Πέμπτη, 6 Μαρτίου, 2025
    Αρχική Blog Σελίδα 64

    Είναι υποχρεωτικό να καταχωρούνται στα βιβλία εσόδων-εξόδων οι φόροι-τέλη για τις ατομικές επιχειρήσεις;

     
    Σ.ΛΟ.Τ. αριθμ. πρωτ.: 2658 ΕΞ 17.12.2015
    Καταχώρηση φόρων και τελών στα βιβλία εσόδων-εξόδων
    Αθήνα, 17.12.2015
    Αριθμ. Πρωτ.:2658 ΕΞ
    Ελληνική Δημοκρατία
    ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ και ΕΛΕΓΧΩΝ
    Ν.Π.Δ.Δ.
    ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ (ΣΛΟΤ)
    ΘΕΜΑ: «ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΦΟΡΩΝ και ΤΕΛΩΝ ΣΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΕΣΟΔΩΝ-ΕΞΟΔΩΝ»
    ΕΡΩΤΗΜΑ
    Σύμφωνα με την παράγραφο 12 του άρθρου 3 του νόμου 4308/2014 ισχύουν τα εξής:
    «12. Όταν, σύμφωνα με τις ρυθμίσεις αυτού του νόμου, η οντότητα δεν συντάσσει ισολογισμό, δύναται, αντί του λογιστικού συστήματος της παραγράφου 10, να χρησιμοποιεί ένα κατάλληλο απλογραφικό λογιστικό σύστημα (βιβλία εσόδων – εξόδων) για την παρακολούθηση των στοιχείων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, τα οποία συμπεριλαμβάνουν:
    στ) Τους πάσης φύσεως φόρους και τέλη, ξεχωριστά κατά είδος.»
    Στην σχετική ΠΟΛ.1003/31.12.2014 αναφέρονται τα εξής:
    «3.12.8 Τα κονδύλια του στοιχείου (στ) αναφέρονται στα προς απόδοση (όπου συντρέχει περίπτωση) ποσά (π.χ. Φ.Π.Α, δημοτικοί φόροι, διάφορα τέλη, κλπ.). Σημειώνεται ότι τα σχετικά ποσά δύναται να προκύπτουν συγκεντρωτικά, ως ποσοστό της βάσης υπολογισμού τους (π.χ. ως ποσοστό επί των πωλήσεων) με μία εγγραφή για την περίοδο που αφορούν.»
    Με βάση τα ανωτέρω παρακαλούμε να μας γνωρίσετε τα ακόλουθα:
    α) Καλύπτουν την έννοια του λογιστικού στοιχείου και της απαιτούμενης σχετικής τεκμηρίωσης, για τους σκοπούς των ΕΛΠ, οι εκτυπώσεις των σχετικών δηλώσεων πάσης φύσεως φόρων, και τελών χαρτοσήμου (με την σχετική ανάλυση όπου υπάρχει) από τις σχετικές εφαρμογές της Γ.Γ.Δ.Ε. ή από άλλο κατάλληλο λογισμικό που τηρεί η οντότητα, έτσι ώστε να μην χρειάζεται η επιπλέον καταχώρησή τους και σε άλλες καταστάσεις (π.χ. βιβλίο εσόδων εξόδων);
    β) Με βάση τις ανωτέρω διατάξεις, υποχρεούνται και οι ατομικές επιχειρήσεις που εντάσσονται στις πολύ μικρές οντότητες της παραγράφου 2γ του άρθρου 1 του ν.4308/2014 ή αλλιώς φυσικά πρόσωπα με επιχειρηματική δραστηριότητα τα οποία τηρούν απλογραφικό σύστημα, να καταχωρούν στα βιβλία εσόδων-εξόδων τον προς απόδοση φόρο εισοδήματος που αναλογεί στα εν λόγω εισοδήματα;
    ΑΠΑΝΤΗΣΗ
    (α) Η εκτύπωση των πάσης φύσεως φόρων και τελών χαρτοσήμου (με την σχετική ανάλυση όπου υπάρχει) σε οποιοδήποτε αρχείο (σχετικές εφαρμογές της Γ.Γ.Δ.Ε., άλλο κατάλληλο λογισμικό που τηρεί η οντότητα κλπ), καλύπτει την απαίτηση του νόμου, δεδομένου ότι τα προαναφερθέντα μέσα, είναι ισοδύναμα λογιστικά αρχεία που λειτουργούν συμπληρωματικά με το βιβλίο εσόδων-εξόδων και συνεπώς δεν απαιτείται η επιπλέον καταχώρησή τους στο βιβλίο αυτό (εσόδων εξόδων). Εννοείται, ότι τα σχετικά ποσά λαμβάνονται υπόψη στον υπολογισμό του λογιστικού αποτελέσματος της περιόδου στο βαθμό που εμπίπτουν στην έννοια του εξόδου.
    (β) Οι ατομικές επιχειρήσεις που εντάσσονται στις πολύ μικρές οντότητες της παραγράφου 2γ του άρθρου 1 του ν.4308/2014, δηλαδή τα φυσικά πρόσωπα με επιχειρηματική δραστηριότητα, τα οποία τηρούν απλογραφικό σύστημα, υποχρεούνται να παρακολουθούν τον φόρο εισοδήματος που αναλογεί στα εν λόγω εισοδήματά τους, όπως και τους λοιπούς φόρους κατά τα ανωτέρω προαναφερθέντα. Το εκκαθαριστικό σημείωμα του φόρου εισοδήματος που εκδίδεται από την Γ.Γ.Δ.Ε. είναι λογιστικό αρχείο κατά την έννοια του νόμου.
    Συνεπώς, εφόσον από το έγγραφο αυτό προκύπτει ή δύναται να υπολογιστεί ο φόρος εισοδήματος που αναλογεί στο εισόδημα επιχειρηματικής δραστηριότητας, παρέλκει η καταχώρησή του εν λόγω φόρου στο βιβλίο εσόδων-εξόδων.
    ΤΑ ΜΕΛΗ
    Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΣΛΟΤ

    Μετάταξη στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ ιατρού… Χαρακτηριστικό παράδειγμα…

    << Συμμετοχή ιατρού σε κλινική μελέτη/ αρθρογραφία σε ιατρικά θέματα/ υπηρεσίες ιατρικού συμβούλου, κ.α.>>
    Η αμοιβή που εισπράττει ιατρός για τη συμμετοχή του σε κλινική μελέτη που διεξάγεται για λογαριασμό φαρμακευτικής εταιρίας σχετικά με την επίδραση φαρμάκου δεν απαλλάσσεται του Φ.Π.Α., αλλά υπάγεται στον φόρο, όπως και κάθε άλλη δραστηριότητα ιατρού που δεν συνιστά ιατρική εξέταση, διάγνωση και περίθαλψη / θεραπεία ασθενούς στο πλαίσιο της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας.
    Ως εκ τούτου, για την περίπτωση των ως άνω υπηρεσιών οι υποκείμενοι στον φόρο υποχρεούνται να υπαχθούν στο κανονικό καθεστώς Φ.Π.Α. υποβάλλοντας Δήλωση Μεταβολής Φ.Π.Α. και εφόσον παραμένουν στο κανονικό καθεστώς, να υποβάλλουν δηλώσεις Φ.Π.Α. για όλες τις φορολογικές περιόδους ακόμα και αν δεν πραγματοποιούν τις ανωτέρω φορολογητέες πράξεις.
    ΠΗΓΗ:
    ΑΑΔΕ: Εγχειρίδιο ερωτήσεων-απαντήσεων
    σε φορολογικά θέματα (Ιούλιος 2017).

    Έχουν τη δυνατότητα οι πολύ μικρές οντότητες να εφαρμόζουν διαφορετικές μεθόδους αποσβέσεων, πέραν αυτών που προβλέπει η φορολογική νομοθεσία;

     
    Σ.ΛΟ.Τ. αριθμ. πρωτ.: 386 ΕΞ 29.2.2016
    Ερώτημα περί αποσβέσεων στις οντότητες με απλογραφικά βιβλία σύμφωνα με τα Ε.Λ.Π.
    Αθήνα, 29.02.2016
    Αριθμ. Πρωτ.:386 ΕΞ
    ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ και ΕΛΕΓΧΩΝ Ν.Π.Δ.Δ.
    ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ (ΣΛΟΤ)
    ΣΛΟΤ 386/2016
    ΘΕΜΑ: «Ερώτημα περί αποσβέσεων στις οντότητες με απλογραφικά βιβλία σύμφωνα με τα Ε.Λ.Π»

    ΕΡΩΤΗΜΑ
    Σύμφωνα με το άρθρο 30, παρ. 1, περ. ζ οι πολύ μικρές οντότητες της παρ. 2γ, άρθρου 1 χρησιμοποιούν τις μεθόδους απόσβεσης παγίων στοιχείων της φορολογικής νομοθεσίας και δεν εφαρμόζουν τις σχετικές ρυθμίσεις των παραγράφων 3(α)(1) έως και 3(α)(4) του άρθρου 18.
    Ερώτημα:
    Όταν αναφέρετε «μέθοδοι φορολογικής νομοθεσίας» εννοείτε τις υφιστάμενες μεθόδους αποσβέσεων (σταθερή και φθίνουσα) και τους αντίστοιχους φορολογικούς συντελεστές ή εμπεριέχεται και ο διαφορετικός χρόνος έναρξης των αποσβέσεων μεταξύ της φορολογικής νομοθεσίας και Ε.Λ.Π.;
    ΑΠΑΝΤΗΣΗ
    Κατά την άποψη του ΣΛΟΤ οι πολύ μικρές οντότητες της παραγράφου 2γ του άρθρου 1 του νόμου, αναφορικά με τη διενέργεια των αποσβέσεων προσαρμόζονται πλήρως με τις προβλέψεις της φορολογικής νομοθεσίας, δηλαδή εφαρμόζουν τα προβλεπόμενα από τη φορολογική νομοθεσία και για το χρόνο έναρξης διενέργειας των αποσβέσεων. Δηλαδή, για τις πολύ μικρές οντότητες της παραγράφου 2γ του άρθρου 1 δεν επιτρέπεται απόκλιση από όσα προβλέπει η φορολογική νομοθεσία για το θέμα των αποσβέσεων.
     
    ΤΑ ΜΕΛΗ
    Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΣΛΟΤ

    Υπενθύμιση: Τί ισχύει σχετικά με την περιστασιακή εργασία ανέργων;

    Ο.Α.Ε.Δ. αρ. πρωτ.: 38857/2017
    Εφαρμογή των διατάξεων του άρθρ. 92 του ν. 4461/2017 σχετικά με την περιστασιακή εργασία των εγγεγραμμένων ανέργων
    Αθήνα
    Α.Π.: 38857/26.05.17
    ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
    ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ,ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
    ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ
    ΔΙΟΙΚΗΣΗ Α’ ΓΕΝ. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ
    ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ -Α6
    ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΔΙΚΤΥΟΥ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ
    Ταχ. Δ/νση: Εθνικής Αντιστάσεως 8, Άλιμος, Τ.Κ.: 17456
    Πληρ. Δ/νσης Ασφάλισης: Γ. Τερζή, N. Κακανή
    Τηλ.: 210 9989138, 210 9989153
    Πληρ. Δ/νσης Συντονισμού: Χ. Δεμερλιώτου,
    Α. Κανάβη
    Τηλ.: 210 9989059, 210 9989188
    ΘΕΜΑ: «Εφαρμογή των διατάξεων του άρθρ.92 του ν. 4461/2017 σχετικά με την περιστασιακή εργασία των εγγεγραμμένων ανέργων»
    Με το άρθρ. 92 του ν. 4461/2017 (Α’/38/28.03.2017): «Περιστασιακή εργασία εγγεγραμμένων ανέργων» ρυθμίζεται το θέμα της περιστασιακής απασχόλησης των εγγεγραμμένων ανέργων ως εξής:
    «Άνεργοι εγγεγραμμένοι στα μητρώα του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.), που πραγματοποίησαν ως και εβδομήντα (70) ημερομίσθια ανά δωδεκάμηνο, μπορούν με αίτησή τους προς τον ΟΑΕΔ να βεβαιώνουν συνεχή χρόνο ανεργίας, αφαιρουμένου του ως άνω χρόνου εργασίας τους και κάθε χρονικού διαστήματος κατά το οποίο δεν ήταν εγγεγραμμένοι άνεργοι». Η ως άνω διάταξη τυγχάνει εφαρμογής από της δημοσιεύσεως του νόμου, δηλαδή από την 28.03.2017, αφορά σε όλους τους εγγεγραμμένους ανέργους, επιδοτούμενους ή μη, και εισάγει υπό προϋποθέσεις τη δυνατότητα αναγνώρισης συνεχόμενου χρόνου ανεργίας, παρά την παρεμβολή εντός αυτού «περιστασιακής» απασχόλησης.
    Ως περιστασιακή απασχόληση ορίζεται η πραγματοποίηση κατά μέγιστο όριο 70 ημερομισθίων ανά δωδεκάμηνο.
    Ως ημερομίσθιο νοείται κάθε βεβαιωμένη από τον αρμόδιο ασφαλιστικό φορέα ημέρα εργασίας οποιουδήποτε τύπου, πλήρους, μερικής ή εκ περιτροπής απασχόλησης, καθώς και  κάθε βεβαιωμένη με εργόσημο ημέρα εργασίας. Συνεπώς, τα αναφερόμενα στη διάταξη ημερομίσθια είναι ημέρες ασφάλισης, για τον υπολογισμό των οποίων ακολουθείται η συνήθης διαδικασία [λαμβάνονται υπ’ όψιν τυχόν προσαυξήσεις (π.χ. περιπτώσεις οικοδόμων) και ημέρες αδείας (π.χ. περιπτώσεις οικοδόμων, ξενοδοχοϋπαλλήλων κ.ο.κ.), οι δε δεκαδικοί αριθμοί στρογγυλοποιούνται προς όφελος των ασφαλισμένων (π.χ. οι 70,6 ημέρες θα στρογγυλοποιηθούν σε 70)].
    Οι ως άνω 70 ημέρες εργασίας πρέπει να έχουν πραγματοποιηθεί είτε συνεχόμενα είτε σποραδικά κατά τη διάρκεια ενός 12μηνου. Η διαδικασία αναγνώρισης συνεχόμενου χρόνου ανεργίας, άρα και υπολογισμού του 12μηνου, ξεκινά από τον ασφαλισμένο με την υποβολή σχετικής αιτήσεώς του στην Υπηρεσία του ΟΑΕΔ. Καταληκτική ημερομηνία του εξατομικευμένου 12μήνου αποτελεί η ημερομηνία υποβολής της εκάστοτε νέας αίτησης του συγκεκριμένου ανέργου, η δε ημερομηνία έναρξης αυτού είναι η ίδια ημέρα του ίδιου μήνα του προηγούμενου έτους, ενώ και κατά τις δύο ημερομηνίες ο ασφαλισμένος πρέπει να είναι εγγεγραμμένος άνεργος, για να μπορεί να εφαρμοσθεί η εν λόγω διάταξη. Αν, για παράδειγμα, άνεργος εγγραφεί στο Μητρώο Ανέργων την 01.04.2017 υποβάλλοντας σχετική αίτηση, το 12μηνο αναφοράς αρχίζει την 01.04.2016, κατά την οποία ο ασφαλισμένος πρέπει, επίσης, να είναι εγγεγραμμένος άνεργος, και λήγει την 01.04.2017.
    Ο ακριβής αριθμός των ημερών εργασίας που πραγματοποιήθηκαν εντός του 12μηνου και το συγκεκριμένο διάστημα απασχόλησης στο οποίο αυτές αντιστοιχούν αποδεικνύονται είτε με αυτεπάγγελτη αναζήτηση (μέσω των υφιστάμενων εφαρμογών διαλειτουργικότητας) είτε/και από τα σχετικά δικαιολογητικά που οι Υπηρεσίες ζητούν από τους αιτούντες να προσκομίσουν, όταν η αναζήτηση με ηλεκτρονικό τρόπο δεν είναι εφικτή (δικαιολογητικά που ζητούνται και για την τακτική επιδότηση λόγω ανεργίας). Επισημαίνεται ότι στις περιπτώσεις ασφαλισμένων που έχουν πραγματοποιήσει ημέρες εργασίας κατά τον τελευταίο μήνα του εξατομικευμένου 12μηνου, οι οποίες και δεν απεικονίζονται στον ατομικό λογαριασμό τους, είναι δυνατή η εξέταση της αίτησης και η αναγνώριση συνεχόμενου χρόνου ανεργίας με την προσκόμιση του εντύπου «βεβαίωση εργοδότη» για τις εγγραφές της ΑΠΔ του μήνα αυτού.
    Οι Υπηρεσίες, ωστόσο, οφείλουν να παρακολουθούν τις περιπτώσεις αυτές και, αν τυχόν διαπιστωθεί εκ των υστέρων ότι δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις που θέτει η εν λόγω διάταξη (π.χ. υπέρβαση των 70 ημερών εργασίας), οφείλουν να προβαίνουν σε ανάκληση της εκδοθείσας βεβαίωσης και γνωστοποίηση αυτής τόσο στον ασφαλισμένο όσο και στον αναφερόμενο στην αίτηση φορέα, στον οποίο αυτή επρόκειτο να χρησιμοποιηθεί.
    Κατά την εγγραφή του στο Μητρώο ο ασφαλισμένος ενημερώνεται για τη δυνατότητα που του προσφέρει η νέα διάταξη και δηλώνει ενυπόγραφα ότι έλαβε γνώση αυτής.
    Με την υποβολή της αιτήσεως εκ μέρους του ασφαλισμένου:
    • Υπολογίζεται το 12μηνο, ως ορίζεται ανωτέρω, στο ΟΠΣ του Οργανισμού.
    • Επιβεβαιώνεται ότι τόσο κατά την ημερομηνία έναρξης όσο και κατά την ημερομηνία λήξης του 12μηνου ο αιτών ήταν εγγεγραμμένος άνεργος (το δελτίο ανεργίας που ήταν σε ισχύ κατά την ημερομηνία έναρξης του 12μηνου θα ονομάζεται εφεξής «δελτίο έναρξης εξατομικευμένου 12μήνου» για την κατανόηση της εγκυκλίου).
    • Ελέγχονται τα διαστήματα απασχόλησης από τα προσκομισθέντα δικαιολογητικά ή/και από ηλεκτρονική αναζήτηση.
    • Καταχωρίζονται αθροιστικά οι ημέρες ασφάλισης εντός του διαστήματος αυτού, που δεν είναι δυνατόν να υπερβαίνουν τις 70.
    • Αναγνωρίζεται άμεσα συνεχόμενος χρόνος ανεργίας για το διάστημα από της εκδόσεως του δελτίου έναρξης εξατομικευμένου 12μηνου έως της ημερομηνίας εκδόσεως της σχετικής απόφασης ή, εφόσον το δελτίο έχει διαγραφεί πριν από αυτήν (και οπωσδήποτε μετά την υποβολή της αίτησης), έως την προηγουμένη της διαγραφής του δελτίου.
    • Εκδίδεται κατά τη συνήθη διαδικασία βεβαίωση συνεχόμενου χρόνου ανεργίας, όμως, από τον αναγνωριζόμενο χρόνο ανεργίας αφαιρείται όλο το χρονικό διάστημα που καλύπτουν οι εκάστοτε προσλήψεις στο πλαίσιο των οποίων πραγματοποιήθηκαν οι ημέρες εργασίας καθώς και ο τυχόν χρόνος μη εγγεγραμμένης ανεργίας. Εξυπακούεται ότι οποιαδήποτε μεταβολή προκύπτει στα δελτία ανεργίας (π.χ. ανάκληση δελτίου για οποιονδήποτε λόγο κ.ο.κ.) επιφέρει αναλόγως και ανάκληση των σχετικών βεβαιώσεων.
    Στην περίπτωση που προηγούνται του 12μηνου αναφοράς της εκάστοτε αίτησης διαδοχικά 12μηνα κατά τα οποία πληρούνται οι προϋποθέσεις της εν λόγω διάταξης, η εκδιδόμενη βεβαίωση θα συμπεριλαμβάνει όλο το χρονικό διάστημα από της εκδόσεως του παλαιότερου σε χρονική σειρά δελτίου έναρξης εξατομικευμένου 12μήνου έως της ημερομηνίας έκδοσης της αποφάσεως επί του αιτήματος – ή έως την προηγουμένη της διαγραφής του δελτίου, εφόσον το δελτίο έχει διαγραφεί πριν από αυτήν (Παράδειγμα 4).
    Διευκρινίζεται, επιπλέον, ότι:
    • Από τη διάταξη δεν αίρεται το υφιστάμενο πλαίσιο διαγραφής του δελτίου ανεργίας με την ανάληψη εργασίας: τα δελτία ανεργίας διαγράφονται με την ανάληψη έστω και μίας ημέρας εργασίας και επανεκδίδονται με τη λύση της εργασιακής σχέσης.
    • Η διάταξη αυτή τυγχάνει εφαρμογής, αποκλειστικά και μόνο όταν η κατάσταση ανεργίας διακόπτεται λόγω ανάληψης εργασίας.
    • Η παράλειψη ανανέωσης του δελτίου ανεργίας δεν εντάσσεται στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας διάταξης. Σε αυτήν την περίπτωση τα αιτήματα που υποβάλλονται για αναγνώριση συνεχόμενου χρόνου ανεργίας απορρίπτονται (Παραδείγματα 5 και 6).
    • Η μη άμεση εγγραφή στα Μητρώα Ανέργων μετά τη λήξη της περιστασιακής απασχόλησης δεν αποτελεί λόγο μη εφαρμογής της διάταξης. Εξυπακούεται ότι το δικαίωμα εγγραφής υφίσταται καθ’ όλη τη διάρκεια του εξατομικευμένου 12μήνου (Παράδειγμα 3).
    • Η ανάληψη εργασίας επιφέρει σε κάθε περίπτωση την αναστολή της επιδότησης λόγω ανεργίας. Κάθε άλλη οδηγία ή εγκύκλιος που έρχεται σε αντίθεση με τα ανωτέρω (π.χ. σχετικά με τη μερική ή σποραδική – εκ περιτροπής απασχόληση) καταργείται.
    • Με βάση τις αρχές της ασφάλειας και βεβαιότητας δικαίου και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικούμενου προς τη Διοίκηση, από την παρούσα δεν επέρχεται καμία μεταβολή στις υφιστάμενες κατά την έκδοση αυτής τακτικές επιδοτήσεις λόγω ανεργίας στις οποίες εφαρμόζονται ήδη οι οδηγίες της υπ’ αριθμ. 103160/28.02.91 εγκυκλίου.
    Περιπτώσεις έκφρασης αντιρρήσεων εκ μέρους των αιτούντων ως προς την εκδοθείσα απόφαση επί των αιτημάτων τους θα εξετάζονται ως διοικητικές προσφυγές από τις αρμόδιες επιτροπές εκδίκασης προσφυγών.
    Σχετικά με τη μηχανογραφική υλοποίηση της παρούσας θα ακολουθήσουν οδηγίες από τις αρμόδιες Δ/νσεις Μηχανογράφησης και Συντονισμού και Ανάπτυξης Δικτύων Υπηρεσιών Απασχόλησης.
    Παραδείγματα:
    1. Άνεργος εγγράφεται στο Μητρώο την 01.04.2013 και διατηρεί ενεργό δελτίο έως την 31.05.2017. Την 01.06.2017 διαγράφεται το δελτίο του, επειδή αναλαμβάνει εργασία όπου και απασχολείται για 5 μήνες, δηλαδή έως την 31.10.2017, πραγματοποιώντας συνολικά 50 ημέρες εργασίας. Την 07.11.2017 εγγράφεται στο Μητρώο και την 30.11.2017 αιτείται αναγνώρισης συνεχόμενου χρόνου ανεργίας. Το 12μηνό του εκτείνεται κατά το διάστημα από 30.11.2016 έως 30.11.2017. Το αίτημά του γίνεται δεκτό καθώς:
    • ήταν εγγεγραμμένος άνεργος τόσο κατά την ημερομηνία έναρξης όσο και κατά την ημερομηνία λήξης του 12μηνου,
    • κατά τη διάρκεια του 12μηνου έχει πραγματοποιήσει λιγότερες από 70 ημέρες ασφάλισης.
    Στον ασφαλισμένο αναγνωρίζεται, π.χ. τη 02.12.2017 κατά την οποία εξακολουθεί να είναι εγγεγραμμένος άνεργος, συνεχόμενος χρόνος ανεργίας για το διάστημα από 01.04.2013 έως 02.12.2017, αφαιρουμένου του διαστήματος από 01.06.2017 έως 31.10.2017, κατά το οποίο απασχολούνταν.
    2.α. Εγγεγραμμένος άνεργος στο Μητρώο από την 01.04.2014 αναλαμβάνει εργασία την 01.04.2016 και διαγράφεται το δελτίο ανεργίας του. Εργάζεται έως την 30.06.2016, οπότε λήγει η σύμβασή του, και την 01.07.2016 επανεγγράφεται στο Μητρώο. Κατά το διάστημα απασχόλησής του από 01.04.2016 έως 30.06.2016 έχουν βεβαιωθεί στον ατομικό λογαριασμό του 50 ημέρες ασφάλισης. Την 01.11.2016 συνάπτει σύμβαση μίας ημέρας, διαγράφεται το δελτίο του, και τη 02.11.2016 εγγράφεται εκ νέου στο Μητρώο. Την 01.04.2017, κατά την οποία παραμένει εγγεγραμμένος άνεργος, αιτείται αναγνώρισης συνεχόμενου χρόνου ανεργίας. Το 12μηνο αναφοράς ανατρέχει στο χρονικό διάστημα από 01.04.2016 έως 01.04.2017. Κατά την 01.04.2016, όμως, ο ασφαλισμένος δεν ήταν άνεργος, οπότε το αίτημά του δεν ικανοποιείται.
    β. Ο ίδιος ασφαλισμένος υποβάλλει αίτηση την 31.03.2017. Το 12μηνο αναφοράς εκτείνεται από 31.03.2016 έως 31.03.2017. Στην περίπτωση αυτή καθώς και κατά την ημερομηνία έναρξης και κατά την ημερομηνία λήξης του 12μήνου πληρούται η προϋπόθεση της εγγεγραμμένης ανεργίας, η Υπηρεσία μπορεί να προβεί στην καταμέτρηση των ημερών ασφάλισης. Επειδή αυτές δεν υπερβαίνουν τις 70, το αίτημα ικανοποιείται και αναγνωρίζεται, π.χ. την 01.04.2017, συνεχόμενος χρόνος εγγεγραμμένης ανεργίας για το διάστημα από 01.04.2014 (ημερομηνία έκδοσης δελτίου έναρξης εξατομικευμένου 12μήνου) έως 01.04.2017 (ημερομηνία έκδοσης της απόφασης), αφαιρουμένου του διαστήματος από 01.04.2016 έως 30.06.2016 και της 01.11.2016.
    γ. Αν ο ίδιος ασφαλισμένος υπέβαλε την αίτησή του την 31.03.2017, αλλά κατά το διάστημα της απασχόλησής του από 01.04.2016 έως 30.06.2016 είχε πραγματοποιήσει 75 ημέρες ασφάλισης, δεν θα ενέπιπτε στη διάταξη του νόμου λόγω υπέρβασης των 70 ημερών και δεν θα αναγνωριζόταν συνεχόμενος χρόνος ανεργίας.
    3. Εγγεγραμμένος άνεργος στο Μητρώο από την 01.04.2015 αναλαμβάνει εργασία την 01.04.2016 και διαγράφεται το δελτίο ανεργίας του. Εργάζεται έως την 30.06.2016, οπότε λήγει η σύμβασή του. Κατά το διάστημα απασχόλησής του από 01.04.2016 έως 30.06.2016 έχουν βεβαιωθεί στον ατομικό λογαριασμό του 50 ημέρες ασφάλισης. Μολονότι μετά τη λήξη της σύμβασής του δεν εργάζεται εκ νέου, στο Μητρώο Ανέργων επανεγγράφεται αρκετά μεταγενέστερα από τη λήξη αυτής, π.χ. την 01.11.2016, και παραμένει εγγεγραμμένος άνεργος έως την 31.03.2017, οπότε και αιτείται αναγνώρισης συνεχόμενου χρόνου ανεργίας. Την 01.04.2017 το δελτίο του διαγράφεται λόγω ανάληψης εργασίας. Το 12μηνο του ασφαλισμένου εκτείνεται κατά την περίοδο από 31.03.2016 έως 31.03.2017. Το αίτημά του γίνεται δεκτό, καθώς:
    • ήταν εγγεγραμμένος άνεργος τόσο κατά την ημερομηνία έναρξης όσο και κατά την ημερομηνία λήξης του 12μήνου,
    • η εγγεγραμμένη ανεργία του διεκόπη λόγω ανάληψης εργασίας,
    • κατά τη διάρκεια του 12μηνου έχει πραγματοποιήσει λιγότερες από 70 ημέρες ασφάλισης.
    Στον ασφαλισμένο αναγνωρίζεται την 01.04.2017 συνεχόμενος χρόνος ανεργίας για το διάστημα από 01.04.2015 έως 31.03.2017 (προηγουμένη της διαγραφής του δελτίου), αφαιρουμένου του διαστήματος από 01.04.2016 έως 31.10.2016 (από 01.04.2016 έως 30.06.2016 λόγω της απασχόλησης και από 01.07.2016 έως 31.10.2016 λόγω μη εγγεγραμμένης ανεργίας).
    4. Εγγεγραμμένος άνεργος στο Μητρώο από την 01.04.2016 αναλαμβάνει εργασία από 01.06.2016 και διαγράφεται το δελτίο ανεργίας του. Απασχολείται έως την 31.08.2016. Κατά το διάστημα απασχόλησής του πραγματοποιεί 60 ημέρες εργασίας. Την 01.09.2016 εγγράφεται εκ νέου στο Μητρώο και ανανεώνει το δελτίο του στα προβλεπόμενα χρονικά διαστήματα. Την 01.05.2017, κατά την οποία έχει δελτίο ανεργίας σε ισχύ, αιτείται αναγνώρισης συνεχόμενου χρόνου ανεργίας. Το 12μηνό του εκτείνεται κατά το διάστημα από 01.05.2016 έως 01.05.2017. Καθώς ήταν εγγεγραμμένος άνεργος και κατά την ημερομηνία έναρξης και κατά την ημερομηνία λήξης του 12μηνου, κατά δε τη διάρκεια αυτού είχε πραγματοποιήσει μόνο 60 ημέρες εργασίας, η Υπηρεσία αναγνωρίζει, π.χ. αυθημερόν, συνεχόμενο χρόνο ανεργίας για το διάστημα από 01.04.2016 (ημερομηνία έκδοσης δελτίου έναρξης εξατομικευμένου 12μηνου) έως 01.05.2017, αφαιρουμένου του διαστήματος από 01.06.2016 έως 31.08.2016.
    Την 01.06.2017 διαγράφεται εκ νέου το δελτίο ανεργίας του ασφαλισμένου λόγω ανάληψης εργασίας, από την οποία και απολύεται την 31.08.2017 με βεβαιωμένες και πάλι 60 ημέρες εργασίας στον ατομικό λογαριασμό του. Την 01.09.2017 επανεγγράφεται στο Μητρώο και ανανεώνει συνεχώς το δελτίο ανεργίας του. Την 01.05.2018, κατά την οποία το δελτίο ανεργίας του είναι σε ισχύ, αιτείται και πάλι αναγνώρισης συνεχόμενου χρόνου ανεργίας. Το αίτημά του ικανοποιείται, εφόσον και κατά την έναρξη του 12μηνου (01.05.2017) και κατά τη λήξη αυτού (01.05.2018) ήταν εγγεγραμμένος άνεργος, κατά δε τη διάρκεια αυτού είχε πραγματοποιήσει λιγότερα από 70 ημερομίσθια. Επειδή, όμως, και κατά το αμέσως προηγούμενο 12μηνο πληρούνταν οι προϋποθέσεις του νόμου, η συνεχόμενη ανεργία του ασφαλισμένου θα αναγνωρίζεται για το διάστημα από της εκδόσεως του παλαιότερου σε χρονική σειρά δελτίου έναρξης εξατομικευμένου 12μηνου, δηλαδή από 01.04.2016, έως της έκδοσης απόφασης επί του νέου αιτήματος (ή σε περίπτωση διαγραφής του δελτίου, έως της προηγουμένης αυτής), αφαιρουμένων των διαστημάτων από 01.06.2016 έως 31.08.2016 και από 01.06.2017 έως 31.08.2017.
    5.α. Εγγεγραμμένος άνεργος στο Μητρώο από τη 10.04.2011 διατηρεί το δελτίο ανεργίας του έως την 09.04.2016, οπότε παραλείπει να το ανανεώσει. Επανεγγράφεται την 01.07.2016. Την 01.10.2016 αναλαμβάνει εργασία και διαγράφεται το δελτίο ανεργίας του. Εργάζεται έως την 30.11.2016, οπότε λήγει η σύμβασή του. Κατά το διάστημα απασχόλησής του από 01.10.2016 έως 30.11.2016 έχουν βεβαιωθεί στον λογαριασμό ασφάλισής του 50 ημέρες εργασίας. Μετά τη λήξη της σύμβασής του εγγράφεται στο Μητρώο τη 02.12.2016 και παραμένει εγγεγραμμένος άνεργος έως την 31.03.2017, οπότε και αιτείται αναγνώρισης συνεχόμενου χρόνου ανεργίας. Μολονότι ήταν εγγεγραμμένος άνεργος τόσο κατά την έναρξη (31.03.2016) όσο και κατά τη λήξη του 12μηνου (31.03.2017) και παρότι αριθμεί μόνο 50 ημέρες εργασίας κατά τη διάρκεια αυτού, η Υπηρεσία δεν θα ικανοποιήσει το αίτημά του, γιατί η συνεχόμενη εγγεγραμμένη ανεργία του διεκόπη εντός του 12μήνου λόγω παράλειψης ανανέωσης του δελτίου.
    β. Ο ίδιος ασφαλισμένος μετά την εγγραφή του στο Μητρώο τη 02.12.2016 παραμένει εγγεγραμμένος έως τη 02.07.2017, οπότε και αιτείται αναγνώρισης συνεχόμενου χρόνου ανεργίας. Το αίτημα στην περίπτωση αυτή θα ικανοποιηθεί από την Υπηρεσία καθώς ο ασφαλισμένος:
    • ήταν εγγεγραμμένος άνεργος και κατά την ημερομηνία έναρξης (02.07.2016) και κατά την ημερομηνία λήξης του 12μήνου (02.07.2017),
    • κατά τη διάρκεια του 12μήνου έχει πραγματοποιήσει λιγότερες από 70 ημέρες εργασίας,
    ο συνεχόμενος, όμως, χρόνος ανεργίας θα αναγνωρίζεται/ βεβαιώνεται για το διάστημα από την 01.07.2016 (ημερομηνία πρώτης επανεγγραφής μετά την παράλειψη ανανέωσης του προηγούμενου δελτίου) έως την ημερομηνία έκδοσης απόφασης επί του αιτήματος (ή σε περίπτωση διαγραφής του δελτίου, έως την προηγουμένη αυτής).
    6. Εγγεγραμμένος άνεργος στο Μητρώο από την 01.04.2015 αναλαμβάνει εργασία την 01.04.2016 και διαγράφεται το δελτίο ανεργίας του. Εργάζεται έως την 30.06.2016, οπότε λήγει η σύμβασή του. Κατά το διάστημα απασχόλησής του από 01.04.2016 έως 30.06.2016 έχουν βεβαιωθεί στον λογαριασμό ασφάλισής του 50 ημέρες εργασίας. Εγγράφεται στο Μητρώο την 01.08.2016 και παραμένει εγγεγραμμένος άνεργος έως την 31.10.2016. Δεν ανανεώνει, όμως, εγκαίρως το δελτίο του με αποτέλεσμα να διαγραφεί από τα Μητρώα. Επανεγγράφεται την 01.12.2016. Την 31.03.2017 αιτείται αναγνώρισης συνεχόμενου χρόνου ανεργίας. Η Υπηρεσία δεν θα προβεί σε αναγνώριση, γιατί η συνεχόμενη εγγεγραμμένη ανεργία του δεν διεκόπη μόνο λόγω απασχόλησης (01.04.2016), αλλά και λόγω παράλειψης ανανέωσης του δελτίου.
    7. Σε ασφαλισμένο με ημερομηνία εγγραφής στο Μητρώο τη 02.09.2016 έχει εγκριθεί τακτική επιδότηση λόγω ανεργίας διάρκειας 12 μηνών, για το διάστημα από 02.09.2016 έως 01.09.2017. Στον 9ο μήνα επιδότησης, την 01.05.2017, αναλαμβάνει εργασία, διαγράφεται το δελτίο ανεργίας του και αναστέλλεται η επιδότησή του. Απασχολείται έως 31.10.2017, οπότε και λήγει η σύμβασή του. Κατά τη διάρκεια της απασχόλησής του πραγματοποίησε 70 ημέρες εργασίας. Προσέρχεται στην Υπηρεσία του ΟΑΕΔ την 07.11.2017, εγγράφεται στο Μητρώο Ανέργων και αιτείται:
    α) τη συνέχιση της επιδότησής του και
    β) αναγνώριση συνεχόμενου χρόνου ανεργίας.
    Η Υπηρεσία:
    α) εγκρίνει τη συνέχιση, εφόσον η αίτηση έχει υποβληθεί εντός διετίας από την αρχική αναγνώριση της αξίωσης προς επιδότηση σύμφωνα με την παρ. 1 του αρθρ. 20 του ν.δ. 2961/1954 και
    β) αναγνωρίζει, π.χ. αυθημερόν, συνεχόμενο χρόνο ανεργίας για το διάστημα από 02.09.2016 έως 07.11.2017, καθώς ο ασφαλισμένος:
    • ήταν εγγεγραμμένος άνεργος και κατά την έναρξη (07.11.2016) και κατά τη λήξη (07.11.2017) του 12μήνου,
    • κατά τη διάρκεια του δωδεκαμήνου δεν έχει πραγματοποιήσει περισσότερες από 70 ημέρες εργασίας.
    Με ευθύνη των Προϊσταμένων να λάβουν γνώση οι αρμόδιοι υπάλληλοι.
    Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ Δ/ΝΣΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ
    Δ. ΜΠΟΥΓΙΑΚΛΗΣ

