ΜΙΚΡΟΜΕΣΑΙΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΚΕΡΔΟΦΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑΣ
Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ευρωπαϊκής οικονομίας . Αντιπροσωπεύουν το 99% όλων των επιχειρήσεων στην ΕΕ, απασχολούν πάνω από 80 εκατομμύρια άτομα και αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το ήμισυ του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της Ευρώπης.
Καθώς πολλές μικρές επιχειρήσεις έχουν ήδη ξεπεράσει τις αντοχές τους από τις επιπτώσεις της πανδημίας του κορωνοϊού, οι τρέχουσες υψηλές τιμές ενέργειας και η αβεβαιότητα στον εφοδιασμό δημιουργούν περαιτέρω πίεση στην επιβίωσή τους.
Δεδομένου του βασικού τους ρόλου για την οικονομία οι μικρές επιχειρήσεις πρέπει να ενδυναμωθούν περαιτέρω και να υποστηριχθούν καθ’ όλη τη διάρκεια της τρέχουσας ενεργειακής κρίσης.
Παρά τις ήδη υφιστάμενες επιδοτήσεις, οι κυβερνήσεις μπορούν να λάβουν τα ακόλουθα μέτρα για την περαιτέρω υποστήριξη των ΜΜΕ
- επέκταση των υφιστάμενων προγραμμάτων επιδοτήσεων για μικρές επιχειρήσεις
- υποστήριξη ενεργειακών ελέγχων και συμβουλευτικών υπηρεσιών
- εντολή για την εφαρμογή των συστάσεων ελέγχου
- υποστήριξη της εφαρμογής ενός συστήματος ενεργειακής διαχείρισης
- ενίσχυση της αγοράς ενεργειακών υπηρεσιών
- παρέχει οικονομικές εγγυήσεις
- κοινοποιούν τα πολλαπλά οφέλη των μέτρων ενεργειακής μετάβασης
- υποστήριξη της διαδικασίας απομάκρυνσης από τα ορυκτά καύσιμα
- υποστηρίζει πρωτοβουλίες και εκστρατείες συμπεριφοράς υπό την ηγεσία των εργαζομένων
- διευκολύνουν τη δικτύωση
- εξασφαλίζουν εύκολη πρόσβαση σε σχετικές πληροφορίες
ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΚΕΡΔΟΦΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑΣ
Βιωσιμότητα της επιχείρησης
– Για νέες επενδύσεις που πραγματοποιούνται από επιχειρήσεις που δεν
έχουν προηγούμενη οικονομική δραστηριότητα εξετάζεται η βιωσιμότητα
της εξεταζόμενης επένδυσης.
– Για τις υφιστάμενες επιχειρήσεις που εμφανίζουν προηγούμενη
οικονομική δραστηριότητα, εξετάζεται η βιωσιμότητα για το σύνολο της
οικονομικής δραστηριότητας που προκύπτει μετά την πραγματοποίηση
της νέας επένδυσης.
Διαχωρίζονται και αξιολογούνται τα αποτελέσματα της νέας
επένδυσης και υπολογίζεται ο εσωτερικός συντελεστής απόδοσης (IRR)
του επενδυτικού σχεδίου επί του συνόλου των επενδυόμενων κεφαλαίων
– Για νέες επενδύσεις που πραγματοποιούνται από επιχειρήσεις που δεν
έχουν προηγούμενη οικονομική δραστηριότητα καταρτίζεται ο
πίνακας των ταμειακών ροών της επένδυσης για τα 10 πρώτα χρόνια
λειτουργίας και βάσει αυτού υπολογίζεται ο δείκτης απόδοσης IRR.
– Για τις υφιστάμενες επιχειρήσεις που εμφανίζουν προηγούμενη
οικονομική δραστηριότητα υπολογίζονται οι πρόσθετες ταμειακές
ροές (θετικές ή αρνητικές) που δημιουργούνται στην επιχείρηση λόγω
της υλοποίησης της επένδυσης κατά την πρώτη 5ετία λειτουργίας και
βάσει αυτών υπολογίζεται ο δείκτης απόδοσης IRR
Οι πρόσθετες ταμειακές ροές μπορούν να υπολογισθούν κατά
περίπτωση:
α) είτε θεωρώντας το σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας της επιχείρησης.
