1. Τις διατάξεις του Κώδικα Φ.Π.Α. (Ν. 2859/2000), όπως ισχύει, και ειδικότερα:
α) τις διατάξεις του άρθρου 38,
β) τις διατάξεις του άρθρου 40,
γ) τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 64.
2. Τις διατάξεις του Ν. 4174/2013 «Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α΄ 170/26.07.2013).
3. Την Α.Υ.Ο. 1145336/6602/140/Ε0014/ΠΟΛ.1320/30.12.1998 (ΦΕΚ Β΄ 5/13.01.1999), όπως τροποποιήθηκε με την ΑΥΟ 1117146/7150/756/0014/ΠΟΛ.1380/21.12.2001 (ΦΕΚ Β΄ 11/14.01.2002) και ισχύει.
4. Την Α.Υ.Ο.Ο. 1035360/2772/434/Β0014/ΠΟΛ.1065/4.4.2007 (ΦΕΚ Β΄ 613/25.04.2007), όπως τροποποιήθηκε με την Α.Υ.Ο.Ο. 1060383/5066/741/Β0014/ΠΟΛ.1085/15.6.2007 (ΦΕΚ Β΄ 1114/05.07.2007) και ισχύει.
5. Την Α.Υ.Ο.Ο. 1082341/5668/657/Β0014/ΠΟΛ.1114/30.7.2008 (ΦΕΚ Β΄ 1621/13.08.2008), όπως ισχύει.
6. Την υπ’ αριθμ. 20/25.6.2014 (Υ.Ο.Δ.Δ. 360) πράξη Υπουργικού Συμβουλίου «Επιλογή και Διορισμός Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών».
7. Την αριθ. Δ6Α 1015213 ΕΞ 2013/28.1.2013 (ΦΕΚ Β΄ 130 και 372) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υφυπουργού Οικονομικών «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στο Γενικό Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», όπως ισχύει, σύμφωνα με την οποία αποτελεί αρμοδιότητα του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων να εκδίδει τις πράξεις ένταξης στο ειδικό καθεστώς κατ’ αποκοπή καταβολής του φόρου, καθώς και καθορισμού του ετήσιου κατ’ αποκοπή ποσού ΦΠΑ, του τρόπου καταβολής του και λεπτομερειών για τον υπόχρεο καταβολής που προβλέπονται στην παράγραφο 7 του άρθρου 40 του Κώδικα ΦΠΑ.
8. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,
αποφασίζουμε:
1. Οι αποφάσεις (α) ΑΥΟ 1145336/6602/140/Ε0014/ΠΟΛ.1320/30.12.1998, όπως τροποποιήθηκε με την ΑΥΟ 1117146/7150/756/0014/ΠΟΛ.1380/21.12.2001 , (β) ΑΥΟΟ 1035360/2772/434/Β0014/ΠΟΛ.1065/4.4.2007, όπως τροποποιήθηκε με την ΑΥΟΟ 1060383/5066/741/Β0014/ΠΟΛ.1085/15.6.2007 και (γ) ΑΥΟΟ 1082341/5668/657/Β0014/ΠΟΛ.1114/30.7.2008, για την εφαρμογή ειδικού κατ’ αποκοπή καθεστώτος απόδοσης του ΦΠΑ, σύμφωνα με το άρθρο 40 του Κώδικα ΦΠΑ (Ν. 2859/2000), από (α) τους εκμεταλλευτές σκαφών παράκτιας αλιείας, μήκους μέχρι δώδεκα (12) μέτρων μεταξύ καθέτων, και τους σπογγαλιείς, (β) τους εκμεταλλευτές σκαφών στη λίμνη Ιωαννίνων και (γ) τους εκμεταλλευτές ιππήλατων οχημάτων, αντίστοιχα, συνεχίζουν να ισχύουν για θέματα που αφορούν το Φόρο Προστιθέμενης Αξίας, κατά το μέρος που δεν τροποποιούνται με την παρούσα.
2. Τα κατ’ αποκοπή ποσά που οφείλονται ετησίως, σύμφωνα με τις αποφάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 της παρούσας, καταβάλλονται σε δύο ισόποσες δόσεις με την υποβολή δήλωσης ΦΠΑ ανά ημερολογιακό εξάμηνο, με προθεσμία υποβολής και καταβολής του φόρου μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μήνα που ακολουθεί το εξάμηνο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 38 του Κώδικα ΦΠΑ, όπως ισχύει.
3. Σε περίπτωση εκπρόθεσμης υποβολής της ανωτέρω δήλωσης ή εκπρόθεσμης καταβολής του οφειλόμενου φόρου, επιβάλλονται οι κυρώσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις του Ν. 4174/2013 (ΚΦΔ).
4. Σε περίπτωση παράλληλης άσκησης άλλης δραστηριότητας, υποβάλλονται τόσο οι δηλώσεις ΦΠΑ που αφορούν το κατ’ αποκοπή καθεστώς για κάθε εξάμηνο, όσο και οι δηλώσεις ΦΠΑ που αφορούν την άλλη δραστηριότητα.
5. Η απόφαση αυτή, η οποία ισχύει για πράξεις που πραγματοποιούνται από 01.01.2015 και εφεξής, να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ: Ποιοι αλιείς εντάσσονται στο ειδικό καθεστώς κατ’ αποκοπή ΦΠΑ;
Τί στοιχείο εκδίδουν οι αγρότες ειδικού καθεστώτος για για την παράδοση αγροτικών προϊόντων παραγωγής τους και την παροχή αγροτικών υπηρεσιών προς άλλους αγρότες του ειδικού καθεστώτος ή προς μη υποκείμενα στο φόρο πρόσωπα ;
ΠΟΛ 1191/2016
(ΦΕΚ Β’ 4471/30-12-2016)
Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις της περίπτωσης β’ της παραγράφου 14 του άρθρου 41 του Κώδικα ΦΠΑ (κυρ. ν.2859/2000), όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 47 του ν.4410/2016 (ΦΕΚ Α’ 141/03.08.2016), σύμφωνα με τις οποίες με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων ορίζεται, μεταξύ άλλων, ο τύπος και το περιεχόμενο του ειδικού στοιχείου που προβλέπουν οι διατάξεις της παραγράφου 3 του ίδιου άρθρου, καθώς και κάθε άλλο διαδικαστικό θέμα.
2. Τις ακόλουθες διατάξεις του Κώδικα Φ.Π.Α.:
α) τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 41,
β) τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 19,
γ) τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 64.
3. Τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 13 του ν.4174/2013 (ΚΦΔ) (ΦΕΚ Α΄170/26.07.2013).
4. Την ΑΥΟ ΠΟΛ.1144/20.10.2010 (ΦΕΚ Β’ 1759/10.11.2010).
5. Την ΑΥΟ ΠΟΛ.1066/2.4.2013 (ΦΕΚ Β’ 753/02.04.2013), όπως ισχύει.
6. Τις διατάξεις του Π.Δ. 111/2014 (ΦΕΚ Α’ 178) «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών», όπως ισχύει.
7. Τις διατάξεις της υποπαραγράφου Ε.2 της παρ. Ε του άρθρου πρώτου του ν.4093/2012 (ΦΕΚ Α’ 222), όπως ισχύει, περί σύστασης θέσης Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων.
8. Την ΠΥΣ 1/20.01.2016 «Επιλογή και διορισμός Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών (ΦΕΚ ΥΟΔΔ/18).
9. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού προϋπολογισμού,
αποφασίζουμε:
1. Το περιεχόμενο του ειδικού στοιχείου της παραγράφου 3 του άρθρου 41 του Κώδικα ΦΠΑ, το οποίο εκδίδεται από αγρότες του ειδικού καθεστώτος για την παράδοση αγροτικών προϊόντων παραγωγής τους και την παροχή αγροτικών υπηρεσιών προς άλλους αγρότες του ειδικού καθεστώτος ή προς μη υποκείμενα στο φόρο πρόσωπα ορίζεται όπως το υπόδειγμα που προσαρτάται στην παρούσα απόφαση.
2. Το ανωτέρω ειδικό στοιχείο εκδίδεται αθεώρητο για κάθε παράδοση αγροτικών προϊόντων και για κάθε παροχή αγροτικών υπηρεσιών. Η αξία που αναγράφεται στο εν λόγω ειδικό στοιχείο είναι το ποσό που πράγματι καταβάλλεται από τον αγοραστή των αγαθών ή το λήπτη των υπηρεσιών, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 19 του Κώδικα ΦΠΑ, και δεν επιβαρύνεται με Φόρο Προστιθέμενης Αξίας.
3. Το ειδικό στοιχείο δεν αποτελεί δικαιολογητικό επιστροφής ΦΠΑ στους αγρότες του ειδικού καθεστώτος με τον κατ’ αποκοπή συντελεστή του άρθρου 41 του Κώδικα ΦΠΑ. Η αναγραφόμενη επί του ειδικού στοιχείου αξία λαμβάνεται υπόψη στον προσδιορισμό του ορίου των 15.000 ευρώ, που αποτελεί κριτήριο για την παραμονή του εκδότη του εν λόγω στοιχείου στο ειδικό καθεστώς αγροτών ή την υποχρεωτική μετάταξη του στο κανονικό καθεστώς.
4. Για σκοπούς άμεσης φορολογίας, η αξία που αναγράφεται επί του ειδικού στοιχείου αποτελεί για τον εκδότη του στοιχείου ακαθάριστο έσοδο και για το λήπτη αυτού εκπιπτόμενη δαπάνη, στην περίπτωση που ο λήπτης είναι αγρότης του ειδικού καθεστώτος.
5. Το ειδικό στοιχείο είναι διπλότυπο και η αρίθμηση του είναι αύξουσα προοδευτική ανά έτος. Ως δικαιολογητικό παράδοσης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών του ειδικού καθεστώτος του άρθρου 41 του Κώδικα ΦΠΑ διαφυλάσσεται στο χρόνο που προβλέπεται από την παράγραφο 2 του άρθρου 13 του Ν.4174/2013 (ΚΦΔ).
6. Η ΑΥΟ ΠΟΛ.1144/20.10.2010 καταργείται.
Η απόφαση αυτή, η οποία ισχύει από 01.01.2017, να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 21 Δεκεμβρίου 2016
Ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ
Υπενθύμιση: Τί γίνεται με το τέλος επιτηδεύματος και την τήρηση βιβλίων και έκδοση στοιχείων για τους αλιείς;
Αθήνα, 09/03/2017
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑΤΑ: Α’, Δ’
Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας: 101 84
Τηλέφωνο:210 3375314-8
Fax: 210 3375001
E-mail:[email protected]
Url: www.aade.gr
ΠΟΛ 1037/2017
ΘΕΜΑ: Απαλλαγή από το τέλος επιτηδεύματος των αλιέων ειδικού κατά αποκοπή καθεστώτος ΦΠΑ, κατά τα πρώτα πέντε (5) έτη από την ημερομηνία τήρησης βιβλίων και ένταξής τους στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ.
Με αφορμή ερωτήματα που έχουν τεθεί στην Υπηρεσία μας, σχετικά με την επιβολή τέλους επιτηδεύματος στους αλιείς ειδικού κατά αποκοπή καθεστώτος ΦΠΑ, σας γνωρίζουμε τα κατωτέρω:
1. Με τις διατάξεις της παρ.3 του άρθρου 31 του ν.3986/2011 (ΦΕΚ 152Α’) ορίζεται ότι, οι ατομικές εμπορικές επιχειρήσεις και οι ασκούντες ελευθέριο επάγγελμα, εξαιρούνται από την καταβολή του τέλους επιτηδεύματος, εφόσον δεν έχουν παρέλθει πέντε (5) έτη από την πρώτη έναρξη εργασιών, καθώς και οι περιπτώσεις ατομικών επιχειρήσεων, εφόσον για τον επιτηδευματία υπολείπονται τρία (3) έτη από το έτος της συνταξιοδότησής του. Ως έτος συνταξιοδότησης νοείται το 65ο έτος της ηλικίας.
2. Με την Απόφαση ΥΠΟΙΚ- ΠΟΛ.1320/30.12.1998, απαλλάσσονταν από την τήρηση βιβλίων και την έκδοση στοιχείων οι επιχειρήσεις παράκτιας αλιείας και σπογγαλιείας που εκμεταλλεύονται σκάφη μέχρι 12 μέτρα μήκος και υπάγονται στο ειδικό κατ’ αποκοπή καθεστώς ΦΠΑ. Με τις ΠΟΛ.1167/2.8.2011 ΑΥΟ και ΠΟΛ.1206/16.9.2014 εγκύκλιο ΓΓΔΕ, απαλλάσσονται, ως μη υπόχρεοι σε τήρηση βιβλίων και έκδοση στοιχείων, οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος ΦΠΑ και οι συμπλοιοκτησίες παράκτιας αλιείας και σπογγαλιείας που εκμεταλλεύονται σκάφη ως 12 μέτρα αντίστοιχα.
3. Με την καθιέρωση των Ελληνικών Λογιστικών Προτύπων (ν. 4308/2014), από 01/01/2015, επήλθαν ορισμένες διαφοροποιήσεις ως προς την τήρηση βιβλίων από ορισμένες κατηγορίες οντοτήτων και καταργήθηκε ρητά κάθε άλλη διάταξη, ερμηνευτική εγκύκλιος ή οδηγία που έχει εκδοθεί βάσει των καταργούμενων διατάξεων ή του προϊσχύοντος Π.Δ. 186/1992. Συνεπώς, η Απόφαση ΥΠΟΙΚ – ΠΟΛ.1320/30.12.1998, έπαψε να ισχύει μετά την 31-12-2014 ως προς τον Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων.
4. Σύμφωνα με τις διατάξεις των ΕΛΠ, οι αλιείς που υπάγονται στο ειδικό καθεστώς κατ’ αποκοπή καταβολής ΦΠΑ του άρθρου 40 του Κώδικα Φ.Π.Α. (ν. 2859/2000), από 01/01/2015 και μετά, είναι πλέον υπόχρεοι σε τήρηση λογιστικών βιβλίων και στην έκδοση στοιχείων, ενώ με το άρθρο 2 της Απόφασης ΓΓΔΕ – ΠΟΛ.1007/9.1.2015, απαλλάσσονται μόνο από την ενημέρωση λογιστικών αρχείων (βιβλία) και με την Απόφαση ΓΓΔΕ – ΠΟΛ.1002/31.12.2014 απαλλάσσονται από τη χρήση ΦΗΜ για την έκδοση αποδείξεων λιανικής.
5. Με την εγκύκλιο ΠΟΛ.1053/17.2.2014 διευκρινίστηκε ότι, για τις ανάγκες εφαρμογής των διατάξεων της παραγρ. 3 του άρθρου 31 του ν. 3986/2011 και όσον αφορά στην εξαίρεση από το τέλος επιτηδεύματος, για τους αγρότες του ειδικού καθεστώτος ΦΠΑ που θα τηρήσουν βιβλία και θα ενταχτούν στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ για πρώτη φορά, η ημερομηνία μεταβολής θεωρείται ως πρώτη έναρξη και από την ημερομηνία αυτή και για τα επόμενα πέντε (5) έτη, θα εξαιρούνται από την επιβολή του τέλους επιτηδεύματος.
6. Κατ’ ανάλογη εφαρμογή των ανωτέρω και για τους αλιείς του ειδικού κατ’ αποκοπή καθεστώτος ΦΠΑ, που πραγματοποίησαν μεταβολή και από 01/01/2015 τηρούν υποχρεωτικά βιβλία και εκδίδουν στοιχεία, έστω κι αν απαλλάχτηκαν από την ενημέρωση των λογιστικών αρχείων (βιβλίων), η ημερομηνία μεταβολής (01/01/2015) θεωρείται για την δραστηριότητα αυτή ως ημερομηνία πρώτης έναρξης, για την εφαρμογή των υπόψη διατάξεων και από την ημερομηνία αυτή και για τα επόμενα πέντε (5) έτη θα εξαιρούνται από την επιβολή του τέλους επιτηδεύματος.
7. Τέλος, επισημαίνεται ότι σύμφωνα με τις διατάξεις του προτελευταίου και τελευταίου εδαφίου της παρ. 3 του άρθ. 31 του ν. 3986/2011 (παρ. 1 του παρόντος), εξαιρούνται από την επιβολή του τέλους επιτηδεύματος οι αλιείς του ειδικού κατ’ αποκοπήν καθεστώτος ΦΠΑ που έχουν κλείσει το 62ο έτος της ηλικίας τους.
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
Γ. ΠΙΤΣΙΛΗΣ
Με ποια λογική κάνουμε πιο απλές τις εγγραφές στα διπλογραφικά βιβλία;
Οι περισσότεροι από τους μαχόμενους συναδέρφους λογιστές σε όλη την επικράτεια είτε πέρασαν στα φοιτητικά τους χρόνια από κάποιο ΑΕΙ-ΤΕΙ, είτε ΙΕΚ, ή ασχολήθηκαν με το αντικείμενο και έμαθαν τη δουλειά στην πράξη, διαπίστωσαν ο καθένας από το μετερίζι του, ότι η δουλειά του λογιστή εκτός από το θεωρητικό υπόβαθρο και τις συνεχώς μεταβαλλόμενες γνώσεις, προϋποθέτει κυρίως εμπειρία στους χειρισμούς και βαθιά κατανόηση του τί κάνουμε, για ποιο λόγο το κάνουμε και πού θέλουμε να οδηγηθούμε μέσα από αυτό!
Μια “σπαζοκεφαλιά” για όλους μας, ήταν, είναι και θα είναι ο τρόπος που έχει ο καθένας από εμάς, ώστε να πραγματοποιεί ορθά τις λογιστικές εγγραφές στα αρχεία της κάθε οντότητας με διπλογραφικά βιβλία, απαντώντας στο μόνιμο ερώτημα του “τί χρεώνω και τί πιστώνω”! Ο κάθε συνάδερφος μπορεί στην πορεία της επαγγελματικής του καριέρας να έχει διαμορφώσει μια συνδυαστική μέθοδο αποτελούμενη από το τί διδάχτηκε στη σχολή που φοίτησε, σε συνδυασμό με το δικό του τρόπο σκέψης, αλλά και από την σωρευμένη εμπειρία που αποκόμισε αντιμετωπίζοντας αρκετές φορές παρόμοια θέματα στη δουλειά του.
Στο σημερινό άρθρο θα προσπαθήσουμε με απλό και κατανοητό τρόπο να παραθέσουμε το βασικό πλαίσιο, σύμφωνα με το οποίο όλοι μας, πραγματοποιούμε τις λογιστικές εγγραφές, αλλά και μια μέθοδο που απλοποιεί αρκετά τη διαδικασία αυτή και μας δίνει μια σιγουριά να ξεπεράσουμε τον πρώτο “σκόπελο”, που δεν είναι άλλος από τους λογαριασμούς που χρεώνονται ή πιστώνονται αντίστοιχα!