    Υπενθύμιση: Έκδοση πιστωτικού τιμολογίου, για διαφορές που σχετίζονται με τον Φ.Π.Α!

    ΠΟΛ.1052/2017
    Έκδοση πιστωτικού τιμολογίου, για διαφορές που σχετίζονται με τον Φ.Π.Α.
    Αθήνα, 4.4.2017
    ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
    ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
    1. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΕΜΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
    ΤΜΗΜΑ Α’ «ΦΠΑ»
    2. Δ/ΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
    ΤΜΗΜΑ Δ’ (ΦΑΣ)
    Ταχ. Δ/νση :Σίνα 2-4
    Ταχ. Κώδικας :106 72 ΑΘΗΝΑ
    Πληροφορίες:
    Σ. Κουρβετάρη
    Γ. Αναγνωστόπουλος
    Θ. Γκαραβέλας
    Τηλέφωνο:210-3642922, 210-3627747,
    2103375872
    Fax:210-3645413
    E-Mail:[email protected]
    Url:www.aade.gr
    ΕΞ. ΕΠΕΙΓΟΝ
    ΠΟΛ 1052/2017
    ΘΕΜΑ: Έκδοση πιστωτικού τιμολογίου, για διαφορές που σχετίζονται με τον ΦΠΑ.

    Με αφορμή γραπτά και προφορικά ερωτήματα αναφορικά με την έκδοση πιστωτικού τιμολογίου κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 6 του άρθρου 8 του ν. 4308/2014 (Ε.Λ.Π.), λόγω εσφαλμένης χρέωσης, αναφορικά με τον Φ.Π.Α., παρέχονται οι ακόλουθες διευκρινίσεις:

    Α. Προϋποθέσεις έκδοσης πιστωτικού τιμολογίου.

    1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 8 του ν. 4308/2014 (ΦΕΚ 251 Α’) περί Ελληνικών Λογιστικών Προτύπων, συναφείς ρυθμίσεις και άλλες διατάξεις, «Πιστωτικό τιμολόγιο είναι το τιμολόγιο που εκδίδεται για κάθε περίπτωση εκπτώσεων, επιστροφών ή άλλων διαφορών». Με την εγκύκλιο ΠΟΛ.1003/31.12.2014, που παρέχει οδηγίες για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 6 του άρθρου 8 του ν.4308/2014, διευκρινίζεται ότι τέτοιες διαφορές, για τις οποίες προβλέπεται η έκδοση πιστωτικού τιμολογίου, μπορεί να είναι, μεταξύ άλλων, η εσφαλμένη χρέωση ΦΠΑ επί του αρχικά εκδοθέντος τιμολογίου.
    Ως εσφαλμένη χρέωση θεωρείται η επιβάρυνση της αξίας του τιμολογίου με ΦΠΑ που δεν θα έπρεπε να επιβαρυνθεί με ΦΠΑ ή που επιβαρύνθηκε με ΦΠΑ μεγαλύτερο του αναλογούντος. Εσφαλμένη χρέωση μπορεί να συμβεί κατά τη διενέργεια διαφόρων πράξεων. Ενδεικτικά μπορεί να αφορά πράξεις που είναι:
    α) φορολογητέες που έχουν επιβαρυνθεί με υψηλότερο συντελεστή από τον ορθό,
    β) εκτός πεδίου εφαρμογής των διατάξεων του ΦΠΑ (π.χ. αποζημίωση), ή
    γ) υπαγόμενες (εντός πεδίου εφαρμογής των διατάξεων του ΦΠΑ) και απαλλασσόμενες στο εσωτερικό της Χώρας (μικρές επιχειρήσεις – άρθρο 39 του Κώδικα ΦΠΑ, παροχή υπηρεσιών από ασφαλιστή – άρθρο 22, κλπ), ή
    δ) φορολογητέες εκτός του εσωτερικού της Χώρας (π.χ. νομικές υπηρεσίες που παρέχονται από υποκείμενο εγκατεστημένο στο εσωτερικό της Χώρας σε υποκείμενο που ενεργεί με την ιδιότητά του αυτή και έχει την έδρα της οικονομικής του δραστηριότητας- ΑΦΜ/ΦΠΑ σε άλλο κράτος μέλος), ή
    ε) υπαγόμενες σε ΦΠΑ πράξεις φορολογητέες στο εσωτερικό της Χώρας, για τις οποίες υπόχρεος για την καταβολή του φόρου είναι ο λήπτης του αγαθού (π.χ. παραδόσεις ανακυκλώσιμων απορριμμάτων). Εξαιρούνται και δεν θεωρείται ότι υφίσταται εσφαλμένη χρέωση οι περιπτώσεις όπου βάσει σχετικών αποφάσεων ο φόρος αναγράφεται στο τιμολόγιο, ωστόσο καταβάλλεται από το λήπτη (π.χ. αγορά καινούργιου μηχανολογικού εξοπλισμού από βιοτεχνική επιχείρηση βάσει της ΚΥΑ Π.2869/2389/ΠΟΛ.137/4.5.1987).
    Στις ανωτέρω περιπτώσεις β, γ, δ, ε (πλην της ανωτέρω εξαίρεσης της περ. ε), το τιμολόγιο πρέπει να εκδίδεται χωρίς ΦΠΑ, επομένως εάν έχει εκδοθεί με ΦΠΑ, πρόκειται για εσφαλμένη χρέωση.
    2. Στην περίπτωση εσφαλμένης χρέωσης του ΦΠΑ από τον εκδότη του τιμολογίου, προβλέπεται η έκδοση πιστωτικού τιμολογίου μόνο για ΦΠΑ, προκειμένου να διορθωθεί η αρχικά εσφαλμένη χρέωση και να μην επιβαρύνεται ο αποδέκτης του τιμολογίου με το ποσό αυτό.
    Εάν ο λήπτης του τιμολογίου έχει ασκήσει δικαίωμα έκπτωσης βάσει του αρχικού στοιχείου, έχει υποχρέωση διόρθωσης της εσφαλμένης έκπτωσης, με το πιστωτικό τιμολόγιο, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις των άρθρων 30, 32 του Κώδικα ΦΠΑ (ν. 2859/2000) με την επιφύλαξη των διατάξεων περί παραγραφής.
    3. Δεν υφίσταται ανάγκη έκδοσης πιστωτικού τιμολογίου εάν ο εκδότης του φορολογικού στοιχείου έχει επιβαρύνει το αρχικό στοιχείο με ΦΠΑ μεγαλύτερο του αναλογούντος για την συγκεκριμένη πράξη και στο λήπτη παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης του φόρου αυτού (π.χ. επιβάρυνση του αρχικού στοιχείου με συντελεστή 24%, αντί του ορθού 17%). Σε κάθε άλλη περίπτωση θα πρέπει να εξετάζεται από το λήπτη το δικαίωμα έκπτωσης ή μη του ΦΠΑ που αφορά σε εσφαλμένη χρέωση, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Ο υποκείμενος στο φόρο εκδότης έχει σε κάθε περίπτωση υποχρέωση απόδοσης του υπερβάλλοντος ΦΠΑ σε σχέση με τον αναλογούντα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 35.1.ι’ και 35.2 του Κώδικα ΦΠΑ.
    4. Επισημαίνεται ότι, όπως έχει γίνει δεκτό από τη Διοίκηση, δεν απαγορεύεται η έκδοση πιστωτικού τιμολογίου για το σύνολο της αξίας του αρχικά εκδοθέντος τιμολογίου και στη συνέχεια η έκδοση νέου τιμολογίου, στο οποίο θα αναγράφεται η διάταξη βάσει της οποίας η εν λόγω συναλλαγή απαλλάσσεται από το Φ.Π.Α.
    5. Η δυνατότητα έκδοσης πιστωτικών τιμολογίων, σύμφωνα με τα ανωτέρω, δεν απαγορεύεται από τις διατάξεις του ν.4308/2014 για αρχικά τιμολόγια που έχουν εκδοθεί πριν την 1.1.2015 ανεξαρτήτως της χρήσης που είχαν αυτά εκδοθεί, με την επιφύλαξη των περί παραγραφής διατάξεων.
    6. Το πιστωτικό τιμολόγιο εκδίδεται, σε κάθε περίπτωση, μεταξύ των αντισυμβαλλομένων , οι οποίοι θα πρέπει να ενεργούν με την ιδιότητα που είχαν κατά την έκδοση του αρχικού στοιχείου. Κατά συνέπεια δεν είναι δυνατή η έκδοση πιστωτικού τιμολογίου, μετά την ημερομηνία παύσης εργασιών του λήπτη του αρχικού τιμολογίου.
    Β. Έκδοση φορολογικού στοιχείου και εφαρμοζόμενος συντελεστής ΦΠΑ.
    7. Για την έκδοση του πιστωτικού τιμολογίου λόγω εσφαλμένης χρέωσης λαμβάνεται υπόψη ο συντελεστής ΦΠΑ που ήταν σε ισχύ κατά το χρόνο έκδοσης του αρχικού τιμολογίου.
    8. Στο φορολογικό στοιχείο θα πρέπει να αναγράφεται το λεκτικό «έκδοση πιστωτικού τιμολογίου λόγω αρχικά εσφαλμένης χρέωσης» ώστε να είναι σε γνώση της φορολογικής αρχής ο λόγος έκδοσης του πιστωτικού τιμολογίου.
    Γ. Καταχώριση του πιστωτικού τιμολογίου στη δήλωση ΦΠΑ.
    9. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 38 παρ. 1 του Κώδικα ΦΠΑ οι υπόχρεοι στο φόρο, που ενεργούν φορολογητέες πράξεις ή πράξεις απαλλασσόμενες του φόρου, για τις οποίες έχουν δικαίωμα έκπτωσης του φόρου εισροών με βάση τις διατάξεις του άρθρου 30, οφείλουν να υποβάλουν δήλωση ΦΠΑ για κάθε φορολογική περίοδο. Σύμφωνα με άρθρο 30 παρ.3 του Κώδικα ΦΠΑ το δικαίωμα έκπτωσης γεννάται κατά το χρόνο που ο φόρος καθίσταται απαιτητός, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 16, 17 και 18. Οι πράξεις εκροών και εισροών καταχωρούνται στην δήλωση ΦΠΑ κατά το χρόνο που ο φόρος καθίσταται απαιτητός.
    10. Το πιστωτικό τιμολόγιο καταχωρείται, τόσο από τον εκδότη όσο και το λήπτη, στη φορολογική περίοδο που αφορά η αρχική πράξη και στον ορθό κωδικό της δήλωσης ΦΠΑ, υποβάλλοντας τροποποιητική δήλωση.
    Όσον αφορά τον εκδότη καταχωρείται στις εκροές, ως φορολογητέα πράξη και στον ορθό συντελεστή ΦΠΑ στην περίπτωση που το αρχικό τιμολόγιο επιβαρύνθηκε με μεγαλύτερο συντελεστή, ή ως απαλλασσόμενη, ή ως εξαιρούμενη ή μη επιβαρυνόμενη με ΦΠΑ στην περίπτωση που εσφαλμένα το αρχικό τιμολόγιο επιβαρύνθηκε με ΦΠΑ.
    Όσον αφορά το λήπτη απαιτείται διόρθωση του ποσού του ΦΠΑ που έχει αναγραφεί στη φορολογητέα αξία και στο φόρο των εισροών, κατά περίπτωση, εάν έχει ασκηθεί δικαίωμα έκπτωσης του φόρου (μερικό ή ολικό) με τη λήψη του αρχικού τιμολογίου (σημειώνεται ότι οι απαλλασσόμενες ή εξαιρούμενες εισροές δεν αναγράφονται στη δήλωση ΦΠΑ).

