καταβάλλει η επιχείρηση ή σε περίπτωση ιδιόκτητης κατοικίας σε ποσοστό τρία τοις εκατό (3%) επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου.

       Επίσης σύμφωνα με το άρθρο 14 του ίδιου νόμου:
       
       
      1. Από τον υπολογισμό του εισοδήματος από μισθωτή εργασία και συντάξεις εξαιρούνται:
      α) η αποζημίωση εξόδων διαμονής και σίτισης και η ημερήσια αποζημίωση που έχουν καταβληθεί από τον εργαζόμενο αποκλειστικά για σκοπούς της επιχειρηματικής δραστηριότητας του εργοδότη,
      β) η αποζημίωση για έξοδα κίνησης που καταβάλλονται από τον εργοδότη για υπηρεσιακούς λόγους, εφόσον αφορούν έξοδα κίνησης που πραγματοποιήθηκαν από τον εργαζόμενο κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας του και αποδεικνύονται από νόμιμα παραστατικά,
      γ) το επίδομα αλλοδαπής που χορηγείται σε υπαλλήλους του Υπουργείου Εξωτερικών και των λοιπών δημόσιων πολιτικών υπηρεσιών,
      δ) οι κρατήσεις υπέρ των ασφαλιστικών ταμείων, οι οποίες επιβάλλονται με νόμο,
      ε) οι ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλει ο εργαζόμενος περιλαμβανομένων των εισφορών εργοδότη και εργαζομένου υπέρ των επαγγελματικών ταμείων που έχουν συσταθεί με νόμο,
      στ) η εφάπαξ καταβαλλόμενη παροχή από ταμεία πρόνοιας και ασφαλιστικούς οργανισμούς του Δημοσίου, καθώς και επαγγελματικά ταμεία που έχουν συσταθεί με νόμο στους ασφαλισμένους και τα εξαρτώμενα μέλη του ασφαλισμένου,
      ζ) η αξία των διατακτικών σίτισης αξίας έως έξι (6) ευρώ ανά εργάσιμη ημέρα,
      η) οι παροχές ασήμαντης αξίας μέχρι του ποσού των είκοσι επτά (27) ευρώ ετησίως,
      ι) τα ασφάλιστρα που καταβάλλονται από τον εργαζόμενο ή τον εργοδότη για λογαριασμό του εργαζομένου στο πλαίσιο ομαδικών ασφαλιστηρίων συνταξιοδοτικών συμβολαίων και
      ια) τα ασφάλιστρα που καταβάλλονται από τον εργοδότη για την ιατροφαρμακευτική και νοσοκομειακή κάλυψη του υπαλληλικού του προσωπικού ή για την κάλυψη του κινδύνου ζωής ή ανικανότητάς του στο πλαίσιο ασφαλιστηρίου συμβολαίου, μέχρι του ποσού των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ ετησίως ανά εργαζόμενο.

      2. Οι ακόλουθες κατηγορίες εισοδήματος από μισθωτή εργασία και συντάξεις απαλλάσσονται από το φόρο:
      α) Το εισόδημα που αποκτάται κατά την άσκηση των καθηκόντων τους από αλλοδαπό διπλωματικό ή προξενικό εκπρόσωπο, κάθε φυσικό πρόσωπο που εργάζεται σε πρεσβεία, διπλωματική αποστολή, προξενείο ή αποστολή αλλοδαπού κράτους για τη διεκπεραίωση κρατικών υποθέσεων που είναι πολίτης του εν λόγω κράτους και κάτοχος διπλωματικού διαβατηρίου, καθώς και από κάθε φυσικό πρόσωπο που εργάζεται σε θεσμικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή Διεθνούς Οργανισμού που έχει εγκατασταθεί βάσει διεθνούς συνθήκης την οποία εφαρμόζει η Ελλάδα.
      β) Η διατροφή που λαμβάνει ο/η δικαιούχος, σύμφωνα με δικαστική απόφαση ή συμβολαιογραφική πράξη.
      γ) Η σύνταξη που καταβάλλεται σε ανάπηρους πολέμου και σε θύματα ή οικογένειες θυμάτων πολέμου, καθώς και σε ανάπηρους ειρηνικής περιόδου, στρατιωτικούς γενικά, που υπέστησαν βλάβη κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας τους ή τις οικογένειές τους.
      δ) Το εξωϊδρυματικό επίδομα και κάθε συναφές ποσό που καταβάλλεται σε ειδικές κατηγορίες ατόμων με αναπηρίες.
      ε) Οι μισθοί, οι συντάξεις και η πάγια αντιμισθία που χορηγούνται σε ανάπηρους με ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον ογδόντα τοις εκατό (80%).
      στ) Το επίδομα ανεργίας που καταβάλλει ο Ο.Α.Ε.Δ. στους δικαιούχους ανέργους, εφόσον το άθροισμα των λοιπών εισοδημάτων του φορολογούμενου δεν υπερβαίνει ετησίως τις δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ.
      ζ) Το επίδομα κοινωνικής αλληλεγγύης συνταξιούχων (Ε. Κ. Α.Σ.) που καταβάλλεται στους δικαιούχους.
      η) Τα χρηματικά ποσά που καταβάλλονται στους αναγνωρισμένους πολιτικούς πρόσφυγες, σε αυτούς που διαμένουν προσωρινά στην Ελλάδα για ανθρωπιστικούς λόγους και σε όσους έχουν υποβάλει αίτηση για αναγνώριση προσφυγικής ιδιότητας, η οποία βρίσκεται στο στάδιο εξέτασης από το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, από φορείς που υλοποιούν προγράμματα παροχής οικονομικής ενίσχυσης των προσφύγων, τα οποία χρηματοδοτούνται από την Ύπατη Αρμοστεία του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (Ο.Η.Ε.) και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
      θ) το επίδομα επικίνδυνης εργασίας που καταβάλλεται με τη μορφή πτητικού, καταδυτικού, ναρκαλιείας, αλεξιπτωτιστών, δυτών και υποβρυχίων καταστροφών σε αξιωματικούς, υπαξιωματικούς και οπλίτες των Ενόπλων Δυνάμεων, της Ελληνικής Αστυνομίας, της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας και του Λιμενικού Σώματος, καθώς και η ειδική αποζημίωση που καταβάλλεται στο ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό και τα πληρώματα ασθενοφόρων του Ε.Κ.Α.Β. που εκτελούν διατεταγμένη υπηρεσία με αεροπορικά μέσα για παροχή Α’ Βοηθειών, κατά ποσοστό εξήντα πέντε τοις εκατό (65%).
      Το άρθρο 22 από την άλλη αναφέρει:

      • Αρθρο 22. Εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες
        Κατά τον προσδιορισμό του κέρδους από επιχειρηματική δραστηριότητα, επιτρέπεται η έκπτωση όλων των δαπανών, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 23 του Κ.Φ.Ε., οι οποίες:
        α) πραγματοποιούνται προς το συμφέρον της επιχείρησης ή κατά τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές της,
        β) αντιστοιχούν σε πραγματική συναλλαγή και η αξία της συναλλαγής δεν κρίνεται κατώτερη ή ανώτερη της αγοραίας, στη βάση των στοιχείων που διαθέτει η Φορολογική Διοίκηση,
        γ) εγγράφονται στα τηρούμενα βιβλία απεικόνισης των συναλλαγών της περιόδου κατά την οποία πραγματοποιούνται και αποδεικνύονται με κατάλληλα δικαιολογητικά.
         

    ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ:

    • .Οποιεσδήποτε παροχές σε είδος που λαμβάνει ένας εργαζόμενος ή συγγενικό πρόσωπο αυτού συνυπολογίζονται στο φορολογητέο εισόδημα του στην αγοραία αξία τους, εφόσον η συνολική αξία των παροχών σε είδος υπερβαίνει το ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ ανά φορολογικό έτος».
    • Τα ποσά που καταβάλλονται σε υπαλλήλους ως αποζημίωση εξόδων διαμονής και σίτισης εξαιρούνται από τον υπολογισμό του εισοδήματος από μισθωτή εργασία, με μόνη προϋπόθεση να έχουν καταβληθεί στον υπάλληλο για τους σκοπούς της επιχειρηματικής δραστηριότητας, η πλήρωση της οποίας θα πρέπει να αποδεικνύεται με κάθε πρόσφορο μέσο.
    • Για τις αποζημιώσεις εξόδων κίνησης, τίθεται από το νόμο η πρόσθετη προϋπόθεση της αποδείξεως από νόμιμα παραστατικά.
    • Συνεπώς για να εξαιρεθούν τα ποσά που καταβάλλονται σε υπαλλήλους ως αποζημίωση εξόδων διαμονής και σίτισης, καθώς και αποζημίωση εξόδων κίνησης από το εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες(αν υπερβαίνουν τα 300 ευρώ ανά φορολογικό έτος), θα πρέπει να έχουν εγγραφεί ως παραγωγικές δαπάνες στα τηρούμενα λογιστικά αρχεία της οντότητας  και να αποδεικνύονται στον φορολογικό έλεγχο με τα κατάλληλα δικαιολογητικά/παραστατικά.
    • Αν δε πληρούνται οι παραπάνω προϋποθέσεις, αφ’ ενός η οντότητα θα πρέπει να προβεί σε φορολογική αναμόρφωση των αποτελεσμάτων της και αφ’ ετέρου οι εργαζόμενοι να συμπεριλάβουν στη βεβαίωση αποδοχών τους τα παραπάνω ποσά σαν εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες.

     
    ΔΟΥΚΕΡΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ
    ΛΟΓΙΣΤΗΣ-ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΟΣ-ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