Το ΕΓΛΣ διαθέτει ομάδες λογαριασμών, τους οποίους χρησιμοποιούμε για να απεικονίσουμε ορθά τα λογιστικά γεγονότα και στο τέλος της χρήσης να συντάξουμε αξιόπιστα τις οικονομικές καταστάσεις της οντότητας.
Οι ομάδες αυτές είναι οι εξής:
α) ΟΜΑΔΑ 1: ΠΑΓΙΟ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟ
β) ΟΜΑΔΑ 2: ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ
γ) ΟΜΑΔΑ 3: ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΘΕΣΙΜΑ
δ) ΟΜΑΔΑ 4: ΚΑΘΑΡΗ ΘΕΣΗ-ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ-ΜΑΚΡΟΠΡΟΘΕΣΜΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ
ε) ΟΜΑΔΑ 5: ΒΡΑΧΥΠΡΟΘΕΣΜΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ
ζ)ΟΜΑΔΑ 6: ΟΡΓΑΝΙΚΑ ΕΞΟΔΑ ΚΑΤ’ ΕΙΔΟΣ
η) ΟΜΑΔΑ 7: ΟΡΓΑΝΙΚΑ ΕΣΟΔΑ ΚΑΤ’ ΕΙΔΟΣ
θ) ΟΜΑΔΑ 8: ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ
ι) ΟΜΑΔΑ 9: ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ
κ) ΟΜΑΔΑ 0: ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ ΤΑΞΕΩΣ
Η λογική που όλοι μας θυμόμαστε από τα φοιτητικά μας χρόνια είναι η εξής:
- Οι λογαριασμοί ενεργητικού( ΟΜΑΔΕΣ 1,2,3,), όταν αυξάνονται χρεώνονται και όταν μειώνονται πιστώνονται. Για παράδειγμα όταν αγοράζω ένα πάγιο, το πάγιο “αυξάνεται”, άρα χρεώνεται(ομάδα 1) και ο λογαριασμός όψεως της οντότητας μειώνεται, άρα πιστώνεται( ομάδα 3).
- Οι λογαριασμοί παθητικού( ΟΜΑΔΕΣ 4,5), όταν αυξάνονται πιστώνονται και όταν μειώνονται χρεώνονται. Για παράδειγμα όταν χρωστάω σε ένα προμηθευτή μου, αυξάνεται η υποχρέωσή μου προς αυτόν, άρα ο προμηθευτής(ΟΜΑΔΑ 5) θα πιστωθεί.
- Τα έξοδα( ΟΜΑΔΑ 6), όταν αυξάνονται χρεώνονται και όταν μειώνονται πιστώνονται. Για παράδειγμα όταν η οντότητα πραγματοποιεί ένα οποιοδήποτε έξοδο(ΟΜΑΔΑ 6), το έξοδο αυξάνεται άρα χρεώνεται η ομάδα 6.
- Τα έσοδα( ΟΜΑΔΑ 7), όταν αυξάνονται πιστώνονται και όταν μειώνονται χρεώνονται. Για παράδειγμα όταν η οντότητα πραγματοποιεί μια πώληση σε έναν πελάτη της τα έσοδά της αυξάνονται, άρα πιστώνονται(ΟΜΑΔΑ 7).
Στο σημείο αυτό και έχοντας ως αφορμή ένα μεγάλο δάσκαλο από τον οποίο είχα την τιμή να διδαχθώ μέσω σεμιναρίου την λογική αυτή των λογιστικών εγγραφών, θα παραθέσω όσο το δυνατόν πιο απλά μια πολύ “εύπεπτη” μεθοδολογία που απλοποιεί σε μεγάλο βαθμό την καθημερινή μας δουλειά!
Οι λογιστικές εγγραφές σε γενικές γραμμές χωρίζονται σε 2 κατηγορίες:
α)ΤΑΜΕΙΑΚΕΣ ΕΓΓΡΑΦΕΣ: Αναλύονται σε ΕΙΣΠΡΑΞΕΙΣ και σε ΠΛΗΡΩΜΕΣ.
β) ΣΥΜΨΗΦΙΣΤΙΚΕΣ ΕΓΓΡΑΦΕΣ: Αναλύονται σε ΑΓΟΡΕΣ ΕΠΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙ, ΠΩΛΗΣΕΙΣ ΕΠΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙ και ΛΟΙΠΕΣ ΣΥΜΨΗΦΙΣΤΙΚΕΣ ΕΓΓΡΑΦΕΣ.
Α) ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΑΜΕΙΑΚΩΝ ΕΓΓΡΑΦΩΝ:
- ΕΙΣΠΡΑΞΗ= ΧΡΕΩΣΗ ΤΑΜΕΙΟΥ Ή ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΥ ΟΨΕΩΣ
- ΠΛΗΡΩΜΗ= ΠΙΣΤΩΣΗ ΤΑΜΕΙΟΥ Ή ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΥ ΟΨΕΩΣ
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ:
- Εισπράττω από πελάτη μου 100 ευρώ μετρητά, για την εξόφληση τιμολογίου που του είχα εκδόσει.
ΧΡΕΩΣΗ: ΤΑΜΕΙΟ ΜΕΤΡΗΤΩΝ(ΛΟΓ.38.00) 100 ΕΥΡΩ
ΠΙΣΤΩΣΗ: ΠΕΛΑΤΕΣ(ΛΟΓ.30.00) 100 ΕΥΡΩ
2. Πληρώνω στον προμηθευτή μου 100 ευρώ μετρητά για εξόφληση τιμολογίου που μου είχε εκδόσει.
ΧΡΕΩΣΗ: ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΕΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ(ΛΟΓ.50.00) 100 ΕΥΡΩ
ΠΙΣΤΩΣΗ: ΤΑΜΕΙΟ ΜΕΤΡΗΤΩΝ(ΛΟΓ.38.00) 100 ΕΥΡΩ
3. Αγοράζω μετρητοίς από τον προμηθευτή μου, εμπορεύματα αξίας 100 ευρώ πλέον ΦΠΑ 24%.( άρα πληρώνω).
ΧΡΕΩΣΗ: ΑΓΟΡΕΣ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ ΦΠΑ 24%(ΛΟΓ.20.01.00.0024) 100 ΕΥΡΩ
ΧΡΕΩΣΗ: ΦΠΑ ΑΓΟΡΩΝ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ 24% (ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΣ 54.00.20.0024) 100 ΕΥΡΩ
ΠΙΣΤΩΣΗ: ΤΑΜΕΙΟ( ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΣ 38.00) : 100 ΕΥΡΩ
4.Πουλάω εμπορεύματα αξίας 100 ευρώ, πλέον ΦΠΑ 24% μετρητοίς σε πελάτη μου( άρα εισπράττω).
ΧΡΕΩΣΗ: ΤΑΜΕΙΟ ΜΕΤΡΗΤΟΙΣ(ΛΟΓ.38.00) 124 ΕΥΡΩ
ΠΙΣΤΩΣΗ: ΠΩΛΗΣΗ ΕΜΠ/ΤΩΝ ΧΟΝΔΡ.ΜΕ ΦΠΑ 24%(ΛΟΓ.70.00.00.0024) 100 ΕΥΡΩ
ΠΙΣΤΩΣΗ: ΦΠΑ ΠΩΛΗΣΕΩΝ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ 24%(ΛΟΓ.54.00.70.0024) 24 ΕΥΡΩ
Β) ΑΝΑΛΥΣΗ ΣΥΜΨΗΦΙΣΤΙΚΩΝ ΕΓΓΡΑΦΩΝ:
ΒΑΣΙΚΗ ΛΟΓΙΚΗ:
- ΠΑΙΡΝΩ=ΧΡΕΩΝΩ
- ΔΙΝΩ=ΠΙΣΤΩΝΩ
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ:
- Αγορά επί πιστώσει εμπορευμάτων αξίας 1000 ευρώ πλέον ΦΠΑ 24 % 240 ευρώ από τον προμηθευτή μας.( ΑΓΟΡΑ ΕΠΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙ)
ΧΡΕΩΣΗ: ΑΓΟΡΕΣ ΕΜΠ/ΤΩΝ 24%(ΛΟΓ.20.01.00.0024) 1000 ΕΥΡΩ
ΧΡΕΩΣΗ: ΦΠΑ ΑΓΟΡΩΝ ΕΜΠ/ΤΩΝ 24%(ΛΟΓ.54.00.20.0024) 240 ΕΥΡΩ
ΠΙΣΤΩΣΗ: ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΕΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ(ΛΟΓ.50.00) 1240 ΕΥΡΩ
ΛΟΓΙΚΗ: ΠΑΙΡΝΩ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΑ=ΧΡΕΩΝΩ ΑΓΟΡΕΣ ΕΜΠ/ΤΩΝ
2. Πώληση εμπορευμάτων επί πιστώσει αξίας 1000 ευρώ, πλέον ΦΠΑ 24% 240 ευρώ σε πελάτη μας.( ΠΩΛΗΣΗ ΕΠΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙ)
ΧΡΕΩΣΗ: ΠΕΛΑΤΕΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ( ΛΟΓ.30.00) 1240 ΕΥΡΩ
ΠΙΣΤΩΣΗ: ΠΩΛΗΣΕΙΣ ΕΜΠ/ΤΩΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ ΦΠΑ 24%(ΛΟΓ.70.00.00.0024) 1000 ΕΥΡΩ
ΠΙΣΤΩΣΗ: ΦΠΑ ΠΩΛΗΣΕΩΝ ΕΜΠ/ΤΩΝ 24%(ΛΟΓ. 54.00.70.0024) 240 ΕΥΡΩ
ΛΟΓΙΚΗ: ΔΙΝΩ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΑ=ΠΙΣΤΩΝΩ ΠΩΛΗΣΕΙΣ ΕΜΠ/ΤΩΝ
3. Πελάτης μας, μας εξοφλεί Τιμολόγιο δικό μας με επιταγή μεταχρονολογημένη δική του 500 ευρώ.( ΛΟΙΠΕΣ ΣΥΜΨΗΦΙΣΤΙΚΕΣ).
ΧΡΕΩΣΗ: ΕΠΙΤΑΓΕΣ ΕΙΣΠΡΑΚΤΕΕΣ ΜΕΤΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΜΕΝΕΣ(ΛΟΓ.33.90) 500 ΕΥΡΩ
ΠΙΣΤΩΣΗ: ΠΕΛΑΤΕΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ(ΛΟΓ.30.00) 500 ΕΥΡΩ
ΛΟΓΙΚΗ: ΠΑΙΡΝΩ ΕΠΙΤΑΓΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΕΛΑΤΗ=ΧΡΕΩΝΩ ΕΠΙΤΑΓΗ ΕΙΣΠΡΑΚΤΕΑ
4. Εξοφλώ προμηθευτή μου με επιταγή μεταχρονολογημένη δική μου αξίας 800 ευρώ.( ΛΟΙΠΕΣ ΣΥΜΨΗΦΙΣΤΙΚΕΣ ΕΓΓΡΑΦΕΣ)
ΧΡΕΩΣΗ: ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΕΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ(ΛΟΓ.50.00) 800 ΕΥΡΩ
ΠΙΣΤΩΣΗ: ΕΠΙΤΑΓΕΣ ΠΛΗΡΩΤΕΕΣ ΜΕΤΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΜΕΝΕΣ(ΛΟΓ.53.90) 800 ΕΥΡΩ
ΛΟΓΙΚΗ: ΔΙΛΩ ΕΠΙΤΑΓΗ ΣΕ ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΗ=ΠΙΣΤΩΝΩ ΕΠΙΤΑΓΗ ΠΛΗΡΩΤΕΑ
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ:
- Όταν είμαι σε θέση να προσδιορίσω το ένα σκέλος της λογιστικής εγγραφής(είτε χρέωση είτε πίστωση), αυτονόητο είναι ότι έχω βρει όλη την εγγραφή.
- Ο ΦΠΑ, πάει “πακέτο” είτε με τις αγορές είτε με τις πωλήσεις στη χρέωση ή στην πίστωση.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ:
Ελπίζω μέσα από αυτό το άρθρο να “άναψα τη σπίθα” στους νεότερους συναδέρφους, για να “δουν με άλλο μάτι” την διαδικασία των λογιστικών εγγραφών στα διπλογραφικά βιβλία, όπως άλλωστε συνέβη και με μένα…Ο σοφός λαός έλεγε ανέκαθεν ότι το δυσκολότερο πράγμα σε αυτή τη ζωή είναι να νικήσουμε τους φόβους και τις αδυναμίες μας…Άλλωστε ξεκινώντας πάντα από το σημείο που όλοι ονομάζουμε βάση, χτίζουμε σταδιακά το οικοδόμημα, με τελικό στόχο να μην είναι σαθρό, αλλά στέρεο και συμπαγές…
Η λογιστική επιστήμη έχει συγκεκριμένους κανόνες και αρχές…Η δυσκολία στις λογιστικές εγγραφές δεν προέρχεται τόσο από τους λογιστικούς, όσο από τους διαρκώς μεταβαλλόμενους φορολογικούς χειρισμούς.. Το πάντρεμα και των δύο θα οδηγήσει μέσα από το ταξίδι στον τελικό στόχο… την ΙΘΑΚΗ…δηλαδή τις λογιστικές και φορολογικές καταστάσεις…
Καλό μας ταξίδι λοιπόν……
Λογιστικές εγγραφές μισθοδοσίας. Αναλυτικό παράδειγμα! Θεωρητικό και πρακτικό πλαίσιο!
Όλοι οι συνάδερφοι επί καθημερινής βάσης λόγω της φύσης και της πολυπλοκότητας της δουλειάς μας οφείλουμε να διαχειριζόμαστε εκτός από το λογιστικό και φορολογικό κομμάτι και το αντικείμενο των Εργατικών, το οποίο βέβαια αλληλοσυνδέεται άρρηκτα με την “ρουτίνα” των συνηθισμένων λογιστικών εργασιών, μέσα από τις οποίες προκύπτει το “πολυπόθητο” λογιστικό και φορολογητέο αποτέλεσμα.
Στο σημερινό μας άρθρο θα προσπαθήσουμε να αναδείξουμε τις λογιστικές εγγραφές μισθοδοσίας που κάνουμε στα διπλογραφικά βιβλία, κάνοντας παράλληλα τόσο μια σφαιρική ανάλυση στο τι θεωρείται ή όχι μισθός με βάση τις σχετικές διατάξεις, αλλά και αναδεικνύοντας κάποια θέματα-κλειδιά που οφείλουμε να δώσουμε έμφαση!
Ο φορολογικός νόμος 4172/2013 στο άρθρο 12 αναφέρει χαρακτηριστικά:
Αρθρο 12. Εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις:
α) στο πλαίσιο σύμβασης εργασίας, σύμφωνα με το εργατικό δίκαιο,
β) βάσει σύμβασης, προφορικής ή έγγραφης, με την οποία το φυσικό πρόσωπο αποκτά σχέση εξαρτημένης εργασίας με άλλο πρόσωπο, το οποίο έχει το δικαίωμα να ορίζει και να ελέγχει τον τρόπο, το χρόνο και τον τόπο εκτέλεσης των υπηρεσιών,
γ) οι οποίες ρυθμίζονται από τη νομοθεσία περί μισθολογίου και ειδικών μισθολογίων των υπαλλήλων και λειτουργών του Δημοσίου,
δ) ως διευθυντής ή μέλος του ΔΣ εταιρείας ή κάθε άλλου νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας,
ε) ως δικηγόρος έναντι πάγιας αντιμισθίας για την παροχή νομικών υπηρεσιών,
στ) βάσει έγγραφων συμβάσεων παροχής υπηρεσιών ή συμβάσεων έργου, με φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες τα οποία δεν υπερβαίνουν τα τρία (3) ή, εφόσον υπερβαίνουν τον αριθμό αυτόν, ποσοστό εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) του ακαθάριστου εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα προέρχεται από ένα (1) από τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες που λαμβάνουν τις εν λόγω υπηρεσίες και εφόσον δεν έχει την εμπορική ιδιότητα και δεν διατηρεί επαγγελματική εγκατάσταση που διαφέρει από την κατοικία του. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση που ο φορολογούμενος αποκτά εισόδημα από μισθωτή εργασία, σύμφωνα με μία από τις περιπτώσεις α’ έως ε’ του παρόντος άρθρου. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα μπορούν να προβλέπονται περαιτέρω προϋποθέσεις και να καθορίζονται όλες οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή αυτής της περίπτωσης.
α) ημερομίσθιο, μισθός, επίδομα αδείας, επίδομα ασθενείας, επίδομα εορτών, αποζημίωση μη ληφθείσας άδειας, αμοιβές, προμήθειες, επιμίσθια και φιλοδωρήματα,
β) επιδόματα περιλαμβανομένων του επιδόματος κόστους διαβίωσης, του επιδόματος ενοικίου, της αποζημίωσης εξόδων φιλοξενίας ή ταξιδίου,
γ) αποζημίωση εξόδων στα οποία έχει υποβληθεί ο εργαζόμενος ή συγγενικό πρόσωπο του εργαζομένου,
δ) παροχή οποιασδήποτε μορφής που λαμβάνει ο εργαζόμενος πριν την έναρξη της εργασιακής σχέσης,
ε) αποζημιώσεις για τη λύση ή καταγγελία της εργασιακής σχέσης,
στ) συντάξεις που χορηγούνται από κύριο και επικουρικό φορέα υποχρεωτικής ασφάλισης, καθώς και από επαγγελματικά ταμεία που έχουν συσταθεί με νόμο,
ζ) το ασφάλισμα που καταβάλλεται εφάπαξ ή με τη μορφή περιοδικής παροχής στο πλαίσιο ομαδικών ασφαλιστηρίων συνταξιοδοτικών συμβολαίων,
η) κάθε άλλη παροχή που εισπράττεται έναντι υφιστάμενης, παρελθούσας ή μελλοντικής εργασιακής σχέσης.
θ) Ποσοστό έως 35% των κερδών προ φόρων, το οποίο καταβάλλεται από τους Φορείς Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας στους εργαζομένούς τους.
Συνεχίζοντας ως προς τις παροχές σε είδος που υπό προυποθέσεις θεωρούνται εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, στο άρθρο 14 του 4172/2013 αναφέρεται:
Αρθρο 13. Παροχές σε είδος
1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 2, 3, 4 και 5 οποιεσδήποτε παροχές σε είδος που λαμβάνει ένας εργαζόμενος ή συγγενικό πρόσωπο αυτού συνυπολογίζονται στο φορολογητέο εισόδημά του στην αγοραία αξία τους, εφόσον η συνολική αξία των παροχών σε είδος υπερβαίνει το ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ ανά φορολογικό έτος.