    Παράδειγμα

    Κτηματομεσίτης εγκατεστημένος στο εσωτερικό της Χώρας, που τηρεί διπλογραφικό λογιστικό σύστημα παρέχει υπηρεσίες μεσιτείας σε υποκείμενο στο φόρο λήπτη εγκατεστημένο στο εσωτερικό της Χώρας για ακίνητο που βρίσκεται σε άλλο κράτος μέλος, επιβαρύνοντας την αμοιβή του στο αρχικό τιμολόγιο εσφαλμένα με ΦΠΑ 24% στις 5.9.2016. Η χρέωση ΦΠΑ είναι εσφαλμένη, καθώς αυτή η συναλλαγή φορολογείται στον τόπο του ακινήτου (άρθρο 14 παρ. 4 του Κώδικα ΦΠΑ).
    Ο εκδότης αντιλαμβάνεται καθυστερημένα την εσφαλμένη χρέωση και εκδίδει πιστωτικό τιμολόγιο μόνο με ΦΠΑ στις 28.12.2016. Ο εκδότης καταχώρησε την αξία του αρχικού τιμολογίου στον κωδικό «303» και «333» του εντύπου της δήλωσης ΦΠΑ Φ2 TAXIS έκδοση 2016 για την φορολογική περίοδο του Σεπτεμβρίου 2016.
    Με την έκδοση του πιστωτικού τιμολογίου έχει υποχρέωση υποβολής τροποποιητικής δήλωσης για την φορολογική περίοδο του Σεπτεμβρίου 2016 διαγράφοντας τη συγκεκριμένη συναλλαγή από τους κωδικούς «303» και «333» και καταχωρώντας την φορολογητέα αξία στον κωδικό «349». Με τον τρόπο αυτό για τη συγκεκριμένη φορολογική περίοδο η τροποποιητική δήλωση θα έχει πιστωτικό υπόλοιπο το οποίο θα πρέπει να μεταφερθεί στις επόμενες φορολογικές περιόδους.
    Ο λήπτης που είχε καταχωρίσει την ανωτέρω συναλλαγή στον κωδικό «361» και «381» αντίστοιχα θα πρέπει να υποβάλλει τροποποιητική δήλωση διαγράφοντας από το περιεχόμενο των κωδικών αυτών την αξία του συγκεκριμένου τιμολογίου.
    Δ. Λοιπά θέματα
    11. Τα πιστωτικά τιμολόγια περιλαμβάνονται στις υποβληθείσες καταστάσεις φορολογικών στοιχείων για διασταύρωση πληροφοριών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ΑΓΓΔΕ ΠΟΛ.1022/7.1.2014, με βάση την ημερομηνία έκδοσής τους, ανεξαρτήτως εάν εκδίδονται εμπρόθεσμα ή εκπρόθεσμα.
    12. Στην περίπτωση που ο λήπτης του στοιχείου είναι μη εγκατεστημένος στο εσωτερικό της Χώρας υποκείμενος στο φόρο και μη υπόχρεος σε τήρηση των Ελληνικών Λογιστικών Προτύπων, ο εκδότης του στοιχείου έχει υποχρέωση να ενημερώνει τη Διεύθυνση Εφαρμογής Έμμεσης Φορολογίας, Τμήμα Γ’, για την έκδοση του πιστωτικού τιμολογίου, καθώς είναι πιθανό η Φορολογική Διοίκηση να έχει προβεί σε επιστροφή του σχετικού φόρου κατ’ εφαρμογή των σχετικών διατάξεων (Οδηγία 9/2008 και άρθρο 34 παρ. 2 του Κώδικα ΦΠΑ).
    Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
    ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

    Υπενθύμιση: Σχετικά με την παρακράτηση φόρου στις αμοιβές της περ. δ' της παρ. 1 του άρθρου 62 του ν. 4172/2013, καθώς και τον χρόνο συμψηφισμού του φόρου που παρακρατείται με βάση τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 64 του ν. 4172/2013!

    Αριθ. πρωτ.: ΔΕΑΦ Β’ 1110696 ΕΞ 2016/ 18.7.2016
    Διευκρινίσεις σχετικά με τον χρόνο διενέργειας παρακράτησης φόρου στις αμοιβές της περ. δ’ της παρ. 1 του άρθρου 62 του ν. 4172/2013, καθώς και τον χρόνο συμψηφισμού του φόρου που παρακρατείται με βάση τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 64 του ν. 4172/2013, στα εισοδήματα φορολογικού έτους 2014 και επόμενων
    Αθήνα, 18 Ιουλίου 2016
    Αριθ. Πρωτ.:ΔΕΑΦ Β’1110696 ΕΞ 2016
     
    ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
    ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
    ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
    ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
    Δ/ΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
    ΤΜΗΜΑΤΑ Α’, Β’
     
    Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
    Ταχ. Κώδ.: 101 84 Αθήνα
    Πληροφορίες: Β. Δασουράς, Θ. Κακλαμάνης
    Τηλέφωνο: 210 – 33.75.314, 312
    ΦΑΞ: 210 – 33.75.001
     
    ΘΕΜΑ: Διευκρινίσεις σχετικά με τον χρόνο διενέργειας παρακράτησης φόρου στις αμοιβές της περ. δ’ της παρ. 1 του άρθρου 62 του ν. 4172/2013, καθώς και τον χρόνο συμψηφισμού του φόρου που παρακρατείται με βάση τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 64 του ν. 4172/2013, στα εισοδήματα φορολογικού έτους 2014 και επόμενων.
     
    Με αφορμή ερωτήματα που έχουν υποβληθεί στην υπηρεσία μας, αναφορικά με το πιο πάνω θέμα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:
     

    1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. δ’ της παρ. 1 του άρθρου 62 του ν. 4172/2013 (Κ.Φ.Ε.), οι πληρωμές, μεταξύ άλλων, για αμοιβές διοίκησης, καθώς και για αμοιβές για συμβουλευτικές υπηρεσίες και άλλες αμοιβές για παρόμοιες υπηρεσίες υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου, με τον οριζόμενο στις διατάξεις της περ. δ’ της παρ. 1 του άρθρου 64 του ίδιου νόμου συντελεστή.

     

    1. Με τις διατάξεις της παρ. 7 του άρθρου 64 του ν. 4172/2013 ορίζεται ότι ο φόρος που παρακρατείται σύμφωνα με τις ανωτέρω παραγράφους αποδίδεται το αργότερο μέχρι το τέλος του δεύτερου μήνα από την ημερομηνία καταβολής της υποκείμενης σε παρακράτηση πληρωμής.

     

    1. Εξάλλου, με τις διατάξεις του άρθρου 2 της ΠΟΛ.1011/2.1.2014 απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, σχετικά με τον καθορισμό του τρόπου υποβολής, καθώς και του τύπου και περιεχομένου της δήλωσης απόδοσης του παρακρατούμενου φόρου στα εισοδήματα από μερίσματα, τόκους και δικαιώματα με βάση τις διατάξεις του άρθρου 64 του ν. 4172/2013, ορίζεται ότι ως «καταβολή της υποκείμενης σε παρακράτηση πληρωμής» νοείται και η πίστωση των δικαιούχων με τα εισοδήματα των περιπτώσεων α’, β’ και γ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 62 του ν. 4172/2013.

     

    1. Περαιτέρω, με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 64 του ν. 4172/2013 ορίζεται ότι οι Φορείς Γενικής Κυβέρνησης εκτός από τις κεφαλαιουχικές εταιρείες κατά την προμήθεια κάθε είδους αγαθών ή υπηρεσιών από φυσικά ή νομικά πρόσωπα, υποχρεούνται, κατά την καταβολή ή την έκδοση της σχετικής εντολής πληρωμής της αξίας αυτών, να παρακρατούν φόρο εισοδήματος, ο οποίος υπολογίζεται στο καθαρό ποσό της αξίας των αγαθών ή υπηρεσιών με τους οριζόμενους στις ίδιες διατάξεις συντελεστές, κατά περίπτωση.

     

    1. Οδηγίες για την εφαρμογή των πιο πάνω διατάξεων των άρθρων 62 και 64 του ν. 4172/2013 δόθηκαν με την ΠΟΛ.1120/25.4.2014 εγκύκλιό μας, με την οποία διευκρινίστηκε, μεταξύ άλλων, αναφορικά με την παρακράτηση φόρου από φορείς γενικής κυβέρνησης σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 64, ότι η εν λόγω παρακράτηση διενεργείται κατά τον χρόνο καταβολής ή έκδοσης της σχετικής εντολής πληρωμής, ανεξάρτητα αν εξοφλείται ολόκληρη η αξία του τιμολογίου ή μέρος αυτής (και ως εκ τούτου γίνεται τμηματική καταβολή του τιμολογίου), ότι η παρακράτηση διενεργείται στο καταβαλλόμενο κάθε φορά ποσό.

     
    Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι η παρακράτηση φόρου σύμφωνα με τις πιο πάνω διατάξεις διενεργείται κατά τον χρόνο καταβολής ή έκδοσης της σχετικής εντολής πληρωμής και όχι κατά τον χρόνο έκδοσης του τιμολογίου.
     

    1. Περαιτέρω, με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 68 του ν. 4172/2013 ορίζεται, μεταξύ άλλων, ότι ο φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων υπολογίζεται με βάση την ετήσια φορολογική δήλωση του φορολογούμενου και το ποσό της φορολογικής οφειλής καθορίζεται κατόπιν έκπτωσης του φόρου που παρακρατήθηκε.

     

    1. Κατόπιν των ανωτέρω, διευκρινίζονται τα ακόλουθα, αναφορικά με τον χρόνο διενέργειας παρακράτησης φόρου στις πληρωμές για αμοιβές διοίκησης, για αμοιβές για συμβουλευτικές ή παρόμοιες υπηρεσίες, καθώς και τον χρόνο συμψηφισμού του φόρου που παρακρατείται από φορείς γενικής κυβέρνησης, με βάση τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 64 του ν. 4172/2013:

     
    α) Κατά την πάγια θέση της Διοίκησης, η καταβολή των υποκείμενων σε παρακράτηση πληρωμών εξομοιώνεται με την πίστωση, καθόσον η έκδοση του παραστατικού από τον δικαιούχο του εισοδήματος, η οποία συνεπάγεται και την πίστωση στα βιβλία του αντισυμβαλλόμενου, γεννά ταυτόχρονα την αξίωση του εκδότη του παραστατικού για την καταβολή του αναγραφόμενου σε αυτού ποσού. Αυτό άλλωστε είναι σύμφωνο και με τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 8 του ν. 4172/2013, αναφορικά με τον χρόνο κτήσης του εισοδήματος (χρόνος απόκτησης δικαιώματος είσπραξης). Κατά συνέπεια, χρόνος διενέργειας της παρακράτησης φόρου στις αμοιβές διοίκησης, καθώς και τις αμοιβές για συμβουλευτικές και άλλες παρόμοιες υπηρεσίες, με βάση τις διατάξεις των περ. δ’ των παρ. 1 των άρθρων 62 και 64 του ν. 4172/2013, θεωρείται ο χρόνος έκδοσης του παραστατικού, ήτοι η πίστωση των εν λόγω ποσών στα βιβλία του αντισυμβαλλόμενου και ο φόρος αποδίδεται στο τέλος του δεύτερου μήνα από τον πιο πάνω χρόνο.
     
    Επισημαίνεται ότι για δεδουλευμένο εισόδημα μέχρι το τέλος του τρέχοντος φορολογικού έτους, όταν το προβλεπόμενο παραστατικό βάσει της περ. α’ της παρ. 2 του άρθρου 11 των Ε.Λ.Π. εκδοθεί μέχρι την 15η Ιανουαρίου του επόμενου φορολογικού έτους, ο παρακρατηθείς και αποδοθείς φόρος συμψηφίζεται κατά την εκκαθάριση της δήλωσης του έτους αυτού (επόμενου).
     
    β) Ο φόρος που παρακρατείται από τους φορείς γενικής κυβέρνησης για την προμήθεια κάθε είδους αγαθών ή υπηρεσιών, καθώς και ο φόρος που παρακρατείται από τους ίδιους φορείς κατά την καταβολή ή έκδοση της σχετικής εντολής πληρωμής για αμοιβές του πρώτου εδαφίου της περ.δ’ της παρ.1 του άρθρου 64 του ν.4172/2013, εκπίπτει από τον φόρο που αναλογεί στο εισόδημα που αποκτά ο αντισυμβαλλόμενος (φυσικό ή νομικό πρόσωπο) κατά το φορολογικό έτος μέσα στο οποίο έγινε η καταβολή ή έκδοση της σχετικής εντολής πληρωμής, σύμφωνα και με τα οριζόμενα στην ΠΟΛ.1274/30.12.2015 Απόφαση Γ.Γ.Δ.Ε. που έχει εφαρμογή για τα εισοδήματα φορολογικού έτους 2015 και επόμενων, καθόσον οι φορείς γενικής κυβέρνησης, κατά ρητή διατύπωση των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 64 του ν. 4172/2013, σε κάθε περίπτωση, διενεργούν παρακράτηση κατά την καταβολή ή έκδοση της σχετικής εντολής πληρωμής και όχι κατά την έκδοση του σχετικού παραστατικού από τον αντισυμβαλλόμενό τους.
     
    Τέλος, διευκρινίζεται ότι τα παραπάνω έχουν εφαρμογή και για πωλήσεις ή παροχή υπηρεσιών προγενέστερων ετών, για τις οποίες όμως η καταβολή των σχετικών αμοιβών πραγματοποιήθηκε στο φορολογικό έτος 2014, δηλαδή και στις περιπτώσεις αυτές δεν απαιτείται η υποβολή τροποποιητικών δηλώσεων στα έτη έκδοσης των σχετικών παραστατικών, αλλά ο παρακρατηθείς φόρος συμψηφίζεται με βάση τα αναφερόμενα πιο πάνω.
     
    Ακριβές Αντίγραφο
    Η Προϊσταμένη του Αυτοτελούς Τμήματος Διοίκησης
     
    Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
    ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

    Τί δικαιώματα έχουν οι εργαζόμενοι όταν μεταβιβάζεται μια επιχείρηση;

    Αριθ. πρωτ.: 58455/ 2017
    Μέτρα σχετικά με την προστασία των δικαιωμάτων των εργαζομένου σε περίπτωση μεταβίβασης επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων η επιχειρήσεων
    Αθήνα 15.03.2017
    Αριθ. Πρωτ; 58455
    ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ και ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
    ΣΩΜΑ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΙΔΙΚΟΥ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑ
    Ταχ. Δ/νση: Δραγατσανίου 8 101 10 – ΑΘΗΝΑ
    Τηλέφωνο: 2131516500
    e-mail: [email protected]
    Θέμα: Μέτρα σχετικά με την προστασία των δικαιωμάτων των εργαζομένου σε περίπτωση μεταβίβασης επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων η επιχειρήσεων.
    Δεδομένου ότι πολλές περιφερειακές Υπηρεσίες της Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων του Σ.ΕΠ.Ε. έχουν γίνει αποδέκτες αναφορών ή καταγγελιών σχετικά με καταστρατήγηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περιπτώσεις μεταβίβασης επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων, όπως αυτά καθορίζονται από το Π.Δ. 178/2002, προκειμένου να υπάρξει ενιαίος τρόπος αντιμετώπισης του εν λόγω ζητήματος, εφιστούμε την προσοχή στα ακόλουθα:
    Κατά την έννοια του ΠΔ/τος 178/2002, ως μεταβίβαση επιχείρησης θεωρείται η μεταβίβαση μιας οικονομικής οντότητας που διατηρεί την ταυτότητά της, η οποία νοείται ως σύνολο οργανωμένων πόρων με σκοπό την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας είτε κυρίας είτε δευτερεύουσας.
    Δεν επηρεάζει καθόλου ο διαφορετικός τίτλος, η μορφή ή ο μετασχηματισμός του νομικού προσώπου που γίνεται με την διάλυση του «μεταβιβάζοντος» και την σύσταση του «διαδόχου». Το αυτό ισχύει έστω και αν ο νέος εργοδότης (διάδοχος) χρησιμοποιεί νέα γραφεία, νέες εγκαταστάσεις και εξοπλισμό όταν μάλιστα έχει συμφωνηθεί με τους εκπροσώπους των εργαζομένων ότι θα συνεχισθούν με αυτόν οι συμβάσεις του προσωπικού, το οποίο, είτε στο σύνολό του είτε μερικώς, έχει τοποθετηθεί στις ίδιες θέσεις. Δεν απαιτείται δηλαδή να υπάρχει νομικός δεσμός μεταξύ του «μεταβιβάζοντος» και του «διαδόχου».
    Αρκεί το πραγματικό γεγονός της συνέχισης της αυτής επιχείρησης, υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι υπάρχει το στοιχείο της ταυτότητος της συνεχιζόμενης επιχείρησης με την οποία συνδέεται ο εργαζόμενος. Η διατήρηση της ταυτότητας της μονάδας καθορίζεται κυρίως από στοιχεία όπως η ομοιότητα των δραστηριοτήτων πριν και μετά τη μεταβίβαση, η μεταβίβαση ή μη της φήμης και της πελατείας, η μεταβίβαση μέρους ή του συνόλου των υλικών ή άυλων στοιχείων της παλαιός επιχείρησης στο διάδοχο φορέα κατά το χρόνο της μεταβίβασης κλπ.
    Στο πεδίο εφαρμογής του Διατάγματος, σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ.2, εμπίπτουν:
    α) συμβάσεις εργασίας ή εργασιακές σχέσεις ανεξαρτήτως του αριθμού των ωρών εργασίας που πραγματοποιήθηκαν ή θα πραγματοποιηθούν,
    β) εργασιακές σχέσεις που διέπονται από σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου, σύμφωνα με τις διατάξεις που έχουν τεθεί σε συμμόρφωση προς το άρθρο 1 παρ. 1 της οδηγίας 91/383/ΕΟΚ και
    γ) πρόσκαιρες εργασιακές σχέσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις που έχουν τεθεί σε συμμόρφωση προς το άρθρο 1 παρ. 2 της οδηγίας 91/383/ΕΟΚ.
    Στην περίπτωση μεταβίβασης επιχείρησης κατά το Π.Δ. 178/2002, ο διάδοχος εργοδότης υπεισέρχεται  αυτοδικαίως στις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις  ενεργές συμβάσεις του παλαιού (μεταβιβάζοντος) εργοδότη έναντι των εργαζομένων της επιχείρησης, δεδομένου ότι οι ανωτέρω υποχρεώσεις θεωρούνται ως αναπόσπαστο μέρος της επιχειρήσεως και βαρύνουν και τον νέο εργοδότη. Θα πρέπει να τονιστεί ότι ο μεταβιβάζων εργοδότης και μετά τη μεταβίβαση ευθύνεται αλληλέγγυος και εις ολόκληρον με τον διάδοχο για τις υποχρεώσεις που προέκυψαν από τη σύμβαση ή σχέση εργασίας μέχρι το χρόνο φυσικά που αναλαμβάνει ο διάδοχος (βλ.άρθρο 4),
    Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 8 του προεδρικού Διατάγματος, τόσο ο μεταβιβάζων όσο και ο διάδοχος εργοδότης έχουν υποχρεώση  να πληροφορούν τους εκπροσώπους των εργαζομένων τους που θίγονται από τη μεταβίβαση, για ορισμένα βασικά σημεία που αφορούν τους επιμέρους όρους και συνθήκες αυτής. Σε περίπτωση που δεν υπάρχουν εκπρόσωποι των εργαζομένων, για λόγους ανεξάρτητους από τη θέλησή τους, ο εργοδότης υποχρεούται να ενημερώσει εγγράφως, εγκαίρως, συγχρόνως και εκ των προτέρων όλους τους εργαζομένους.
    Κατόπιν των ανωτέρω, έχοντας υπόψη τις διατάξεις της Κοινοτικής Οδηγίας 98/50/ΕΚ, του Π.Δ. 178/2002, τη διαμορφωθείσα νομολογία των Δικαστηρίων Δ.Ε.Κ. και Αρείου Πάγου (Οι 60/14, C-688/13, C-453/12, C-458/05, C-478/03, C-74/97, C-127/96, 0229/96, ΑΠ 77/2016, ΑΠ 318/1998) καθώς και την άποψη της θεωρίας, επισημαίνονται τα εξής:
    Οι διατάξεις του ΠΔ/τος 178/2002 συνιστούν κανόνες υποχρεωτικής εφαρμογής (δημόσιας τάξης) οι οποίοι ισχύουν ανεξάρτητα από την θέληση των εμπλεκόμενων μερών. Συνεπώς, είναι απολύτως άκυρη κάθε συμφωνία μεταξύ εργοδότη και μισθωτού περί μη εφαρμογής των προστατευτικών αυτών διατάξεων, καθώς και κάθε συμφωνία με άλλο αντικείμενο, η οποία όμως τείνει ή άγει στο ίδιο αποτέλεσμα. Δεν μπορούν δηλαδή, ακόμη και αν συναινούν από κοινού, να αποφασίσουν πως κατά τη μεταβίβαση της επιχείρησης δεν θα περιέλθουν στο διάδοχο οι υποχρεώσεις και τα δικαιώματα που απορρέουν από τις συμβάσεις του παλαιού εργοδότη και συνεπώς να στερηθούν οι εργαζόμενοι της προστασίας και γενικά των κεκτημένων δικαιωμάτων τους.
    Όπως προαναφέρθηκε, οι διατάξεις του ΠΔ/τος 178/2002 αποβλέπουν στο πραγματικό γεγονός της συνέχισης της αυτής επιχείρησης ως οικονομικής μονάδας από το νέο εργοδότη. Ουδόλως δε επηρεάζει το γεγονός της  συνέχισης τυχόν προσωρινή διακοπή της λειτουργίας της επιχείρησης από τον παλιό εργοδότη και επαναλειτουργία της κατόπιν σύντομου χρονικού διαστήματος, από το διάδοχο. Δεν είναι δυνατόν, εξάλλου, να μην εφαρμοστούν οι προστατευτικές διατάξεις του ΠΔ/τος 178/2002, σε περιπτώσεις που ο παλαιός εργοδότης παύει μεν για σύντομο χρονικό διάστημα την οικονομική και επιχειρηματική του δραστηριότητα, αλλά από το σύνολο των ενεργειών του προκύπτει σαφώς πρόθεση να εξακολουθήσει τον επιχειρηματικό του στόχο.
    Οι Επιθεωρητές Εργασιακών Σχέσεων του Σ.ΕΠ.Ε. καλούνται να εφαρμόσουν κατά τρόπο ομοιόμορφο το προεκτεθέν ρυθμιστικό πλαίσιο και να καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να επιτελέσουν όσο το δυνατό αποτελεσματικότερα την αποστολή τους, με βασικό πάντα γνώμονα την προστασία και τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων.
    Ο ΕΙΔΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
     

    Τί πλαίσιο διέπει τους πλειστηριασμούς ακινήτων με βάση το ισχύον νομικό καθεστώς;