Στην περίπτωση αυτή καταρτίζεται ο πίνακας προβλεπόμενων ταμειακών
ροών 5ετίας :
(1) για την περίπτωση που η επιχείρηση συνεχίσει τη λειτουργία
της χωρίς την νέα επένδυση και
(2) για την περίπτωση λειτουργίας της επιχείρησης με την νέα επένδυση.
Η διαφορά των ταμειακών ροών των δύο ως άνω εναλλακτικών περιπτώσεων απεικονίζει τις πρόσθετες ταμειακές ροές που
επιφέρει το επενδυτικό σχέδιο
β) είτε εκτιμώντας απευθείας τις πρόσθετες εισροές και εκροές που δημιουργεί
το επενδυτικό σχέδιο για την πρώτη 5ετία λειτουργίας κατ’ αντιστοιχία των
πινάκων βιωσιμότητας και συνολικών ροών του Υποδείγματος.
Στην οικονομική ανάλυση, περιλαμβάνονται οι προβλέψεις για τα πέντε πρώτα
χρόνια λειτουργίας της επιχείρησης, όσον αφορά στην εκμετάλλευση όπως
αυτή παρουσιάζεται μέσα από την:
- Κατάσταση αποτελεσμάτων χρήσης,
- την περιουσιακή κατάσταση (μέσω ισολογισμών) καθώς και
- τις αναλύσεις με τους Αριθμοδείκτες της Ρευστότητας και της
αποδοτικότητας.
Τύποι Κέρδους
Μεικτό Κέρδος (ΜΚ): Έσοδα από Πωλήσεις – Κόστος πωληθέντων (δαπάνες
παραγωγής, δαπάνες συντήρησης,…). Το μεικτό κέρδος ως % των πωλήσεων
αναφέρεται επίσης ως «περιθώριο μεικτού κέρδους».
Κέρδος (Ι) προ τόκων, αποσβέσεων και φόρων: ΜΚ-λειτουργικές δαπάνες
(δαπάνες διάθεσης, δαπάνες διοίκησης, άλλοι φόροι). Αναφέρεται επισήμως και
ως «Λειτουργικό Αποτέλεσμα».
Κέρδος (ΙΙ) προ αποσβέσεων και φόρων: Κέρδος Ι – Τόκοι (ικανοποιούνται
οι απαιτήσεις σε τόκους των τραπεζών ή άλλων πιστωτικών ιδρυμάτων που
έχουν χορηγήσει στη επιχείρηση βραχυπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα δάνεια).
Κέρδος III προ φόρων: Κέρδος II – Αποσβέσεις
Καθαρό Κέρδος: Κέρδος III – φόρος κερδών. Προφανώς όταν υπάρχουν ζημιές,
δεν αποδίδεται φόρος.
Αντιθέτως οι ζημιές ενός έτους μπορούν να αντισταθμιστούν από τα κέρδη των επόμενων ετών, οπότε αποδίδεται λιγότερος φόρος.
Το Καθαρό κέρδος αναφέρεται επισήμως και ως «Καθαρό Αποτέλεσμα».
Η Κατάσταση Αποτελεσμάτων Χρήσης είναι ένας σημαντικός πίνακας γιατί
δείχνει τα έσοδα από τις πωλήσεις, τα έξοδα και τα αποτελέσματα (κέρδος ή
ζημία).
Δείχνει την κατάσταση της επιχείρησης για μια χρήση (ένα έτος),
συσχετίζει έξοδα και έσοδα σε λογιστική βάση (όχι ταμειακή).
Από τα αποτελέσματα χρήσης θα εξαρτηθεί η βιωσιμότητα της επιχείρησης και η
αποδοτικότητα των πόρων της, ενώ μπορούμε να διαπιστώσουμε μέσω αυτής,
τα περιθώρια για την αποπληρωμή δανείων και τα κέρδη που θα προκύψουν
για μετόχους και επιχείρηση.
Λογαριασμός Ταμειακών Ροών (cash flow): Ένας ακόμα βασικός
«λογαριασμός» της επιχείρησης στον οποίο καταγράφονται όλες οι εισροές και
εκροές μετρητών κατά το έτος που μεσολαβεί ανάμεσα σε δύο ισολογισμούς.