2. Η αξία της παραχώρησης ενός οχήματος σε εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο από ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα εντός του φορολογικού έτους, υπολογίζεται ως ποσοστό της Λιανικής Τιμής Προ Φόρων (ΛΤΠΦ) του οχήματος ως εξής:
α) για ΛΤΠΦ από 0 έως 12.000 ευρώ ως ποσοστό τέσσερα τοις εκατό (4%) της ΛΤΠΦ ως επιπλέον ετήσιο εισόδημα,
β) για ΛΤΠΦ από 12.001 έως 17.000 ευρώ ως ποσοστό επτά τοις εκατό (7%) της ΛΤΠΦ ως επιπλέον ετήσιο εισόδημα,
γ) για ΛΤΠΦ από 17.001 έως 20.000 ευρώ ως ποσοστό δεκατέσσερα τοις εκατό (14%) της ΛΤΠΦ ως επιπλέον ετήσιο εισόδημα,
δ) για ΛΤΠΦ από 20.001 έως 25.000 ευρώ ως ποσοστό δεκαοκτώ τοις εκατό (18%) της ΛΤΠΦ ως επιπλέον ετήσιο εισόδημα,
ε) για ΛΤΠΦ πλέον των 25.001 ευρώ ως ποσοστό είκοσι δύο τοις εκατό (22%) της ΛΤΠΦ ως επιπλέον ετήσιο εισόδημα, ανεξάρτητα αν το όχημα ανήκει στην επιχείρηση ή είναι μισθωμένο με οποιονδήποτε τρόπο στα ανωτέρω πρόσωπα. Το ανωτέρω ποσοστό καθενός οχήματος δεν επιμερίζεται σε περισσότερα του ενός πρόσωπα.
Η αξία της παραχώρησης του οχήματος μειώνεται βάσει παλαιότητας ως εξής:
i) 0-2 έτη καμία μείωση
ii) 3-5 έτη μείωση δέκα τοις εκατό (10%)
iii) 6-9 έτη μείωση εικοσι πέντε τοις εκατό (25%)
iv) Από 10 έτη και μετά μείωση πενήντα τοις εκατό (50%).
Από τις διατάξεις του παρόντος εξαιρούνται τα οχήματα που παραχωρούνται αποκλειστικά για επαγγελματικούς σκοπούς και έχουν Λιανική Τιμή Πώλησης προ Φόρων έως 12.000 ευρώ.
Τέλος στο άρθρο 14 του ν.4172/2013 παρατίθενται ξεκάθαρα ποια δεδομένα δεν περιλαμβάνονται στο εισόδημα από μισθωτή εργασία:
Αρθρο 14. Απαλλαγές εισοδήματος από μισθωτή εργασία και συντάξεις:
α) η αποζημίωση εξόδων διαμονής και σίτισης και η ημερήσια αποζημίωση που έχουν καταβληθεί από τον εργαζόμενο αποκλειστικά για σκοπούς της επιχειρηματικής δραστηριότητας του εργοδότη,
β) η αποζημίωση για έξοδα κίνησης που καταβάλλονται από τον εργοδότη για υπηρεσιακούς λόγους, εφόσον αφορούν έξοδα κίνησης που πραγματοποιήθηκαν από τον εργαζόμενο κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας του και αποδεικνύονται από νόμιμα παραστατικά,
γ) το επίδομα αλλοδαπής που χορηγείται σε υπαλλήλους του Υπουργείου Εξωτερικών και των λοιπών δημόσιων πολιτικών υπηρεσιών,
δ) οι κρατήσεις υπέρ των ασφαλιστικών ταμείων, οι οποίες επιβάλλονται με νόμο,
ε) οι ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλει ο εργαζόμενος περιλαμβανομένων των εισφορών εργοδότη και εργαζομένου υπέρ των επαγγελματικών ταμείων που έχουν συσταθεί με νόμο,
στ) η εφάπαξ καταβαλλόμενη παροχή από ταμεία πρόνοιας και ασφαλιστικούς οργανισμούς του Δημοσίου, καθώς και επαγγελματικά ταμεία που έχουν συσταθεί με νόμο στους ασφαλισμένους και τα εξαρτώμενα μέλη του ασφαλισμένου,
ζ) η αξία των διατακτικών σίτισης αξίας έως έξι (6) ευρώ ανά εργάσιμη ημέρα,
η) οι παροχές ασήμαντης αξίας μέχρι του ποσού των είκοσι επτά (27) ευρώ ετησίως,
ι) τα ασφάλιστρα που καταβάλλονται από τον εργαζόμενο ή τον εργοδότη για λογαριασμό του εργαζομένου στο πλαίσιο ομαδικών ασφαλιστηρίων συνταξιοδοτικών συμβολαίων και
ια) τα ασφάλιστρα που καταβάλλονται από τον εργοδότη για την ιατροφαρμακευτική και νοσοκομειακή κάλυψη του υπαλληλικού του προσωπικού ή για την κάλυψη του κινδύνου ζωής ή ανικανότητάς του στο πλαίσιο ασφαλιστηρίου συμβολαίου, μέχρι του ποσού των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ ετησίως ανά εργαζόμενο.
Αφού αναδείξαμε το θεωρητικό πλαίσιο , θα δούμε ένα συγκεκριμένο παράδειγμα ώστε να κατανοήσουμε το λογιστικό χειρισμό των εγγραφών μισθοδοσίας, κάνοντας παράλληλα και τις απαραίτητες υποδείξεις-παρατηρήσεις.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ:(Μισθοδοσία 3/2017)
-Μικτός μισθός: 2000 ευρώ
-Ασφαλιστικές εισφορές εργαζόμενου: 16%*2000=320 ευρώ
-Εργοδοτικές εισφορές: 25,06%*2000=501,20 ευρώ
-Συνολικές ασφαλιστικές εισφορές= 320+501,20=821,20 ευρώ
-ΦΜΥ= 250,19
-Εισφορά αλληλεγγύης= 25,15 ευρώ
-Καθαρές πληρωτέες αποδοχές= 2000-320-250,19-25,15=1404,66
Οι λογιστικές εγγραφές μισθοδοσίας( με βάση τους λογαριασμούς των ΕΓΛΣ που χρησιμοποιούνται και τώρα με τα ΕΛΠ από τους περισσότερους συναδέρφους θα είναι οι εξής:
ΧΡΕΩΣΗ: 60.00.00 ΤΑΚΤΙΚΕΣ ΑΠΟΔΟΧΕΣ 2000,00
ΧΡΕΩΣΗ: 60.03.00 ΕΡΓΟΔΟΤΙΚΕΣ ΕΙΣΦΟΡΕΣ 501,20
ΠΙΣΤΩΣΗ: 53.00.00 ΑΠΟΔΟΧΕΣ ΠΛΗΡΩΤΕΕΣ 1404,66
ΠΙΣΤΩΣΗ: 55.00 ΙΚΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΕΙΣΦΟΡΕΣ 821,20
ΠΙΣΤΩΣΗ: 54.03.00 ΦΜΥ 250,19
ΠΙΣΤΩΣΗ: 54.03.01 ΕΙΣΦΟΡΑ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ 25,15
Επισημάνσεις ως προς τις λογιστικές εγγραφές:
- Το συνολικό κόστος μισθοδοσίας για την οντότητα(μικτές αποδοχές + εργοδοτικές εισφορές, λογίζεται σαν έξοδο στα βιβλία, ανεξαρτήτως αν πληρώθηκε ή όχι.( λογ.60.00 και 60.03) και είναι η χρέωση της εγγραφής.
- Η πίστωση της εγγραφής δημιουργεί κάποιες υποχρεώσεις στην οντότητα. Υποχρέωση να αποδώσει στον εργαζόμενο τις καθαρές πληρωτέες αποδοχές του(λογ.53.00), στο ΙΚΑ τις ασφαλιστικές εισφορές που αναλογούν σε εργαζόμενο και εργοδότη( λογ.55.00). Επίσης υποχρέωση απόδοσης του παρακρατούμενου φόρου μισθωτών υπηρεσιών-ΦΜΥ(λογ.54.03.00), αλλά και της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης(λογ.54.03.001).
- Οι υποχρεώσεις που όπως είδαμε δημιουργούνται, όταν πληρώνονται από την οντότητα, χρεώνονται και κλείνουν, με αντίστοιχη πίστωση του λογαριασμού 38.03(καταθέσεις όψεως). Αν δεν πληρωθούν παραμένουν πιστωμένες, θυμίζοντάς μας την υποχρέωση που έχουμε να τις καταβάλλουμε.
- Αν δοθεί προκαταβολή μισθού π.χ 500 ευρώ η λογιστική εγγραφή που θα πρέπει να πραγματοποιήσουμε είναι:
-Απόδειξη πληρωμής προς εργαζόμενο 500 ευρώ(15/3/2017)
ΧΡΕΩΣΗ: 33.00.00 ΠΡΟΚΑΤΑΒΟΛΕΣ ΣΕ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ: 500,00
ΠΙΣΤΩΣΗ: 38.03 ΚΑΤΑΘΕΣΕΙΣ ΟΨΕΩΣ: 500,00
Συνεπώς αν δοθεί προκαταβολή όπως είπαμε, η εγγραφή λογισμού μισθοδοσίας θα διαμορφωθεί ως εξής:
ΧΡΕΩΣΗ: 60.00.00 ΤΑΚΤΙΚΕΣ ΑΠΟΔΟΧΕΣ: 2000,00
ΧΡΕΩΣΗ: 60.03.00 ΕΡΓΟΔΟΤΙΚΕΣ ΕΙΣΦΟΡΕΣ: 501,20
ΠΙΣΤΩΣΗ: 33.00.00 ΠΡΟΚΑΤΑΒΟΛΕΣ ΣΕ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ: 500,00
ΠΙΣΤΩΣΗ: 53.00.00 ΑΠΟΔΟΧΕΣ ΠΛΗΡΩΤΕΕΣ: 904,66
ΠΙΣΤΩΣΗ: 55.00. ΙΚΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΕΙΣΦΟΡΕΣ: 821,20
ΠΙΣΤΩΣΗ: 54.03.00 ΦΜΥ 250,19
ΠΙΣΤΩΣΗ: 54.03.01 ΕΙΣΦΟΡΑ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ: 25,15
Μεγάλη προσοχή πρέπει να δίνεται στις περιπτώσεις της προκαταβολής μισθού άνω των 3 μηνών, που αντιμετωπίζεται όπως είδαμε και παραπάνω ως δάνειο. Ως επιτόκιο λαμβάνεται το χαμηλότερο από τα επιτόκια κάθε κατηγορίας δανείου από αυτές που περιγράφονται στους πίνακες της Τράπεζας της Ελλάδος, όπως ισχύουν κατά το μήνα χορήγησης της προκαταβολής( ΠΟΛ 1034/30-01-2014).
Το “ταξίδι” της λογιστικής μας αναζήτησης συνεχίζεται…Καλή δύναμη σε όλους τους μαχόμενους συναδέρφους…
ΔΟΥΚΕΡΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ
ΛΟΓΙΣΤΗΣ-ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΟΣ-ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ
Νόμιμες κατώτατες αποδοχές-Πότε ο εργαζόμενος πρέπει να αμείβεται με μισθό και πότε με ημερομίσθιο!
Όπως ρητά προκύπτει από τη διάταξη, ο νόμιμος κατώτατος μισθός εφαρμόζεται στον εργαζόμενο που έχει την ιδιότητα του υπαλλήλου, ενώ το κατώτατο ημερομίσθιο εφαρμόζεται στον εργαζόμενο που έχει την ιδιότητα του εργατοτεχνίτη.
Το κύριο και βασικό κριτήριο για την ιδιότητα των μισθωτών ως υπαλλήλων ή εργατοτεχνιτών (εκτός εκείνων που διέπονται από ειδικούς νόμους) παρέχεται από τη διάταξη του άρθρου 1 του Ν.Δ 2655/53 καθώς επίσης από την πάγια Νομολογία των Δικαστηρίων.
Έτσι η διάκριση των εργαζομένων μεταξύ υπαλλήλων και εργατοτεχνιτών γίνεται βάσει αντικειμενικών κριτηρίων ανάλογα με τη φύση της παρεχόμενης εργασίας , εάν δηλαδή προέχει κυρίως το πνευματικό ή το σωματικό (χειρωνακτικό) στοιχείο κατά την εκτέλεσή της. Υπάλληλος θεωρείται ο μισθωτός που παρέχει αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο πνευματική εργασία, ενώ ο εργάτης είναι ο μισθωτός που αντίθετα , παρέχει την εργασία του αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο καταβάλλοντας σωματική δύναμη.
Ο τρόπος αμοιβής που έχει συμφωνηθεί είτε στην ατομική σύμβαση ,είτε όπως αυτός προβλέπεται σε συλλογικές συμβάσεις οι οποίες δεν ισχύουν πλέον και δεν εφαρμόζονται, δεν ασκεί επιρροή για τον χαρακτηρισμό του μισθωτού ως υπαλλήλου ή εργατοτεχνίτη. Καμία επίσης σημασία δεν έχει ο χαρακτηρισμός του μισθωτού ως υπαλλήλου ή εργατοτεχνίτη , στη σύμβαση εργασίας.
Στο εργατικό δίκαιο υπάρχουν διάφοροι ειδικοί τυπικοί ή ουσιαστικοί νόμοι, με τους οποίους προσδίδεται σε κατηγορίες εργαζομένων η ιδιότητα του υπαλλήλου.
Έτσι υπάλληλοι χαρακτηρίζονται:
– Οι ηλεκτροτεχνίτες ,ραδιοτεχνίτες , περιελιγκτές και ηλεκτροσυγκολλητές (Ν.Δ 3763/57)
– Οι θερμαστές ξηράς (Ν.Δ 3763/57)
– Οι πτυχιούχοι της Σχολής Τουριστικών Επαγγελμάτων Ο.Τ.Ε.Κ (Α.Ν 567/37).
– Οι κατώτεροι υγειονομικοί (Α.Ν 199/36)
– Οι φοροτεχνικοί (ΑΝ 759/37)
– Οι ξενοδοχοϋπάλληλοι σύμφωνα με το άρθρο 29 του Ν.Δ 3430/57, χαρακτηρίζονται ως υπάλληλοι ,εφόσον έχουν πτυχίο τουριστικής ή ξενοδοχειακής σχολής και διετή υπηρεσία σε ξενοδοχείο.
Λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις του άρθρου 2 του Ν.Δ 3755/57, της Υ.Α 8900/46, της Υ.Α 25825/51, του άρθρου 5 της ΕΓΣΣΕ 26/02/1975 σε συνδυασμό με το άρθρο 6 της ΕΓΣΣΕ 14/02/1984 ,και την νομολογία των Δικαστηρίων (Α.Π 1117/07, ΑΠ 1741/84 κ.λ.π) έχει καθιερωθεί ως γενική αρχή του δικαίου ότι
– Ο μισθωτός που αμοίβεται με μηνιαίο μισθό (υπάλληλος) δικαιούται να λάβει κάθε μήνα τον μισθό του, ανεξαρτήτως του αριθμού των εργασίμων ημερών του μηνός και αντιστοιχεί σε 25 εργάσιμες ημέρες.
– Ο μισθωτός που αμοίβεται με ημερομίσθια (εργατοτεχνίτης), λαμβάνει κάθε μήνα τόσα ημερομίσθια όσες και οι ημέρες που εργάσθηκε , υπολογιζόμενης και της έκτης ημέρας κάθε εβδομάδας σε περίπτωση πενθήμερης απασχόλησης, καθώς και των 6 επίσημων αργιών του Ν.Δ 3755/57.
– Ο μηνιαίος μισθός σε αυτή την περίπτωση υπολογίζεται με τον πολλαπλασιασμό του ημερομισθίου επί 26.
Επομένως , αν για παράδειγμα ένας εργαζόμενος με την ιδιότητα του υπαλλήλου αμοίβεται με τον νομοθετικώς καθοριζόμενο μισθό χωρίς προϋπηρεσία άνω των 25 ετών, 586,08 ευρώ, το ημερομίσθιο του είναι (586,08 διαίρεση με 25 ) 23,44 ευρώ, εμφανώς μικρότερο από το κατώτατο νομοθετικώς καθοριζόμενο ημερομίσθιο σύμφωνα με το οποίο θα πρέπει να αμοίβεται ένας εργαζόμενος χωρίς προϋπηρεσία ,άνω των 25 ετών που έχει την ιδιότητα όμως του εργατοτεχνίτη και το οποίο ορίζεται σε 26,18 ευρώ .
Ο δε υπολογισμός του μηνιαίου μισθού του εργατοτεχνίτη, γίνεται κατά βάση με τον πολλαπλασιασμό του ημερομισθίου 26,18 επί 26 ημέρες εργασίας, δηλαδή 680,68 ευρώ.
Είναι προφανές ότι αν οι αποδοχές του εργατοτεχνίτη (εργάτης γενικών καθηκόντων, προσωπικό καθαριότητας, προσωπικό φύλαξης κ.λ.π )υπολογισθούν με βάση τον κατώτατο μισθό 586,08 ,τούτο έρχεται σε αντίθεση με τη σχετική διάταξη του Ν.4093/2012, και έτσι προκύπτουν δεδουλευμένες διαφορές που πρέπει να καταβληθούν επιπλέον στον εργαζόμενο, καθώς και επιπλέον ασφαλιστικές εισφορές που θα πρέπει να καταβληθούν στον ασφαλιστικό φορέα με όλες τις συνέπειες της εκπρόθεσμης καταβολής αυτών.
ΒΑΣΙΛΗΣ ΤΡΑΪΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΚΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ
Αναγκαστική είσπραξη ληξιπρόθεσμων χρεών ελλήνων φορολογούμενων στην Ευρωπαϊκή Ένωση!
Το γεγονός ότι πολλοί Έλληνες έχουν φυγαδέψει την κινητή τους περιουσία σε ‘ασφαλείς’ οικονομικά χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης προ της επιβολής των capital controls δεν μπορεί να το αρνηθεί κανείς. Το αποδεικνύουν τα δημοσιευμένα από την Τράπεζα της Ελλάδος στατιστικά στοιχεία. Πολλοί από αυτούς μάλιστα βρίσκονται – ή σύντομα θα βρεθούν – στο μικροσκόπιο των ελεγκτικών μηχανισμών του Υπουργείου Οικονομικών. Σε αυτούς θα προσθέσουμε και όσους έλαβαν νόμιμα ή παράνομα επιδοτήσεις τις οποίες δεν επένδυσαν ως όφειλαν αλλά μετέφεραν τα χρήματα σε λογαριασμούς του εξωτερικού. Άλλοι πάλι, έχοντας σωρεύσει υπέρογκα ληξιπρόθεσμα χρέη, μετεγκαταστάθηκαν πραγματικά ή εικονικά επίσης σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και στις τρεις περιπτώσεις κοινός παρονομαστής, σε επίπεδο ψυχολογικό, είναι το γεγονός ότι πλέον νιώθουν άτρωτοι από τα μέτρα αναγκαστικής είσπραξης που προβλέπει ο Ν 4174/2013.
