Κριτική στην εγκύκλιο 2010/2024 της Φορολογικής Διοίκησης
Με την εγκύκλιο 2010/2024 επιχειρήθηκε να δοθεί λύση στο πρόβλημα πληρωμής ενός τιμολογίου με POS.
Από την στιγμή που τα POS και οι φορολογική μηχανισμοί θα είναι ένα σώμα, όπως υπαγορεύει ο σχεδιασμός της ΑΑΔΕ, η είσπραξη μέσω POS θα δίνει εντολή έκδοσης παραστατικού Λιανικής Πώλησης, τι γίνεται όμως αν ο πελάτης θέλει τιμολόγιο; Η λύση που δόθηκε, προκάλεσε πολλές δικαιολογημένες αντιδράσεις καθώς πλέον η έκδοση ενός τιμολογίου με είσπραξη μέσω POS μετατρέπεται σε ¨Πυρηνική Φυσική¨.
Συγκεκριμένα ο επιχειρηματίας αφού εισπράξει το αντίτιμο της συναλλαγής με POS:
- Αρχικά θα εκδοθεί Απόδειξη Λιανικών Συναλλαγών
- Ύστερα θα πρέπει να εκδοθεί Πιστωτικό Στοιχείο Λιανικής
- Τέλος θα εκδοθεί επιτέλους το Τιμολόγιο
Αν βέβαια τύχει την στιγμή που εκδίδεται το τιμολόγιο να περιμένουν στην ουρά και άλλοι πελάτες, αλίμονο στον επιχειρηματία που θα πρέπει να διεκπεραιώσει όλη αυτή την διαδικασία κάτω από πίεση.
Η δύσκολη και χρονοβόρα αυτή διαδικασία αρχικά κατά την άποψη του γράφοντος έρχεται σε αντίθεση με το άρθρο 66 του Ν. 4174/2013 καθώς ουσιαστικά το παραστατικό Λιανικής αποτελεί ένα εικονικό φορολογικό στοιχείο που δεν αντιστοιχεί σε πραγματική συναλλαγή. Συγκεκριμένα στην παράγραφο 5 του εν λόγω άρθρου αναφέρει: «Εικονικό είναι το φορολογικό στοιχείο που εκδίδεται για συναλλαγή ανύπαρκτη στο σύνολό της ή για μέρος αυτής»
Επιπλέον η εγκύκλιος επιχειρεί να δώσει λύση στο ζήτημα με την εξόφληση τιμολόγιων μέσω POS, αλλά αγνοεί άλλα προβλήματα που δημιουργεί η διασύνδεση POS με ταμειακές όπως:
Έστω ότι έχουμε το παράδειγμα ενός λογοτεχνικού σωματείου το οποίο παράγει και διαθέτει στα πλαίσια των δραστηριοτήτων του ένα μηνιαίο περιοδικό το οποίο διαθέτει προς πώληση σε μη μέλη του. Φυσικά για αυτό τον σκοπό έχει προμηθευτεί μια ταμειακή μηχανή ώστε να εκδίδει τα νόμιμα παραστατικά λιανικής πώλησης όπως και μηχάνημα POS για την παροχή δυνατότητα πληρωμής με χρεωστική κάρτα. Αν θέλει να εισπράξει κάποια ετήσια συνδρομή από μέλος του σωματείου δηλαδή ταμειακή εισροή χρημάτων και όχι εισόδημα από κερδοσκοπική δραστηριότητα όπως περιγράφεται στο άρθρο 45 του Ν.4172/2023 εκδίδεται μια συνήθως χειρόγραφη απόδειξη είσπραξης. Πλέον και σε αυτή την περίπτωση αν η συνδρομή πληρωθεί με POS θα πρέπει να ακολουθηθεί η ίδια διαδικασία με έκδοση Λιανικής απόδειξης και Πιστωτικού στοιχείου λιανικής στην συνέχεια. Συνεπώς η περίπτωση με το τιμολόγιο που αναφέρεται στην εγκύκλιο 2010/24 δεν είναι η μόνη περίπτωση αχρείαστης γραφειοκρατίας.
