Υποτίθεται ότι η τράπεζα με την λήψη του συμπληρωμένου καταλόγου από τον δανειστή της, θα αξιολογήσει την οικονομική του κατάσταση, στην πραγματικότητα όμως αποκτά πλήρη εικόνα της προσωπικής και περιουσιακής κατάστασής του
Τον τελευταίο καιρό που έχει αρχίσει η ισχύς του Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών, όλοι οι οφειλέτες που έχουν δάνεια σε καθυστέρηση, λαμβάνουν ένα πακέτο εγγράφων από την τράπεζα που καλούνται να συμπληρώσουν.
Ουσιαστικά πρόκειται για έναν κατάλογο ερωτημάτων που αφορούν τόσο την προσωπική, οικογενειακή αλλά κυρίως οικονομική και περιουσιακή κατάσταση των οφειλετών, με κάθε λεπτομέρεια.
Υποτίθεται ότι η τράπεζα με την λήψη του συμπληρωμένου καταλόγου από τον δανειστή της, θα αξιολογήσει την οικονομική του κατάσταση, θα κατανοήσει την δυσχέρεια που έχει να αποπληρώνει τις δόσεις του και θα του κάνει μια πρόταση αποπληρωμής του υπολειπόμενου δανείου του, βιώσιμη, τέτοια ώστε να μπορεί να την εξυπηρετεί.
Στην πραγματικότητα όμως αποκτά πλήρη εικόνα της προσωπικής και περιουσιακής κατάστασης του οφειλέτη της ακόμα και για περιουσιακά στοιχεία που μέχρι τότε δεν γνώριζε, με σκοπό φυσικά να τα αξιοποιήσει προς όφελός της.
Με την συμπλήρωση του καταλόγου, ουσιαστικά αποφεύγουμε σε πρώτη φάση να περιληφθούμε στους κακοπληρωτές, εναντίον των οποίων η τράπεζα θα στραφεί μετά με καταγγελία του δανείου και έκδοση δγης πληρωμής.
Ως «συνεργάσιμοι» με την τράπεζα, αυτή θα μας κάνει μια νέα πρόταση διακανονισμού του δανείου, την οποία φυσικά δεν είμαστε υποχρεωμένοι να δεχτούμε με τυφλά μάτια. Καλό θα ήταν σε αυτό το στάδιο να αποστείλουμε έγγραφη επιστολή εξηγώντας τους λόγους που δεν μπορούμε να δεχτούμε την πρόταση της τράπεζας και να προτείνουμε μια δική μας λύση αποπληρωμής του δανείου, αρκεί να είμαστε σίγουροι ότι αυτή την λύση μπορούμε να την υποστηρίξουμε.
Σε περίπτωση που η τράπεζα αρνηθεί και δεν επέλθει διακανονισμός, τουλάχιστον θα έχουμε αποδείξεις ότι εμείς από την μεριά μας ήμασταν καλόπιστοι, συνεργάσιμοι και ότι η τράπεζα ουσιαστικά ήταν εκείνη η οποία δεν υποχώρησε ώστε να βρεθεί βιώσιμη λύση στο πρόβλημα.
Εννοείται ότι οποιοδήποτε έγγραφο εγχειρίζουμε προς την τράπεζα φροντίζουμε πάντα να παίρνουμε και δικό μας αντίγραφο με αριθμό πρωτοκόλλου ή έστω με ημερομηνία υπογραφή και σφραγίδα υπαλλήλου ότι το παρέλαβε.
Πώς πρέπει να συμπληρώσουμε το έντυπο και τι πρέπει να προσέξουμε ιδιαίτερα:
-Υπάρχει ένα σημείο στο έντυπο που η τράπεζα αναφέρει τα υπόλοιπα των οφειλών μας. Αυτές οι οφειλές συνήθως διαμορφώνονται μετά από χρέωση καταχρηστικών και παράνομων επιτοκίων και προέρχονται από συμβάσεις που περιέχουν άκυρους όρους. Εμείς δεν αναγνωρίζουμε τα νούμερα αυτά. Τα διαγράφουμε. Αν τα αφήσουμε ως έχουν, η τράπεζα θα ισχυριστεί αργότερα, ότι έχουμε αναγνωρίσει την οφειλή ως έχει.