Η αντίληψη αυτή είναι λανθασμένη. Ουδείς μπορεί να διαφύγει της πληρωμής των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του προς το Δημόσιο. Αυτό δεν ισχύει μόνο για τους έλληνες φορολογούμενους. Ισχύει σε παγκόσμια κλίμακα. Ειδικά δε στην Ευρωπαϊκή Ένωση υφίσταται στιβαρό θεσμικό πλαίσιο που διευκολύνει τα κράτη – μέλη να περιορίσουν τις δημοσιονομικές τους απώλειες και να εφαρμόζουν τον εθνικό τους Κώδικα είσπραξης δημοσίων εσόδων ενιαία και χωρίς διακρίσεις, σε όλους τους νόμω σε καταβολή φόρων, τελών ή προστίμων υπόχρεους, ακόμα και εισπράττοντας αναγκαστικά εκτός της Επικράτειας (τόπος βεβαίωσης οφειλής).
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ
Οι ρυθμίσεις για την αμοιβαία συνδρομή μεταξύ των κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα της αναγκαστικής είσπραξης που προέκυπταν από ενέργειες οι οποίες αποτελούσαν μέρος του συστήματος χρηματοδοτήσεως του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Προσανατολισμού και Εγγυήσεων καθώς και από γεωργικές εισφορές και δασμούς θεσπίστηκαν αρχικά με την οδηγία 76/308/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 15ης Μαρτίου 1976.
Η εν λόγω οδηγία καθώς και οι τροποποιητικές αυτής πράξεις κωδικοποιήθηκαν με την οδηγία 2008/55/ΕΚ του Συμβουλίου της 26ης Μαΐου 2008, για την αμοιβαία συνδρομή για την είσπραξη απαιτήσεων σχετικών με ορισμένες εισφορές, δασμούς, φόρους και άλλα μέτρα .
Με τον τρόπο αυτό επιτεύχθηκε η πρώτη αλλά ωστόσο ανεπαρκής όπως αποδείχθηκε εν τοις πράγμασι προσπάθεια σύγκλισης των ισχυόντων εθνικών κανόνων. Κρίθηκε λοιπόν αναγκαία αφενός η διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής της αρχικής οδηγίας κι αφετέρου η καθιέρωση σαφέστερων και ακριβέστερων κανόνων που :
α) θα διευκόλυναν τον συντονισμό στην ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών χωρίς ωστόσο να επηρεάσουν την αρμοδιότητα αυτών όσον αφορά τον καθορισμό των μέτρων αναγκαστικής είσπραξης, όπως αυτά αναλυτικά απαριθμούνται και αναλύονται στην εκάστοτε εθνική νομοθεσία,
β) θα εξασφάλιζαν ότι καλύπτονταν το συνεχώς διευρυνόμενο φάσμα των νομικών μορφωμάτων, αλλά και κάθε νέο μέσο που ενδέχεται να συστήσουν οι φορολογούμενοι
και γ) θα επέτρεπαν να λαμβάνονται υπόψη όλες οι μορφές που μπορούν να λάβουν οι απαιτήσεις των δημοσίων αρχών σχετικά με φόρους, δασμούς, εισφορές, επιστροφές και παρεμβάσεις, συμπεριλαμβανομένων όλων των χρηματικών απαιτήσεων κατά του οικείου φορολογούμενου ή κατά τρίτου διαδόχου ή συνυπόχρεου .
Σε όλη αυτή τη διαδικασία δεν έπρεπε να παραβλεφθούν τα δικαιώματα των καθ΄ ων η αναγκαστική εκτέλεση όπως και η απόλυτη τήρηση της αρχής της ασφάλειας δικαίου. Η σχετική εθνική νομολογία (κυρίως ολλανδικών και γερμανικών δικαστηρίων) κατέδειξε πως οι οφειλέτες – φορολογούμενοι εγείρουν μέχρι σήμερα αντιρρήσεις κατά της διαδικασίας, οι οποίες σε ορισμένες περιπτώσεις ξεπερνούν την συνήθη παρελκυστική τακτική με σκοπό την έστω προσωρινή αναστολή της διαδικασίας αναγκαστικής είσπραξης. Έτσι λοιπόν χρειάσθηκε σοβαρός επαναπροσδιορισμός βασικών δικονομικών παραμέτρων.
Αρχικά εκδόθηκε η οδηγία 2010/24/ΕΕ του Συμβουλίου της 16ης Μαρτίου 2010 περί αμοιβαίας συνδρομής για την είσπραξη απαιτήσεων σχετικών με φόρους, δασμούς και άλλα μέτρα, ο οποίος τέθηκε σε εφαρμογή την 1η Ιανουαρίου 2012.
Ακολούθησε ο με αριθμό 1189/2011/ΕΕ εκτελεστικός κανονισμός της Επιτροπής της 18ης Νοεμβρίου 2011 ο οποίος συμπλήρωσε ως προς τις τεχνικές της λεπτομέρειες τη νέα οδηγία.
Το Ελληνικό Κοινοβούλιο ενσωμάτωσε την οδηγία στην εθνική μας νομοθεσία στα άρθρα 295 έως 319 του ν.4072/2012 (σχετική η ΠΟΛ.1120/27.5.2013 καθώς και η 372/2014 γνωμοδότησή του ΝΣΚ που κατά τη γνώμη μας εκδόθηκε εκ περισσού) .
ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
Η οδηγία 2010/24/ΕΕ ισχύει για απαιτήσεις που αφορούν :
α) όλους τους φόρους και τους δασμούς, οι οποίοι επιβάλλονται από τα κράτη μέλη ή τις εδαφικές ή τις διοικητικές τους υποδιαιρέσεις, συμπεριλαμβανομένων των τοπικών αρχών, ή για λογαριασμό τους, ή για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
β) επιστροφές, παρεμβάσεις και άλλα μέτρα στο πλαίσιο του συστήματος ολικής ή μερικής χρηματοδότησης του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ) και του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου για την Αγροτική Ανάπτυξη (ΕΓΤΑΑ), συμπεριλαμβανομένων ποσών που πρέπει να συλλεχθούν σε σχέση με τις εν λόγω ενέργειες,
γ) εισφορές και άλλα τέλη που προβλέπονται στο πλαίσιο της κοινής οργάνωσης αγοράς για τον τομέα της ζάχαρης,
δ) διοικητικές κυρώσεις, πρόστιμα, τέλη και προσαυξήσεις σχετικά με απαιτήσεις για τις οποίες είναι δυνατόν να ζητηθεί αμοιβαία συνδρομή σύμφωνα με τα α έως γ, που επιβάλλονται από τις αρμόδιες διοικητικές αρχές για την επιβολή των σχετικών φόρων ή δασμών ή για τη διεξαγωγή σχετικών διοικητικών ερευνών ή επιβεβαιώνονται από διοικητικά ή δικαστικά όργανα κατ’ αίτηση των προαναφερόμενων διοικητικών αρχών,
ε) τέλη για πιστοποιητικά και συναφή έγγραφα που εκδίδονται στο πλαίσιο διοικητικών διαδικασιών οι οποίες αφορούν φόρους και δασμούς,
στ) τόκους και δαπάνες που συνδέονται με τις απαιτήσεις για τις οποίες είναι δυνατόν να ζητηθεί αμοιβαία συνδρομή σύμφωνα με τα α, β, γ, δ και ε (στα κονδύλια αυτά θα πρέπει να συνυπολογίσουμε και τα έξοδα με τα οποία επιβαρύνθηκε, σύμφωνα με τις νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις του , το Κράτος Β).
Διευκρινίζουμε πως στα ανωτέρω δεν περιλαμβάνονται :
– υποχρεωτικές εισφορές κοινωνικής ασφάλισης πληρωτέες προς το κράτος μέλος ή μια υποδιαίρεση του κράτους μέλους ή προς τα ιδρύματα κοινωνικών ασφαλίσεων δημοσίου δικαίου,
– τέλη έκδοσης που δεν αναφέρονται στα δ, ε και στ ,
– οφειλές συμβατικής φύσης, όπως για την παροχή κοινωφελών υπηρεσιών,
– ποινικές κυρώσεις που επιβάλλονται στο πλαίσιο ποινικής δίωξης ή άλλες ποινικές κυρώσεις που δεν καλύπτονται από το δ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΊΑ
α- αίτηση είσπραξης
Η διαδικασία ενεργοποιείται τη στιγμή που το Κράτος Α (αιτούσα Αρχή) διαβιβάζει τυποποιημένη αίτηση στο Κράτος Β (αποδέκτρια Αρχή) το οποίο υποχρεούται να εισπράξει τις απαιτήσεις εντός της Επικράτειάς του.
Μαζί με την αίτηση συνυποβάλλονται και όλες οι χρήσιμες πληροφορίες που αναφέρονται στην υπόθεση, η οποία αποτελεί την αιτία της αίτησης είσπραξης.
Το κυριότερο όλων, η αίτηση συνοδεύεται από τον τίτλο (ενιαίος τίτλος) που αποτελεί τη μοναδική βάση των μέτρων είσπραξης και των ασφαλιστικών μέτρων που θα ληφθούν στο Κράτος Β. Δεν υπόκειται σε διαδικασία αναγνώρισης (αλλοδαπής απόφασης), συμπλήρωσης ή αντικατάστασης, εκτός εάν όργανο ή εθνικό δικαστήριο – είτε του Κράτους Α είτε του Κράτους Β – επιληφθεί της υποθέσεως κατά τα όσα περιγράφονται παρακάτω και διατάξει διαφορετικά.
Περιέχει κατ΄ ελάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:
– πληροφορίες σχετικά με τον προσδιορισμό του αρχικού τίτλου (μπορεί να αφορά μία ή περισσότερες απαιτήσεις) που επιτρέπει την εκτέλεση, περιγραφή της απαίτησης, που περιλαμβάνει τη φύση της, το χρονικό διάστημα που καλύπτεται από την απαίτηση, τυχόν σημαντικές ημερομηνίες της διαδικασίας εκτέλεσης καθώς και το ποσό της απαίτησης και τις διάφορες συνιστώσες του, όπως το κεφάλαιο και οι δεδουλευμένοι τόκοι κ.λπ.
– όνομα και λοιπά στοιχεία σχετικά με τον προσδιορισμό της ταυτότητας του οφειλέτη, του συνοφειλέτη ή συνυπόχρεου για τη διευθέτηση του φόρων, των δασμών κλπ καθώς και τα στοιχεία οποιουδήποτε τρίτου φυσικού ή νομικού προσώπου το οποίο κατέχει περιουσιακά στοιχεία τα οποία ανήκουν σε, ή έχει οφειλές προς, ένα από τα πρόσωπα που προαναφέρθηκαν
– όνομα, διεύθυνση και άλλες λεπτομέρειες επαφής όσον αφορά τόσο την Υπηρεσία του Κράτους Α που είναι αρμόδια για την βεβαίωση της απαίτησης και, εφόσον διαφέρει, την Υπηρεσία παροχής περαιτέρω πληροφοριών σχετικά με την απαίτηση ή σχετικά με τις δυνατότητες αμφισβήτησης της υποχρέωσης καταβολής.
β- προϋποθέσεις
Το Κράτος Α οφείλει να έχει ήδη κινήσει τις προβλεπόμενες από την εθνική του νομοθεσία διαδικασίες αναγκαστικής είσπραξης εκτός εάν :
– είναι πρόδηλο ότι δεν υπάρχουν περιουσιακά στοιχεία προς είσπραξη στο Κράτος Α ή οι εν λόγω διαδικασίες δεν θα καταλήξουν στην πλήρη εξόφληση της απαίτησης, και το Κράτος Α έχει συγκεκριμένες πληροφορίες που καταδεικνύουν ότι το συγκεκριμένο πρόσωπο διαθέτει περιουσιακά στοιχεία στο Κράτος Β
– η προσφυγή στις διαδικασίες αυτές στο Κράτος Α θα δημιουργούσε δυσανάλογες δυσχέρειες.
– η απαίτηση και/ή ο τίτλος που επιτρέπει την εκτέλεσή της στο Κράτος Α αμφισβητείται εντός επικράτειας σύμφωνα με όσα ορίζονται στην εθνική του νομοθεσία
Το Κράτος Β μπορεί αιτιολογημένα ν΄ αρνηθεί την παροχή συνδρομής εφόσον:
– ενδέχεται η είσπραξη της απαίτησης, λόγω της καταστάσεως του οφειλέτη, να δημιουργήσει σοβαρές οικονομικές ή κοινωνικές δυσχέρειες στο Κράτος Β με την προϋπόθεση ότι, οι εθνικές νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις και οι διοικητικές πρακτικές επιτρέπουν την εξαίρεση αυτή για εθνικές απαιτήσεις.
– η αίτηση αφορά απαιτήσεις παλαιότερες των πέντε ετών, που είτε χρονολογούνται από την ημερομηνία κατά την οποία κατέστη ληξιπρόθεσμη και μη αμφισβητήσιμη δικαστικά η απαίτηση στο Κράτος Α έως την ημερομηνία κατά την οποία υπεβλήθη η αρχική αίτηση συνδρομής, είτε έχει χωρέσει ρύθμιση χρέους (στην περίπτωση αυτή η πενταετής προθεσμία νοείται ότι άρχεται από τη στιγμή που εκπνέει η συνολική προθεσμία πληρωμής).
– εάν το συνολικό ποσό των απαιτήσεων, για το οποίο ζητείται συνδρομή, είναι μικρότερο των 1.500 EUR.
ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΚΑΙ ΕΙΣΠΡΑΞΗ ΑΠΑΙΤΗΣΗΣ
α) Στα πλαίσια της αναγκαστικής εκτέλεσης το Κράτος Β ασκεί τις προβλεπόμενες από τις νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές εθνικές του διατάξεις εξουσίες και διαδικασίες που ισχύουν σχετικά με τον ίδιο ή, απουσία ιδίου, παρόμοιο φόρο ή δασμό. Στην περίπτωση όμως που το Κράτος Β θεωρεί ότι δεν επιβάλλονται στο έδαφός του οι ίδιοι ή παρόμοιοι φόροι ή δασμοί, ασκεί τις εξουσίες και τις διαδικασίες που προβλέπονται από τις νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές εθνικές διατάξεις που ισχύουν για απαιτήσεις σχετικά με το φόρο προσωπικού εισοδήματος.
Το Κράτος Β αφενός εισπράττει την απαίτηση στο δικό του νόμισμα κι αφετέρου επιβάλλει τόκους υπερημερίας (η τοκογονία τρέχει από την ημέρα που παραλαμβάνει την αίτηση) σύμφωνα με τις εθνικές του νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις. Αυτό σημαίνει πρακτικά πως ενδέχεται η εθνική του νομοθεσία να επιτρέπει την ρύθμιση σε δόσεις ή εντός ρητά τασσόμενης προθεσμίας.
β) Εφόσον το Κράτος Α το ζητήσει αιτιολογημένα κι εγγράφως με δεδομένο ότι κάτι τέτοιο προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο και διοικητικές πρακτικές σε παρεμφερείς καταστάσεις του Κράτους Β, το τελευταίο λαμβάνει ασφαλιστικά μέτρα .
ΕΠΙΛΥΣΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Αρμόδια δικαστήρια – όργανα σχετικά με την επίλυση θεμάτων που αφορούν την απαίτηση, τον αρχικό τίτλο, ή τον ομοιόμορφο τίτλο (που επιτρέπει την εκτέλεση στο Κράτος Β) και διαφορές σχετικά με το κύρος της κοινοποίησης από την αρμόδια αρχή του Κράτους Α είναι τα εθνικά δικαστήρια – όργανα του Κράτους Α.
Αντίθετα, για τις διαφορές σχετικά με τα μέτρα εκτέλεσης τα οποία ελήφθησαν στο Κράτος Β ή σχετικά με την εγκυρότητα της κοινοποίησης της αρμόδιας αρχής του Κράτους Β, αρμόδια δικαστήρια – όργανα είναι αυτά του Κράτους Β. Στην περίπτωση αυτή εφαρμοστέο δίκαιο είναι αυτό του Κράτους Β.
ΘΕΜΑΤΑ ΠΑΡΑΓΡΑΦΗΣ
Εφαρμοστέο δίκαιο είναι αυτό του Κράτους Α.
Θα πρέπει ωστόσο να δώσουμε ιδιαίτερη προσοχή στα ακόλουθα :
– όσον αφορά την αναστολή, διακοπή ή παράταση της προθεσμίας παραγραφής, οι πράξεις είσπραξης που πραγματοποιούνται από το Κράτος Β και έχουν ως αποτέλεσμα την αναστολή, διακοπή ή παράταση της προθεσμίας παραγραφής κατά το δίκαιο που ισχύει στο Κράτος Β, θεωρείται ότι έχουν το ίδιο αποτέλεσμα στο Κράτος Α, υπό την προϋπόθεση ότι προβλέπεται η αντίστοιχη διάταξη δυνάμει του δικαίου που ισχύει σε αυτό το κράτος μέλος.
Εάν το δίκαιο που ισχύει στο Κράτος Β δεν προβλέπει τη δυνατότητα αναστολής, διακοπής ή παράτασης της προθεσμίας παραγραφής, οι πράξεις είσπραξης που πραγματοποιούνται από αυτό , εάν είχαν πραγματοποιηθεί από το Κράτος Α θα είχαν ως αποτέλεσμα την αναστολή, διακοπή ή παράταση της προθεσμίας παραγραφής κατά το δίκαιο που ισχύει στο Κράτος Α, θεωρούνται, όσον αφορά αυτό το αποτέλεσμα, ότι έχουν πραγματοποιηθεί σε αυτό το τελευταίο κράτος.