    Αριθ. πρωτ.: 1654/2.11.2016
    Σχετικά με τους πλειστηριασμούς κατοικιών
    Αθήνα, 2 Νοεμβρίου 2016
    Αρ. Πρωτ.: 1654
    ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
    Αμερικής 4,105 64 Αθήνα, Τ.: 2103335000
    www.piraeusbankgroup.com
    Τράπεζα Πειραιώς Α.Ε.,
    Έδρα: Δήμος Αθηναίων
    Aρ. Γ.Ε.ΜH.: 225501000,
    A.Φ.Μ.: 094014298,
    Δ.Ο.Υ.: Φ.A.Ε. Αθηνών
    Αξιότιμοι κύριοι,
    Σε απάντηση ερώτησης που κατέθεσε ο Βουλευτής Θεοχάρης Θεοχάρης, απευθυνόμενη προς τον κ. Υπουργό Οικονομικών, με θέμα «πλειστηριασμοί κατοικιών», σας ενημερώνουμε για τα παρακάτω:
    Η Τράπεζα Πειραιώς διατηρεί ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις έναντι δανειοληπτών της, από στεγαστικά, καταναλωτικά και επιχειρηματικά δάνεια και πιστώσεις. Ο αριθμός των δανείων και πιστώσεων τα οποία δεν εξυπηρετήθηκαν και είναι στο σύνολο τους ληξιπρόθεσμα και απαιτητά είναι, κατά κοινή ομολογία ιδιαίτερα σημαντικός. Παρά ταύτα, από τις αρχές του έτους δεν έχει διενεργηθεί κανείς πλειστηριασμός κατοικίας με επίσπευση της Τράπεζας.
    Τούτο βεβαίως δεν σημαίνει ότι η Τράπεζα επιδεικνύει αδράνεια, ως προς την άσκηση ενεργειών και δικαιωμάτων που της παρέχει ο νόμος και το κανονιστικό πλαίσιο που διέπει τη λειτουργία της, για την είσπραξη των παραπάνω απαιτήσεων της. Λαμβάνοντας υπόψη την οικονομική δυσχέρεια που αντιμετωπίζει σημαντικός αριθμός δανειοληπτών της, κατέβαλλε και συνεχίζει να καταβάλλει σημαντική προσπάθεια για την επίτευξη βιώσιμης λύσης ρύθμισης των οφειλών τους. Στο πλαίσιο αυτό έχει επιτύχει μέχρι σήμερα να διευθετήσει σημαντικό πλήθος οφειλών, υπό όρους και προϋποθέσεις που πληρούν τα κριτήρια της εξασφάλισης των ελάχιστων δαπανών διαβίωσης για τα φυσικά πρόσωπα, και της βιωσιμότητας για τις επιχειρήσεις – οφειλέτες της, αλλά και τις δικές της δεσμεύσεις και υποχρεώσεις έναντι των Εποπτικών της Αρχών και των μετόχων της.
    Επιθυμούμε όμως να σημειώσουμε ότι η συναινετική είσπραξη των ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων της Τράπεζας δεν καθίσταται πάντοτε εφικτή, ιδίως αν δεν πληρούνται τα προαναφερόμενα κριτήρια ή αν ο οφειλέτης δεν συνεργάζεται με την Τράπεζα για τη διευθέτηση των οφειλών του.
    Στις περιπτώσεις αυτές η Τράπεζα επιφυλάσσεται να ασκησει τα δικαιώματα που της παρέχει ο νόμος νια την αναγκαστική είσπραξη των απαιτήσεων της με πλειστηριασμό της κινητής ή ακίνητης περιουσίας που διατηρούν οι οφειλέτες.
    Στο παραπάνω πλαίσιο και για την πληρέστερη ενημέρωση σας θέτουμε υπόψη σας τα εξής αναλυτικά στοιχεία:
    Α. Για την είσπραξη οφειλών από επιχειρηματικά δάνεια και πιστώσεις, από τις αρχές του έτους διενεργήθηκαν 183 πλειστηριασμοί. Από αυτούς οι 181 αφορούσαν την εκποίηση ακινήτων και οι 2 την εκποίηση κινητών περιουσιακών στοιχείων. Η αξία των κινητών και ακινήτων που εκποιήθηκαν ανέρχονταν σε € 56 εκατομμύρια, έναντι απαιτήσεων της Τράπεζας συνολικού ύψους € 497 εκατομμυρίων. Κανείς από τους παραπάνω πλειστηριασμούς δεν αφορούσε εκποίηση κύριας κατοικίας.
    Μέχρι το τέλος του έτους, έχει προγραμματιστεί η διενέργεια συνολικά 75 πλειστηριασμών ακινήτων, για απαιτήσεις της Τράπεζας από επιχειρηματικά δάνεια, συνολικού ύψους € 99 εκατομμυρίων. Από τους παραπάνω πλειστηριασμούς, μόνο οι 4 (τρεις στο Νομό Αττικής και ένας στο Νομό Ιωαννίνων) αφορούν σε εκποίηση κύριας κατοικίας.
    Β. Για την είσπραξη οφειλών από στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια από τις αρχές του έτους μέχρι την 19/10/2016, δεν έχει διενεργηθεί κανείς πλειστηριασμός ακινήτου.
    Μέχρι το τέλος του έτους έχει προγραμματιστεί η διενέργεια ενός πλειστηριασμού ακινήτου, και συγκεκριμένα ενός οικοπέδου με την επ’ αυτού ισόγεια οικία αξίας 450.000 ευρώ. Ο πλειστηριασμός επισπεύδεται με σκοπό την είσπραξη οφειλής από στεγαστικό δάνειο, η οποία ανέρχεται στο ποσό των 360.371,39 ευρώ.
    Σημειώνουμε τέλος ότι και στις περιπτώσεις που η Τράπεζα έχει εκκινήσει τις νόμιμες διαδικασίες για την αναγκαστική είσπραξη απαιτήσεων της με πλειστηριασμό, παρέχει στους δανειολήπτες της τη δυνατότητα να ρυθμίσουν τις οφειλές τους ώστε να αποφύγουν την αναγκαστική εκποίηση της περιουσίας τους, εφόσον καταστεί εφικτό να εξευρεθεί μια κοινά αποδεκτή και βιώσιμη λύση διευθέτησης των οφειλών τους.
     
    Αριθ. πρωτ.: ΑΤΚΕ 0000912 ΕΞ 2017
    Σχετικά με τους πλειστηριασμούς κατοικιών
    Αθήνα,25/01/2017
    Αρ. Πρωτ.: ΑΤΚΕ 0000912 ΕΞ 2017
    ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
    ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
    ΑΥΤΟΤΕΛΕΣ ΤΜΗΜΑ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ
    Τα χ.Δ/νση: ΑΘΗΝΑ
    Ταχ. Κώδικας:
    Πληροφορίες: Αυγερινού Ε.
    Τηλέφωνο: 210 3375066
    FAX: 210 3235135
    e-mail: [email protected]
    ΠΡΟΣ: Τη Βουλή των Ελλήνων
    Διεύθυνση Κοινοβουλευτικού Ελέγχου
    Τμήμα Ερωτήσεων
    Σε απάντηση της  ερώτησης, που κατέθεσε ο Βουλευτής κ. Χάρης Θεοχάρης, σας γνωρίζουμε ότι:
    Α. Εντός του έτους 2016 πραγματοποιήθηκαν έξι (6) πλειστηριασμοί κατοικιών, δύο εκ των οποίων ημιτελείς, για συνολική ληξιπρόθεσμη οφειλή 20.646.843,05 ευρώ.
    2. Ουδέν αντίτιμο καταβλήθηκε, καθόσον όλοι οι πλειστηριασμοί απέβησαν άκαρποι ελλείψει πλειοδοτών.
    3. Για το χρονικό διάστημα μέχρι τέλους του έτους 2016 έχουν προγραμματιστεί τρεις (3) πλειστηριασμοί για συνολική ληξιπρόθεσμη οφειλή 36.410.000 ευρώ. Ουδείς εξ αυτών αφορά κατοικία.
    Επισημαίνουμε ότι όλοι οι ανωτέρω αναφερόμενοι πλειστηριασμοί αφορούν σε υποθέσεις μεγαλοφειλετών του Δημοσίου, ήτοι σε υποθέσεις που η συνολική βασική ληξιπρόθεσμη οφειλή υπερβαίνει το ποσό του 1,5 εκ. ευρώ.
    Β. Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 7 και 9 του Ν.Δ. 356/1974 (Κώδικας Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων) και του άρθρου 48 παρ. 1 του ν. 4174/2013 (Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας), όπως ισχύουν, ο Προϊστάμενος της αρμόδιας για την επιδίωξη της είσπραξης υπηρεσίας της Φορολογικής Διοίκησης έχει την υποχρέωση να επιδιώξει την είσπραξη των ληξιπρόθεσμων οφειλών, ανεξάρτητα από την αιτία προέλευσής τους, λαμβάνοντας όλα τα προβλεπόμενα από τον νόμο αναγκαστικά μέτρα (κατάσχεση ακινήτων, κατάσχεση κινητών είτε στα χέρια του οφειλέτη είτε κινητών και απαιτήσεών τους εν γένει στα χέρια τρίτων), κατά των οφειλετών για το καθυστερούμενο μέρος του χρέους είτε αθροιστικά είτε καθένα χωριστά κατά την ελεύθερη κρίση του για την άμεση είσπραξη της οφειλής και τη διασφάλιση των συμφερόντων του δημοσίου.
    Επιπρόσθετα, στο άρθρο 41 του ΚΕΔΕ ορίζεται ότι «ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. μετά την παρέλευση σαράντα (40) ημερών και το αργότερο σε τέσσερις (4) μήνες από την κατάσχεση, εκδίδει πρόγραμμα πλειστηριασμού, που περιέχει τα οριζόμενα στο άρθρο 19 του παρόντος, καθώς και την περιγραφή και την εκτίμηση του κατασχεθέντος κατά την κατασχετήρια έκθεση, και ορίζει ημερομηνία πλειστηριασμού το αργότερο σε πέντε (5) μήνες από την ημερομηνία έκδοσης του προγράμματος. Εάν ο πλειστηριασμός δεν διενεργηθεί την ορισθείσα με το πρόγραμμα ημέρα, ο προϊστάμενος της ΔΟΥ εκδίδει νέο πρόγραμμα το αργότερο εντός έτους από την ημέρα του μη διενεργηθέντος πλειστηριασμού ή επί αναστολής αυτού, από την ημέρα που έπαυσε η αναστολή και ορίζει ημερομηνία πλειστηριασμού κατά τα ανωτέρω. Οι ανωτέρω προθεσμίες δεν τηρούνται, εφόσον συντρέχει σπουδαίος λόγος, που αναφέρεται σε αιτιολογημένη έκθεση του προϊσταμένου της ΔΟΥ».
    Για την εφαρμογή του τελευταίου ως άνω εδαφίου, με την ΠΟΛ.1055/12.5.2010 επισημάνθηκε ότι η υποχρέωση έκδοσης προγράμματος πλειστηριασμού εντός των προθεσμιών που ορίζει ο νόμος δεν υφίσταται, εφόσον συντρέχει σπουδαίος λόγος (π.χ. όταν πρόκειται για ακίνητο του οφειλέτη, το οποίο αποδεδειγμένα αποτελεί την κύρια και μοναδική κατοικία του και η οποία καλύπτει τις στοιχειώδεις ανάγκες στέγασης, η αξία της οποίας δεν απέχει σημαντικά από τα όρια που τίθενται από τις κείμενες διατάξεις για την απαλλαγή Φ.Μ.Α. ως πρώτης κατοικίας, κλπ), ο οποίος θα πρέπει να αναφέρεται με αιτιολογημένη έκθεση του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ.
    Τέλος, σας επισυνάπτουμε το με αριθ. πρωτ. 16.10.0001.130.286/25.10.2016 έγγραφο της Eurobank, το αριθ.πρωτ.1654/2.11.2016 έγγραφο της Τράπεζας Πειραιώς, καθώς και το αριθ. πρωτ. 505/7.11.2016 έγγραφο της Alpha Bank, τα οποία απαντούν στα ερωτήματα που έχουν τεθεί.
    Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
    ΕΥΚΛΕΙΔΗΣ ΤΣΑΚΑΛΩΤΟΣ
     
     

    ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ: Ποιοι αλιείς εντάσσονται στο ειδικό καθεστώς κατ’ αποκοπή ΦΠΑ;

    Αθήνα, 9.1.2015
    (ΦΕΚ Β’ 139/22-01-2015)
    ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
    ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
    ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
    ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
    Δ/ΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ και ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ
    ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ Β΄ «Έμμεσης Φορολογίας»
    ΤΜΗΜΑ Α΄ «ΦΠΑ»
    Ταχ. Δ/νση : Σίνα 2-4
    Ταχ. Κώδικας : 106 72 ΑΘΗΝΑ
    Πληροφορίες : Τ. Σφελινιώτη,
    Γ. Αναγνωστόπουλος
    Τηλέφωνο : 210- 3627717
    Fax : 210- 3645413
    ΠΟΛ 1010/2015
    Θέμα: Ειδικό καθεστώς κατ’ αποκοπή καταβολής ΦΠΑ του άρθρου 40 του Κώδικα ΦΠΑ
    ΑΠΟΦΑΣΗ
    Η ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
    Έχοντας υπόψη:

    1. Τις διατάξεις του Κώδικα Φ.Π.Α. (Ν. 2859/2000), όπως ισχύει, και ειδικότερα:
    α) τις διατάξεις του άρθρου 38,
    β) τις διατάξεις του άρθρου 40,
    γ) τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 64.
    2. Τις διατάξεις του Ν. 4174/2013 «Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α΄ 170/26.07.2013).
    3. Την Α.Υ.Ο. 1145336/6602/140/Ε0014/ΠΟΛ.1320/30.12.1998 (ΦΕΚ Β΄ 5/13.01.1999), όπως τροποποιήθηκε με την ΑΥΟ 1117146/7150/756/0014/ΠΟΛ.1380/21.12.2001 (ΦΕΚ Β΄ 11/14.01.2002) και ισχύει.
    4. Την Α.Υ.Ο.Ο. 1035360/2772/434/Β0014/ΠΟΛ.1065/4.4.2007 (ΦΕΚ Β΄ 613/25.04.2007), όπως τροποποιήθηκε με την Α.Υ.Ο.Ο. 1060383/5066/741/Β0014/ΠΟΛ.1085/15.6.2007 (ΦΕΚ Β΄ 1114/05.07.2007) και ισχύει.
    5. Την Α.Υ.Ο.Ο. 1082341/5668/657/Β0014/ΠΟΛ.1114/30.7.2008 (ΦΕΚ Β΄ 1621/13.08.2008), όπως ισχύει.
    6. Την υπ’ αριθμ. 20/25.6.2014 (Υ.Ο.Δ.Δ. 360) πράξη Υπουργικού Συμβουλίου «Επιλογή και Διορισμός Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών».
    7. Την αριθ. Δ6Α 1015213 ΕΞ 2013/28.1.2013 (ΦΕΚ Β΄ 130 και 372) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υφυπουργού Οικονομικών «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στο Γενικό Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», όπως ισχύει, σύμφωνα με την οποία αποτελεί αρμοδιότητα του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων να εκδίδει τις πράξεις ένταξης στο ειδικό καθεστώς κατ’ αποκοπή καταβολής του φόρου, καθώς και καθορισμού του ετήσιου κατ’ αποκοπή ποσού ΦΠΑ, του τρόπου καταβολής του και λεπτομερειών για τον υπόχρεο καταβολής που προβλέπονται στην παράγραφο 7 του άρθρου 40 του Κώδικα ΦΠΑ.
    8. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,
    αποφασίζουμε:
    1. Οι αποφάσεις (α) ΑΥΟ 1145336/6602/140/Ε0014/ΠΟΛ.1320/30.12.1998, όπως τροποποιήθηκε με την ΑΥΟ 1117146/7150/756/0014/ΠΟΛ.1380/21.12.2001 , (β) ΑΥΟΟ 1035360/2772/434/Β0014/ΠΟΛ.1065/4.4.2007, όπως τροποποιήθηκε με την ΑΥΟΟ 1060383/5066/741/Β0014/ΠΟΛ.1085/15.6.2007 και (γ) ΑΥΟΟ 1082341/5668/657/Β0014/ΠΟΛ.1114/30.7.2008, για την εφαρμογή ειδικού κατ’ αποκοπή καθεστώτος απόδοσης του ΦΠΑ, σύμφωνα με το άρθρο 40 του Κώδικα ΦΠΑ (Ν. 2859/2000), από (α) τους εκμεταλλευτές σκαφών παράκτιας αλιείας, μήκους μέχρι δώδεκα (12) μέτρων μεταξύ καθέτων, και τους σπογγαλιείς, (β) τους εκμεταλλευτές σκαφών στη λίμνη Ιωαννίνων και (γ) τους εκμεταλλευτές ιππήλατων οχημάτων, αντίστοιχα, συνεχίζουν να ισχύουν για θέματα που αφορούν το Φόρο Προστιθέμενης Αξίας, κατά το μέρος που δεν τροποποιούνται με την παρούσα.
    2. Τα κατ’ αποκοπή ποσά που οφείλονται ετησίως, σύμφωνα με τις αποφάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 της παρούσας, καταβάλλονται σε δύο ισόποσες δόσεις με την υποβολή δήλωσης ΦΠΑ ανά ημερολογιακό εξάμηνο, με προθεσμία υποβολής και καταβολής του φόρου μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μήνα που ακολουθεί το εξάμηνο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 38 του Κώδικα ΦΠΑ, όπως ισχύει.
    3. Σε περίπτωση εκπρόθεσμης υποβολής της ανωτέρω δήλωσης ή εκπρόθεσμης καταβολής του οφειλόμενου φόρου, επιβάλλονται οι κυρώσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις του Ν. 4174/2013 (ΚΦΔ).
    4. Σε περίπτωση παράλληλης άσκησης άλλης δραστηριότητας, υποβάλλονται τόσο οι δηλώσεις ΦΠΑ που αφορούν το κατ’ αποκοπή καθεστώς για κάθε εξάμηνο, όσο και οι δηλώσεις ΦΠΑ που αφορούν την άλλη δραστηριότητα.
    5. Η απόφαση αυτή, η οποία ισχύει για πράξεις που πραγματοποιούνται από 01.01.2015 και εφεξής, να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

    Με ποιο τρόπο δηλώνονται στο Ε1 τα εισοδήματα αλλοδαπής προέλευσης από μισθωτές υπηρεσίες;

    Τί στοιχείο εκδίδουν οι αγρότες ειδικού καθεστώτος για για την παράδοση αγροτικών προϊόντων παραγωγής τους και την παροχή αγροτικών υπηρεσιών προς άλλους αγρότες του ειδικού καθεστώτος ή προς μη υποκείμενα στο φόρο πρόσωπα ;

    ΠΟΛ 1191/2016
    (ΦΕΚ Β’ 4471/30-12-2016)
    Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
    Έχοντας υπόψη:
    1. Τις διατάξεις της περίπτωσης β’ της παραγράφου 14 του άρθρου 41 του Κώδικα ΦΠΑ (κυρ. ν.2859/2000), όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 47 του ν.4410/2016 (ΦΕΚ Α’ 141/03.08.2016), σύμφωνα με τις οποίες με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων ορίζεται, μεταξύ άλλων, ο τύπος και το περιεχόμενο του ειδικού στοιχείου που προβλέπουν οι διατάξεις της παραγράφου 3 του ίδιου άρθρου, καθώς και κάθε άλλο διαδικαστικό θέμα.
    2. Τις ακόλουθες διατάξεις του Κώδικα Φ.Π.Α.:
    α) τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 41,
    β) τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 19,
    γ) τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 64.
    3. Τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 13 του ν.4174/2013 (ΚΦΔ) (ΦΕΚ Α΄170/26.07.2013).
    4. Την ΑΥΟ ΠΟΛ.1144/20.10.2010 (ΦΕΚ Β’ 1759/10.11.2010).
    5. Την ΑΥΟ ΠΟΛ.1066/2.4.2013 (ΦΕΚ Β’ 753/02.04.2013), όπως ισχύει.
    6. Τις διατάξεις του Π.Δ. 111/2014 (ΦΕΚ Α’ 178) «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών», όπως ισχύει.
    7. Τις διατάξεις της υποπαραγράφου Ε.2 της παρ. Ε του άρθρου πρώτου του ν.4093/2012 (ΦΕΚ Α’ 222), όπως ισχύει, περί σύστασης θέσης Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων.
    8. Την ΠΥΣ 1/20.01.2016 «Επιλογή και διορισμός Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών (ΦΕΚ ΥΟΔΔ/18).
    9. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού προϋπολογισμού,
    αποφασίζουμε:
    1. Το περιεχόμενο του ειδικού στοιχείου της παραγράφου 3 του άρθρου 41 του Κώδικα ΦΠΑ, το οποίο εκδίδεται από αγρότες του ειδικού καθεστώτος για την παράδοση αγροτικών προϊόντων παραγωγής τους και την παροχή αγροτικών υπηρεσιών προς άλλους αγρότες του ειδικού καθεστώτος ή προς μη υποκείμενα στο φόρο πρόσωπα ορίζεται όπως το υπόδειγμα που προσαρτάται στην παρούσα απόφαση.
    2. Το ανωτέρω ειδικό στοιχείο εκδίδεται αθεώρητο για κάθε παράδοση αγροτικών προϊόντων και για κάθε παροχή αγροτικών υπηρεσιών. Η αξία που αναγράφεται στο εν λόγω ειδικό στοιχείο είναι το ποσό που πράγματι καταβάλλεται από τον αγοραστή των αγαθών ή το λήπτη των υπηρεσιών, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 19 του Κώδικα ΦΠΑ, και δεν επιβαρύνεται με Φόρο Προστιθέμενης Αξίας.
    3. Το ειδικό στοιχείο δεν αποτελεί δικαιολογητικό επιστροφής ΦΠΑ στους αγρότες του ειδικού καθεστώτος με τον κατ’ αποκοπή συντελεστή του άρθρου 41 του Κώδικα ΦΠΑ. Η αναγραφόμενη επί του ειδικού στοιχείου αξία λαμβάνεται υπόψη στον προσδιορισμό του ορίου των 15.000 ευρώ, που αποτελεί κριτήριο για την παραμονή του εκδότη του εν λόγω στοιχείου στο ειδικό καθεστώς αγροτών ή την υποχρεωτική μετάταξη του στο κανονικό καθεστώς.
    4. Για σκοπούς άμεσης φορολογίας, η αξία που αναγράφεται επί του ειδικού στοιχείου αποτελεί για τον εκδότη του στοιχείου ακαθάριστο έσοδο και για το λήπτη αυτού εκπιπτόμενη δαπάνη, στην περίπτωση που ο λήπτης είναι αγρότης του ειδικού καθεστώτος.
    5. Το ειδικό στοιχείο είναι διπλότυπο και η αρίθμηση του είναι αύξουσα προοδευτική ανά έτος. Ως δικαιολογητικό παράδοσης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών του ειδικού καθεστώτος του άρθρου 41 του Κώδικα ΦΠΑ διαφυλάσσεται στο χρόνο που προβλέπεται από την παράγραφο 2 του άρθρου 13 του Ν.4174/2013 (ΚΦΔ).
    6. Η ΑΥΟ ΠΟΛ.1144/20.10.2010 καταργείται.

    Η απόφαση αυτή, η οποία ισχύει από 01.01.2017, να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
    Αθήνα, 21 Δεκεμβρίου 2016
    Ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων
    ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

    Υπενθύμιση: Τί γίνεται με το τέλος επιτηδεύματος και την τήρηση βιβλίων και έκδοση στοιχείων για τους αλιείς;

    Αθήνα, 09/03/2017
    ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

    ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
    ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
    ΤΜΗΜΑΤΑ: Α’, Δ’
    Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
    Ταχ. Κώδικας: 101 84
    Τηλέφωνο:210 3375314-8
    Fax: 210 3375001
    E-mail:[email protected]
    Url: www.aade.gr

    ΠΟΛ 1037/2017
    ΘΕΜΑ: Απαλλαγή από το τέλος επιτηδεύματος των αλιέων ειδικού κατά αποκοπή καθεστώτος ΦΠΑ, κατά τα πρώτα πέντε (5) έτη από την ημερομηνία τήρησης βιβλίων και ένταξής τους στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ.

    Με αφορμή ερωτήματα που έχουν τεθεί στην Υπηρεσία μας, σχετικά με την επιβολή τέλους επιτηδεύματος στους αλιείς ειδικού κατά αποκοπή καθεστώτος ΦΠΑ, σας γνωρίζουμε τα κατωτέρω:

    1. Με τις διατάξεις της παρ.3 του άρθρου 31 του ν.3986/2011 (ΦΕΚ 152Α’) ορίζεται ότι, οι ατομικές εμπορικές επιχειρήσεις και οι ασκούντες ελευθέριο επάγγελμα, εξαιρούνται από την καταβολή του τέλους επιτηδεύματος, εφόσον δεν έχουν παρέλθει πέντε (5) έτη από την πρώτη έναρξη εργασιών, καθώς και οι περιπτώσεις ατομικών επιχειρήσεων, εφόσον για τον επιτηδευματία υπολείπονται τρία (3) έτη από το έτος της συνταξιοδότησής του. Ως έτος συνταξιοδότησης νοείται το 65ο έτος της ηλικίας.

    2. Με την Απόφαση ΥΠΟΙΚ- ΠΟΛ.1320/30.12.1998, απαλλάσσονταν από την τήρηση βιβλίων και την έκδοση στοιχείων οι επιχειρήσεις παράκτιας αλιείας και σπογγαλιείας που εκμεταλλεύονται σκάφη μέχρι 12 μέτρα μήκος και υπάγονται στο ειδικό κατ’ αποκοπή καθεστώς ΦΠΑ. Με τις ΠΟΛ.1167/2.8.2011 ΑΥΟ και ΠΟΛ.1206/16.9.2014 εγκύκλιο ΓΓΔΕ, απαλλάσσονται, ως μη υπόχρεοι σε τήρηση βιβλίων και έκδοση στοιχείων, οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος ΦΠΑ και οι συμπλοιοκτησίες παράκτιας αλιείας και σπογγαλιείας που εκμεταλλεύονται σκάφη ως 12 μέτρα αντίστοιχα.

    3. Με την καθιέρωση των Ελληνικών Λογιστικών Προτύπων (ν. 4308/2014), από 01/01/2015, επήλθαν ορισμένες διαφοροποιήσεις ως προς την τήρηση βιβλίων από ορισμένες κατηγορίες οντοτήτων και καταργήθηκε ρητά κάθε άλλη διάταξη, ερμηνευτική εγκύκλιος ή οδηγία που έχει εκδοθεί βάσει των καταργούμενων διατάξεων ή του προϊσχύοντος Π.Δ. 186/1992. Συνεπώς, η Απόφαση ΥΠΟΙΚ – ΠΟΛ.1320/30.12.1998, έπαψε να ισχύει μετά την 31-12-2014 ως προς τον Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων.

