Η ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΟΦΕΙΛΩΝ
Νομικό Πλαίσιο Παραγραφής Φορολογικών Υποχρεώσεων
Ποια είναι τα βασικά νομικά καθεστώτα που διέπουν τη φορολογική παραγραφή;
Το Καταστατικό των Παραγραφών διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στη φορολογική νομοθεσία καθορίζοντας την περίοδο κατά την οποία οι φορολογικές αρχές μπορούν να επιβάλλουν φόρους και να επιβάλλουν πρόστιμα, παρέχοντας έτσι ένα χρονοδιάγραμμα τόσο για τις κρατικές ενέργειες όσο και για την ευθύνη των φορολογουμένων . Ωστόσο, η εφαρμογή αυτού του καταστατικού είναι περίπλοκη, καθώς επεκτείνεται στη διενέργεια φορολογικών ελέγχων, οι οποίοι μπορούν να ξεκινήσουν ανά πάσα στιγμή, δημιουργώντας μια δυνατότητα παρατεταμένης αβεβαιότητας για τους φορολογούμενους .
Οι νομοθετικές προσπάθειες για παράταση αυτών των προθεσμιών παραγραφής ήταν αμφιλεγόμενες, με τους επικριτές να υποστηρίζουν ότι τέτοιες παρατάσεις αντιβαίνουν στις αρχές της ασφάλειας δικαίου και του κράτους δικαίου, καθώς και σε συγκεκριμένες συνταγματικές εντολές . Ειδικότερα, αυτές οι παρατάσεις δικαιολογούνται συχνά από τους νομοθέτες λόγω της συσσώρευσης εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων, γεγονός που υποδηλώνει διοικητικό φόρτο που θα μπορούσε ενδεχομένως να εμποδίσει την έγκαιρη επίλυση φορολογικών διαφορών .
Οι παρατάσεις διευκολύνονται μέσω διατάξεων που επιτρέπουν διαδοχικές ανανεώσεις της παραγραφής ακριβώς πριν από τη λήξη της, γεγονός που επιδεινώνει περαιτέρω τις οργανωτικές προκλήσεις για τις ελεγκτικές υπηρεσίες . Αυτή η πρακτική έχει οδηγήσει σε νομικές και συνταγματικές συζητήσεις, καθώς η αρχή της αναλογικότητας που ενσωματώνεται στο σύνταγμα ορίζει ότι η παραγραφή πρέπει να είναι εύλογη και προκαθορισμένη, διασφαλίζοντας δικαιοσύνη και προβλεψιμότητα στις φορολογικές υποχρεώσεις . Υπάρχει επιτακτική ανάγκη για νομοθετική σαφήνεια και μεταρρυθμίσεις που να εξισορροπούν το συμφέρον του κράτους για είσπραξη φόρων με τα δικαιώματα των φορολογουμένων για βεβαιότητα και προστασία έναντι αναδρομικών νομικών αλλαγών.
Πώς χειρίζονται οι διάφορες δικαιοδοσίες την παραγραφή των φορολογικών υποχρεώσεων;
Διαφορετικές δικαιοδοσίες υιοθετούν ποικίλες προσεγγίσεις για τον καθορισμό των φορολογικών υποχρεώσεων, με σημαντικές επιπτώσεις τόσο για τους φορολογούμενους όσο και για τις φορολογικές αρχές. Μια αξιοσημείωτη πτυχή είναι η Παραγραφή, η οποία είναι ένας κρίσιμος παράγοντας που υπαγορεύει την περίοδο εντός της οποίας η φορολογική αρχή έχει το δικαίωμα να επιβάλλει φόρους και πρόστιμα . Αυτή η περίοδος υπόκειται σε συγκεκριμένους όρους και ποικίλλει σημαντικά μεταξύ διαφορετικών δικαιοδοσιών. Για παράδειγμα, σε ορισμένες περιοχές, η υποβολή τροποποιητικής δήλωσης μπορεί να αλλάξει αυτή την περίοδο, καθώς η Φορολογική Διοίκηση θα εκδώσει πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου μόνο εάν γίνει αποδεκτή μια τέτοια δήλωση .