Κλείνοντας θα θέλαμε να αναφέρουμε ότι η προθεσμία του άρθρου 57 παρ. 1 του Ν 4446/2016 εκπνέει την 31η Μαΐου, πριν δηλαδή εκδώσει η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας απόφαση σχετικά με το ποιές θεωρούνται τελικά παραγεγραμμένες χρήσεις και ποιές όχι. Οι φορολογούμενοι στους οποίους αναφερθήκαμε στην αρχή του άρθρου μας θα έπρεπε να επαναπροσδιορίσουν την φορολογική στρατηγική που έχουν χαράξει. Το Ελληνικό Δημόσιο αργά ή γρήγορα θα κάνει χρήση των δυνατοτήτων που η ενσωματωμένη πλέον στο ελληνικό δίκαιο οδηγία του δίνει και θα επιδιώξει την αναγκαστική είσπραξη των ληξιπρόθεσμων χρεών εκτός Επικράτειας. Το ποιός διατηρεί τι και μάλιστα με ακρίβεια ως προς το είδος και την ποσότητα εκτός συνόρων είναι ήδη γνωστό στον ελεγκτικό μηχανισμό.
ΝΕΝΑ Π. ΔΙΟΝΥΣΟΠΟΥΛΟΥ
ΠΗΓΗ: TAXHEAVEN.GR
ΕΠΙΔΟΜΑ ΓΑΜΟΥ! Πλήρης ανάλυση διατάξεων!
Ένα πολυσυζητημένο θέμα που απασχόλησε τα τελευταία χρόνια το σύνολο των επιχειρήσεων του ιδιωτικού τομέα είναι αν ένας εργαζόμενος δικαιούται και υπό ποιες προϋποθέσεις το επίδομα γάμου, μετά και τις αλλεπάλληλες αλλαγές στην εργατοασφαλιστική νομοθεσία.
Ο νόμος 435/1976 στο άρθρο 16 αναφέρει:
Κυρούται η παρ. 2 της υπ’ αριθ. 10/1976 αποφάσεως του Δευτεροβαθμίου Διοικητικού Διαιτητικού Δικαστηρίου Αθηνών, κηρυχθείσης εκτελεστής δια της υπ’ αριθ. 21378/4372 από 17 Μαΐου 1976 αποφάσεως του Υπουργού Απασχολήσεως (δημοσιευθείσης εις το υπ’ αριθ. 671, τεύχος Β΄ της 20.5.1976 ΦΕΚ), αφ’ ης η απόφασις αύτη ετέθη εν ισχύι ήτοι από 13ης Φεβρουαρίου 1976, το κείμενον της οποίας έχει ως ακολούθως:
Επίδομα γάμου:
α) Εις τους μισθωτούς, ανεξαρτήτως φύλου, συνεστώτος του γάμου χορηγείται επίδομα γάμου εκ 5 %, υπό την προϋπόθεσιν ότι ο έτερος των συζύγων δεν ασκεί βιοποριστικόν επάγγελμα ή δεν συνταξιοδοτείται.
β) Το επίδομα γάμου υπολογίζεται επί του κατωτάτου ορίου του βασικού μισθού ή βασικού ημερομισθίου, του οριζομένου υπό της εκάστοτε εν ισχύι οικείας συλλογικής συμβάσεως, αποφάσεως διαιτησίας ή άλλης διατάξεως και δεν συμψηφίζεται προς τας τυχόν υπερτέρας των κατωτάτων ορίων πράγματι καταβαλλομένας αποδοχάς. Συμψηφίζεται όμως εις τούτο το τυχόν καταβαλλόμενον επίδομα γάμου ή συζύγου.
γ) Ο γάμος, ως και η συνδρομή της κατά την υπό παράγραφον α’ προϋποθέσεως, αποδεικνύεται δια δηλώσεως του μισθωτού κατά τον τύπον του Ν.Δ. 105/69, κατατιθεμένης εις τον εργοδότην, κατά την πρόσληψιν ή συνεστώτος του γάμου. Ο εργοδότης δικαιούται προς επιβεβαίωσιν της διαρκούς συνδρομής της προϋποθέσεως της υποπαραγράφου α’ να αξιοί καθ’ έκαστον ημερολογιακόν έτος την βολήν της κατά τα ανωτέρω δηλώσεως.
δ) Συλλογικαί συμβάσεις εργασίας, αποφάσεις διαιτησίας ή άλλαι διατάξεις προβλέπουσαι την χορήγησιν επιδόματος γάμου, εις ποσοστόν ή πάγιον ποσόν, δεν θίγονται δια της παρούσης, εξακολουθούσαι να ισχύουν και να διέπουν τα της παροχής του επιδόματος τούτου, εφ’ όσον: αα) προβλέπουν την παροχήν τούτου εις τους μισθωτούς αμφοτέρων των φύλων και ββ) το βάσει αυτών οφειλόμενον ποσόν επιδόματος γάμου είναι υπέρτερον του βάσει της παρούσης διαμορφουμένου.
Η διά της προηγουμένης παραγράφου κυρουμένη διάταξις δύναται να τροποποιήται και συμπληρούται ή να καταργήται διά συλλογικών συμβάσεων εργασίας, αποφάσεων διαιτησίας και υπουργικών αποφάσεων, κατά την διαδικασίαν του Ν.3239/19555 «περί τρόπου ρυθμίσεως των συλλογικών διαφορών εργασίας, συστάσεως Εθνικού Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Κοινωνικής Πολιτικής και τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων ενίων εργατικών νόμων», και των συμπληρωσάντων και τροποποιησάντων τούτον νόμων.
Κατόπιν η υπουργική απόφαση 10855/88, στο άρθρο 4 αναφέρει:
“Χορηγείται επίδομα γάμου με τις προϋποθέσεις που προβλέπονται από τις 10/1976,9/1978, 100/1979 αποφάσεις του ΔΔΔΔ Αθηνών και το άρθρο 5 της εθν. γεν. συλλ. συμβ. εργασίας της 14.2.1984, όπως έχει τούτο ρυθμισθεί με τις διατάξεις του ν. 1414/1984. 2. Σε όσες έγγαμες εργαζόμενες γυναίκες δεν καταβάλλεται επίδομα γάμου, με βάση τις παραπάνω διατάξεις, χορηγείται επίδομα γάμου επί του βασικού μισθού ή επί του βασικού ημερομισθίου τους, από 1 Ιανουαρίου 1988 σε ποσοστό 5% και από 1 Ιανουαρίου 1989 σε ποσοστό 10% συνολικά.”
Συνεχίζοντας στο άρθρο 20 του Ν.1849/89 αναφέρεται στην παράγραφο 2:
“Του προβλεπόμενου από την Ε.Γ.Σ.Σ.Ε. επιδόματος γάμου δικαιούχοι είναι και οι άγαμοι γονείς, καθώς και οι ευρισκόμενοι σε κατάσταση χηρείας και οι διαζευγμένοι, από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου”.
Στα χρόνια των μνημονίων, συντελέστηκαν πολύ μεγάλες αλλαγές στην εργατική νομοθεσία της χώρας, οι οποίες καθόρισαν και δρομολόγησαν μια “χιονοστιβάδα” προσαρμογών στο εργασιακό τοπίο, με έντονες ανακατατάξεις και συχνές προστριβές μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων.
Από την εφαρμογή του ν. 4046/2012 και της ΠΥΣ 6/28.02.2012 που ακολούθησε, προέκυψαν ζητήματα σχετικά με την καταβολή του επιδόματος.
Στο άρθρο 2 της ΠΥΣ 6/2012 αναφέρεται:
“Οι κανονιστικοί όροι Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας που θα λήξει ή θα καταγγελθεί, εξακολουθούν να ισχύουν επί ένα τρίμηνο από τη λήξη ή την καταγγελία τους. Κανονιστικοί όροι Συλλογικής Σύμβασης που έχει ήδη λήξει ή καταγγελθεί ισχύουν για ένα τρίμηνο από την ισχύ του ν. 4046/2012. Με την πάροδο του τριμήνου και εφόσον εν τω μεταξύ δεν έχει συναφθεί νέα Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, εξακολουθούν να ισχύουν από τους κανονιστικούς αυτούς όρους αποκλειστικώς οι όροι εκείνοι που αφορούν
α) τον βασικό μισθό ή το βασικό ημερομίσθιο και
β) τα επιδόματα ωρίμανσης, τέκνων, σπουδών και επικινδύνου εργασίας, εφόσον τα επιδόματα αυτά προβλέπονταν στις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας που έληξαν ή καταγγέλθηκαν, ενώ παύει αμέσως να ισχύει κάθε άλλο προβλεπόμενο σε αυτές επίδομα.
Η προσαρμογή των συμβάσεων στις διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου γίνεται χωρίς να απαιτείται προηγούμενη σύμφωνη γνώμη των εργαζομένων. Οι όροι του τρίτου εδαφίου που διατηρούνται, εξακολουθούν να ισχύουν μέχρις ότου αντικατασταθούν από εκείνους της νέας Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας ή της νέας ή της τροποποιημένης ατομικής σύμβασης.”
Από την παραπάνω διατύπωση διαπιστώνουμε ότι δε συμπεριλαμβάνεται το επίδομα γάμου στη διατήρηση των βασικών επιδομάτων των συμβάσεων που έληξαν ή καταγγέλθηκαν και μετά την πάροδο της τρίμηνης μετενέργειάς τους, παρά μόνο τα επιδόματα ωρίμανσης, τέκνων, σπουδών και επικίνδυνης εργασίας, και μόνο εφ’ όσον και αυτά προβλέπονταν.
Ο νόμος 40 93/2012 στην ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟ” ΙΑ.11. ΝΕΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΝΟΜΙΜΟΥ ΚΑΤΩΤΑΤΟΥ ΜΙΣΘΟΥ ΚΑΙ ΚΑΤΩΤΑΤΟΥ ΗΜΕΡΟΜΙΣΘΙΟΥ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΟΛΗΣ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ (ΔΙΑΤΑΞΗ ΠΛΑΙΣΙΟ), ΚΑΤΩΤΑΤΟΣ ΝΟΜΙΜΟΣ ΜΙΣΘΟΣ ΚΑΙ ΗΜΕΡΟΜΙΣΘΙΟΥ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΟΛΗΣ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ” αναφέρει σαφώς:
Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 8 του ν. 1876/1990 αντικαθίσταται ως εξής:
«Οι εθνικές γενικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας καθορίζουν τους ελάχιστους μη μισθολογικούς όρους εργασίας, που ισχύουν για τους εργαζόμενους όλης της χώρας. Βασικοί μισθοί, βασικά ημερομίσθια, κάθε είδους προσαυξήσεις αυτών και γενικά κάθε άλλος μισθολογικός όρος, ισχύουν μόνο για τους εργαζόμενους που απασχολούνται από εργοδότες των συμβαλλομένων εργοδοτικών οργανώσεων και δεν επιτρέπεται να υπολείπονται του νόμιμου νομοθετημένου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου.»
- Το επίδομα γάμου ανέρχεται για όλους τους εργαζόμενους σε ποσοστό 10% επί του βασικού μισθού και το δικαιούνται και οι δυο σύζυγοι άσχετα αν εργάζονται στον ίδιο ή σε διαφορετικό εργοδότη.
- Οι εργοδότες που δεν είναι μέλη των συμβαλλόμενων εργοδοτικών οργανώσεων που υπέγραψαν την ΕΓΣΣΕ δεν είναι υποχρεωμένοι να το χορηγούν.
- Οι εργοδότες που είναι μέλη των συμβαλλόμενων εργοδοτικών οργανώσεων που υπέγραψαν την ΕΓΣΣΕ είναι υποχρεωμένοι να το χορηγούν.
- Οι εργοδότες που δεσμεύονται από επιχειρησιακή, κλαδική, ομοιοεπαγγελματική Σ.Σ.Ε ή ατομική σύμβαση (ως όρος) η οποία προβλέπει επίδομα γάμου, είναι υποχρεωμένοι να το χορηγούν σε όλους τους εργαζόμενους.
- Στις περιπτώσεις που το επίδομα γάμου έχει καταργηθεί και ο εργοδότης συνεχίζει να το χορηγεί για σχετικά μακρύ χρονικό διάστημα τότε το ποσό αυτό νοείται ως οικειοθελής παροχή και δεν δύναται να το περικόψει μονομερώς, εκτός αν έχει επιφυλάξει για τον εαυτό του αυτό το δικαίωμα κατά την κατάρτιση της σύμβασης.
- Οι εργοδότες έχουν τη δυνατότητα να εξακολουθήσουν να καταβάλλουν το επίδομα γάμου, εφόσον το επιθυμούν. Στην περίπτωση που πράττουν κάτι τέτοιο, για να διατηρούν τη δυνατότητα περικοπής στο μέλλον, θα μπορούσαν να προβούν σε σχετική επιφύλαξη. Τέλος, σε κάθε νέα ΣΣΕ που συνάπτεται είναι δυνατό να προβλεφθεί επίδομα γάμου, καθώς τα μέρη είναι ελεύθερα να συμφωνούν οποιουσδήποτε όρους.
Με βάση τα παραπάνω η κατάσταση διαμορφώνεται ως εξής:
Α. Υπάρχει υποχρέωση καταβολής του επιδόματος γάμου:
α) Στην περίπτωση που οι εργοδότες και οι εργαζόμενοι δεσμεύονται από ισχύουσες κλαδικές, ομοιοεπαγγελματικές ή επιχειρησιακές ΣΣΕ οι οποίες προβλέπουν επίδομα γάμου.
β) Σε περίπτωση που μια ΣΣΕ εφαρμόζεται με όρο ατομικής σύμβασης εργασίας. Σε αυτή την περίπτωση το επίδομα γάμου συνεχίζει να καταβάλλεται και μπορεί να περικοπεί με συμφωνία για τροποποίηση της ατομικής σύμβασης.
Β. ΔΕΝ υπάρχει υποχρέωση καταβολής του επιδόματος γάμου:
α) Στην περίπτωση που δεν υπάρχει δέσμευση από ισχύουσες κλαδικές, ομοιοεπαγγελματικές ή επιχειρησιακές ΣΣΕ, και ο μισθωτός αμείβεται με βάση τα νόμιμα κατώτατα όρια μισθών και ημερομισθίων.
β) Κατά το χρονικό διάστημα της μετενέργειας μιας ΣΣΕ. Κατά το χρονικό διάστημα αυτό, δεν υπάρχει υποχρέωση να καταβάλλεται το επίδομα γάμου και συνεπώς μπορεί να περικοπεί μονομερώς από τον εργοδότη.
Πότε είναι δυνατή η μετατροπή της σύμβασης εργασίας από ορισμένου σε αορίστου χρόνου;
Ένας ακόμα από τους λεγόμενους μνημονιακούς νόμους, ήρθε να βάλει μια “πινελιά”, τόσο σε φορολογικά, όσο και σε θέματα της εργατικής νομοθεσίας. Ο νόμος 3986/2011″Επείγοντα Μέτρα Εφαρμογής Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2012 – 2015″, στο άρθρο 40, αναφέρει χαρακτηριστικά:
“Σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου, η οποία περιλαμβάνει όρο για πρόωρη καταγγελία της με εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας ως προς την αποζημίωση απόλυσης για τις συμβάσεις εργασίας αορίστου χρόνου, κατά τις διατάξεις του ν. 2112/1920, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 74 παράγραφοι 2 και 3 του ν. 3863/2010, μετατρέπεται αυτοδικαίως σε σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου κατά την καταγγελία.”
Με το άρθρο 40 διευκρινίζεται με τη μορφή ρητής διάταξης η εφαρμοζόμενη ερμηνευτική κατάσταση του δικαϊκού μας συστήματος σχετικά με την πρόωρη καταγγελία συμβάσεων ορισμένου χρόνου. Συγκεκριμένα ρυθμίζεται νομοθετικά η αυτοδίκαιη μετατροπή σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου σε αορίστου χρόνου, σε περίπτωση πρόωρης καταγγελίας, εάν στην σύμβαση υπάρχει ο όρος για την εφαρμογή της νομοθεσίας συμβάσεων εργασίας αορίστου χρόνου για την λύση της. Στην περίπτωση αυτή η μετατροπή επέρχεται κατά το χρόνο της πρόωρης λύσης της σύμβασης.
Σε αυτό το σημείο πρέπει να εστιάσουμε σε μια πολύ σημαντική λεπτομέρεια που πηγάζει μέσα από τον ορισμό που δίνει ο νομοθέτης στην σύμβαση ορισμένου χρόνου.
Η σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου λήγει με την πάροδο του ορισμένου χρόνου χωρίς περαιτέρω διατυπώσεις.Η σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου είναι δυνατό να λυθεί πριν τη λήξη της με καταγγελία για σπουδαίο λόγο σύμφωνα με το άρθρο 672 ΑΚ, στο οποίο ορίζεται ότι καθένα από τα μέρη έχει δικαίωμα να καταγγείλει οποτεδήποτε τη σύμβαση για σπουδαίο λόγο, χωρίς να τηρήσει την προθεσμία. Επίσης ορίζεται ότι το δικαίωμα αυτό δεν μπορεί να αποκλειστεί με συμφωνία.
Για περαιτέρω ανάλυση για τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου θα επενέλθουμε με άλλο πιο αναλυτικό άρθρο μας… Καταλαβαίνουμε όλοι ότι όλα αυτά τα εργατικής φύσης θέματα εμπεριέχουν και νομικές συνέπειες και προεκτάσεις..Για αυτό το λόγο ο υπεύθυνος λογιστής οφείλει να είναι ιδιαίτερα προσεχτικός, τόσο στη σύνταξη της σύμβασης, επιδιώκοντας και καθοδήγηση δικηγόρου, όσο και στις ισορροπίες που πρέπει να τηρεί ανάμεσα σε εργοδότη και εργαζόμενο, σε μετέπειτα διαμάχες που πολύ πιθανόν να προκύψουν…Επιβάλλεται αναλυτική μελέτη των νομοθετικών διατάξεων και τυχόν τροποποιήσεων…Όπως όλοι καταλαβαίνουμε “ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες…”
ΔΟΥΚΕΡΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ
ΛΟΓΙΣΤΗΣ-ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΟΣ-ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ
Λογιστικές εγγραφές: Δαπάνες καυσίμων ΕΙΧ και πληρωμή τους με πιστωτική εταιρική κάρτα!
Συνεχίζοντας την ανασκόπηση μας στις λογιστικές εγγραφές που πραγματοποιούμε καθημερινά στα διπλογραφικά βιβλία, θα ασχοληθούμε στο παρόν άρθρο με τις δαπάνες καυσίμων εταιρικού ΕΙΧ και την πληρωμή αυτών με πιστωτική κάρτα.