Δίπλα από τις διαγραφές, γράφουμε το εξής:
«Δεν αναγνωρίζω τις προδιατυπωμένες δανειακές μου οφειλές ως νόμιμες και αληθείς, διότι, προσδιορίστηκαν και προδιατυπώθηκαν μονομερώς από την τράπεζά σας, χωρίς να τεθούν υπόψη μου οι αναλυτικές κινήσεις των δανειακών λογαριασμών. Ως εκ τούτου, η παρούσα δήλωσή μου, ουδόλως αποτελεί οποιασδήποτε μορφής αναγνώριση χρέους και επιφυλάσσομαι παντός νομίμου δικαιώματός μου».
Μονογράφουμε το ανωτέρω κειμενάκι.
– Διαβάζουμε προσεκτικά τα ψιλά γράμματα στα κείμενα που περιλαμβάνονται στο φάκελο που παραλαμβάνουμε. Ψάχνουμε να βρούμε αν αναφέρεται, ότι παραιτούμαστε από το δικαίωμά μας να προσφύγουμε δικαστικά, ή εάν αναφέρεται, ότι δεσμευόμαστε να μην ζητήσουμε δικαστική προστασία. Οτιδήποτε τέτοιο το διαγράφουμε, με μια παραπομπή, που θα λέει:
«Επιφυλάσσομαι παντός νομίμου δικαιώματός μου, όπως ιδίως και όλως ενδεικτικά αναφέρω, να επιδιώξω την παροχή δικαστικής προστασίας κατ’ άρθρο 20 του Συντάγματος, με κάθε ένδικο μέσο ή/και βοήθημα, για την προάσπιση των εννόμων δικαιωμάτων και συμφερόντων μου». Μονογράφουμε και πάλι το κείμενό μας.
– Προτείνουμε δόση με χαμηλό ποσό, που να είναι μέσα στις οικονομικές μας δυνατότητες. Πχ 15€/μήνα ή 20€/μήνα. Έτσι, εμείς θα είμαστε συνεργάσιμοι δανειολήπτες. Αν η τράπεζα απορρίψει την πρότασή μας, θα είναι αυτή μη συνεργάσιμη μαζί μας.
– Οποιαδήποτε διαγραφή γίνεται με μια διαγώνια γραμμή ή με ένα «Χ», στην πρόταση ή/και την παράγραφο, που θέλουμε να διαγράψουμε. Η διαγραφή γίνεται με στυλό. Δεν χρησιμοποιούμε μπλάνκο ή οποιοδήποτε άλλο διορθωτικό (πχ γόμα).
– Εάν χρειαστεί να κάνετε οποιαδήποτε διόρθωση, διαγράφουμε το λάθος, με μια γραμμή ή με ένα «Χ». Δεν χρησιμοποιούμε μπλάνκο ή οποιοδήποτε άλλο διορθωτικό (πχ γόμα).
– Μονογράφουμε κάθε μεταβολή στο κείμενο, κάθε υποσημείωση, κάθε παραπομπή που κάνουμε. Έτσι, δεν είναι δυνατή η μεταγενέστερη μεταβολή του περιεχομένου του, δίχως να τεκμαίρεται η νόθευσή του.
Αν δεν είμαστε σίγουροι ότι μπορούμε να συμπληρώσουμε ορθά το έντυπο, κατανοώντας πλήρως τα ανωτέρω και την σημασία τους, τότε συμβουλευόμαστε δικηγόρο είτε για να μας υποδείξει τα σημεία που χρήζουν προσοχής ή να συμπληρώσει το έντυπο.
ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ: ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΜΗΛΙΟΥ-ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ
ΠΗΓΗ: https://www.lawspot.gr