    4. Σύμφωνα με τις διατάξεις των ΕΛΠ, οι αλιείς που υπάγονται στο ειδικό καθεστώς κατ’ αποκοπή καταβολής ΦΠΑ του άρθρου 40 του Κώδικα Φ.Π.Α. (ν. 2859/2000), από 01/01/2015 και μετά, είναι πλέον υπόχρεοι σε τήρηση λογιστικών βιβλίων και στην έκδοση στοιχείων, ενώ με το άρθρο 2 της Απόφασης ΓΓΔΕ – ΠΟΛ.1007/9.1.2015, απαλλάσσονται μόνο από την ενημέρωση λογιστικών αρχείων (βιβλία) και με την Απόφαση ΓΓΔΕ – ΠΟΛ.1002/31.12.2014 απαλλάσσονται από τη χρήση ΦΗΜ για την έκδοση αποδείξεων λιανικής.

    5. Με την εγκύκλιο ΠΟΛ.1053/17.2.2014 διευκρινίστηκε ότι, για τις ανάγκες εφαρμογής των διατάξεων της παραγρ. 3 του άρθρου 31 του ν. 3986/2011 και όσον αφορά στην εξαίρεση από το τέλος επιτηδεύματος, για τους αγρότες του ειδικού καθεστώτος ΦΠΑ που θα τηρήσουν βιβλία και θα ενταχτούν στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ για πρώτη φορά, η ημερομηνία μεταβολής θεωρείται ως πρώτη έναρξη και από την ημερομηνία αυτή και για τα επόμενα πέντε (5) έτη, θα εξαιρούνται από την επιβολή του τέλους επιτηδεύματος.

    6. Κατ’ ανάλογη εφαρμογή των ανωτέρω και για τους αλιείς του ειδικού κατ’ αποκοπή καθεστώτος ΦΠΑ, που πραγματοποίησαν μεταβολή και από 01/01/2015 τηρούν υποχρεωτικά βιβλία και εκδίδουν στοιχεία, έστω κι αν απαλλάχτηκαν από την ενημέρωση των λογιστικών αρχείων (βιβλίων), η ημερομηνία μεταβολής (01/01/2015) θεωρείται για την δραστηριότητα αυτή ως ημερομηνία πρώτης έναρξης, για την εφαρμογή των υπόψη διατάξεων και από την ημερομηνία αυτή και για τα επόμενα πέντε (5) έτη θα εξαιρούνται από την επιβολή του τέλους επιτηδεύματος.

    7. Τέλος, επισημαίνεται ότι σύμφωνα με τις διατάξεις του προτελευταίου και τελευταίου εδαφίου της παρ. 3 του άρθ. 31 του ν. 3986/2011 (παρ. 1 του παρόντος), εξαιρούνται από την επιβολή του τέλους επιτηδεύματος οι αλιείς του ειδικού κατ’ αποκοπήν καθεστώτος ΦΠΑ που έχουν κλείσει το 62ο έτος της ηλικίας τους.

    Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
    Γ. ΠΙΤΣΙΛΗΣ

    Με ποια λογική κάνουμε πιο απλές τις εγγραφές στα διπλογραφικά βιβλία;

     

    Οι περισσότεροι από τους μαχόμενους συναδέρφους λογιστές σε όλη την επικράτεια είτε πέρασαν στα φοιτητικά τους χρόνια από κάποιο ΑΕΙ-ΤΕΙ, είτε ΙΕΚ, ή ασχολήθηκαν με το αντικείμενο και έμαθαν τη δουλειά στην πράξη, διαπίστωσαν ο καθένας από το μετερίζι του, ότι η δουλειά του λογιστή εκτός από το θεωρητικό υπόβαθρο και τις συνεχώς μεταβαλλόμενες γνώσεις, προϋποθέτει κυρίως εμπειρία στους χειρισμούς και βαθιά κατανόηση του τί κάνουμε, για ποιο λόγο το κάνουμε και πού θέλουμε να οδηγηθούμε μέσα από αυτό!

    Μια “σπαζοκεφαλιά” για όλους μας, ήταν, είναι και θα είναι ο τρόπος που έχει ο καθένας από εμάς, ώστε να πραγματοποιεί ορθά τις λογιστικές εγγραφές στα αρχεία της κάθε οντότητας με διπλογραφικά βιβλία, απαντώντας στο μόνιμο ερώτημα του “τί χρεώνω και τί πιστώνω”! Ο κάθε συνάδερφος μπορεί στην πορεία της επαγγελματικής του καριέρας να έχει διαμορφώσει μια συνδυαστική μέθοδο αποτελούμενη από το τί διδάχτηκε στη σχολή που φοίτησε, σε συνδυασμό με το δικό του τρόπο σκέψης, αλλά και από την σωρευμένη εμπειρία που αποκόμισε αντιμετωπίζοντας αρκετές φορές παρόμοια θέματα στη δουλειά του.

    Στο σημερινό άρθρο θα προσπαθήσουμε με απλό και κατανοητό τρόπο να παραθέσουμε το βασικό πλαίσιο, σύμφωνα με το οποίο όλοι μας, πραγματοποιούμε τις λογιστικές εγγραφές, αλλά και μια μέθοδο που απλοποιεί αρκετά τη διαδικασία αυτή και μας δίνει μια σιγουριά να ξεπεράσουμε τον πρώτο “σκόπελο”, που δεν είναι άλλος από τους λογαριασμούς που χρεώνονται ή πιστώνονται αντίστοιχα!
    Το ΕΓΛΣ διαθέτει ομάδες λογαριασμών, τους οποίους χρησιμοποιούμε για να απεικονίσουμε ορθά τα λογιστικά γεγονότα και στο τέλος της χρήσης να συντάξουμε αξιόπιστα τις οικονομικές καταστάσεις της οντότητας.

    Οι ομάδες αυτές είναι οι εξής:

    α) ΟΜΑΔΑ 1: ΠΑΓΙΟ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟ

    β) ΟΜΑΔΑ 2: ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ

    γ) ΟΜΑΔΑ 3: ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΘΕΣΙΜΑ

    δ) ΟΜΑΔΑ 4: ΚΑΘΑΡΗ ΘΕΣΗ-ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ-ΜΑΚΡΟΠΡΟΘΕΣΜΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ

    ε) ΟΜΑΔΑ 5: ΒΡΑΧΥΠΡΟΘΕΣΜΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ

    ζ)ΟΜΑΔΑ 6: ΟΡΓΑΝΙΚΑ ΕΞΟΔΑ ΚΑΤ’ ΕΙΔΟΣ

    η) ΟΜΑΔΑ 7: ΟΡΓΑΝΙΚΑ ΕΣΟΔΑ ΚΑΤ’ ΕΙΔΟΣ

    θ) ΟΜΑΔΑ 8: ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ

    ι) ΟΜΑΔΑ 9: ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ

    κ) ΟΜΑΔΑ 0: ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ ΤΑΞΕΩΣ

    Η λογική που όλοι μας θυμόμαστε από τα φοιτητικά μας χρόνια είναι η εξής:

    • Οι λογαριασμοί ενεργητικού( ΟΜΑΔΕΣ 1,2,3,), όταν αυξάνονται χρεώνονται και όταν μειώνονται πιστώνονται. Για παράδειγμα όταν αγοράζω ένα πάγιο, το πάγιο “αυξάνεται”, άρα χρεώνεται(ομάδα 1) και ο λογαριασμός όψεως της οντότητας μειώνεται, άρα πιστώνεται( ομάδα 3).
    • Οι λογαριασμοί παθητικού( ΟΜΑΔΕΣ 4,5), όταν αυξάνονται πιστώνονται και όταν μειώνονται χρεώνονται. Για παράδειγμα όταν χρωστάω σε ένα προμηθευτή μου, αυξάνεται η υποχρέωσή μου προς αυτόν, άρα ο προμηθευτής(ΟΜΑΔΑ 5) θα πιστωθεί.
    • Τα έξοδα( ΟΜΑΔΑ 6), όταν αυξάνονται χρεώνονται και όταν μειώνονται πιστώνονται. Για παράδειγμα όταν η οντότητα πραγματοποιεί ένα οποιοδήποτε έξοδο(ΟΜΑΔΑ 6), το έξοδο αυξάνεται άρα χρεώνεται η ομάδα 6.
    • Τα έσοδα( ΟΜΑΔΑ 7), όταν αυξάνονται πιστώνονται και όταν μειώνονται χρεώνονται. Για παράδειγμα όταν η οντότητα πραγματοποιεί μια πώληση σε έναν πελάτη της τα έσοδά της αυξάνονται, άρα πιστώνονται(ΟΜΑΔΑ 7).

    Στο σημείο αυτό και έχοντας ως αφορμή ένα μεγάλο δάσκαλο από τον οποίο είχα την τιμή να διδαχθώ μέσω σεμιναρίου την λογική αυτή των λογιστικών εγγραφών, θα παραθέσω όσο το δυνατόν πιο απλά μια πολύ “εύπεπτη” μεθοδολογία που απλοποιεί σε μεγάλο βαθμό την καθημερινή μας δουλειά!

    Οι λογιστικές εγγραφές σε γενικές γραμμές χωρίζονται σε 2 κατηγορίες:

    α)ΤΑΜΕΙΑΚΕΣ ΕΓΓΡΑΦΕΣ: Αναλύονται σε ΕΙΣΠΡΑΞΕΙΣ και σε ΠΛΗΡΩΜΕΣ.

    β) ΣΥΜΨΗΦΙΣΤΙΚΕΣ ΕΓΓΡΑΦΕΣ: Αναλύονται σε ΑΓΟΡΕΣ ΕΠΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙ, ΠΩΛΗΣΕΙΣ ΕΠΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙ και ΛΟΙΠΕΣ ΣΥΜΨΗΦΙΣΤΙΚΕΣ ΕΓΓΡΑΦΕΣ.

    Α) ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΑΜΕΙΑΚΩΝ ΕΓΓΡΑΦΩΝ:

    • ΕΙΣΠΡΑΞΗ= ΧΡΕΩΣΗ ΤΑΜΕΙΟΥ Ή ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΥ ΟΨΕΩΣ
    • ΠΛΗΡΩΜΗ= ΠΙΣΤΩΣΗ ΤΑΜΕΙΟΥ Ή ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΥ ΟΨΕΩΣ

    ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ:

    1. Εισπράττω από πελάτη μου 100 ευρώ μετρητά, για την εξόφληση τιμολογίου που του είχα εκδόσει.

    ΧΡΕΩΣΗ: ΤΑΜΕΙΟ ΜΕΤΡΗΤΩΝ(ΛΟΓ.38.00) 100 ΕΥΡΩ

    ΠΙΣΤΩΣΗ: ΠΕΛΑΤΕΣ(ΛΟΓ.30.00)                      100 ΕΥΡΩ
     

    2. Πληρώνω στον προμηθευτή μου 100 ευρώ μετρητά για εξόφληση τιμολογίου που μου είχε εκδόσει.

    ΧΡΕΩΣΗ: ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΕΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ(ΛΟΓ.50.00) 100 ΕΥΡΩ

    ΠΙΣΤΩΣΗ: ΤΑΜΕΙΟ ΜΕΤΡΗΤΩΝ(ΛΟΓ.38.00)                 100 ΕΥΡΩ

    3. Αγοράζω μετρητοίς από τον προμηθευτή μου, εμπορεύματα αξίας 100 ευρώ πλέον ΦΠΑ 24%.( άρα πληρώνω).

    ΧΡΕΩΣΗ: ΑΓΟΡΕΣ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ ΦΠΑ 24%(ΛΟΓ.20.01.00.0024) 100 ΕΥΡΩ

    ΧΡΕΩΣΗ: ΦΠΑ ΑΓΟΡΩΝ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ 24%    (ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΣ 54.00.20.0024) 100 ΕΥΡΩ

    ΠΙΣΤΩΣΗ: ΤΑΜΕΙΟ( ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΣ 38.00) : 100 ΕΥΡΩ
     

    4.Πουλάω εμπορεύματα αξίας 100 ευρώ, πλέον ΦΠΑ 24% μετρητοίς σε πελάτη μου( άρα εισπράττω).

    ΧΡΕΩΣΗ: ΤΑΜΕΙΟ ΜΕΤΡΗΤΟΙΣ(ΛΟΓ.38.00) 124 ΕΥΡΩ

    ΠΙΣΤΩΣΗ: ΠΩΛΗΣΗ ΕΜΠ/ΤΩΝ ΧΟΝΔΡ.ΜΕ ΦΠΑ 24%(ΛΟΓ.70.00.00.0024) 100 ΕΥΡΩ

    ΠΙΣΤΩΣΗ: ΦΠΑ ΠΩΛΗΣΕΩΝ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ 24%(ΛΟΓ.54.00.70.0024)    24 ΕΥΡΩ

    Β) ΑΝΑΛΥΣΗ ΣΥΜΨΗΦΙΣΤΙΚΩΝ ΕΓΓΡΑΦΩΝ:

    ΒΑΣΙΚΗ ΛΟΓΙΚΗ: 

    • ΠΑΙΡΝΩ=ΧΡΕΩΝΩ
    • ΔΙΝΩ=ΠΙΣΤΩΝΩ

    ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ:

    1. Αγορά επί πιστώσει εμπορευμάτων αξίας 1000 ευρώ πλέον ΦΠΑ 24 % 240 ευρώ από τον προμηθευτή μας.( ΑΓΟΡΑ ΕΠΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙ)

    ΧΡΕΩΣΗ: ΑΓΟΡΕΣ ΕΜΠ/ΤΩΝ 24%(ΛΟΓ.20.01.00.0024) 1000 ΕΥΡΩ

    ΧΡΕΩΣΗ: ΦΠΑ ΑΓΟΡΩΝ ΕΜΠ/ΤΩΝ 24%(ΛΟΓ.54.00.20.0024) 240 ΕΥΡΩ

    ΠΙΣΤΩΣΗ: ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΕΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ(ΛΟΓ.50.00)              1240 ΕΥΡΩ

    ΛΟΓΙΚΗ: ΠΑΙΡΝΩ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΑ=ΧΡΕΩΝΩ ΑΓΟΡΕΣ ΕΜΠ/ΤΩΝ

    2. Πώληση εμπορευμάτων επί πιστώσει αξίας 1000 ευρώ, πλέον ΦΠΑ 24% 240 ευρώ σε πελάτη μας.( ΠΩΛΗΣΗ ΕΠΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙ)

    ΧΡΕΩΣΗ: ΠΕΛΑΤΕΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ( ΛΟΓ.30.00)  1240 ΕΥΡΩ

    ΠΙΣΤΩΣΗ: ΠΩΛΗΣΕΙΣ ΕΜΠ/ΤΩΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ ΦΠΑ 24%(ΛΟΓ.70.00.00.0024) 1000 ΕΥΡΩ

    ΠΙΣΤΩΣΗ: ΦΠΑ ΠΩΛΗΣΕΩΝ ΕΜΠ/ΤΩΝ 24%(ΛΟΓ. 54.00.70.0024)                          240 ΕΥΡΩ

    ΛΟΓΙΚΗ: ΔΙΝΩ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΑ=ΠΙΣΤΩΝΩ ΠΩΛΗΣΕΙΣ ΕΜΠ/ΤΩΝ

    3. Πελάτης μας, μας εξοφλεί Τιμολόγιο δικό μας με επιταγή μεταχρονολογημένη δική του 500 ευρώ.( ΛΟΙΠΕΣ ΣΥΜΨΗΦΙΣΤΙΚΕΣ).

    ΧΡΕΩΣΗ: ΕΠΙΤΑΓΕΣ ΕΙΣΠΡΑΚΤΕΕΣ ΜΕΤΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΜΕΝΕΣ(ΛΟΓ.33.90) 500 ΕΥΡΩ

    ΠΙΣΤΩΣΗ: ΠΕΛΑΤΕΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ(ΛΟΓ.30.00)                                                    500 ΕΥΡΩ

    ΛΟΓΙΚΗ: ΠΑΙΡΝΩ ΕΠΙΤΑΓΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΕΛΑΤΗ=ΧΡΕΩΝΩ ΕΠΙΤΑΓΗ ΕΙΣΠΡΑΚΤΕΑ

     4. Εξοφλώ προμηθευτή μου με επιταγή μεταχρονολογημένη δική μου αξίας 800 ευρώ.( ΛΟΙΠΕΣ ΣΥΜΨΗΦΙΣΤΙΚΕΣ ΕΓΓΡΑΦΕΣ)

    ΧΡΕΩΣΗ: ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΕΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ(ΛΟΓ.50.00) 800 ΕΥΡΩ
    ΠΙΣΤΩΣΗ: ΕΠΙΤΑΓΕΣ ΠΛΗΡΩΤΕΕΣ ΜΕΤΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΜΕΝΕΣ(ΛΟΓ.53.90) 800 ΕΥΡΩ
    ΛΟΓΙΚΗ: ΔΙΛΩ ΕΠΙΤΑΓΗ ΣΕ ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΗ=ΠΙΣΤΩΝΩ ΕΠΙΤΑΓΗ ΠΛΗΡΩΤΕΑ

    ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ:

    • Όταν είμαι σε θέση να προσδιορίσω το ένα σκέλος της λογιστικής εγγραφής(είτε χρέωση είτε πίστωση), αυτονόητο είναι ότι έχω βρει όλη την εγγραφή.
    • Ο ΦΠΑ, πάει “πακέτο” είτε με τις αγορές είτε με τις πωλήσεις στη χρέωση ή στην πίστωση.

    ΕΠΙΛΟΓΟΣ:

    Ελπίζω μέσα από αυτό το άρθρο να “άναψα τη σπίθα” στους νεότερους συναδέρφους, για να “δουν με άλλο μάτι” την διαδικασία των λογιστικών εγγραφών στα διπλογραφικά βιβλία, όπως άλλωστε συνέβη και με μένα…Ο σοφός λαός έλεγε ανέκαθεν ότι το δυσκολότερο πράγμα σε αυτή τη ζωή είναι να νικήσουμε τους φόβους και τις αδυναμίες μας…Άλλωστε ξεκινώντας πάντα από το σημείο που όλοι ονομάζουμε βάση, χτίζουμε σταδιακά το οικοδόμημα, με τελικό στόχο να μην είναι σαθρό, αλλά στέρεο και συμπαγές…

    Η λογιστική επιστήμη έχει συγκεκριμένους κανόνες και αρχές…Η δυσκολία στις λογιστικές εγγραφές δεν προέρχεται τόσο από τους λογιστικούς, όσο από τους διαρκώς μεταβαλλόμενους φορολογικούς χειρισμούς.. Το πάντρεμα και των δύο θα οδηγήσει μέσα από το ταξίδι στον τελικό στόχο… την ΙΘΑΚΗ…δηλαδή τις λογιστικές και φορολογικές καταστάσεις…

    Καλό μας ταξίδι λοιπόν……

     

    Λογιστικές εγγραφές μισθοδοσίας. Αναλυτικό παράδειγμα! Θεωρητικό και πρακτικό πλαίσιο!

    Όλοι οι συνάδερφοι επί καθημερινής βάσης λόγω της φύσης και της πολυπλοκότητας της δουλειάς μας οφείλουμε να διαχειριζόμαστε εκτός από το λογιστικό και φορολογικό κομμάτι και το αντικείμενο των Εργατικών, το οποίο βέβαια αλληλοσυνδέεται άρρηκτα με την “ρουτίνα” των συνηθισμένων λογιστικών εργασιών, μέσα από τις οποίες προκύπτει το “πολυπόθητο” λογιστικό και φορολογητέο αποτέλεσμα.
    Στο σημερινό μας άρθρο θα προσπαθήσουμε να αναδείξουμε τις λογιστικές εγγραφές μισθοδοσίας που κάνουμε στα διπλογραφικά βιβλία, κάνοντας παράλληλα τόσο μια σφαιρική ανάλυση στο τι θεωρείται ή όχι μισθός με βάση τις σχετικές διατάξεις, αλλά και αναδεικνύοντας κάποια θέματα-κλειδιά που οφείλουμε να δώσουμε έμφαση!
    Ο φορολογικός νόμος 4172/2013 στο άρθρο 12 αναφέρει χαρακτηριστικά:
    Αρθρο 12. Εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις:

     
    1. Το ακαθάριστο εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις περιλαμβάνει τα πάσης φύσεως εισοδήματα σε χρήμα ή σε είδος που αποκτώνται στο πλαίσιο υφιστάμενης, παρελθούσας ή μελλοντικής εργασιακής σχέσης.
    2. Για τους σκοπούς του Κ.Φ.Ε., εργασιακή σχέση υφίσταται όταν ένα φυσικό πρόσωπο παρέχει υπηρεσίες:
    α) στο πλαίσιο σύμβασης εργασίας, σύμφωνα με το εργατικό δίκαιο,
    β) βάσει σύμβασης, προφορικής ή έγγραφης, με την οποία το φυσικό πρόσωπο αποκτά σχέση εξαρτημένης εργασίας με άλλο πρόσωπο, το οποίο έχει το δικαίωμα να ορίζει και να ελέγχει τον τρόπο, το χρόνο και τον τόπο εκτέλεσης των υπηρεσιών,
    γ) οι οποίες ρυθμίζονται από τη νομοθεσία περί μισθολογίου και ειδικών μισθολογίων των υπαλλήλων και λειτουργών του Δημοσίου,
    δ) ως διευθυντής ή μέλος του ΔΣ εταιρείας ή κάθε άλλου νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας,
    ε) ως δικηγόρος έναντι πάγιας αντιμισθίας για την παροχή νομικών υπηρεσιών,
    στ) βάσει έγγραφων συμβάσεων παροχής υπηρεσιών ή συμβάσεων έργου, με φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες τα οποία δεν υπερβαίνουν τα τρία (3) ή, εφόσον υπερβαίνουν τον αριθμό αυτόν, ποσοστό εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) του ακαθάριστου εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα προέρχεται από ένα (1) από τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες που λαμβάνουν τις εν λόγω υπηρεσίες και εφόσον δεν έχει την εμπορική ιδιότητα και δεν διατηρεί επαγγελματική εγκατάσταση που διαφέρει από την κατοικία του. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση που ο φορολογούμενος αποκτά εισόδημα από μισθωτή εργασία, σύμφωνα με μία από τις περιπτώσεις α’ έως ε’ του παρόντος άρθρου. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα μπορούν να προβλέπονται περαιτέρω προϋποθέσεις και να καθορίζονται όλες οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή αυτής της περίπτωσης.
    3. Ως ακαθάριστα εισοδήματα από μισθωτή εργασία και συντάξεις θεωρούνται τα εξής:
    α) ημερομίσθιο, μισθός, επίδομα αδείας, επίδομα ασθενείας, επίδομα εορτών, αποζημίωση μη ληφθείσας άδειας, αμοιβές, προμήθειες, επιμίσθια και φιλοδωρήματα,
    β) επιδόματα περιλαμβανομένων του επιδόματος κόστους διαβίωσης, του επιδόματος ενοικίου, της αποζημίωσης εξόδων φιλοξενίας ή ταξιδίου,
    γ) αποζημίωση εξόδων στα οποία έχει υποβληθεί ο εργαζόμενος ή συγγενικό πρόσωπο του εργαζομένου,
    δ) παροχή οποιασδήποτε μορφής που λαμβάνει ο εργαζόμενος πριν την έναρξη της εργασιακής σχέσης,
    ε) αποζημιώσεις για τη λύση ή καταγγελία της εργασιακής σχέσης,
    στ) συντάξεις που χορηγούνται από κύριο και επικουρικό φορέα υποχρεωτικής ασφάλισης, καθώς και από επαγγελματικά ταμεία που έχουν συσταθεί με νόμο,
    ζ) το ασφάλισμα που καταβάλλεται εφάπαξ ή με τη μορφή περιοδικής παροχής στο πλαίσιο ομαδικών ασφαλιστηρίων συνταξιοδοτικών συμβολαίων,
    η) κάθε άλλη παροχή που εισπράττεται έναντι υφιστάμενης, παρελθούσας ή μελλοντικής εργασιακής σχέσης.
    θ) Ποσοστό έως 35% των κερδών προ φόρων, το οποίο καταβάλλεται από τους Φορείς Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας στους εργαζομένούς τους.
    Συνεχίζοντας ως προς τις παροχές σε είδος που υπό προυποθέσεις θεωρούνται εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, στο άρθρο 14 του 4172/2013 αναφέρεται:
    Αρθρο 13. Παροχές σε είδος

     
    1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 2, 3, 4 και 5 οποιεσδήποτε παροχές σε είδος που λαμβάνει ένας εργαζόμενος ή συγγενικό πρόσωπο αυτού συνυπολογίζονται στο φορολογητέο εισόδημά του στην αγοραία αξία τους, εφόσον η συνολική αξία των παροχών σε είδος υπερβαίνει το ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ ανά φορολογικό έτος.
     