Το άρθρο 30 του κώδικα ΦΠΑ(Ν.2859/2000), αναφέρει ξεκάθαρα στην παράγραφο 4ε:
“Δεν παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης του φόρου με τον οποίο έχουν επιβαρυνθεί οι δαπάνες:
α) αγοράς, εισαγωγής ή ενδοκοινοτικής απόκτησης καπνοβιομηχανιών προϊόντων,
β) αγοράς, εισαγωγής ή ενδοκοινοτικής απόκτησης οινοπνευματωδών ή αλκοολούχων ποτών, εφόσον αυτά προορίζονται για την πραγματοποίηση μη φορολογητέων πράξεων,
γ) δεξιώσεων, ψυχαγωγίας και φιλοξενίας γενικά,
δ) στέγασης, τροφής, ποτών, μετακίνησης και ψυχαγωγίας για το προσωπικό ή τους εκπροσώπους της επιχείρησης,
ε) αγοράς, εισαγωγής ή ενδοκοινοτικής απόκτησης επιβατικών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης μέχρι εννέα (9) θέσεων, μοτοσικλετών και μοτοποδηλάτων, σκαφών και αεροσκαφών ιδιωτικής χρήσης που προορίζονται για αναψυχή ή αθλητισμό, καθώς και οι δαπάνες καυσίμων, επισκευής, συντήρησης, μίσθωσης και κυκλοφορίας αυτών γενικά.
Η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται για τα πιο πάνω μεταφορικά μέσα, εφόσον προορίζονται για πώληση, μίσθωση ή μεταφορά προσώπων με κόμιστρο.”
Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι για οποιαδήποτε δαπάνη που σχετίζεται με την συντήρηση ενός ΕΙΧ της οντότητας, όπως στο παράδειγμά μας τα καύσιμα, η επιχείρηση δε θα έχει το δικαίωμα να εκπέσει τον φόρο εισροών στην περιοδική δήλωση ΦΠΑ που θα υποβάλλει.
Ως προς τη σκοπιά της φορολογίας εισοδήματος, το άρθρο 23 του Ν.4172/2013 αναφέρει για τις μη εκπιπτόμενες δαπάνες:
Οι ακόλουθες δαπάνες δεν εκπίπτουν:
α) τόκοι από δάνεια που λαμβάνει η επιχείρηση από τρίτους, εκτός από τα τραπεζικά δάνεια,διατραπεζικά δάνεια, καθώς και τα ομολογιακά δάνεια που εκδίδουν ανώνυμες εταιρείες κατά το μέτρο που υπερβαίνουν τους τόκους που θα προέκυπταν εάν το επιτόκιο ήταν ίσο με το επιτόκιο των δανείων αλληλόχρεων λογαριασμών προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, όπως αυτό αναφέρεται στο στατιστικό δελτίο οικονομικής συγκυρίας της Τράπεζας της Ελλάδος για την πλησιέστερη χρονική περίοδο πριν την ημερομηνία δανεισμού,
β) κάθε είδους δαπάνη που αφορά σε αγορά αγαθών ή λήψη υπηρεσιών αξίας άνω των πεντακοσίων (500) ευρώ, εφόσον η τμηματική ή ολική εξόφληση δεν έγινε με τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής,
γ) οι μη καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές,
δ) προβλέψεις εκτός των οριζομένων στο άρθρο 26,
ε) πρόστιμα και ποινές, περιλαμβανομένων των προσαυξήσεων,
στ) η παροχή ή λήψη αμοιβών σε χρήμα ή είδος που συνιστούν ποινικό αδίκημα,
ζ) ο φόρος εισοδήματος, συμπεριλαμβανομένων του τέλους επιτηδεύματος και των έκτακτων εισφορών, που επιβάλλεται για τα κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα, σύμφωνα με τον Κ.Φ.Ε., καθώς και ο Φόρος Προστιθέμενης Αξίας (Φ. Π. Α.) που αναλογεί σε μη εκπιπτόμενες δαπάνες, εφόσον δεν είναι εκπεστέος ως Φ. Π. Α. εισροών,
η) το τεκμαρτό μίσθωμα της παραγράφου 2 του άρθρου 39 σε περίπτωση ιδιόχρησης κατά το μέτρο που υπερβαίνει το τρία τοις εκατό (3%) επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου,
θ) οι δαπάνες για την οργάνωση και διεξαγωγή ενημερωτικών ημερίδων και συναντήσεων που αφορούν στη σίτιση και διαμονή πελατών ή εργαζομένων της κατά το μέτρο που υπερβαίνουν το ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ ανά συμμετέχοντα και κατά το μέτρο που η συνολική ετήσια δαπάνη υπερβαίνει το μισό τοις εκατό (0,5%) επί του ετήσιου ακαθάριστου εισοδήματος της επιχείρησης,
ι) οι δαπάνες για τη διεξαγωγή εορταστικών εκδηλώσεων, σίτισης και διαμονής φιλοξενούμενων προσώπων κατά το μέτρο που υπερβαίνουν το ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ ανά συμμετέχοντα και κατά το μέτρο που η συνολική ετήσια δαπάνη υπερβαίνει το μισό τοις εκατό (0,5%) επί του ετήσιου ακαθάριστου εισοδήματος της επιχείρησης,
ια) οι δαπάνες ψυχαγωγίας. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση που η επιχειρηματική δραστηριότητα του φορολογούμενου έχει ως κύριο αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών ψυχαγωγίας και οι δαπάνες αυτές πραγματοποιούνται στο πλαίσιο της δραστηριότητας αυτής,
ιβ) προσωπικές καταναλωτικές δαπάνες και
ιγ) το σύνολο των δαπανών που καταβάλλονται προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που είναι φορολογικός κάτοικος σε κράτος μη συνεργάσιμο ή που υπόκειται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 65 του Κ.Φ.Ε., εκτός εάν ο φορολογούμενος αποδείξει ότι οι δαπάνες αυτές αφορούν πραγματικές και συνήθεις συναλλαγές και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών ή εισοδημάτων ή κεφαλαίων με σκοπό τη φοροαποφυγή ή τη φοροδιαφυγή. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν αποκλείει την έκπτωση των δαπανών που καταβάλλονται προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που είναι φορολογικός κάτοικος σε κράτος – μέλος της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ., εφόσον υπάρχει η νομική βάση για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ της Ελλάδας και αυτού του κράτους – μέλους.
ιδ) Οι δαπάνες που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο εργασιακής σχέσης όπως αυτή ορίζεται στην παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 4172/2013, εφόσον η τμηματική ή ολική εξόφληση δεν έχει πραγματοποιηθεί με τη χρήση ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής ή μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών.
Έχοντας και στο μυαλό μας και προηγούμενες διατάξεις για τις δαπάνες που δεν αναγνωρίζονταν φορολογικά παλαιότερα, βλέπουμε ότι ο νομοθέτης δεν εμπεριέχει πλέον στη λίστα αυτή τις δαπάνες συντήρησης ΕΙΧ, τις οποίες παλαιότερα δεν αναγνώριζε φορολογικά κατά ένα ποσοστό!
Συνεπώς οι δαπάνες συντήρησης ΕΙΧ πλέον αναγνωρίζονται φορολογικά και λόγω του γεγονότος ότι το ΦΠΑ που αντιστοιχεί σε αυτές δεν έχει δικαίωμα έκπτωσης για τις ανάγκες του ΦΠΑ, το ΦΠΑ αυτό εξοδοποιείται στη φορολογία εισοδήματος και αναγνωρίζεται κανονικά σαν εκπιπτόμενη φορολογική δαπάνη!
Από την άλλη είναι στη κρίση του εκάστοτε φορολογικού ελεγκτή, κατά τη διαδικασία του ελέγχου να μην αναγνωρίσει κάποιες από τις δαπάνες συντήρησης των ΕΙΧ της εταιρίας με το σκεπτικό ότι αυτές δεν έγιναν για την επιχειρηματική της δραστηριότητα, αλλά για παράδειγμα για την εξυπηρέτηση των προσωπικών αναγκών ενός στελέχους της.
Για να μπορούμε να τεκμηριώσουμε ότι οι δαπάνες αυτές πραγματοποιήθηκαν για την επίτευξη επιχειρηματικών και όχι προσωπικών αναγκών, οφείλουμε να επιδείξουμε στον έλεγχο κάθε πρόσφορο αποδεικτικό στοιχείο που το στοιχειοθετεί( πχ εξοδολόγιο, συμβάσεις με πελάτες που εδρεύουν στην επαρχία, δρομολόγια πωλητών και στελεχών κλπ..).
Βέβαια από την άλλη ο λογιστής πρέπει να συμβουλεύει σωστά την επιχείρηση, ώστε να μην παρουσιάζει διογκωμένα ποσά τέτοιων δαπανών, διότι ο έλεγχος κατά πάσα πιθανότητα δε θα τα δεχτεί όλα…Παν μέτρον άριστον λοιπόν….
ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΕΓΓΡΑΦΗ:
ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΟΣ:
Δαπάνη καυσίμων ΕΙΧ: 50 ευρώ, πλέον ΦΠΑ 24% 12 ευρώ.Σύνολο 62 ευρώ.(με ΤΙΜΟΛΟΓΙΟ)
Πληρωμή όλου του ποσού με εταιρική πιστωτική κάρτα
ΧΡΕΩΣΗ: 64.00.00.0000 Έξοδα κίνησης καύσιμα-λιπαντ.-διοδ. ιδιόκτ. μεταφ.μέσων 62,00
ΠΙΣΤΩΣΗ: 50.00.00.00…. ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΕΣ ΚΑΥΣΙΜΩΝ 62,00
Παρατήρηση: Κατά τη καταχώριση της παραπάνω εγγραφής, όταν ανοίγουμε τον προμηθευτή ορίζουμε ότι στη ΜΥΦ δε θα καταχωρηθεί το ποσό των 62 ευρώ, αλλά η καθαρή αξία του τιμολογίου, δηλαδή τα 50 ευρώ. Κάποιοι συνάδερφοι το ποσό του ΦΠΑ που εξοδοποιείται το καταχωρούν στον λογαριασμό 63.98.00.000 ” ΦΠΑ εκπιπτόμενος στη φορολογία εισοδήματος”.
Η πληρωμή του τιμολογίου έγινε όμως με πιστωτική κάρτα. Πρακτικά λοιπόν αυτό που θα κάνουμε είναι να κλείσουμε μια υποχρέωση που έχουμε δημιουργήσει με τον προμηθευτή καυσίμων και να ανοίξουμε μια νέα υποχρέωση με την κάρτα που χρησιμοποιήσαμε.
ΧΡΕΩΣΗ: 50.00.00.00… ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΗΣ ΚΑΥΣΙΜΩΝ 62,00
ΠΙΣΤΩΣΗ: 53.98.00.00… ΠΙΣΤΩΤΙΚΗ ΚΑΡΤΑ… 62,00
ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΣΗ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΕΓΛΣ-ΕΛΠ:
64.00.00.0000————————————————64.07.00.0000
50.00.00——————————————————–50.01.00
53.98.00.——————————————————-53.06.00
Εργατικά: Πώς αμείβεται η πρόσθετη εργασία στην μερική απασχόληση; Ανάλυση βασικών διατάξεων!
Ξεκινάμε την ανάλυσή μας με το άρθρο 38, παρ. 11 του Ν.1892/1990, όπως αυτό κωδικοποιήθηκε με τον μεταγενέστερο νόμο 3846/2010:
“Αν παραστεί ανάγκη για πρόσθετη εργασία πέρα από τη συμφωνηθείσα ο εργαζόμενος έχει υποχρέωση να την παράσχει, αν είναι σε θέση να το κάνει και η άρνησή του θα ήταν αντίθετη με την καλή πίστη. Αν παρασχεθεί εργασία πέραν της συμφωνημένης, ο μερικώς απασχολούμενος δικαιούται αντίστοιχης αμοιβής με προσαύξηση 10%.
Ο μερικώς απασχολούμενος μπορεί να αρνηθεί την παροχή εργασίας πέραν της συμφωνημένης, όταν αυτή η πρόσθετη εργασία λαμβάνει χώρα κατά συνήθη τρόπο.”
Κατόπιν η συγκεκριμένη διάταξη περί προσαύξησης 10% στην αμοιβή των μερικώς απασχολούμενων, όταν αυτοί παρέχουν πρόσθετη εργασία καταργήθηκε με τον Ν.3899/2010, ο οποίος αναφέρει χαρακτηριστικά στην παράγραφο 2 του άρθρου 17:
Η παράγραφος 11 του άρθρου 38 του ν.1892/1990, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του ν. 3846/2010, αντικαθίσταται ως εξής:
«11. Αν παραστεί ανάγκη για πρόσθετη εργασία πέρα από τη συμφωνηθείσα, ο μερικώς απασχολούμενος εργαζόμενος έχει υποχρέωση να την παράσχει, αν είναι σε θέση να το κάνει και η άρνησή του θα ήταν αντίθετη με την καλή πίστη. Ο μερικώς απασχολούμενος μπορεί να αρνηθεί την παροχή εργασίας πέραν της συμφωνημένης, όταν αυτή η πρόσθετη εργασία λαμβάνει χώρα κατά συνήθη τρόπο.»
Σημαντικές παρατηρήσεις για την παραπάνω διάταξη, σε συνδυασμό με την έννοια της μερικής απασχόλησης:
- Πρόσθετη εργασία μερικώς απασχολούμενου έχουμε όταν πραγματοποιείται απασχόληση πέραν του σαφώς καθορισμένου ωραρίου ημερησίως.
- Η πρόσθετη εργασία αυτή αμείβεται με απλό ωρομίσθιο και με καμία άλλη προσαύξηση, ενώ σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί ούτε υπερεργασία, αλλά ούτε και υπερωρία, αφού δεν εμπίπτει εννοιολογικά στις παραπάνω έννοιες.
- Αν ο εργοδότης θεωρήσει ότι υφίσταται αντικειμενική ανάγκη για την παροχή πρόσθετης εργασίας από τον εργαζόμενό του, ο εργαζόμενος οφείλει να το δεχτεί, εφ’ όσον είναι σε θέση να το κάνει, σύμφωνα πάντα και με τη βασική αρχή της “καλής πίστης”.
- Ο εργοδότης είναι υποχρεωμένος να γνωστοποιήσει στο πληροφοριακό σύστημα “ΕΡΓΑΝΗ”, συμπληρωματικό πίνακα ωραρίου(Ε4), για το συγκεκριμένο εργαζόμενο, πριν την έναρξη απασχόλησής του. Στον πίνακα αυτό θα αναγράφεται το νέο ωράριο της μέρας που θα παρασχεθεί έκτακτα η πρόσθετη εργασία, αλλά και το σύνηθες ωράριο των υπολοίπων ημερών. Καλό είναι στις παρατηρήσεις του πίνακα να γνωστοποιηθεί και ο λόγος της παροχής πρόσθετης εργασίας( π.χ μεγάλος φόρτος εργασίας), αλλά και ότι η πρόσθετη αυτή εργασία δε λαμβάνει χώρα κατά σύνηθες τρόπο.
- Αν η παροχή πρόσθετης εργασίας λαμβάνει χώρα κατά σύνηθες τρόπο, τότε εκτός από την υποβολή του συμπληρωματικού πίνακα ωραρίου, θα πρέπει να υποβληθεί και το έντυπο Ε9 τροποποίησης των όρων σύμβασης μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης σε 8 ημέρες από την υπογραφή της νέας σύμβασης, διότι πλέον η πρόσθετη εργασία δε συντελείται περιστασιακά και για κάποια έκτακτη ανάγκη, αλλά λαμβάνει χώρα σε συνεχή και αδιάλειπτη βάση, μεταβάλλοντας τους όρους και τις αμοιβές του εργαζόμενου, αλλά και τις συμφωνημένες ώρες που εργασίας του. Σε αυτή την περίπτωση θα ήταν καλό να υποβληθεί επίσης και τροποποιητικός πίνακας αποδοχών(Ε4), προς καλύτερη τεκμηρίωση σε μελλοντικό έλεγχο.
- Ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται σε περίπτωση ελέγχου επιχείρησης, η οποία κατά τρόπο σύνηθες και σταθερό για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα(και όχι έκτακτα) απασχολεί τον εργαζόμενο πέραν του συμφωνημένου ωραρίου, ως πλήρως απασχολούμενο.(χωρίς να έχει γίνει μετατροπή της μερικής σε πλήρη απασχόληση). Στην περίπτωση αυτή ο έλεγχος θα καταλογίσει για όσο διάστημα τεκμαίρεται ότι συνέβη κάτι τέτοιο σχέση εργασίας πλήρους απασχόλησης με ότι αυτό συνεπάγεται. Για να επανέλθει ο εργαζόμενος στο πρότερο καθεστώς μερικής απασχόλησης, απαιτείται να υπογραφεί νέα έγγραφη ατομική σύμβαση εργασίας μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης.
Ως προς τις αμοιβές και τον υπολογισμό μισθοδοσίας των μερικώς και εκ περιτροπής απασχολούμενων θα επανέλθουμε με μεταγενέστερο άρθρο μας, καθώς οι απόψεις τόσο του υπουργείου Εργασίας, όσο και του ΙΚΑ διαφοροποιούνται σε κάποιο βαθμό και απαιτείται εκτενής ανάλυση για να καταλήξουμε σε ένα σαφές συμπέρασμα..
ΔΟΥΚΕΡΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ
ΛΟΓΙΣΤΗΣ-ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΟΣ-ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ
Εργατικά: Πρακτικοί υπολογισμοί! Μισθός, ημερομίσθιο, ωρομίσθιο. Τί πρέπει να προσέχουμε στην πλήρη απασχόληση!
Στο σημερινό μας άρθρο θα προσπαθήσουμε με κατανοητό και τεκμηριωμένο τρόπο, να αναλύσουμε βασικά ζητήματα που οφείλουμε να έχουμε υπόψιν μας για τον ορθό υπολογισμό της μισθοδοσίας κάθε μήνα.
α) Ένας μισθωτός, ο οποίος προσελήφθη από μια οντότητα σαν υπάλληλος, αμείβεται κάθε μήνα με ένα σταθερό μικτό μισθό, που έχει συμφωνήσει με τον εργοδότη του με σύμβαση εργασίας πλήρους απασχόλησης, για παράδειγμα 1000 ευρώ. Για το παράδειγμά μας, αν θεωρήσουμε ότι ο συγκεκριμένος μισθωτός εργάστηκε έναν ολόκληρο μήνα, σε όλες τις εργάσιμες, θα του αναγνωριστούν τα 25 ημερομίσθια που αντιστοιχούν σε έναν ολόκληρο μισθό, δηλαδή 25 ημέρες εργασίας(25 ένσημα ασφαλιστικά). Συνεπώς ένας μισθός πρακτικά αντιστοιχεί σε 25 ημερομίσθια, χωρίς να λαμβάνεται υπόψιν πόσες εργάσιμες μέρες έχει κάθε μήνας. Αυτό μπορεί να διαφοροποιηθεί μόνο αν ο υπάλληλος για οποιοδήποτε λόγο δεν εργαστεί κάποια εργάσιμη μέρα.