Η ουσία της κριτικής που ασκεί αυτό το κείμενο όμως έχει να κάνει με την καθιέρωση της έκδοσης Πιστωτικού Στοιχείου Λιανικής για ¨ψήλου πήδημα¨ από μια επιχείρηση. Η πίεση για την σύνδεση των ταμειακών με το POS γίνεται κάτω από τον μανδύα της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής, επιτυγχάνεται όμως αυτός ο σκοπός ή μήπως η τεράστια γραφειοκρατία που συνεπάγεται το εγχείρημα δημιουργεί ευκαιρίες για φοροδιαφυγή που παλιά δεν υπήρχαν;
Ενδεικτικά παραθέτω τις παρακάτω περιπτώσεις:
Πελάτης μπαίνει σε επιχείρηση και ζητάει να αγοράσει ένα αγαθό με έκδοση τιμολογίου και πληρωμή με POS, πλέον η άλλοτε απλή αυτή διαδικασία συνεπάγεται τα παρακάτω βήματα:
- Είσπραξη με POS
- Έκδοση Λιανικής Απόδειξης η οποία θα φέρει την σήμανση του φορολογικού μηχανισμού ή της ταμειακής μηχανής.
- Έκδοση Πιστωτικού Στοιχείου Λιανικής
- Έκδοση Τιμολογίου
Έστω λοιπόν ότι με το που φύγει ο πελάτης χονδρικής, ο επόμενος πελάτης είναι λιανικής, θέλει το ίδιο αγαθό και επιθυμεί να πληρώσει με μετρητά. Τι εμποδίζει τον επιχειρηματία να κάνει μια επανεκτύπωση μέσα από το ERP του αντιλογισμένου με το Πιστωτικό Λιανικής Στοιχείο και να το δώσει στον πελάτη-ιδιώτη; Τι εμποδίζει να βάλει αντίγραφο του παραστατικού Λιανικής σε μια παραγγελία από το e-shop που μπορεί να έχει η επιχείρηση αν πελάτης αγόρασε το ίδιο αγαθό και επέλεξε ως τρόπο πληρωμής αντικαταβολή.
Η ίδια απάτη φυσικά μπορεί να γίνει με διάφορες παραλλαγές: Σε ένα άλλο σενάριο ας υποθέσουμε ότι ο πελάτης χονδρικής ζητάει να πληρώσει με μετρητά επειδή η αξία είναι κάτω από 500 ευρώ. Τι εμποδίζει την επιχείρηση να εκδώσει το τιμολόγιο επί πιστώσει και να δώσει στον πελάτη μια απόδειξη είσπραξης χειρόγραφη. Ύστερα απλά θα περιμένει μήπως εμφανιστεί η ευκαιρία: όπου ευκαιρία πελάτης λιανικής που θα ζητήσει το ίδιο αγαθό και θα ζητήσει να πληρώσει με POS. Μετά την έκδοση του Παραστατικού Λιανικής, θα εκδοθεί Πιστωτικό Λιανικής με αφορμή το τιμολόγιο.
Είναι αυτές οι απάτες ανιχνεύσιμες; Ναι είναι, αλλά είναι πολύ πιο δύσκολα ανιχνεύσιμες από το σύγκρινε ένας φορολογικός έλεγχος τις εισπράξεις POS με τα έσοδα της ημέρας. Αν ο φορολογικός έλεγχος δυσκολευόταν να ελέγξει την αγορά με την σύγκριση εισπράξεων POS και ημερήσιου τζίρου δεν έχει καμία ελπίδα με την προτροπή των επιχειρήσεων να εκδίδουν Πιστωτικά Λιανικής ως λύση-μπάλωμα σε μια εξ-αρχής κακιά ιδέα.
Επιπλέον το μέτρο αυτό, όπως και όλη η γραφειοκρατία των τελευταίων ετών δεν θα αποτρέψει κάποιον να πει στον πελάτη: δώσε μου τα μετρητά και θα γλιτώσεις το ΦΠΑ. Το μόνο που άλλαξε είναι ότι τώρα ο πελάτης θα ρωτήσει: δεν φοβάσαι μην σου κάνουν έλεγχο και ο ελεύθερος επαγγελματίας θα απαντήσει: Καθόλου, έχω κέρδη ίσα ίσα λίγο παραπάνω από το τεκμαρτό εισόδημα και είμαι πιο σίγουρος από ποτέ!
Η αλήθεια που γνωρίζουμε όλοι, αλλά αγνοεί η φορολογική διοίκηση είναι ότι η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής μπορεί να επιτευχθεί αποκλειστικά με την αύξηση της συχνότητας των ελέγχων, την καταπολέμηση της διαφθοράς τους ελεγκτικού μηχανισμού και την δημιουργία αντικρουόμενων συμφερόντων μεταξύ επιχειρήσεων και καταναλωτών. Η χωρίς μέτρο δημιουργία γραφειοκρατίας ελάχιστα μπορεί να προσφέρει στον σκοπό αυτό, ενώ στον αντίποδα δημιουργεί τεράστια διοικητικά κόστη, αυξάνει τον χρόνο εργασίας για τον επιχειρηματία και τους λογιστές και σε τελική ανάλυση μειώνει την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων σε σχέση με αντίστοιχες στο εξωτερικό.