    2. Η αξία της παραχώρησης ενός οχήματος σε εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο από ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα εντός του φορολογικού έτους, υπολογίζεται ως ποσοστό της Λιανικής Τιμής Προ Φόρων (ΛΤΠΦ) του οχήματος ως εξής:
    α) για ΛΤΠΦ από 0 έως 12.000 ευρώ ως ποσοστό τέσσερα τοις εκατό (4%) της ΛΤΠΦ ως επιπλέον ετήσιο εισόδημα,
    β) για ΛΤΠΦ από 12.001 έως 17.000 ευρώ ως ποσοστό επτά τοις εκατό (7%) της ΛΤΠΦ ως επιπλέον ετήσιο εισόδημα,
    γ) για ΛΤΠΦ από 17.001 έως 20.000 ευρώ ως ποσοστό δεκατέσσερα τοις εκατό (14%) της ΛΤΠΦ ως επιπλέον ετήσιο εισόδημα,
    δ) για ΛΤΠΦ από 20.001 έως 25.000 ευρώ ως ποσοστό δεκαοκτώ τοις εκατό (18%) της ΛΤΠΦ ως επιπλέον ετήσιο εισόδημα,
    ε) για ΛΤΠΦ πλέον των 25.001 ευρώ ως ποσοστό είκοσι δύο τοις εκατό (22%) της ΛΤΠΦ ως επιπλέον ετήσιο εισόδημα, ανεξάρτητα αν το όχημα ανήκει στην επιχείρηση ή είναι μισθωμένο με οποιονδήποτε τρόπο στα ανωτέρω πρόσωπα. Το ανωτέρω ποσοστό καθενός οχήματος δεν επιμερίζεται σε περισσότερα του ενός πρόσωπα.
    Η αξία της παραχώρησης του οχήματος μειώνεται βάσει παλαιότητας ως εξής:
    i) 0-2 έτη καμία μείωση
    ii) 3-5 έτη μείωση δέκα τοις εκατό (10%)
    iii) 6-9 έτη μείωση εικοσι πέντε τοις εκατό (25%)
    iv) Από 10 έτη και μετά μείωση πενήντα τοις εκατό (50%).
    Από τις διατάξεις του παρόντος εξαιρούνται τα οχήματα που παραχωρούνται αποκλειστικά για επαγγελματικούς σκοπούς και έχουν Λιανική Τιμή Πώλησης προ Φόρων έως 12.000 ευρώ.

    3. Οι παροχές σε είδος με τη μορφή δανείου, προς εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο από ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα περιβάλλονται τη μορφή έγγραφης συμφωνίας και αποτιμώνται με βάση το ποσό της διαφοράς που προκύπτει μεταξύ των τόκων που θα κατέβαλε ο εργαζόμενος στη διάρκεια του ημερολογιακού μήνα κατά τον οποίο έλαβε την παροχή, εάν το επιτόκιο υπολογισμού των τόκων ήταν το μέσο επιτόκιο αγοράς, του οποίου η μέθοδος υπολογισμού ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατά τον ίδιο μήνα και των τόκων που τυχόν κατέβαλε ο εργαζόμενος στη διάρκεια του εν λόγω ημερολογιακού μήνα. Σε περίπτωση που δεν υφίσταται έγγραφη συμφωνία δανείου, το σύνολο του αρχικού κεφαλαίου λογίζεται ως παροχή σε είδος. Η προκαταβολή μισθού άνω των τριών (3) μηνών θεωρείται δάνειο.

    4. Η αγοραία αξία των παροχών σε είδος που λαμβάνει ένας εργαζόμενος ή εταίρος ή μέτοχος από νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα με τη μορφή δικαιωμάτων προαίρεσης απόκτησης μετοχών προσδιορίζεται κατά το χρόνο άσκησης του δικαιώματος προαίρεσης ή μεταβίβασής του και ανεξαρτήτως εάν συνεχίζει να ισχύει η εργασιακή σχέση. Η αγοραία αξία άσκησης δικαιώματος είναι η τιμή κλεισίματος της μετοχής στο χρηματιστήριο μειωμένη κατά την τιμή διάθεσης του δικαιώματος.

    5. Η αγοραία αξία της παραχώρησης κατοικίας σε εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο από ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα ενός φορολογικού έτους, αποτιμάται στο ποσό του μισθώματος που καταβάλλει η επιχείρηση ή σε περίπτωση ιδιόκτητης κατοικίας σε ποσοστό τρία τοις εκατό (3%) επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου.
    Τέλος στο άρθρο 14 του ν.4172/2013 παρατίθενται ξεκάθαρα ποια δεδομένα δεν περιλαμβάνονται στο εισόδημα από μισθωτή εργασία:
    Αρθρο 14. Απαλλαγές εισοδήματος από μισθωτή εργασία και συντάξεις:

    1. Από τον υπολογισμό του εισοδήματος από μισθωτή εργασία και συντάξεις εξαιρούνται:
    α) η αποζημίωση εξόδων διαμονής και σίτισης και η ημερήσια αποζημίωση που έχουν καταβληθεί από τον εργαζόμενο αποκλειστικά για σκοπούς της επιχειρηματικής δραστηριότητας του εργοδότη,
    β) η αποζημίωση για έξοδα κίνησης που καταβάλλονται από τον εργοδότη για υπηρεσιακούς λόγους, εφόσον αφορούν έξοδα κίνησης που πραγματοποιήθηκαν από τον εργαζόμενο κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας του και αποδεικνύονται από νόμιμα παραστατικά,
    γ) το επίδομα αλλοδαπής που χορηγείται σε υπαλλήλους του Υπουργείου Εξωτερικών και των λοιπών δημόσιων πολιτικών υπηρεσιών,
    δ) οι κρατήσεις υπέρ των ασφαλιστικών ταμείων, οι οποίες επιβάλλονται με νόμο,
    ε) οι ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλει ο εργαζόμενος περιλαμβανομένων των εισφορών εργοδότη και εργαζομένου υπέρ των επαγγελματικών ταμείων που έχουν συσταθεί με νόμο,
    στ) η εφάπαξ καταβαλλόμενη παροχή από ταμεία πρόνοιας και ασφαλιστικούς οργανισμούς του Δημοσίου, καθώς και επαγγελματικά ταμεία που έχουν συσταθεί με νόμο στους ασφαλισμένους και τα εξαρτώμενα μέλη του ασφαλισμένου,
    ζ) η αξία των διατακτικών σίτισης αξίας έως έξι (6) ευρώ ανά εργάσιμη ημέρα,
    η) οι παροχές ασήμαντης αξίας μέχρι του ποσού των είκοσι επτά (27) ευρώ ετησίως,
    ι) τα ασφάλιστρα που καταβάλλονται από τον εργαζόμενο ή τον εργοδότη για λογαριασμό του εργαζομένου στο πλαίσιο ομαδικών ασφαλιστηρίων συνταξιοδοτικών συμβολαίων και
    ια) τα ασφάλιστρα που καταβάλλονται από τον εργοδότη για την ιατροφαρμακευτική και νοσοκομειακή κάλυψη του υπαλληλικού του προσωπικού ή για την κάλυψη του κινδύνου ζωής ή ανικανότητάς του στο πλαίσιο ασφαλιστηρίου συμβολαίου, μέχρι του ποσού των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ ετησίως ανά εργαζόμενο.
    Αφού αναδείξαμε το θεωρητικό πλαίσιο , θα δούμε ένα συγκεκριμένο παράδειγμα ώστε να κατανοήσουμε το λογιστικό χειρισμό των εγγραφών μισθοδοσίας, κάνοντας παράλληλα και τις απαραίτητες υποδείξεις-παρατηρήσεις.
    ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ:(Μισθοδοσία 3/2017)
    -Μικτός μισθός: 2000 ευρώ
    -Ασφαλιστικές εισφορές εργαζόμενου: 16%*2000=320 ευρώ
    -Εργοδοτικές εισφορές: 25,06%*2000=501,20 ευρώ
    -Συνολικές ασφαλιστικές εισφορές= 320+501,20=821,20 ευρώ
    -ΦΜΥ= 250,19
    -Εισφορά αλληλεγγύης= 25,15 ευρώ
    -Καθαρές πληρωτέες αποδοχές= 2000-320-250,19-25,15=1404,66
    Οι λογιστικές εγγραφές μισθοδοσίας( με βάση τους λογαριασμούς των ΕΓΛΣ που χρησιμοποιούνται και τώρα με τα ΕΛΠ από τους περισσότερους συναδέρφους θα είναι οι εξής:
    ΧΡΕΩΣΗ: 60.00.00 ΤΑΚΤΙΚΕΣ ΑΠΟΔΟΧΕΣ 2000,00
    ΧΡΕΩΣΗ: 60.03.00 ΕΡΓΟΔΟΤΙΚΕΣ ΕΙΣΦΟΡΕΣ 501,20
          ΠΙΣΤΩΣΗ: 53.00.00 ΑΠΟΔΟΧΕΣ ΠΛΗΡΩΤΕΕΣ 1404,66
          ΠΙΣΤΩΣΗ: 55.00 ΙΚΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΕΙΣΦΟΡΕΣ 821,20
          ΠΙΣΤΩΣΗ: 54.03.00 ΦΜΥ                                           250,19
          ΠΙΣΤΩΣΗ: 54.03.01 ΕΙΣΦΟΡΑ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ       25,15
     
    Επισημάνσεις ως προς τις λογιστικές εγγραφές:

    • Το συνολικό κόστος μισθοδοσίας για την οντότητα(μικτές αποδοχές + εργοδοτικές εισφορές, λογίζεται σαν έξοδο στα βιβλία, ανεξαρτήτως αν πληρώθηκε ή όχι.( λογ.60.00 και 60.03) και είναι η χρέωση της εγγραφής.
    • Η πίστωση της εγγραφής δημιουργεί κάποιες υποχρεώσεις στην οντότητα. Υποχρέωση να αποδώσει στον εργαζόμενο τις καθαρές πληρωτέες αποδοχές του(λογ.53.00), στο ΙΚΑ τις ασφαλιστικές εισφορές που αναλογούν σε εργαζόμενο και εργοδότη( λογ.55.00). Επίσης υποχρέωση απόδοσης του παρακρατούμενου φόρου μισθωτών υπηρεσιών-ΦΜΥ(λογ.54.03.00), αλλά και της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης(λογ.54.03.001).
    • Οι υποχρεώσεις που όπως είδαμε δημιουργούνται, όταν πληρώνονται από την οντότητα, χρεώνονται και κλείνουν, με αντίστοιχη πίστωση του λογαριασμού 38.03(καταθέσεις όψεως). Αν δεν πληρωθούν παραμένουν πιστωμένες, θυμίζοντάς μας την υποχρέωση που έχουμε να τις καταβάλλουμε.
    • Αν δοθεί προκαταβολή μισθού π.χ 500 ευρώ η λογιστική εγγραφή που θα πρέπει να πραγματοποιήσουμε είναι:

    -Απόδειξη πληρωμής προς εργαζόμενο 500 ευρώ(15/3/2017)
    ΧΡΕΩΣΗ: 33.00.00 ΠΡΟΚΑΤΑΒΟΛΕΣ ΣΕ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ: 500,00
         ΠΙΣΤΩΣΗ: 38.03 ΚΑΤΑΘΕΣΕΙΣ ΟΨΕΩΣ:                               500,00
    Συνεπώς αν δοθεί προκαταβολή όπως είπαμε, η εγγραφή λογισμού μισθοδοσίας θα διαμορφωθεί ως εξής:
    ΧΡΕΩΣΗ: 60.00.00 ΤΑΚΤΙΚΕΣ ΑΠΟΔΟΧΕΣ: 2000,00
    ΧΡΕΩΣΗ: 60.03.00 ΕΡΓΟΔΟΤΙΚΕΣ ΕΙΣΦΟΡΕΣ: 501,20
         ΠΙΣΤΩΣΗ: 33.00.00 ΠΡΟΚΑΤΑΒΟΛΕΣ ΣΕ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ: 500,00
         ΠΙΣΤΩΣΗ: 53.00.00 ΑΠΟΔΟΧΕΣ ΠΛΗΡΩΤΕΕΣ:                 904,66
         ΠΙΣΤΩΣΗ: 55.00. ΙΚΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΕΙΣΦΟΡΕΣ:           821,20
         ΠΙΣΤΩΣΗ: 54.03.00 ΦΜΥ                                                       250,19
         ΠΙΣΤΩΣΗ: 54.03.01 ΕΙΣΦΟΡΑ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ:                  25,15
    Μεγάλη προσοχή πρέπει να δίνεται στις περιπτώσεις της προκαταβολής μισθού άνω των 3 μηνών, που αντιμετωπίζεται όπως είδαμε και παραπάνω ως δάνειο. Ως επιτόκιο λαμβάνεται το χαμηλότερο από τα επιτόκια κάθε κατηγορίας δανείου από αυτές που περιγράφονται στους πίνακες της Τράπεζας της Ελλάδος, όπως ισχύουν κατά το μήνα χορήγησης της προκαταβολής( ΠΟΛ 1034/30-01-2014).
    Το “ταξίδι” της λογιστικής μας αναζήτησης συνεχίζεται…Καλή δύναμη σε όλους τους μαχόμενους συναδέρφους…

    ΔΟΥΚΕΡΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ

    ΛΟΓΙΣΤΗΣ-ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΟΣ-ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

     

     
     

     

    Νόμιμες κατώτατες αποδοχές-Πότε ο εργαζόμενος πρέπει να αμείβεται με μισθό και πότε με ημερομίσθιο!

    Αναγκαστική είσπραξη ληξιπρόθεσμων χρεών ελλήνων φορολογούμενων στην Ευρωπαϊκή Ένωση!

    Το γεγονός ότι πολλοί Έλληνες έχουν φυγαδέψει την κινητή τους περιουσία σε ‘ασφαλείς’ οικονομικά χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης  προ της επιβολής των capital controls δεν μπορεί να το αρνηθεί κανείς. Το αποδεικνύουν τα δημοσιευμένα από την Τράπεζα της Ελλάδος στατιστικά στοιχεία. Πολλοί από αυτούς μάλιστα βρίσκονται – ή σύντομα θα βρεθούν – στο μικροσκόπιο των ελεγκτικών μηχανισμών του Υπουργείου Οικονομικών. Σε αυτούς θα προσθέσουμε και όσους έλαβαν νόμιμα ή παράνομα επιδοτήσεις τις οποίες δεν επένδυσαν ως όφειλαν αλλά μετέφεραν τα χρήματα σε λογαριασμούς του εξωτερικού.  Άλλοι πάλι, έχοντας σωρεύσει υπέρογκα ληξιπρόθεσμα χρέη, μετεγκαταστάθηκαν πραγματικά ή εικονικά επίσης σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και στις τρεις περιπτώσεις κοινός παρονομαστής, σε επίπεδο ψυχολογικό, είναι το γεγονός ότι πλέον νιώθουν άτρωτοι από τα μέτρα αναγκαστικής είσπραξης που προβλέπει ο Ν 4174/2013.
    Η αντίληψη αυτή είναι λανθασμένη. Ουδείς μπορεί να διαφύγει της πληρωμής των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του προς το Δημόσιο. Αυτό δεν ισχύει μόνο για τους έλληνες φορολογούμενους. Ισχύει σε παγκόσμια κλίμακα. Ειδικά δε στην Ευρωπαϊκή Ένωση υφίσταται στιβαρό θεσμικό πλαίσιο που διευκολύνει τα κράτη – μέλη να περιορίσουν τις δημοσιονομικές τους απώλειες και να εφαρμόζουν τον εθνικό τους Κώδικα είσπραξης δημοσίων εσόδων ενιαία και χωρίς διακρίσεις, σε όλους τους νόμω σε καταβολή φόρων, τελών ή προστίμων υπόχρεους, ακόμα και εισπράττοντας αναγκαστικά εκτός της Επικράτειας (τόπος βεβαίωσης οφειλής).
    ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ
    Οι ρυθμίσεις για την αμοιβαία συνδρομή μεταξύ των κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα της αναγκαστικής είσπραξης που προέκυπταν από ενέργειες οι οποίες αποτελούσαν μέρος του συστήματος χρηματοδοτήσεως του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Προσανατολισμού και Εγγυήσεων καθώς και από γεωργικές εισφορές και δασμούς θεσπίστηκαν αρχικά με την οδηγία 76/308/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 15ης Μαρτίου 1976.
    Η εν λόγω οδηγία καθώς και οι τροποποιητικές αυτής πράξεις κωδικοποιήθηκαν  με την οδηγία 2008/55/ΕΚ του Συμβουλίου της 26ης Μαΐου 2008, για την αμοιβαία συνδρομή για την είσπραξη απαιτήσεων σχετικών με ορισμένες εισφορές, δασμούς, φόρους και άλλα μέτρα .
    Με τον τρόπο αυτό επιτεύχθηκε η πρώτη αλλά ωστόσο ανεπαρκής όπως αποδείχθηκε εν τοις πράγμασι προσπάθεια σύγκλισης των ισχυόντων εθνικών κανόνων. Κρίθηκε λοιπόν αναγκαία αφενός η διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής της αρχικής οδηγίας κι αφετέρου η καθιέρωση σαφέστερων και ακριβέστερων κανόνων που :
    α) θα διευκόλυναν τον συντονισμό στην ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών χωρίς ωστόσο να επηρεάσουν την αρμοδιότητα αυτών όσον αφορά τον καθορισμό των μέτρων αναγκαστικής είσπραξης, όπως αυτά αναλυτικά απαριθμούνται και αναλύονται στην εκάστοτε εθνική νομοθεσία,
    β) θα εξασφάλιζαν ότι καλύπτονταν το συνεχώς διευρυνόμενο φάσμα των νομικών μορφωμάτων, αλλά και κάθε νέο μέσο που ενδέχεται να συστήσουν οι φορολογούμενοι
    και γ) θα επέτρεπαν να λαμβάνονται υπόψη όλες οι μορφές που μπορούν να λάβουν οι απαιτήσεις των δημοσίων αρχών σχετικά με φόρους, δασμούς, εισφορές, επιστροφές και παρεμβάσεις, συμπεριλαμβανομένων όλων των χρηματικών απαιτήσεων κατά του οικείου φορολογούμενου ή κατά τρίτου διαδόχου ή συνυπόχρεου .
    Σε όλη αυτή τη διαδικασία δεν έπρεπε να παραβλεφθούν τα δικαιώματα των καθ΄ ων η αναγκαστική εκτέλεση όπως και η απόλυτη τήρηση της αρχής της ασφάλειας δικαίου. Η σχετική εθνική νομολογία (κυρίως ολλανδικών και γερμανικών δικαστηρίων) κατέδειξε πως οι οφειλέτες – φορολογούμενοι εγείρουν μέχρι σήμερα αντιρρήσεις κατά της διαδικασίας, οι οποίες σε ορισμένες περιπτώσεις ξεπερνούν την συνήθη παρελκυστική τακτική με σκοπό την έστω προσωρινή αναστολή της διαδικασίας αναγκαστικής είσπραξης. Έτσι λοιπόν χρειάσθηκε σοβαρός επαναπροσδιορισμός βασικών δικονομικών παραμέτρων.
    Αρχικά εκδόθηκε η οδηγία 2010/24/ΕΕ του Συμβουλίου της 16ης Μαρτίου 2010 περί αμοιβαίας συνδρομής για την είσπραξη απαιτήσεων σχετικών με φόρους, δασμούς και άλλα μέτρα, ο οποίος τέθηκε σε εφαρμογή την 1η Ιανουαρίου 2012.
    Ακολούθησε ο με αριθμό  1189/2011/ΕΕ  εκτελεστικός κανονισμός της Επιτροπής της 18ης Νοεμβρίου 2011 ο οποίος συμπλήρωσε ως προς τις τεχνικές της λεπτομέρειες τη νέα οδηγία.
    Το Ελληνικό Κοινοβούλιο ενσωμάτωσε την οδηγία στην εθνική μας νομοθεσία στα άρθρα 295 έως 319 του ν.4072/2012 (σχετική η ΠΟΛ.1120/27.5.2013 καθώς και η 372/2014 γνωμοδότησή του ΝΣΚ που κατά τη γνώμη μας εκδόθηκε εκ περισσού) .
    ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
    Η οδηγία 2010/24/ΕΕ ισχύει για απαιτήσεις που αφορούν :
    α) όλους τους φόρους και τους δασμούς, οι οποίοι επιβάλλονται από τα κράτη μέλη ή τις εδαφικές ή τις διοικητικές τους υποδιαιρέσεις, συμπεριλαμβανομένων των τοπικών αρχών, ή για λογαριασμό τους, ή για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής  Ένωσης,
    β) επιστροφές, παρεμβάσεις και άλλα μέτρα στο πλαίσιο του συστήματος ολικής ή μερικής χρηματοδότησης του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ) και του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου για την Αγροτική Ανάπτυξη (ΕΓΤΑΑ), συμπεριλαμβανομένων ποσών που πρέπει να συλλεχθούν σε σχέση με τις εν λόγω ενέργειες,
    γ) εισφορές και άλλα τέλη που προβλέπονται στο πλαίσιο της κοινής οργάνωσης αγοράς για τον τομέα της ζάχαρης,
    δ) διοικητικές κυρώσεις, πρόστιμα, τέλη και προσαυξήσεις σχετικά με απαιτήσεις για τις οποίες είναι δυνατόν να ζητηθεί αμοιβαία συνδρομή σύμφωνα με τα α έως γ, που επιβάλλονται από τις αρμόδιες διοικητικές αρχές για την επιβολή των σχετικών φόρων ή δασμών ή για τη διεξαγωγή σχετικών διοικητικών ερευνών ή επιβεβαιώνονται από διοικητικά ή δικαστικά όργανα κατ’ αίτηση των προαναφερόμενων διοικητικών αρχών,
    ε) τέλη για πιστοποιητικά και συναφή έγγραφα που εκδίδονται στο πλαίσιο διοικητικών διαδικασιών οι οποίες αφορούν φόρους και δασμούς,
    στ) τόκους και δαπάνες που συνδέονται με τις απαιτήσεις για τις οποίες είναι δυνατόν να ζητηθεί αμοιβαία συνδρομή σύμφωνα με τα α, β, γ, δ και ε (στα κονδύλια αυτά θα πρέπει να συνυπολογίσουμε και τα έξοδα  με τα οποία επιβαρύνθηκε, σύμφωνα με τις νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις του , το Κράτος Β).
    Διευκρινίζουμε πως στα ανωτέρω δεν περιλαμβάνονται :
    – υποχρεωτικές εισφορές κοινωνικής ασφάλισης πληρωτέες προς το κράτος μέλος ή μια υποδιαίρεση του κράτους μέλους ή προς τα ιδρύματα κοινωνικών ασφαλίσεων δημοσίου δικαίου,
    – τέλη έκδοσης που δεν αναφέρονται στα δ, ε και στ ,
    – οφειλές συμβατικής φύσης, όπως για την παροχή κοινωφελών υπηρεσιών,
    – ποινικές κυρώσεις που επιβάλλονται στο πλαίσιο ποινικής δίωξης ή άλλες ποινικές κυρώσεις που δεν καλύπτονται από το δ
    ΔΙΑΔΙΚΑΣΊΑ
    α- αίτηση είσπραξης
    Η διαδικασία ενεργοποιείται τη στιγμή που το Κράτος Α (αιτούσα Αρχή) διαβιβάζει τυποποιημένη αίτηση στο Κράτος Β (αποδέκτρια Αρχή) το οποίο υποχρεούται να εισπράξει τις απαιτήσεις εντός της Επικράτειάς του.
    Μαζί με την αίτηση συνυποβάλλονται και όλες οι χρήσιμες πληροφορίες που αναφέρονται στην υπόθεση, η οποία αποτελεί την αιτία της αίτησης είσπραξης.
    Το κυριότερο όλων, η αίτηση συνοδεύεται από τον τίτλο (ενιαίος τίτλος) που αποτελεί τη μοναδική βάση των μέτρων είσπραξης και των ασφαλιστικών μέτρων που θα ληφθούν στο Κράτος Β. Δεν υπόκειται σε διαδικασία αναγνώρισης (αλλοδαπής απόφασης), συμπλήρωσης ή αντικατάστασης, εκτός εάν όργανο ή εθνικό δικαστήριο – είτε του Κράτους Α  είτε του Κράτους Β – επιληφθεί της υποθέσεως κατά τα όσα περιγράφονται παρακάτω και διατάξει διαφορετικά.
    Περιέχει κατ΄ ελάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:
    – πληροφορίες σχετικά με τον προσδιορισμό του αρχικού τίτλου (μπορεί να αφορά μία ή περισσότερες απαιτήσεις) που επιτρέπει την εκτέλεση, περιγραφή της απαίτησης, που περιλαμβάνει τη φύση της, το χρονικό διάστημα που καλύπτεται από την απαίτηση, τυχόν σημαντικές ημερομηνίες της διαδικασίας εκτέλεσης καθώς και το ποσό της απαίτησης και τις διάφορες συνιστώσες του, όπως το κεφάλαιο και οι δεδουλευμένοι τόκοι κ.λπ.
    – όνομα και λοιπά στοιχεία σχετικά με τον προσδιορισμό της ταυτότητας του οφειλέτη, του συνοφειλέτη ή συνυπόχρεου για τη διευθέτηση του φόρων, των δασμών κλπ καθώς και τα στοιχεία οποιουδήποτε τρίτου φυσικού ή νομικού προσώπου το οποίο κατέχει περιουσιακά στοιχεία τα οποία ανήκουν σε, ή έχει οφειλές προς, ένα από τα πρόσωπα που προαναφέρθηκαν
    – όνομα, διεύθυνση και άλλες λεπτομέρειες επαφής όσον αφορά τόσο την Υπηρεσία του Κράτους Α που είναι αρμόδια για την βεβαίωση της απαίτησης και, εφόσον διαφέρει, την Υπηρεσία παροχής περαιτέρω πληροφοριών σχετικά με την απαίτηση ή σχετικά με τις δυνατότητες αμφισβήτησης της υποχρέωσης καταβολής.
    β- προϋποθέσεις
    Το Κράτος Α οφείλει να έχει ήδη κινήσει τις προβλεπόμενες από την εθνική του νομοθεσία διαδικασίες αναγκαστικής είσπραξης εκτός εάν :
    – είναι πρόδηλο ότι δεν υπάρχουν περιουσιακά στοιχεία προς είσπραξη στο Κράτος Α ή οι εν λόγω διαδικασίες δεν θα καταλήξουν στην πλήρη εξόφληση της απαίτησης, και το Κράτος Α έχει συγκεκριμένες πληροφορίες που καταδεικνύουν ότι το συγκεκριμένο πρόσωπο διαθέτει περιουσιακά στοιχεία στο Κράτος Β
    – η προσφυγή στις διαδικασίες αυτές στο Κράτος Α θα δημιουργούσε δυσανάλογες δυσχέρειες.
    –   η απαίτηση και/ή ο τίτλος που επιτρέπει την εκτέλεσή της στο Κράτος Α  αμφισβητείται εντός επικράτειας σύμφωνα με όσα ορίζονται στην εθνική του νομοθεσία
    Το Κράτος Β μπορεί αιτιολογημένα ν΄ αρνηθεί την παροχή συνδρομής εφόσον:
    – ενδέχεται η είσπραξη της απαίτησης, λόγω της καταστάσεως του οφειλέτη, να δημιουργήσει σοβαρές οικονομικές ή κοινωνικές δυσχέρειες στο Κράτος Β με την προϋπόθεση ότι, οι εθνικές νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις και οι διοικητικές πρακτικές επιτρέπουν την εξαίρεση αυτή για εθνικές απαιτήσεις.
    –  η αίτηση αφορά απαιτήσεις παλαιότερες των πέντε ετών, που είτε χρονολογούνται από την ημερομηνία κατά την οποία κατέστη ληξιπρόθεσμη και μη αμφισβητήσιμη δικαστικά η απαίτηση στο Κράτος Α έως την ημερομηνία κατά την οποία υπεβλήθη η αρχική αίτηση συνδρομής, είτε έχει χωρέσει ρύθμιση χρέους (στην περίπτωση αυτή η πενταετής προθεσμία νοείται ότι άρχεται από τη στιγμή που εκπνέει η συνολική προθεσμία πληρωμής).
    –  εάν το συνολικό ποσό των απαιτήσεων, για το οποίο ζητείται συνδρομή, είναι μικρότερο των 1.500 EUR.
    ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΚΑΙ ΕΙΣΠΡΑΞΗ ΑΠΑΙΤΗΣΗΣ
    α) Στα πλαίσια της αναγκαστικής εκτέλεσης το Κράτος Β ασκεί τις προβλεπόμενες από τις νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές εθνικές του διατάξεις εξουσίες και διαδικασίες που ισχύουν σχετικά με τον ίδιο ή, απουσία ιδίου, παρόμοιο φόρο ή δασμό. Στην περίπτωση όμως που το Κράτος Β θεωρεί ότι δεν επιβάλλονται στο έδαφός του οι ίδιοι ή παρόμοιοι φόροι ή δασμοί, ασκεί τις εξουσίες και τις διαδικασίες που προβλέπονται από τις νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές εθνικές διατάξεις που ισχύουν για απαιτήσεις σχετικά με το φόρο προσωπικού εισοδήματος.
    Το Κράτος Β αφενός εισπράττει την απαίτηση στο δικό του νόμισμα κι αφετέρου επιβάλλει τόκους υπερημερίας (η τοκογονία τρέχει από την ημέρα που παραλαμβάνει την αίτηση) σύμφωνα με τις εθνικές του νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις. Αυτό σημαίνει πρακτικά πως ενδέχεται η εθνική του νομοθεσία να επιτρέπει την ρύθμιση σε δόσεις ή εντός ρητά τασσόμενης προθεσμίας.
    β) Εφόσον το Κράτος Α το ζητήσει αιτιολογημένα κι εγγράφως με δεδομένο ότι κάτι τέτοιο προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο και διοικητικές πρακτικές σε παρεμφερείς καταστάσεις του Κράτους Β, το τελευταίο λαμβάνει ασφαλιστικά μέτρα .
    ΕΠΙΛΥΣΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
    Αρμόδια δικαστήρια – όργανα σχετικά με την επίλυση θεμάτων που αφορούν την απαίτηση, τον αρχικό τίτλο, ή τον ομοιόμορφο τίτλο (που επιτρέπει την εκτέλεση στο Κράτος Β) και διαφορές σχετικά με το κύρος της κοινοποίησης από την αρμόδια αρχή του Κράτους Α είναι τα εθνικά δικαστήρια – όργανα του Κράτους Α.
    Αντίθετα, για τις διαφορές σχετικά με τα μέτρα εκτέλεσης τα οποία ελήφθησαν στο Κράτος Β ή σχετικά με την εγκυρότητα της κοινοποίησης της αρμόδιας αρχής του Κράτους Β,  αρμόδια δικαστήρια – όργανα είναι αυτά του Κράτους Β. Στην περίπτωση αυτή εφαρμοστέο δίκαιο είναι αυτό του Κράτους Β.
    ΘΕΜΑΤΑ ΠΑΡΑΓΡΑΦΗΣ
    Εφαρμοστέο δίκαιο είναι αυτό του Κράτους Α.
    Θα πρέπει ωστόσο να δώσουμε ιδιαίτερη προσοχή στα ακόλουθα :
    – όσον αφορά την αναστολή, διακοπή ή παράταση της προθεσμίας παραγραφής, οι πράξεις είσπραξης που πραγματοποιούνται από το Κράτος Β και έχουν ως αποτέλεσμα την αναστολή, διακοπή ή παράταση της προθεσμίας παραγραφής κατά το δίκαιο που ισχύει στο Κράτος Β, θεωρείται ότι έχουν το ίδιο αποτέλεσμα στο Κράτος Α, υπό την προϋπόθεση ότι προβλέπεται η αντίστοιχη διάταξη δυνάμει του δικαίου που ισχύει σε αυτό το κράτος μέλος.
    Εάν το δίκαιο που ισχύει στο Κράτος Β δεν προβλέπει τη δυνατότητα αναστολής, διακοπής ή παράτασης της προθεσμίας παραγραφής, οι πράξεις είσπραξης που πραγματοποιούνται από αυτό , εάν είχαν πραγματοποιηθεί από το Κράτος Α θα είχαν ως αποτέλεσμα την αναστολή, διακοπή ή παράταση της προθεσμίας παραγραφής κατά το δίκαιο που ισχύει στο Κράτος Α, θεωρούνται, όσον αφορά αυτό το αποτέλεσμα, ότι έχουν πραγματοποιηθεί σε αυτό το τελευταίο κράτος.
    Κλείνοντας θα θέλαμε να αναφέρουμε ότι η προθεσμία του άρθρου 57 παρ. 1 του Ν 4446/2016 εκπνέει την 31η Μαΐου, πριν δηλαδή εκδώσει η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας απόφαση σχετικά με το ποιές θεωρούνται τελικά παραγεγραμμένες χρήσεις και ποιές όχι. Οι φορολογούμενοι  στους οποίους αναφερθήκαμε στην αρχή του άρθρου μας θα έπρεπε να επαναπροσδιορίσουν την φορολογική στρατηγική που έχουν χαράξει. Το Ελληνικό Δημόσιο αργά ή γρήγορα θα κάνει χρήση των δυνατοτήτων που η ενσωματωμένη πλέον στο ελληνικό δίκαιο οδηγία του δίνει και θα επιδιώξει την αναγκαστική είσπραξη των ληξιπρόθεσμων χρεών εκτός Επικράτειας. Το ποιός διατηρεί τι και μάλιστα με ακρίβεια ως προς το είδος και την ποσότητα εκτός συνόρων είναι ήδη γνωστό στον ελεγκτικό μηχανισμό.
     