Η συνεχής παρακολούθηση αυτού του «λογαριασμού» είναι εξαιρετικά σημαντική
αφού η ενδεχόμενη έλλειψη ρευστότητας οδηγεί άμεσα σε βραχυπρόθεσμο
δανεισμό και μπορεί να οδηγήσει μακροπρόθεσμα σε αλλαγές της εμπορικής
πολιτικής (αλλά και άλλων πολιτικών) της επιχείρησης.
Η παρατεταμένη έλλειψη ρευστότητας επιφέρει ακόμη και τη χρεοκοπία.
Το κεφάλαιο κίνησης, είναι οι πόροι που έχει ανάγκη ένα επενδυτικό σχέδιο
για να λειτουργήσει κατά το πρώτο διάστημα (συνήθως το πρώτο έτος).
Το Κεφάλαιο κίνησης είναι λογιστικά, το Κυκλοφοριακό ενεργητικό μείον οι
τρέχουσες ή βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΚΙΝΗΣΗΣ= Κυκλοφορούν Ενεργητικό – Βραχυπρόθεσμες Υποχρεώσεις
Αποτελεί το πλεόνασμα του κυκλοφοριακού ενεργητικού έναντι των
βραχυπρόθεσμων χρεών και κατά συνέπεια διευκολύνει την επιχείρηση να
αντιμετωπίσει τις υποχρεώσεις της εφόσον το κυκλοφοριακό ενεργητικό είναι
μεγαλύτερο από τα βραχυπρόθεσμα χρέη.
Συγκεκριμένα:
Α. ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΚΟ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟ
– Αποθέματα πρώτων υλών – έτοιμα προϊόντα – εμπορεύματα – χρεώστες –
ταμείο (μετρητά και καταθέσεις όψεως)
Β. ΒΡΑΧΥΠΡΟΘΕΣΜΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ
– Πιστωτές – βραχυπρόθεσμα δάνεια – άλλες υποχρεώσεις (ασφαλιστικές
εισφορές, εφορία, κ.ά.)
Γ. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΚΙΝΗΣΗΣ = Α-Β
Είναι αυτό που μένει εάν από το κυκλοφοριακό ενεργητικό αφαιρέσουμε
(ξοφλήσουμε) τις βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις.
Αριθμοδείκτες Ρευστότητας
Η ρευστότητα μιας επιχείρησης, είναι στην ουσία η δυνατότητα της επιχείρησης
να ανταπεξέλθει στις βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις της (ληξιπρόθεσμες) και
να μην εκτεθεί.
1.ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΚΗ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑ
Μας δείχνει πόσες φορές καλύπτει το σύνολο του κυκλοφοριακού ενεργητικού
(με τα αποθέματα) της επιχείρησης, τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις της.
ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΚΗ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑ = Κυκλοφ. Ενεργητικό/Βραχυπρόθεσμες Υποχρεώσεις
2.ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑ
Μας δείχνει πόσες φορές καλύπτει το κυκλοφοριακό ενεργητικό αφαιρουμένων
των αποθεμάτων, μιας επιχείρησης, τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις της. Ο
δείκτης πραγματικής ρευστότητας είναι δείκτης ταχείας ρευστότητας και δεν
λαμβάνει υπόψη τα αποθέματα αν και είναι εύκολα ρευστοποιούμενα
περιουσιακά στοιχεία, καθώς δεν θεωρούνται άμεσα ρευστοποιήσιμα.
Είναι αυστηρότερος δείκτης σε σχέση με αυτόν της κυκλοφοριακής ρευστότητας,
παρόλο που και οι δύο μετράνε τη ρευστότητα της επιχείρησης.
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑ=(Κυκλοφ. Ενεργητικό – Αποθέματα)/Βραχυπρόθεσμες Υποχρεώσεις
Αριθμοδείκτες Αποδοτικότητας
1.ΠΕΡΙΘΩΡΙΟ ΜΙΚΤΟΥ ΚΕΡΔΟΥΣ
Μας δείχνει το ποσοστό του μικτού κέρδους που έχουμε σε μία μονάδα
πωλούμενου προϊόντος.