Συνεπώς:
ΜΗΝΙΑΙΟΣ ΜΙΣΘΟΣ____________________________________25 ΗΜΕΡΟΜΙΣΘΙΑ
Παρατήρηση:
- Η αναγωγή του μηνιαίου μισθού σε ημερομίσθιο ισχύει όπως είδαμε παραπάνω, τόσο στο σύστημα πενθήμερης, όσο και εξαήμερης απασχόλησης.
β) Ένας εργαζόμενος(εργάτης), ο οποίος προσελήφθη σε μια επιχείρηση σαν εργάτης, θα αμείβεται με ημερομίσθιο και όχι με μηνιαίο μισθό.
- Μια σημαντική διαφορά των ημερομισθίων σε σχέση με τους μισθωτούς που λαμβάνουν ένα μισθό και 25 ασφαλιστικά ημερομίσθια, είναι ότι ο ημερομίσθιος λαμβάνει σαν αμοιβή τόσα ημερομίσθια, όσα αντιστοιχούν στις εργάσιμες ημέρες κάθε μήνα. Υπάρχει λοιπόν περίπτωση για κάποιο μήνα ο εργάτης να λάβει είτε λιγότερα, είτε και περισσότερα όμως από 25 ασφαλιστικά ημερομίσθια(συμπεριλαμβανομένης και της έκτης ημέρας κάθε εβδομάδας, σε κάθε περίπτωση.
- Ο ημερομίσθιος δικαιούται να λάβει αμοιβή και κατά τις αργίες(εξαιρέσιμες εορτές), κατά τις οποίες δεν εργάστηκε.
- Για τον ορισμό της εργάσιμης μέρας θεωρείται ότι η εργάσιμη εβδομάδα αποτελείται από 6 ημέρες εργασίας( είτε με πενθήμερη, είτε με εξαήμερη απασχόληση). Συνάγεται λοιπόν το συμπέρασμα ότι το ημερομίσθιο ισούται με το 1/6 της εβδομαδιαίας αμοιβής ενός εργατοτεχνίτη.
- Στις περισσότερες Συλλογικές συμβάσεις εργασίας, αλλά και τις διαιτητικές αποφάσεις που κατά καιρούς έχουν εκδοθεί(εκτός αν κάτι διαφορετικό έχει ορισθεί), οι αποδοχές των ημερομισθίων αντιστοιχούν σε ημερομίσθιο 6 ωρών και 40 λεπτών. Αυτός είναι και ο λόγος που λαμβάνουν και 6 ημερομίσθια εβδομαδιαίως σε κάθε περίπτωση πλήρους απασχόλησης βέβαια.
Βασικοί υπολογισμοί που πρέπει να γνωρίζουμε:
Α) ΓΙΑ ΜΙΣΘΩΤΟ ΠΛΗΡΟΥΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ:( 40 ώρες εργασίας ανά εβδομάδα- πενθήμερο οκτάωρο, είτε εξαήμερο με 6 ώρες και 40 λεπτά).
- Μισθός= 25 ημερομίσθια(σε κάθε περίπτωση είτε πενθήμερης, είτε εξαήμερης πλήρους απασχόλησης), ανεξαρτήτως πόσες εργάσιμες ημέρες έχει κάθε μήνας.
- Ημερομίσθιο=1/25 του μηνιαίου μισθού.
- Εβδομαδιαία αμοιβή= 6 ημερομίσθια
- 40 ώρες * ωρομίσθιο = 6 ημερομίσθια
- Ωρομίσθιο= 6/40 του ημερομισθίου
- Ωρομίσθιο= 0,15 * ημερομίσθιο
- Ωρομίσθιο= 6/40 * 1/25 * του μηνιαίου μισθού
- Ωρομίσθιο= 0,006 * του μηνιαίου μισθού.
Παράδειγμα:
Μικτός μηνιαίος μισθός=1000 ευρώ
Ημερομίσθιο= 1000/25= 40 ευρώ
Ωρομίσθιο= 0,006* 1000= 6 ευρώ( εναλλακτικός ευρέως χρησιμοποιούμενος υπολογισμός: ωρομίσθιο= ημερομίσθιο/6,6666… ώρες, άρα ημερομίσθιο= 40/6,6666… = 6 ευρώ.
Β) ΓΙΑ ΗΜΕΡΟΜΙΣΘΙΟΥΣ:
- Εργάσιμες μέρες εβδομάδας=6 ημέρες ανά εβδομάδα για τους ημερομίσθιους πλήρους απασχόλησης, είτε δουλεύουν 5, είτε 6 ημέρες ανά εβδομάδα.
- Ημερομίσθιο= 6 ώρες και 40 λεπτά εργασίας(εκτός αν ορίζεται διαφορετικά από ΣΣΕ ή διαιτητική απόφαση).
- 40 ώρες εργασίας αντιστοιχούν σε 6 ημερομίσθια. Από αυτή τη βασική ισότητα, συμπεραίνουμε με μια απλή μέθοδο των τριών ότι το 1 ημερομίσθιο αποτελείται για τους υπολογισμούς της μισθοδοσίας από 6,666….. ώρες εργασίας(δηλαδή 6 ώρες και 40 λεπτά της ώρας).
- Ωρομίσθιο * 40 ώρες= 6 ημερομίσθια
- Ωρομίσθιο=6/40 * ημερομίσθιο
- Ωρομίσθιο=0,15 * ημερομίσθιο
- Για να μετατρέψουμε(θεωρητικά) ένα ημερομίσθιο σε μισθό στην πολλαπλασιάζουμε με 26 και όχι 25, δηλαδή ένα ημερομίσθιο των 40 ευρώ θα αντιστοιχούσε σε ένα μισθό των 40*26 = 1040 ευρώ.
Παράδειγμα:
Ημερομίσθιο= 40 ευρώ
Ωρομίσθιο= 0,15 * 40 = 6 ευρώ( είτε 40/6,6666… = 6 ευρώ).
Κλείνοντας , κρίνεται σκόπιμο να αναφερθούμε στην οδηγία που δόθηκε από το Υπουργείο Εργασίας για τις υποβολές στο “ΕΡΓΑΝΗ”( 41815/Δ.10.199/16.9.2016). Αναφέρεται λοιπόν:
“Αναβάθμιση των εντύπων Ε4 και Ε3, με έλεγχο ορθής συμπλήρωσης των πεδίων «Μικτές αποδοχές», «Εβδομαδιαίες ώρες» και «Ωρομίσθιο» σύμφωνα με τα παρακάτω,
Εργατοτεχνίτης: «Μικτές αποδοχές» = «Εβδομαδιαίες ώρες» x 4,33 x «Ωρομίσθιο»
Υπάλληλος: «Μικτές αποδοχές» = «Εβδομαδιαίες ώρες» x 4,166 x «Ωρομίσθιο».
Σε συγκεκριμένο παράδειγμα ,θα θέλαμε να κάνουμε τις εξής διαπιστώσεις για έναν εργατοτεχνίτη, για να καταλάβουμε και κάποιες διαφορές που προκύπτουν, με βασικό κριτήριο το ότι ο τρόπος αυτός που προτείνει το Υπουργείο Εργασίας κατά την υποβολή των εντύπων κάνει αναγωγή του ημερομισθίου σε μισθό(μικτές αποδοχές).
- Ημερομίσθιο=32,50 ευρώ
- Ωρομίσθιο=0,15 * 32,50 =4,88 (στρογγυλοποιημένο)
- Με τον τρόπο που είπαμε πιο πάνω οι αποδοχές του σε μισθό θα ήταν 32,50 *26= 845 ευρώ.
- Με τον τρόπο του υπουργείου κατά την υποβολή μας εμφανίζει στη στήλη των μικτών αποδοχών το ποσό των 845,22( δηλαδή εφαρμόζει τον τύπο των εργατοτεχνιτών 40 ώρες *4,33 * 4,88 = 845,22(στρογγυλοποιημένο)
Η διαφορά βλέπουμε ότι είναι ανεπαίσθητη….
Εργατικά: Ποια είναι η αμοιβή ενός μερικώς απασχολούμενου όταν απασχολείται λιγότερο από 4 ώρες τη μέρα;
Ένα θέμα που έχει απασχολήσει κατά καιρούς όλους τους συναδέρφους τα προηγούμενα χρόνια, όταν επήλθαν και οι περισσότερες αλλαγές στην εργατική νομοθεσία με τα περιβόητα μνημόνια είναι η αμοιβή των εργαζομένων μερικής απασχόλησης που εργάζονται λιγότερες από 4 ώρες ημερησίως.
Θα δώσουμε μια σαφή και έγκυρη απάντηση, παραθέτοντας τα αντίστοιχα αποσπάσματα νόμων που ξεκαθαρίζουν το παρόν θέμα, αφού μετά από ανασκόπηση και σε αντίστοιχη αρθρογραφία, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι έχει μπερδέψει πολλούς συναδέρφους.
Ο νόμος 1892/90, στο άρθρο 38, παρ.9 πριν τροποποιηθεί ανέφερε χαρακτηριστικά:
“Οι αποδοχές των εργαζομένων με σύμβαση ή σχέση εργασίας μερικής απασχόλησης υπολογίζονται όπως και οι αποδοχές του συγκρίσιμου εργαζόμενου και αντιστοιχούν στις ώρες εργασίας της μερικής απασχόλησης. Εφόσον το ωράριο απασχόλησής τους είναι μικρότερο των τεσσάρων (4) ωρών ημερησίως, οι αποδοχές των μερικώς απασχολουμένων μισθωτών προσαυξάνονται κατά επτάμισι τοις εκατό (7,5%).”
Κατόπιν το άρθρο αυτό τροποποιήθηκε με τον μεταγενέστερο νόμο3899/2010 και διαμορφώθηκε ως εξής:
“Οι αποδοχές των εργαζομένων με σύμβαση ή σχέση εργασίας μερικής απασχόλησης υπολογίζονται όπως και οι αποδοχές του συγκρίσιμου εργαζομένου και αντιστοιχούν στις ώρες εργασίας της μερικής απασχόλησης.”
Συγκεκριμένα το άρθρο 17 του Ν.3899/2010, στην παράγραφο 1 αναφέρει:
<<Η παράγραφος 9 του άρθρου 38 του ν. 1892/1990, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του ν. 3846/2010, αντικαθίσταται ως εξής:
«9. Οι αποδοχές των εργαζομένων με σύμβαση ή σχέση εργασίας μερικής απασχόλησης υπολογίζονται όπως και οι αποδοχές του συγκρίσιμου εργαζομένου και αντιστοιχούν στις ώρες εργασίας της μερικής απασχόλησης.»>>
Καθίσταται σαφές λοιπόν ότι η ανωτέρω ευνοϊκή διάταξη για τους μερικά απασχολούμενους εργαζόμενους με ημερήσιο ωράριο κάτω των 4 ωρών, με προσαύξηση των αποδοχών τους κατά 7,5% δεν ισχύει πλέον…
Υπολογισμός μισθοδοσίας. Βασικοί υπολογισμοί που πρέπει να κάνουμε! ΦΜΥ- εισφορά αλληλεγγύης!
Με το σημερινό άρθρο θα προσπαθήσουμε να απεικονίσουμε με πρακτικό τρόπο όλες τις απαραίτητες ενέργειες που κάνει ένας λογιστής που ασχολείται με τα εργατικά από τη στιγμή που βγάζει την πρώτη μισθοδοσία, μέχρι να την παραδώσει στα χέρια του μισθωτού και του εργοδότη του.
Είναι δεδομένο ότι δεν αρκεί για έναν εκκαθαριστή μισθοδοσίας, να γνωρίζει σε ικανοποιητικό βαθμό το χειρισμό του προγράμματος, το οποίο αν έχει σωστά καταχωρημένα τα δεδομένα, εκτελεί αυτοματοποιημένα όλες τις βασικές εργασίες υπολογισμού, αφού απαιτείται παράλληλα και το κατάλληλο γνωσιακό και θεωρητικό υπόβαθρο, τόσο της εργατοασφαλιστικής, όσο και της φορολογικής νομοθεσίας. Ως εκ τούτου ο σύγχρονος λογιστής που χειρίζεται εργατικά θέματα, είναι πλήρως καταρτισμένος σε μια ευρεία γκάμα θεμάτων και σε συνδυασμό με τη βοήθεια ενός σύγχρονου προγράμματος μισθοδοσίας, το οποίο ελέγχει συνεχώς, ανταποκρίνεται με επιτυχία στο δύσκολο και απαιτητικό αυτό αντικείμενο.
ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΟΣ:
Πρόσληψη μισθωτού: 1/1/2016
Μικτός μισθός: 2000 ευρώ
Ειδικότητα: Υπάλληλος γραφείου
Κατάσταση μισθωτού: Άγαμος
Υπολογισμός μισθοδοσίας 1/2017:
- Μικτός μισθός: 2000 ευρώ
- Πακέτο κάλυψης: ΙΚΑ-ΜΙΚΤΑ/ΤΕΑΜ(πλέον ΕΦΚΑ)
- Εισφορές εργαζόμενου: 16% *2000=320 ευρώ
- Εισφορές εργοδότη: 25,06%*2000=501,20 ευρώ
- Συνολικές ασφαλιστικές εισφορές= 320+501,20=821,20 ευρώ
Στο σημείο αυτό οφείλουμε να ανατρέξουμε στη φορολογική νομοθεσία, ώστε να βρούμε την κλίμακα φορολογίας εισοδήματος, τον φόρο μισθωτών υπηρεσιών, αλλά και την εισφορά αλληλεγγύης, με βάση τα άρθρα 15 και 43Α του Ν.4172/2013.(κωδικοποιημένα με τις τροποποιήσεις που έχουν υποστεί από μεταγενέστερους νόμους.
‘Aρθρο 15 Ν.4172/2013:
Το φορολογητέο εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις υποβάλλεται σε φόρο, σύμφωνα με την ακόλουθη κλίμακα:
Εισόδημα (Μισθοί, Συντάξεις, Επιχ. Δραστηριότητα) | Φορ. Συντελεστής |
0 – 20.000 | 22% |
20.001 – 30.000 | 29% |
30.001 – 40.000 | 37% |
40.001 – | 45% |
Άρθρο 43Α Ν.4172/2013:
Η ειδική εισφορά αλληλεγγύης, που επιβάλλεται στο συνολικό καθαρό εισόδημα της παραγράφου 1 υπολογίζεται με την ακόλουθη κλίμακα:
Εισόδημα | Εισφ. Αλληλεγγύης |
0 – 12.000 | 0% |
12.001 – 20.000 | 2,20% |
20.001 – 30.000 | 5,00% |
30.001 – 40.000 | 6,50% |
40.001 – 65.000 | 7,50% |
65.001 – 220.000 | 9,00% |
>220.000 | 10,00% |
- τα πρώτα 20000 ευρώ έχουν φορολογικό συντελεστή 22%, άρα ο φόρος είναι 20000*22%=4400 ευρώ
- Τα υπόλοιπα 25320-20000=3520 ευρώ έχουν φορολογικό συντελεστή 29%, άρα ο φόρος θα είναι 3520*29%=1020,80 ευρώ.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να λάβουμε υπόψιν την έκπτωση φόρου που θα έχει ο άγαμος μισθωτός με βάση το άρθρο 16 του Ν.4172/2013, το οποίο αναφέρει:
1. Ο φόρος που προκύπτει κατά την εφαρμογή του άρθρου 15 μειώνεται κατά το ποσό των χιλίων εννιακοσίων (1.900) ευρώ για το φορολογούμενο χωρίς εξαρτώμενα τέκνα, όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 11, όταν το φορολογητέο εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες και συντάξεις δεν υπερβαίνει το ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ. Η μείωση του φόρου ανέρχεται σε χίλια εννιακόσια πενήντα (1.950) ευρώ για το φορολογούμενο με ένα (1) εξαρτώμενο τέκνο, σε δύο χιλιάδες (2.000) ευρώ για δύο (2) εξαρτώμενα τέκνα και σε δύο χιλιάδες εκατό (2.100) ευρώ για τρία (3) εξαρτώμενα τέκνα και άνω. Εάν το ποσό του φόρου είναι μικρότερο των ποσών αυτών, η μείωση του φόρου περιορίζεται στο ποσό του αναλογούντος φόρου.
2. Για φορολογητέο εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες και συντάξεις, το οποίο υπερβαίνει το ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ, το ποσό της μείωσης μειώνεται κατά δέκα (10) ευρώ ανά χίλια (1.000) ευρώ του φορολογητέου εισοδήματος από μισθούς και συντάξεις.
Στο παράδειγμά μας η μείωση φόρου για ετήσιο φορολογητέο εισόδημα 23520 ευρώ θα είναι:
- 1900 ευρώ για τα πρώτα 20000 ευρώ και
- εφ’ όσον το εισόδημα υπερβαίνει τις 20000 ευρώ κατά 3520 ευρώ, η έκπτωση φόρου μειώνεται κατά 10 ευρώ ανά 1000 ευρώ φορολογητέου εισοδήματος. Άρα με μια απλή μέθοδο των τριών βρίσκουμε ότι η έκπτωση φόρου θα μειωθεί κατά 35,20 ευρώ.
- Τελική έκπτωση φόρου για το ετήσιο φορολογητέο εισόδημα: 1900-35,20=1864,80 ευρώ.
Με βάση τους παραπάνω υπολογισμούς έφτασε η στιγμή να υπολογίσουμε τελικά το ΦΜΥ του 1/2017 ως εξής:(με βάση τη φορολογική κλίμακα):
- ΦΜΥ 1/2017= 4400(φόρος πρώτης κλίμακας)+1020,80(φόρος δεύτερης κλίμακας)=5420,80 ευρώ
- 5420,80-1864,80(έκπτωση φόρου)=3556 ευρώ(αναλογούν φόρος)
- 3556-(3556*1,5%)=3502,66 ευρώ(διαφορά αναλογούντος-παρακρατηθέντος φόρου)=ετήσιος φόρος μετά έκπτωσης
- 3502,66/14=250,19= ΦΜΥ 1/2017
Επίσης θα υπολογίσουμε και την εισφορά αλληλεγγύης του 1/2017:
- 0-12000: εισφορά αλληλεγγύης=0
- 12001-20000: εισφ.αλληλεγγ.=8000*2,2%=176 ευρώ
- τα υπόλοιπα 23520-20000=3520 εισφ.αλληλεγγ.=3520*5%=176 ευρώ
- Συνολική ετήσια εισφορά αλληλεγγύης=176+176=352 ευρώ
- Εισφορά αλληλεγγύης 1/2017= 352/14=25,15 ευρώ
Αφού έχουμε υπολογίσει λοιπόν όλα τα παραπάνω για να εκδόσουμε από το πρόγραμμα την απόδειξη μισθοδοσίας του μήνα 1/2017, θα πρέπει να έχουμε υπόψιν μας τα εξής:
- Συνολικό κόστος μισθοδοσίας =Μικτές αποδοχές+εργοδοτικές εισφορές=Καθαρές αποδοχές πληρωτέες+συνολικές ασφαλιστικές εισφορές+ΦΜΥ+ Εισφορά αλληλεγγύης(Λογιστικό άρθρο μισθοδοσίας)
- Καθαρές πληρωτέες αποδοχές 1/2017=Μικτές αποδοχές+εργοδοτικές εισφορές-συνολικές ασφαλιστικές εισφορές-ΦΜΥ- εισφορά αλληλεγγύης.