    ΝΕΝΑ Π. ΔΙΟΝΥΣΟΠΟΥΛΟΥ
    ΠΗΓΗ: TAXHEAVEN.GR

    ΕΠΙΔΟΜΑ ΓΑΜΟΥ! Πλήρης ανάλυση διατάξεων!

    Ένα πολυσυζητημένο θέμα που απασχόλησε τα τελευταία χρόνια το σύνολο των επιχειρήσεων του ιδιωτικού τομέα είναι αν ένας εργαζόμενος δικαιούται και υπό ποιες προϋποθέσεις το επίδομα γάμου, μετά και τις αλλεπάλληλες αλλαγές στην εργατοασφαλιστική νομοθεσία.

    Ο νόμος 435/1976 στο άρθρο 16 αναφέρει:

    Κυρούται η παρ. 2 της υπ’ αριθ. 10/1976 αποφάσεως του Δευτεροβαθμίου Διοικητικού Διαιτητικού Δικαστηρίου Αθηνών, κηρυχθείσης εκτελεστής δια της υπ’ αριθ. 21378/4372 από 17 Μαΐου 1976 αποφάσεως του Υπουργού Απασχολήσεως (δημοσιευθείσης εις το υπ’ αριθ. 671, τεύχος Β΄ της 20.5.1976 ΦΕΚ), αφ’ ης η απόφασις αύτη ετέθη εν ισχύι ήτοι από 13ης Φεβρουαρίου 1976, το κείμενον της οποίας έχει ως ακολούθως:
     

    Επίδομα γάμου:

    α) Εις τους μισθωτούς, ανεξαρτήτως φύλου, συνεστώτος του γάμου χορηγείται επίδομα γάμου εκ 5 %, υπό την προϋπόθεσιν ότι ο έτερος των συζύγων δεν ασκεί βιοποριστικόν επάγγελμα ή δεν συνταξιοδοτείται.

    β) Το επίδομα γάμου υπολογίζεται επί του κατωτάτου ορίου του βασικού μισθού ή βασικού ημερομισθίου, του οριζομένου υπό της εκάστοτε εν ισχύι οικείας συλλογικής συμβάσεως, αποφάσεως διαιτησίας ή άλλης διατάξεως και δεν συμψηφίζεται προς τας τυχόν υπερτέρας των κατωτάτων ορίων πράγματι καταβαλλομένας αποδοχάς. Συμψηφίζεται όμως εις τούτο το τυχόν καταβαλλόμενον επίδομα γάμου ή συζύγου.

    γ) Ο γάμος, ως και η συνδρομή της κατά την υπό παράγραφον α’ προϋποθέσεως, αποδεικνύεται δια δηλώσεως του μισθωτού κατά τον τύπον του Ν.Δ. 105/69, κατατιθεμένης εις τον εργοδότην, κατά την πρόσληψιν ή συνεστώτος του γάμου. Ο εργοδότης δικαιούται προς επιβεβαίωσιν της διαρκούς συνδρομής της προϋποθέσεως της υποπαραγράφου α’ να αξιοί καθ’ έκαστον ημερολογιακόν έτος την βολήν της κατά τα ανωτέρω δηλώσεως.

    δ) Συλλογικαί συμβάσεις εργασίας, αποφάσεις διαιτησίας ή άλλαι διατάξεις προβλέπουσαι την χορήγησιν επιδόματος γάμου, εις ποσοστόν ή πάγιον ποσόν, δεν θίγονται δια της παρούσης, εξακολουθούσαι να ισχύουν και να διέπουν τα της παροχής του επιδόματος τούτου, εφ’ όσον: αα) προβλέπουν την παροχήν τούτου εις τους μισθωτούς αμφοτέρων των φύλων και ββ) το βάσει αυτών οφειλόμενον ποσόν επιδόματος γάμου είναι υπέρτερον του βάσει της παρούσης διαμορφουμένου.
    Η διά της προηγουμένης παραγράφου κυρουμένη διάταξις δύναται να τροποποιήται και συμπληρούται ή να καταργήται διά συλλογικών συμβάσεων εργασίας, αποφάσεων διαιτησίας και υπουργικών αποφάσεων, κατά την διαδικασίαν του Ν.3239/19555 «περί τρόπου ρυθμίσεως των συλλογικών διαφορών εργασίας, συστάσεως Εθνικού Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Κοινωνικής Πολιτικής και τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων ενίων εργατικών νόμων», και των συμπληρωσάντων και τροποποιησάντων τούτον νόμων.

    Κατόπιν η υπουργική απόφαση 10855/88, στο άρθρο 4 αναφέρει:

    “Χορηγείται επίδομα γάμου με τις προϋποθέσεις που προβλέπονται από τις 10/1976,9/1978, 100/1979 αποφάσεις του ΔΔΔΔ Αθηνών και το άρθρο 5 της εθν. γεν. συλλ. συμβ. εργασίας της 14.2.1984, όπως έχει τούτο ρυθμισθεί με τις διατάξεις του ν. 1414/1984. 2. Σε όσες έγγαμες εργαζόμενες γυναίκες δεν καταβάλλεται επίδομα γάμου, με βάση τις παραπάνω διατάξεις, χορηγείται επίδομα γάμου επί του βασικού μισθού ή επί του βασικού ημερομισθίου τους, από 1 Ιανουαρίου 1988 σε ποσοστό 5% και από 1 Ιανουαρίου 1989 σε ποσοστό 10% συνολικά.”

    Συνεχίζοντας στο άρθρο 20 του Ν.1849/89 αναφέρεται στην παράγραφο 2:

    “Του προβλεπόμενου από την Ε.Γ.Σ.Σ.Ε. επιδόματος γάμου δικαιούχοι είναι και οι άγαμοι γονείς, καθώς και οι ευρισκόμενοι σε κατάσταση χηρείας και οι διαζευγμένοι, από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου”.

    Στα χρόνια των μνημονίων, συντελέστηκαν πολύ μεγάλες αλλαγές στην εργατική νομοθεσία της χώρας, οι οποίες καθόρισαν και δρομολόγησαν μια “χιονοστιβάδα” προσαρμογών στο εργασιακό τοπίο, με έντονες ανακατατάξεις και συχνές προστριβές μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων.

    Από την εφαρμογή του ν. 4046/2012 και της ΠΥΣ 6/28.02.2012 που ακολούθησε, προέκυψαν ζητήματα σχετικά με την καταβολή του επιδόματος.

    Στο άρθρο 2 της ΠΥΣ 6/2012 αναφέρεται:

    “Οι κανονιστικοί όροι Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας που θα λήξει ή θα καταγγελθεί, εξακολουθούν να ισχύουν επί ένα τρίμηνο από τη λήξη ή την καταγγελία τους. Κανονιστικοί όροι Συλλογικής Σύμβασης που έχει ήδη λήξει ή καταγγελθεί ισχύουν για ένα τρίμηνο από την ισχύ του ν. 4046/2012. Με την πάροδο του τριμήνου και εφόσον εν τω μεταξύ δεν έχει συναφθεί νέα Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, εξακολουθούν να ισχύουν από τους κανονιστικούς αυτούς όρους αποκλειστικώς οι όροι εκείνοι που αφορούν

    α) τον βασικό μισθό ή το βασικό ημερομίσθιο και

    β) τα επιδόματα ωρίμανσης, τέκνων, σπουδών και επικινδύνου εργασίας, εφόσον τα επιδόματα αυτά προβλέπονταν στις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας που έληξαν ή καταγγέλθηκαν, ενώ παύει αμέσως να ισχύει κάθε άλλο προβλεπόμενο σε αυτές επίδομα.

    Η προσαρμογή των συμβάσεων στις διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου γίνεται χωρίς να απαιτείται προηγούμενη σύμφωνη γνώμη των εργαζομένων. Οι όροι του τρίτου εδαφίου που διατηρούνται, εξακολουθούν να ισχύουν μέχρις ότου αντικατασταθούν από εκείνους της νέας Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας ή της νέας ή της τροποποιημένης ατομικής σύμβασης.”

    Από την παραπάνω διατύπωση διαπιστώνουμε ότι δε συμπεριλαμβάνεται το επίδομα γάμου στη διατήρηση των βασικών επιδομάτων των συμβάσεων που έληξαν ή καταγγέλθηκαν και μετά την πάροδο της τρίμηνης μετενέργειάς τους, παρά μόνο τα επιδόματα ωρίμανσης, τέκνων, σπουδών και επικίνδυνης εργασίας, και μόνο εφ’ όσον και αυτά προβλέπονταν.

    Ο νόμος 40 93/2012 στην ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟ” ΙΑ.11. ΝΕΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΝΟΜΙΜΟΥ ΚΑΤΩΤΑΤΟΥ ΜΙΣΘΟΥ ΚΑΙ ΚΑΤΩΤΑΤΟΥ ΗΜΕΡΟΜΙΣΘΙΟΥ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΟΛΗΣ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ (ΔΙΑΤΑΞΗ ΠΛΑΙΣΙΟ), ΚΑΤΩΤΑΤΟΣ ΝΟΜΙΜΟΣ ΜΙΣΘΟΣ ΚΑΙ ΗΜΕΡΟΜΙΣΘΙΟΥ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΟΛΗΣ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ” αναφέρει σαφώς:

    Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 8 του ν. 1876/1990 αντικαθίσταται ως εξής:
    «Οι εθνικές γενικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας καθορίζουν τους ελάχιστους μη μισθολογικούς όρους εργασίας, που ισχύουν για τους εργαζόμενους όλης της χώρας. Βασικοί μισθοί, βασικά ημερομίσθια, κάθε είδους προσαυξήσεις αυτών και γενικά κάθε άλλος μισθολογικός όρος, ισχύουν μόνο για τους εργαζόμενους που απασχολούνται από εργοδότες των συμβαλλομένων εργοδοτικών οργανώσεων και δεν επιτρέπεται να υπολείπονται του νόμιμου νομοθετημένου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου.»

    Μέχρι τη λήξη της περιόδου οικονομικής προσαρμογής που προβλέπουν τα Μνημόνια που προσαρτώνται στο ν. 4046/2012 και οι επακολουθούσες τροποποιήσεις αυτών καθορίζεται ο νόμιμος κατώτατος μισθός υπαλλήλων και το ημερομίσθιο εργατοτεχνιτών ως εξής( ίσχυε εκείνη την περίοδο):
    (α) Για τους υπάλληλους άνω των 25 ετών ο κατώτατος μισθός ορίζεται 586,08 ευρώ και για τους εργατοτεχνίτες άνω των 25 ετών το κατώτατο ημερομίσθιο ορίζεται σε 26,18 ευρώ.
    (β) Για τους υπάλληλους κάτω των 25 ετών ο κατώτατος μισθός ορίζεται 510,95 ευρώ και για τους εργατοτεχνίτες κάτω των 25 ετών το κατώτατο ημερομίσθιο ορίζεται σε 22,83 ευρώ.
    (γ) i) Ο κατά τα άνω κατώτατος μισθός των υπαλλήλων άνω των 25 ετών προσαυξάνεται με ποσοστό 10% για κάθε τριετία προϋπηρεσίας και έως τρεις τριετίες και συνολικά 30% για προϋπηρεσία 9 ετών και άνω και το κατώτατο ημερομίσθιο των εργατοτεχνιτών άνω των 25 ετών προσαυξάνεται με ποσοστό 5% για κάθε τριετία προϋπηρεσίας και έως έξι τριετίες και συνολικά 30% για προϋπηρεσία 18 ετών και άνω.
    ii) Ο κατά τα άνω κατώτατος μισθός των υπαλλήλων κάτω των 25 ετών προσαυξάνεται με ποσοστό 10% για μία τριετία προϋπηρεσίας και για προϋπηρεσία 3 ετών και άνω και το κατώτατο ημερομίσθιο των εργατοτεχνιτών κάτω των 25 ετών προσαυξάνεται με ποσοστό 5% για κάθε τριετία προϋπηρεσίας και έως δύο τριετίες και συνολικά 10% για προϋπηρεσία 6 και άνω ετών.
    δ) Οι ως άνω προσαυξήσεις προϋπηρεσίας καταβάλλονται σε εργαζόμενο με προϋπηρεσία σε οποιονδήποτε εργοδότη και με οποιαδήποτε ειδικότητα, για μεν τους εργατοτεχνίτες μετά τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας τους, για δε τους υπαλλήλους μετά τη συμπλήρωση του 19ου έτους της ηλικίας τους και ισχύουν για την συμπληρωθείσα υπηρεσία την 14.2.2012.
    ε) Πέραν της μηνιαίας τακτικής προσαύξησης λόγω προϋπηρεσίας καμία άλλη προσαύξηση δεν περιλαμβάνεται στο νομοθετικώς καθορισμένο κατώτατο μισθό και ημερομίσθιο.
    στ) Έως ότου η ανεργία διαμορφωθεί σε ποσοστό κάτω του 10% αναστέλλεται η προσαύξηση του νομοθετικώς καθορισμένου νόμιμου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου για προϋπηρεσία, που συμπληρώνεται μετά την 14.2.2012.
    ζ) Ατομικές συμβάσεις εργασίας και συλλογικές συμβάσεις εργασίας κάθε είδους δεν επιτρέπεται να ορίζουν μηνιαίες τακτικές αποδοχές ή ημερομίσθιο πλήρους απασχόλησης κατώτερο από το νομοθετικώς καθορισμένο κατώτατο μισθό και ημερομίσθιο.
    Κάθε αναφορά της ισχύουσας νομοθεσίας γενικά στον ελάχιστο μισθό ή στο ελάχιστο ημερομίσθιο της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (ΕΓΣΣΕ) νοείται ο νόμιμος νομοθετημένος κατώτατος μισθός και κατώτατο ημερομίσθιο.
    Στη συνέχεια συνήφθη η από 14.05.2013 Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας μεταξύ των Γ.Σ.Ε.Β.Ε.Ε., Σ.Ε.Τ.Ε., Ε.Σ.Ε.Ε. και Γ.Σ.Ε.Ε., στην οποία προβλέφθηκε η διατήρηση του επιδόματος γάμου. Με βάση όμως τη νομοθετική μεταβολή του ν. 4093/2012 οι μισθολογικοί όροι της, και ως εκ τούτου το επίδομα γάμου, ήταν δεσμευτικοί μόνο για του εργαζόμενους που απασχολούνταν σε εργοδότες των συμβαλλόμενων σε αυτή εργοδοτικών οργανώσεων. Συνεπώς η υποχρέωση καταβολής επιδόματος γάμου διατηρήθηκε για τους εργοδότες που ήταν μέλη των Γ.Σ.Ε.Β.Ε.Ε., Σ.Ε.Τ.Ε., Ε.Σ.Ε.Ε.. Σύμφωνα με τα παραπάνω είχαν διαμορφωθεί δύο κατώτατα μισθολογικά όρια για τους εργαζόμενους, εκ των οποίων το ένα (ΕΓΣΣΕ) περιλάμβανε επίδομα γάμου ενώ το άλλο όχι (κατώτατος μισθός ν. 4093/2012).
    Ωστόσο, στην από 26.03.2014 Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας μεταξύ των Σ.Ε.Β., Γ.Σ.Ε.Β.Ε.Ε., Σ.Ε.Τ.Ε., Ε.Σ.Ε.Ε. και Γ.Σ.Ε.Ε., δεν περιέχονται μισθολογικοί όροι, με αποτέλεσμα, να υφίσταται μόνο ένα κατώτατο όριο μισθού – ημερομισθίου, χωρίς να περιλαμβάνεται σε αυτό επίδομα γάμου.
    ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ:
    • Το  επίδομα γάμου ανέρχεται για όλους τους εργαζόμενους σε ποσοστό 10% επί του βασικού μισθού και το δικαιούνται και οι δυο σύζυγοι άσχετα αν εργάζονται στον ίδιο ή σε διαφορετικό εργοδότη.
    • Οι εργοδότες που δεν είναι μέλη των συμβαλλόμενων εργοδοτικών οργανώσεων που υπέγραψαν την ΕΓΣΣΕ δεν είναι υποχρεωμένοι να το χορηγούν.
    • Οι εργοδότες που είναι μέλη των συμβαλλόμενων εργοδοτικών οργανώσεων που υπέγραψαν την ΕΓΣΣΕ είναι υποχρεωμένοι να το χορηγούν.
    • Οι εργοδότες που δεσμεύονται από επιχειρησιακή, κλαδική, ομοιοεπαγγελματική Σ.Σ.Ε ή ατομική σύμβαση (ως όρος) η οποία προβλέπει επίδομα γάμου, είναι υποχρεωμένοι να το χορηγούν σε όλους τους εργαζόμενους.
    • Στις περιπτώσεις που το επίδομα γάμου έχει καταργηθεί και ο εργοδότης συνεχίζει να το χορηγεί για σχετικά μακρύ χρονικό διάστημα  τότε το ποσό αυτό νοείται ως οικειοθελής παροχή και δεν δύναται να το περικόψει μονομερώς, εκτός αν έχει επιφυλάξει για τον εαυτό του αυτό το δικαίωμα κατά την κατάρτιση της σύμβασης.
    • Οι εργοδότες  έχουν τη δυνατότητα να εξακολουθήσουν να καταβάλλουν το επίδομα γάμου, εφόσον το επιθυμούν. Στην περίπτωση που πράττουν κάτι τέτοιο, για να διατηρούν τη δυνατότητα περικοπής στο μέλλον, θα μπορούσαν να προβούν σε σχετική επιφύλαξη. Τέλος, σε κάθε νέα ΣΣΕ που συνάπτεται είναι δυνατό να προβλεφθεί επίδομα γάμου, καθώς τα μέρη είναι ελεύθερα να συμφωνούν οποιουσδήποτε όρους.