ΠΕΡΙΘΩΡΙΟ ΜΙΚΤΟΥ ΚΕΡΔΟΥΣ = (Μικτά Κέρδη /Πωλήσεις) * 100
Παράδειγμα: Αν η τιμή ενός προϊόντος είναι 100 ευρώ και το περιθώριο μικτού
κέρδους 40%, τότε από κάθε μονάδα που πουλάμε έχουμε μικτό κέρδος 40
ευρώ.
2.ΠΕΡΙΘΩΡΙΟ ΚΑΘΑΡΟΥ ΚΕΡΔΟΥΣ
Μας δείχνει το ποσοστό καθαρού κέρδους που έχουμε σε μία μονάδα
πωλούμενου προϊόντος.
ΠΕΡΙΘΩΡΙΟ ΚΑΘΑΡΟΥ ΚΕΡΔΟΥΣ = (Καθαρά Κέρδη /Πωλήσεις) *100
Παράδειγμα: Αν η τιμή ενός προϊόντος είναι 100 ευρώ και το περιθώριο καθαρού
κέρδους 25%, τότε από κάθε μονάδα που πουλάμε έχουμε μικτό κέρδος 25
ευρώ.
- ΑΠΟΔΟΤΙΚΟΤΗΤΑ ΙΔΙΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ
Μας δείχνει σε τι ποσοστό των Ιδίων Κεφαλαίων που επενδύθηκαν και κατείχε η
επιχείρηση, αντιστοιχούν τα Καθαρά Κέρδη που πραγματοποίησε η επιχείρηση
κατά την τρέχουσα χρήση. Όσο μεγαλύτερη είναι η αποδοτικότητα ιδίων
κεφαλαίων τόσο σε συντομότερο χρόνο θα επανακτηθούν τα ίδια κεφάλαια.
ΑΠΟΔΟΤΙΚΟΤΗΤΑ ΙΔΙΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ = (Καθαρά Κέρδη /Ίδια Κεφάλαια) * 100
Παράδειγμα: Αν ο δείκτης είναι 25%, σημαίνει ότι σε 4 χρόνια (4Χ25%=100%)
θα επανακτηθούν τα ίδια κεφάλαια της επιχείρησης που επενδύθηκαν στην
επιχείρηση.
4.ΑΠΟΔΟΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΥΝΟΛΟΥ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΥ
Μας δείχνει σε τι ποσοστό του συνόλου του ενεργητικού που κατείχε η
επιχείρηση, αντιστοιχούν τα καθαρά κέρδη που πραγματοποίησε κατά την
τρέχουσα χρήση.
ΑΠΟΔΟΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΥΝ. ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΥ = (Καθαρά Κέρδη/Σύνολο Ενεργητικού)*100
Παράδειγμα: Αν ο δείκτης είναι 10%, σημαίνει ότι τα κέρδη που πραγματοποίησε
η επιχείρηση στην τελευταία χρήση είναι ίσα με το 10% της αξίας του
ενεργητικού που ως εκείνη τη στιγμή κατείχε η επιχείρηση. Δηλαδή, 10% της
συνολικής περιουσίας της επιχείρησης (ίδια και ξένα κεφάλαια).
Ο Εσωτερικός βαθμός απόδοσης (IRR) ισοδυναμεί με ένα επιτόκιο
απόδοσης που φανερώνει την απόδοση των χρημάτων του επενδυτή, εάν
αποφασίσει να τοποθετήσει τα χρήματά του στην συγκεκριμένη επένδυση.
Μετά τον υπολογισμό του και εφ’ όσον κρίνεται ικανοποιητικό ως απόδοση από τον
επενδυτή, γίνεται αποδεκτή η επένδυση.
Η μέθοδος της Καθαρής Παρούσας Αξίας (NPV) λαμβάνει υπόψη τη
διαχρονική αξία του χρήματος κατά την αξιολόγηση της επένδυσης. Ισοδυναμεί
δε με την παρούσα αξία της επένδυσης, αν προεξοφληθούν με το επιθυμητό
επιτόκιο απόδοσης, στο σήμερα, οι ταμειακές ροές που θα προκύψουν (ως
προβλέψεις) κατά την διάρκεια της λειτουργίας της. Η επένδυση που
παρουσιάζει θετική καθαρή παρούσα αξία, θα πρέπει να γίνει δεκτή, ενώ αυτές
που παρουσιάζουν μηδενική ή αρνητική, θα πρέπει να απορριφθούν.