- Συνεπώς Καθαρές πληρωτέες αποδοχές=Μικτές αποδοχές-εισφορές εργαζόμενου-ΦΜΥ-εισφορά αλληλεγγύης.
Ο μισθωτός του παραδείγματός μας λοιπόν για τον Ιανουάριο του 2017 θα πάρει “στο χέρι”: 2000-320-250,19-25,15=1404,66.
Σε καλή μεριά λοιπόν…….
Η συμβουλή της ημέρας: Μπορεί ο εργαζόμενος να ζητήσει από τον εργοδότη τη μετατροπή της σύμβασής του από πλήρη σε μερική;
Ένας πολύ σημαντικός νόμος της εργατοασφαλιστικής νομοθεσίας είναι ο ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜ. 3846/2010:
“Εγγυήσεις για την εργασιακή ασφάλεια και άλλες διατάξεις”.
Το άρθρο 2 αναφέρεται συνοπτικά στην μερική απασχόληση των μισθωτών και ξεκαθαρίζει την έννοια και το περιεχόμενό της, αλλά και τις ιδιαιτερότητές της σε σχέση πάντα με την πλήρη απασχόληση.
Ως προς το θέμα που μας ενδιαφέρει στο σημερινό μας άρθρο, ο νόμος αναφέρει ξεκάθαρα, στην παράγραφο 12/άρθρο 2(δεν έχει υποστεί καμία μεταβολή):
“Ο πλήρως απασχολούμενος σε επιχειρήσεις πλέον των είκοσι (20) ατόμων, έχει δικαίωμα μετά τη συμπλήρωση ενός ημερολογιακού έτους εργασίας να ζητήσει τη μετατροπή της σύμβασης εργασίας του από πλήρη σε μερική απασχόληση, με δικαίωμα επανόδου σε πλήρη απασχόληση, εκτός αν η άρνηση του εργοδότη δικαιολογείται από τις επιχειρησιακές ανάγκες.
Ο εργαζόμενος στην αίτησή του πρέπει να προσδιορίζει τη διάρκεια της μερικής απασχόλησης και το είδος της. Αν ο εργοδότης δεν απαντήσει εγγράφως μέσα σε ένα μήνα θεωρείται ότι το αίτημα του εργαζόμενου έχει γίνει δεκτό.”
Γίνεται λοιπόν σαφές, προσπαθώντας να ερμηνεύσουμε το σκεπτικό του νομοθέτη πως σε ένα τέτοιο αίτημα του εργαζόμενου, ο οποίος για τους δικούς του λόγους θέλει να απασχολείται με μερική και όχι πλήρη απασχόληση, έχοντας το δικαίωμα όμως επανόδου στο προηγούμενο καθεστώς, ο εργοδότης μέσα σε ένα μήνα εγγράφως για να το αρνηθεί θα πρέπει να τεκμηριώσει επαρκώς ότι αυτό δεν διευκολύνει τις επιχειρησιακές του ανάγκες. Αν αυτό δεν το δεχθεί ο εργαζόμενος έπεται συνέχεια….
Λογιστικές εγγραφές! Αμοιβή δικηγόρου για την παροχή υπηρεσίας του σε εταιρία ΑΕ!
Το δεύτερο κατά σειράν άρθρο μας, όσον αφορά τις λογιστικές εγγραφές στα διπλογραφικά βιβλία, έχει να κάνει με την αμοιβή εταιρίας ΑΕ σε δικηγόρο για τη σύνταξη ενός συμφωνητικού που έφτιαξε. Οι δικηγορικές εργασίες ανήκουν στα πρώην ελευθέρια επαγγέλματα και ως εκ τούτου το έξοδο αυτό για την εταιρία υπόκειται και σε παρακράτηση φόρου 20%, αν είναι πάνω από 300 ευρώ καθαρή αξία.
Το άρθρο 62 του Ν.4172/2013 αναφέρει χαρακτηριστικά:
- Αρθρο 62. Πληρωμές υποκείμενες σε παρακράτηση
1. Οι ακόλουθες πληρωμές υπόκειται σε παρακράτηση φόρου:
α) μερίσματα,
β) τόκοι,
γ) δικαιώματα (royalties),
δ) αμοιβές για τεχνικές υπηρεσίες, αμοιβές διοίκησης, αμοιβές για συμβουλευτικές υπηρεσίες και άλλες αμοιβές για παρόμοιες υπηρεσίες, ανεξαρτήτως εάν έχουν παρασχεθεί στην Ελλάδα, όταν ο λήπτης της αμοιβής είναι φυσικό πρόσωπο,
ε) το ασφάλισμα που καταβάλλεται εφάπαξ ή με τη μορφή περιοδικά καταβαλλόμενης παροχής στο πλαίσιο ομαδικών ασφαλιστηρίων συνταξιοδοτικών συμβολαίων,
στ) η υπεραξία που αποκτά φυσικό πρόσωπο από μεταβίβαση ακίνητης περιουσίας σύμφωνα με το άρθρο 41 εκτός της περίπτωσης του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 και της περίπτωσης ε’ της παραγράφου 6 του άρθρου 41.2. Τα νομικά πρόσωπα και οι νομικές οντότητες που έχουν τη φορολογική κατοικία τους στην Ελλάδα και λαμβάνουν αμοιβές για τις υπηρεσίες που αναφέρονται στην περίπτωση δ’ της παραγράφου 1 δεν υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου, με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του άρθρου 64.
3. Κάθε νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που δεν έχει τη φορολογική κατοικία του στην Ελλάδα και λαμβάνει αμοιβές για τεχνικές υπηρεσίες, αμοιβές διοίκησης, αμοιβές για συμβουλευτικές υπηρεσίες ή και αμοιβές για παρόμοιες υπηρεσίες υπόκειται σε παρακράτηση φόρου. Το ως άνω νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα ή το φυσικό πρόσωπο που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα μπορεί να επιλέξει να φορολογηθεί για το εισόδημα από δικαιώματα και τις αμοιβές για τεχνικές υπηρεσίες, αμοιβές διοίκησης, αμοιβές για συμβουλευτικές ή παρόμοιες υπηρεσίες σύμφωνα με το καθεστώς που ισχύει για τους φορολογικούς κατοίκους που λαμβάνουν τέτοιες αμοιβές και να πιστώσει τον παρακρατηθέντα φόρο έναντι του οφειλόμενου φόρου εισοδήματος.
4. Το φυσικό πρόσωπο που αποκτά υπεραξία από τη μεταβίβαση ακίνητης περιουσίας σύμφωνα με το άρθρο 41 καταβάλλει στο συμβολαιογράφο κατά την υπογραφή του συμβολαίου μεταβίβασης το ποσό του φόρου που αντιστοιχεί στην υπεραξία σύμφωνα με το άρθρο 43.
5. Τα νομικά πρόσωπα ή οι νομικές οντότητες που είναι φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας ή έχουν μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα και λαμβάνουν αμοιβές για δικαιώματα (royalties) σύμφωνα με την περίπτωση γ’ της παραγράφου 1 δεν υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου σύμφωνα με το άρθρο 64.
Επίσης στο άρθρο 64 αναφέρεται:
8. Σε περίπτωση που ο λήπτης της αμοιβής σύμφωνα με την περίπτωση δ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 62 είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδας, παρακράτηση φόρου σύμφωνα με την παράγραφο 1 ενεργείται μόνον εφόσον η συναλλαγή υπερβαίνει τα τριακόσια (300) ευρώ.
Δεδομένα παραδείγματος:
Ο δικηγόρος(ατομική επιχείρηση), για τη σύνταξη συμφωνητικού που παρέδωσε στη ΑΕ, εξέδωσε Τιμολόγιο Παροχής Υπηρεσιών καθαρής αξίας 1000 ευρώ, πλέον ΦΠΑ 24%. Η παρακράτηση φόρου 20% είναι αξίας 200 ευρώ. Ημερομηνία έκδοσης του παραστατικού είναι η 20/03/2017. Η εταιρία πλήρωσε το δικηγόρο την ίδια μέρα με μεταφορά του οφειλόμενου ποσού από τον λογαριασμό όψεως που διαθέτει σε αναγνωρισμένο τραπεζικό πάροχο πληρωμών.
ΛΟΓΙΣΤΙΚΕΣ ΕΓΓΡΑΦΕΣ ΜΕ ΕΓΛΣ:
Α)ΛΟΓΙΣΜΟΣ ΕΞΟΔΟΥ ΚΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗΣ ΠΑΡΑΚΡΑΤΗΣΗΣ ΦΟΡΟΥ:
ΧΡΕΩΣΗ 61.00.00.0024 ΑΜΟΙΒΕΣ ΚΑΙ ΕΞΟΔΑ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ ΜΕ 24% 1000
ΧΡΕΩΣΗ: 54.00.29.0024 ΦΠΑ ΕΙΣΡΟΩΝ-ΔΑΠΑΝΩΝ ΜΕ ΦΠΑ 24% 240
ΠΙΣΤΩΣΗ: 54.04.00.0000 ΦΟΡΟΣ ΑΠΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ 200
ΠΙΣΤΩΣΗ: 50.00.00.0000 ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΕΣ-ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΣ 1040
Β)ΕΞΟΦΛΗΣΗ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗΣ ΠΡΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΟ:
ΧΡΕΩΣΗ: 50.00.0000 ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΕΣ-ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΣ 1040
ΠΙΣΤΩΣΗ: 38.03.00.0000 ΚΑΤΑΘΕΣΕΙΣ ΟΨΕΩΣ 1040
ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΣΗ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΕΓΛΣ-ΕΛΠ:
61.00.00.0024 —————————————————————64.01.00.0024
54.00.29.0024 —————————————————————-54.02.02.0024
54.04.00.0000 —————————————————————-54.03.02.0000
50.00 ——————————————————————————50.01
Παρατήρηση: Με την πρώτη εγγραφή η ΑΕ δημιούργησε μια υποχρέωση απόδοσης ενός παρακρατούμενου επιχειρηματικής δραστηριότητας προς το Ελληνικό Δημόσιο, ποσού 200 ευρώ( 20% επί της καθαρής αξίας του ΤΠΥ). Όταν πληρωθεί ο παρακρατούμενος φόρος από την ΑΕ θα χρεωθεί η υποχρέωση 54.04.00.0000, με αντίστοιχη πίστωση του λογαριασμού όψεως της εταιρίας(38.03)
ΛΟΓΙΣΤΙΚΕΣ ΕΓΓΡΑΦΕΣ: Πληρωμή λογαριασμού ΕΥΔΑΠ.(Ομάδα 6)!Λογιστικός χειρισμός με ΕΓΛΣ και ΕΛΠ!
Εγκαινιάζοντας μια νέα πρακτική σειρά περιεκτικών άρθρων που αναφέρονται στις λογιστικές εγγραφές που πραγματοποιούνται στα διπλογραφικά βιβλία, θα ξεκινήσουμε από την ομάδα 6, η οποία περιλαμβάνει τα έξοδα της κάθε οντότητας.
Παράδειγμα: Έστω ότι η οντότητα λαμβάνει λογαριασμό ύδρευσης της ΕΥΔΑΠ, με ημερομηνία έκδοσης 25/11/2018, που αφορά το ημερομηνιακό διάστημα 15/09/2018-14/11/2018, με τα εξής δεδομένα:
- Σύνολο τιμήματος: 10 ευρώ
- Πάγιο τέλος: 5 ευρώ
- Αποχέτευση: 2 ευρώ
- ΦΠΑ επί του τιμήματος 13%: 1,30 ευρώ
- ΦΠΑ επί των υπολοίπων(24%): 1,68 ευρώ
- Μερικό σύνολο: 19,98 ευρώ
- Στρογγυλοποίηση λογαριασμού 0,02 ευρώ
- Πληρωτέο ποσό: 20 ευρώ
α) Λογιστικές εγγραφές με λογαριασμούς ΕΓΛΣ:
ΧΡΕΩΣΗ: 62.98.02.0024 ΥΔΡΕΥΣΗ ΜΕ ΦΠΑ 24% 7,00
ΧΡΕΩΣΗ:54.00.29.024 ΦΠΑ ΕΙΣΡ.-ΔΑΠ.ΜΕ ΦΠΑ 24% 1,68
ΧΡΕΩΣΗ:62.98.02.0013 ΥΔΡΕΥΣΗ ΜΕ ΦΠΑ 13% 10,00
ΧΡΕΩΣΗ:54.00.29.013 ΦΠΑ ΕΙΣΡ-ΔΑΠ.ΕΣΩΤ.ΜΕ ΦΠΑ 13% 1,30
ΧΡΕΩΣΗ:62.98.00.000 ΥΔΡΕΥΣΗ ΑΝΕΥ ΦΠΑ 0,02
ΠΙΣΤΩΣΗ: 50.00.00 ΕΥΔΑΠ ΑΕ 20,00
Αιτιολογία: ΥΔΡΕΥΣΗ-ΕΥΔΑΠ περιόδου 15/09/2018-14/11/2018.Η παραπάνω εγγραφή είναι συμψηφιστική και θα γίνει με την ημερ/νία έκδοσης ήτοι 25/11/2018.
Αν υποθέσουμε ότι ο λογαριασμός αυτός πληρώθηκε μετρητοίς, η επόμενη εγγραφή θα είναι ταμειακή και θα έχει ως εξής:(κλείνω την υποχρέωση προς την ΕΥΔΑΠ και πληρώνω από το ταμείο μου).
ΧΡΕΩΣΗ: 50.00.00. ΕΥΔΑΠ ΑΕ 20,00
ΠΙΣΤΩΣΗ: 38.00.00.000 ΤΑΜΕΙΟ ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ 20,00
Αιτιολογία: Εξόφληση λογαριασμού ύδρευσης, μετρητοίς.(Ημερομηνία εγγραφής, είναι η ημερομηνία που πληρώθηκε ο λογαριασμός, έστω 10/12/2018).
β) Με τα ΕΛΠ οι εγγραφές είναι οι ίδιες με την εξής αντιστοιχία λόγαριασμών:
62.98.02.0024 ————————–64.03.00.0024
62.98.02.0013 —————————64.03.00.0013
54.00.29.0024 —————————54.02.02.0024
54.00.29.0013 —————————54.02.02.0013
62.98.02.0000 —————————64.03.00.0000
50.00.00 ——————————–50.01.00.00
38.00.00.0000 ————————— 38.01.00.0000
Επισήμανση: Διαταγή πληρωμής!
Η διαταγή πληρωμής αποτελεί εκτελεστό τίτλο με τη μορφή δικαστικής επιταγής, ο οποίος εκδίδεται έπειτα από αίτηση στο αρμόδιο (βάσει ποσού) δικαστήριο. Για ποσά μέχρι τις είκοσι χιλιάδες ευρώ αρμόδιο είναι το ειρηνοδικείο και από είκοσι έως εκατόν είκοσι χιλιάδες ευρώ το μονομελές πρωτοδικείο. Η διαδικασία για την έκδοση της απαιτεί την σύνταξη της αίτησης και του σώματος της απόφασης συνυποβάλλοντας τα απαιτούμενα σχετικά δικαιολογητικά τα οποία νομιμοποιούν την έκδοσή της.
Το δικαίωμα του ενδιαφερομένου για την έκδοση της διαταγής πρέπει να προ-αποδεικνύεται με δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο (επιταγή, δάνειο, συναλλαγματική, κλπ.). Ανάλογα με το είδος του εγγράφου ισχύουν κάποιοι χρονικοί περιορισμοί που αφορούν το διάστημα από τότε που το χρέος έπρεπε να είχε καταβληθεί και μέσα στο οποίο πρέπει να κατατεθεί η αίτηση για τη διαταγή (ενδεικτικά, προκειμένου για επιταγή 6 μήνες, για δάνεια δεν υπάρχει κανένα όριο, ενώ για τιμολόγια 5 χρόνια κλπ.).
Η απαίτηση του αιτούντος πρέπει να είναι ορισμένη, χρηματική (ή παροχή χρεογράφου) και να μην εξαρτάται από αίρεση. Για πρακτικούς λόγους δε γίνεται συζήτηση σε ακροατήριο, κάτι το οποίο διακιολογείται και από το γεγονός ότι εκδίδεται χωρίς κλήτευση του οφειλέτη κατά του οποίου στρέφεται, ενώ αν εκδοθεί, πρέπει να επιδοθεί εντός δύο μηνών, αλλιώς παύει να ισχύει. Η διαδικασία εκτέλεσης είναι η γενικώς προβλεπόμενη από τον ΚΠολΔ, με αποτέλεσμα να παρέχονται όλα τα προνόμια ενός εκτελεστού τίτλου (για παράδειγμα, εγγραφή εμπράγματης ασφάλειας στην περιουσία του οφειλέτη). Διαταγή πληρωμής δεν μπορεί να εκδοθεί για πρόσωπα που διαμένουν στο εξωτερικό ή είναι άγνωστης διαμονής.
Εκείνος εναντίον του οποίου στρέφεται η διαταγή πληρωμής δικαιούται, εντός αποκλειστικής προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών από την επομένη της εις αυτόν επίδοσης της διαταγής πληρωμής, να ασκήσει ανακοπή (η οποία όμως δεν αναστέλλει την εκτέλεση) ζητώντας ακύρωση, άλλως δε μεταρρύθμιση της διαταγής πληρωμής, η οποία συνήθως συνοδεύεται και από αίτημα προσωρινής διαταγής, διεκδικώντας την αναστολή της εκτέλεσης στην περιουσία του. Σε αντίθεση με τη διαδικασία έκδοσης διαταγής πληρωμής, στην ανακοπή κλητεύεται υποχρεωτικώς και ο δανειστής, με αποτέλεσμα να παρίστανται και τα δύο μέρη.