    Με βάση τα παραπάνω η κατάσταση διαμορφώνεται ως εξής:

    Α. Υπάρχει υποχρέωση καταβολής του επιδόματος γάμου:

    α) Στην περίπτωση που οι εργοδότες και οι εργαζόμενοι δεσμεύονται από ισχύουσες κλαδικές, ομοιοεπαγγελματικές ή επιχειρησιακές ΣΣΕ οι οποίες προβλέπουν επίδομα γάμου.

    β) Σε περίπτωση που μια ΣΣΕ εφαρμόζεται με όρο ατομικής σύμβασης εργασίας. Σε αυτή την περίπτωση το επίδομα γάμου συνεχίζει να καταβάλλεται και μπορεί να περικοπεί με συμφωνία για τροποποίηση της ατομικής σύμβασης.

    Β. ΔΕΝ υπάρχει υποχρέωση καταβολής του επιδόματος γάμου:

    α) Στην περίπτωση που δεν υπάρχει δέσμευση από ισχύουσες κλαδικές, ομοιοεπαγγελματικές ή επιχειρησιακές ΣΣΕ, και ο μισθωτός αμείβεται με βάση τα νόμιμα κατώτατα όρια μισθών και ημερομισθίων.

    β) Κατά το χρονικό διάστημα της μετενέργειας μιας ΣΣΕ. Κατά το χρονικό διάστημα αυτό, δεν υπάρχει υποχρέωση να καταβάλλεται το επίδομα γάμου και συνεπώς μπορεί να περικοπεί μονομερώς από τον εργοδότη.

     

    Πότε είναι δυνατή η μετατροπή της σύμβασης εργασίας από ορισμένου σε αορίστου χρόνου;

    Ένας ακόμα από τους λεγόμενους μνημονιακούς νόμους, ήρθε να βάλει μια “πινελιά”, τόσο σε φορολογικά, όσο και σε θέματα της εργατικής νομοθεσίας. Ο νόμος 3986/2011″Επείγοντα Μέτρα Εφαρμογής Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2012 – 2015″, στο άρθρο 40, αναφέρει χαρακτηριστικά:
    “Σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου, η οποία περιλαμβάνει όρο για πρόωρη καταγγελία της με εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας ως προς την αποζημίωση απόλυσης για τις συμβάσεις εργασίας αορίστου χρόνου, κατά τις διατάξεις του ν. 2112/1920, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 74 παράγραφοι 2 και 3 του ν. 3863/2010, μετατρέπεται αυτοδικαίως σε σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου κατά την καταγγελία.”
    Με το άρθρο 40 διευκρινίζεται με τη μορφή ρητής διάταξης η εφαρμοζόμενη ερμηνευτική κατάσταση του δικαϊκού μας συστήματος σχετικά με την πρόωρη καταγγελία συμβάσεων ορισμένου χρόνου. Συγκεκριμένα ρυθμίζεται νομοθετικά η αυτοδίκαιη μετατροπή σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου σε αορίστου χρόνου, σε περίπτωση πρόωρης καταγγελίας, εάν στην σύμβαση υπάρχει ο όρος για την εφαρμογή της νομοθεσίας συμβάσεων εργασίας αορίστου χρόνου για την λύση της. Στην περίπτωση αυτή η μετατροπή επέρχεται κατά το χρόνο της πρόωρης λύσης της σύμβασης.
    Σε αυτό το σημείο πρέπει να εστιάσουμε σε μια πολύ σημαντική λεπτομέρεια που πηγάζει μέσα από τον ορισμό που δίνει ο νομοθέτης στην σύμβαση ορισμένου χρόνου.
    Η σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου λήγει με την πάροδο του ορισμένου χρόνου χωρίς περαιτέρω διατυπώσεις.Η σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου είναι δυνατό να λυθεί πριν τη λήξη της με καταγγελία για σπουδαίο λόγο σύμφωνα με το άρθρο 672 ΑΚ, στο οποίο ορίζεται ότι καθένα από τα μέρη έχει δικαίωμα να καταγγείλει οποτεδήποτε τη σύμβαση για σπουδαίο λόγο, χωρίς να τηρήσει την προθεσμία. Επίσης ορίζεται ότι το δικαίωμα αυτό δεν μπορεί να αποκλειστεί με συμφωνία.
    Για περαιτέρω ανάλυση για τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου θα επενέλθουμε με άλλο πιο αναλυτικό άρθρο μας… Καταλαβαίνουμε όλοι ότι όλα αυτά τα εργατικής φύσης θέματα εμπεριέχουν και νομικές συνέπειες και προεκτάσεις..Για αυτό το λόγο ο υπεύθυνος λογιστής οφείλει να είναι ιδιαίτερα προσεχτικός, τόσο στη σύνταξη της σύμβασης, επιδιώκοντας και καθοδήγηση δικηγόρου, όσο και στις ισορροπίες που πρέπει να τηρεί ανάμεσα σε εργοδότη και εργαζόμενο, σε μετέπειτα διαμάχες που πολύ πιθανόν να προκύψουν…Επιβάλλεται αναλυτική μελέτη των νομοθετικών διατάξεων και τυχόν τροποποιήσεων…Όπως όλοι καταλαβαίνουμε “ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες…”
     

    ΔΟΥΚΕΡΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ

    ΛΟΓΙΣΤΗΣ-ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΟΣ-ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

     
     
     

    Λογιστικές εγγραφές: Δαπάνες καυσίμων ΕΙΧ και πληρωμή τους με πιστωτική εταιρική κάρτα!

    Συνεχίζοντας την ανασκόπηση μας στις λογιστικές εγγραφές που πραγματοποιούμε καθημερινά στα διπλογραφικά βιβλία, θα ασχοληθούμε στο παρόν άρθρο με τις δαπάνες καυσίμων εταιρικού ΕΙΧ και την πληρωμή αυτών με πιστωτική κάρτα.

    Το άρθρο 30 του κώδικα ΦΠΑ(Ν.2859/2000), αναφέρει ξεκάθαρα στην παράγραφο 4ε:
    “Δεν παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης του φόρου με τον οποίο έχουν επιβαρυνθεί οι δαπάνες:

    α) αγοράς, εισαγωγής ή ενδοκοινοτικής απόκτησης καπνοβιομηχανιών προϊόντων,

    β) αγοράς, εισαγωγής ή ενδοκοινοτικής απόκτησης οινοπνευματωδών ή αλκοολούχων ποτών, εφόσον αυτά προορίζονται για την πραγματοποίηση μη φορολογητέων πράξεων,

    γ) δεξιώσεων, ψυχαγωγίας και φιλοξενίας γενικά,

    δ) στέγασης, τροφής, ποτών, μετακίνησης και ψυχαγωγίας για το προσωπικό ή τους εκπροσώπους της επιχείρησης,

    ε) αγοράς, εισαγωγής ή ενδοκοινοτικής απόκτησης επιβατικών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης μέχρι εννέα (9) θέσεων, μοτοσικλετών και μοτοποδηλάτων, σκαφών και αεροσκαφών ιδιωτικής χρήσης που προορίζονται για αναψυχή ή αθλητισμό, καθώς και οι δαπάνες καυσίμων, επισκευής, συντήρησης, μίσθωσης και κυκλοφορίας αυτών γενικά.
    Η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται για τα πιο πάνω μεταφορικά μέσα, εφόσον προορίζονται για πώληση, μίσθωση ή μεταφορά προσώπων με κόμιστρο.”
    Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι για οποιαδήποτε δαπάνη που σχετίζεται με την συντήρηση ενός ΕΙΧ της οντότητας, όπως στο παράδειγμά μας τα καύσιμα, η επιχείρηση δε θα έχει το δικαίωμα να εκπέσει τον φόρο εισροών στην περιοδική δήλωση ΦΠΑ που θα υποβάλλει.
    Ως προς τη σκοπιά της φορολογίας εισοδήματος, το άρθρο 23 του Ν.4172/2013 αναφέρει για τις μη εκπιπτόμενες δαπάνες:

    Οι ακόλουθες δαπάνες δεν εκπίπτουν:

    α) τόκοι από δάνεια που λαμβάνει η επιχείρηση από τρίτους, εκτός από τα τραπεζικά δάνεια,διατραπεζικά δάνεια, καθώς και τα ομολογιακά δάνεια που εκδίδουν ανώνυμες εταιρείες κατά το μέτρο που υπερβαίνουν τους τόκους που θα προέκυπταν εάν το επιτόκιο ήταν ίσο με το επιτόκιο των δανείων αλληλόχρεων λογαριασμών προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, όπως αυτό αναφέρεται στο στατιστικό δελτίο οικονομικής συγκυρίας της Τράπεζας της Ελλάδος για την πλησιέστερη χρονική περίοδο πριν την ημερομηνία δανεισμού,

    β) κάθε είδους δαπάνη που αφορά σε αγορά αγαθών ή λήψη υπηρεσιών αξίας άνω των πεντακοσίων (500) ευρώ, εφόσον η τμηματική ή ολική εξόφληση δεν έγινε με τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής,

    γ) οι μη καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές,

    δ) προβλέψεις εκτός των οριζομένων στο άρθρο 26,

    ε) πρόστιμα και ποινές, περιλαμβανομένων των προσαυξήσεων,

    στ) η παροχή ή λήψη αμοιβών σε χρήμα ή είδος που συνιστούν ποινικό αδίκημα,

    ζ) ο φόρος εισοδήματος, συμπεριλαμβανομένων του τέλους επιτηδεύματος και των έκτακτων εισφορών, που επιβάλλεται για τα κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα, σύμφωνα με τον Κ.Φ.Ε., καθώς και ο Φόρος Προστιθέμενης Αξίας (Φ. Π. Α.) που αναλογεί σε μη εκπιπτόμενες δαπάνες, εφόσον δεν είναι εκπεστέος ως Φ. Π. Α. εισροών,

    η) το τεκμαρτό μίσθωμα της παραγράφου 2 του άρθρου 39 σε περίπτωση ιδιόχρησης κατά το μέτρο που υπερβαίνει το τρία τοις εκατό (3%) επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου,

    θ) οι δαπάνες για την οργάνωση και διεξαγωγή ενημερωτικών ημερίδων και συναντήσεων που αφορούν στη σίτιση και διαμονή πελατών ή εργαζομένων της κατά το μέτρο που υπερβαίνουν το ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ ανά συμμετέχοντα και κατά το μέτρο που η συνολική ετήσια δαπάνη υπερβαίνει το μισό τοις εκατό (0,5%) επί του ετήσιου ακαθάριστου εισοδήματος της επιχείρησης,

    ι) οι δαπάνες για τη διεξαγωγή εορταστικών εκδηλώσεων, σίτισης και διαμονής φιλοξενούμενων προσώπων κατά το μέτρο που υπερβαίνουν το ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ ανά συμμετέχοντα και κατά το μέτρο που η συνολική ετήσια δαπάνη υπερβαίνει το μισό τοις εκατό (0,5%) επί του ετήσιου ακαθάριστου εισοδήματος της επιχείρησης,

    ια) οι δαπάνες ψυχαγωγίας. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση που η επιχειρηματική δραστηριότητα του φορολογούμενου έχει ως κύριο αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών ψυχαγωγίας και οι δαπάνες αυτές πραγματοποιούνται στο πλαίσιο της δραστηριότητας αυτής,

    ιβ) προσωπικές καταναλωτικές δαπάνες και

    ιγ) το σύνολο των δαπανών που καταβάλλονται προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που είναι φορολογικός κάτοικος σε κράτος μη συνεργάσιμο ή που υπόκειται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 65 του Κ.Φ.Ε., εκτός εάν ο φορολογούμενος αποδείξει ότι οι δαπάνες αυτές αφορούν πραγματικές και συνήθεις συναλλαγές και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών ή εισοδημάτων ή κεφαλαίων με σκοπό τη φοροαποφυγή ή τη φοροδιαφυγή. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν αποκλείει την έκπτωση των δαπανών που καταβάλλονται προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που είναι φορολογικός κάτοικος σε κράτος – μέλος της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ., εφόσον υπάρχει η νομική βάση για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ της Ελλάδας και αυτού του κράτους – μέλους.

    ιδ) Οι δαπάνες που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο εργασιακής σχέσης όπως αυτή ορίζεται στην παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 4172/2013, εφόσον η τμηματική ή ολική εξόφληση δεν έχει πραγματοποιηθεί με τη χρήση ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής ή μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών.

    Έχοντας και στο μυαλό μας και προηγούμενες διατάξεις για τις δαπάνες που δεν αναγνωρίζονταν φορολογικά παλαιότερα, βλέπουμε ότι ο νομοθέτης δεν εμπεριέχει πλέον στη λίστα αυτή τις δαπάνες συντήρησης ΕΙΧ, τις οποίες παλαιότερα δεν αναγνώριζε φορολογικά κατά ένα ποσοστό!

    Συνεπώς οι δαπάνες συντήρησης ΕΙΧ πλέον αναγνωρίζονται φορολογικά και λόγω του γεγονότος ότι το ΦΠΑ που αντιστοιχεί σε αυτές δεν έχει δικαίωμα έκπτωσης για τις ανάγκες του ΦΠΑ, το ΦΠΑ αυτό εξοδοποιείται στη φορολογία εισοδήματος και αναγνωρίζεται κανονικά σαν εκπιπτόμενη φορολογική δαπάνη!

    Από την άλλη είναι στη κρίση του εκάστοτε φορολογικού ελεγκτή, κατά τη διαδικασία του ελέγχου να μην αναγνωρίσει κάποιες από τις δαπάνες συντήρησης των ΕΙΧ της εταιρίας με το σκεπτικό ότι αυτές δεν έγιναν για την επιχειρηματική της δραστηριότητα, αλλά για παράδειγμα για την εξυπηρέτηση των προσωπικών αναγκών ενός στελέχους της.

    Για να μπορούμε να τεκμηριώσουμε ότι οι δαπάνες αυτές πραγματοποιήθηκαν για την επίτευξη επιχειρηματικών και όχι προσωπικών αναγκών, οφείλουμε να επιδείξουμε στον έλεγχο κάθε πρόσφορο αποδεικτικό στοιχείο που το στοιχειοθετεί( πχ εξοδολόγιο, συμβάσεις με πελάτες που εδρεύουν στην επαρχία, δρομολόγια πωλητών και στελεχών κλπ..).

    Βέβαια από την άλλη ο λογιστής πρέπει να συμβουλεύει σωστά την επιχείρηση, ώστε να μην παρουσιάζει διογκωμένα ποσά τέτοιων δαπανών, διότι ο έλεγχος κατά πάσα πιθανότητα δε θα τα δεχτεί όλα…Παν μέτρον άριστον λοιπόν….

    ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΕΓΓΡΑΦΗ:

    ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΟΣ:

    Δαπάνη καυσίμων ΕΙΧ: 50 ευρώ, πλέον ΦΠΑ 24% 12 ευρώ.Σύνολο 62 ευρώ.(με ΤΙΜΟΛΟΓΙΟ)

    Πληρωμή όλου του ποσού με εταιρική πιστωτική κάρτα

    ΧΡΕΩΣΗ: 64.00.00.0000 Έξοδα κίνησης καύσιμα-λιπαντ.-διοδ. ιδιόκτ. μεταφ.μέσων 62,00
    ΠΙΣΤΩΣΗ: 50.00.00.00…. ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΕΣ ΚΑΥΣΙΜΩΝ                                                       62,00

    Παρατήρηση: Κατά τη καταχώριση της παραπάνω εγγραφής, όταν ανοίγουμε τον προμηθευτή ορίζουμε ότι στη ΜΥΦ δε θα καταχωρηθεί το ποσό των 62 ευρώ, αλλά η καθαρή αξία του τιμολογίου, δηλαδή τα 50 ευρώ. Κάποιοι συνάδερφοι το ποσό του ΦΠΑ που εξοδοποιείται το καταχωρούν στον λογαριασμό 63.98.00.000 ” ΦΠΑ εκπιπτόμενος στη φορολογία εισοδήματος”.

    Η πληρωμή του τιμολογίου έγινε όμως με πιστωτική κάρτα. Πρακτικά λοιπόν αυτό που θα κάνουμε είναι να κλείσουμε μια υποχρέωση που έχουμε δημιουργήσει με τον προμηθευτή καυσίμων και να ανοίξουμε μια νέα υποχρέωση με την κάρτα που χρησιμοποιήσαμε.
    ΧΡΕΩΣΗ: 50.00.00.00… ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΗΣ ΚΑΥΣΙΜΩΝ 62,00
    ΠΙΣΤΩΣΗ: 53.98.00.00… ΠΙΣΤΩΤΙΚΗ ΚΑΡΤΑ…              62,00

    ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΣΗ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΕΓΛΣ-ΕΛΠ:
    64.00.00.0000————————————————64.07.00.0000
    50.00.00——————————————————–50.01.00
    53.98.00.——————————————————-53.06.00

     

    Εργατικά: Πώς αμείβεται η πρόσθετη εργασία στην μερική απασχόληση; Ανάλυση βασικών διατάξεων!

     
    Ξεκινάμε την ανάλυσή μας με το άρθρο 38, παρ. 11 του Ν.1892/1990, όπως αυτό κωδικοποιήθηκε με τον μεταγενέστερο νόμο 3846/2010:
    “Αν παραστεί ανάγκη για πρόσθετη εργασία πέρα από τη συμφωνηθείσα ο εργαζόμενος έχει υποχρέωση να την παράσχει, αν είναι σε θέση να το κάνει και η άρνησή του θα ήταν αντίθετη με την καλή πίστη. Αν παρασχεθεί εργασία πέραν της συμφωνημένης, ο μερικώς απασχολούμενος δικαιούται αντίστοιχης αμοιβής με προσαύξηση 10%.
    Ο μερικώς απασχολούμενος μπορεί να αρνηθεί την παροχή εργασίας πέραν της συμφωνημένης, όταν αυτή η πρόσθετη εργασία λαμβάνει χώρα κατά συνήθη τρόπο.”
    Κατόπιν η συγκεκριμένη διάταξη περί προσαύξησης 10% στην αμοιβή των μερικώς απασχολούμενων, όταν αυτοί παρέχουν πρόσθετη εργασία καταργήθηκε με τον Ν.3899/2010, ο οποίος αναφέρει χαρακτηριστικά στην παράγραφο 2 του άρθρου 17:
    Η παράγραφος 11 του άρθρου 38 του ν.1892/1990, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του ν. 3846/2010, αντικαθίσταται ως εξής:
    «11. Αν παραστεί ανάγκη για πρόσθετη εργασία πέρα από τη συμφωνηθείσα, ο μερικώς απασχολούμενος εργαζόμενος έχει υποχρέωση να την παράσχει, αν είναι σε θέση να το κάνει και η άρνησή του θα ήταν αντίθετη με την καλή πίστη. Ο μερικώς απασχολούμενος μπορεί να αρνηθεί την παροχή εργασίας πέραν της συμφωνημένης, όταν αυτή η πρόσθετη εργασία λαμβάνει χώρα κατά συνήθη τρόπο.»
    Σημαντικές παρατηρήσεις για την παραπάνω διάταξη, σε συνδυασμό με την έννοια της μερικής απασχόλησης:

    • Πρόσθετη εργασία μερικώς απασχολούμενου  έχουμε όταν πραγματοποιείται απασχόληση πέραν του σαφώς καθορισμένου ωραρίου ημερησίως.
    • Η πρόσθετη εργασία αυτή αμείβεται με απλό ωρομίσθιο και με καμία άλλη προσαύξηση, ενώ σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί ούτε υπερεργασία, αλλά ούτε και υπερωρία, αφού δεν εμπίπτει εννοιολογικά στις παραπάνω έννοιες.
    • Αν ο εργοδότης θεωρήσει ότι υφίσταται αντικειμενική ανάγκη για την παροχή πρόσθετης εργασίας από τον εργαζόμενό του, ο εργαζόμενος οφείλει να το δεχτεί, εφ’ όσον είναι σε θέση να το κάνει, σύμφωνα πάντα και με τη βασική αρχή της “καλής πίστης”.
    • Ο εργοδότης είναι υποχρεωμένος να γνωστοποιήσει στο πληροφοριακό σύστημα “ΕΡΓΑΝΗ”, συμπληρωματικό πίνακα ωραρίου(Ε4), για το συγκεκριμένο εργαζόμενο, πριν την έναρξη απασχόλησής του. Στον πίνακα αυτό θα αναγράφεται το νέο ωράριο της μέρας που θα παρασχεθεί έκτακτα η πρόσθετη εργασία, αλλά και το σύνηθες ωράριο των υπολοίπων ημερών. Καλό είναι στις παρατηρήσεις του πίνακα να γνωστοποιηθεί και ο λόγος της παροχής πρόσθετης εργασίας( π.χ μεγάλος φόρτος εργασίας), αλλά και ότι η πρόσθετη αυτή εργασία δε λαμβάνει χώρα κατά σύνηθες τρόπο.
    • Αν η παροχή πρόσθετης εργασίας λαμβάνει χώρα κατά σύνηθες τρόπο, τότε εκτός από την υποβολή του συμπληρωματικού πίνακα ωραρίου, θα πρέπει να υποβληθεί και το έντυπο Ε9 τροποποίησης των όρων σύμβασης μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης σε 8 ημέρες από την υπογραφή της νέας σύμβασης, διότι πλέον η πρόσθετη εργασία δε συντελείται περιστασιακά και για κάποια έκτακτη ανάγκη, αλλά λαμβάνει χώρα σε συνεχή και αδιάλειπτη βάση, μεταβάλλοντας τους όρους και τις αμοιβές του εργαζόμενου, αλλά και τις συμφωνημένες ώρες που εργασίας του. Σε αυτή την περίπτωση θα ήταν καλό  να υποβληθεί επίσης και τροποποιητικός πίνακας αποδοχών(Ε4), προς καλύτερη τεκμηρίωση σε μελλοντικό έλεγχο.
    • Ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται σε περίπτωση ελέγχου  επιχείρησης, η οποία κατά τρόπο σύνηθες και σταθερό για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα(και όχι έκτακτα) απασχολεί τον εργαζόμενο πέραν του συμφωνημένου ωραρίου, ως πλήρως απασχολούμενο.(χωρίς να έχει γίνει μετατροπή της μερικής σε πλήρη απασχόληση). Στην περίπτωση αυτή ο έλεγχος θα καταλογίσει για όσο διάστημα τεκμαίρεται ότι συνέβη κάτι τέτοιο σχέση εργασίας πλήρους απασχόλησης με ότι αυτό συνεπάγεται. Για να επανέλθει ο εργαζόμενος στο πρότερο καθεστώς μερικής απασχόλησης, απαιτείται να υπογραφεί νέα έγγραφη ατομική σύμβαση εργασίας μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης.

    Ως προς τις αμοιβές και τον υπολογισμό μισθοδοσίας των μερικώς και εκ περιτροπής απασχολούμενων θα επανέλθουμε με μεταγενέστερο άρθρο μας, καθώς οι απόψεις τόσο του υπουργείου Εργασίας, όσο και του ΙΚΑ διαφοροποιούνται σε κάποιο βαθμό και απαιτείται εκτενής ανάλυση για να καταλήξουμε σε ένα σαφές συμπέρασμα..

    ΔΟΥΚΕΡΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ

    ΛΟΓΙΣΤΗΣ-ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΟΣ-ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