Επιπλέον, η παραγραφή μπορεί επίσης να επηρεαστεί από την εφαρμογή ψηφιακών διαδικασιών όπως το myDATA, που μπορεί να απλοποιήσει και να μειώσει την περίοδο παραγραφής από πέντε σε τέσσερα χρόνια, προσφέροντας μια φθηνή λύση φορολογικής συμμόρφωσης . Αυτές οι παραλλαγές υπογραμμίζουν την περίπλοκη αλληλεπίδραση μεταξύ νομικών και διοικητικών πλαισίων στα φορολογικά συστήματα, που απαιτούν συνεχείς μεταρρυθμίσεις για τη διασφάλιση της αποτελεσματικότητας και της δικαιοσύνης. Κατά συνέπεια, οι δικαιοδοσίες πρέπει να αξιολογούν και να προσαρμόζουν συνεχώς τις φορολογικές τους πρακτικές για να ευθυγραμμίζονται με τα εξελισσόμενα οικονομικά και τεχνολογικά τοπία, διασφαλίζοντας έτσι ότι τόσο οι φορολογικές αρχές όσο και οι φορολογούμενοι λειτουργούν σε ένα διαφανές και προβλέψιμο πλαίσιο.
Μειώνεται κατά δύο ή ένα έτος ο χρόνος παραγραφής των φορολογικών υποθέσεων για τις επιχειρήσεις και τους ελεύθερους επαγγελματίες που χρησιμοποιούν τα myData.
Στην περίπτωση Επιχείρησης – Εκδότη σημαίνει ότι τα φορολογικά έτη 2020, 2021 και 2022 παραγράφονται σε τρία (3), αντί σε πέντε (5). Συγκεκριμένα:
- Το έτος 2020 παραγράφεται το 2024
- Το 2021 παραγράφεται το 2025 και
- Το 2022 παραγράφεται το 2026.
Για την Επιχείρηση – Λήπτη, τα φορολογικά έτη 2020, 2021 και 2022 παραγράφονται στα τέσσερα (4) έτη αντί σε πέντε (5). Συγκεκριμένα:
- Το 2020 παραγράφεται το 2025
- Το 2021 παραγράφεται το 2026 και
- Το 2022 παραγράφεται το 2027.
Σημειώνεται πως, ο χρόνος παραγραφής μειώνεται στα 4 χρόνια και για τις επιχειρήσεις που δεν έχουν μπει στην ηλεκτρονική τιμολόγηση αλλά αποδέχονται τη λήψη ηλεκτρονικών τιμολογίων μέσω πιστοποιημένου Παρόχου, εφόσον το έχουν δηλώσει στην ΑΑΔΕ.
Η παραπάνω δήλωση επιβεβαιώνεται στην ψηφιακή πλατφόρμα myDATA από τη συναλλακτική δραστηριότητα της επιχείρησης σε σχέση με τα παραστατικά που λαμβάνει και αφορούν την ηλεκτρονική τιμολόγηση μέσω πιστοποιημένου Παρόχου.
Επίσης, η «Επιχείρηση Λήπτης» για να λάβει το κίνητρο της μείωσης του χρόνου παραγραφής, λόγω της αποδοχής των ηλεκτρονικών τιμολογίων με ηλεκτρονικό τρόπο και όχι χειρόγραφα, δεν χρειάζεται να έχει Πάροχο.
Αρκεί μόνο να υποβάλει τη Δήλωση Αποδοχής Λήψης Ηλεκτρονικών Τιμολογίων, και από αυτό το χρονικό σημείο και μετά στο email που δηλώνει έχει την υποχρέωση να λαμβάνει τα ηλεκτρονικά τιμολόγια που του διαβιβάζει ο Πάροχος του Εκδότη.
Ακόμη, το ευεργέτημα εξασφαλίζουν και οι επιχειρήσεις που ασκούν είτε αποκλειστικά δραστηριότητα διενέργειας χονδρικών συναλλαγών είτε αποκλειστικά δραστηριότητα διενέργειας λιανικών συναλλαγών και έχουν πιστοποιημένο Πάροχο.
Ποιες είναι οι κοινές προθεσμίες παραγραφής φορολογικών υποχρεώσεων;
Στον τομέα των φορολογικών υποχρεώσεων, η κατανόηση των περιπλοκών της παραγραφής είναι ζωτικής σημασίας τόσο για τους φορολογούμενους όσο και για τις φορολογικές αρχές. Η βασική περίοδος παραγραφής για τις περισσότερες φορολογικές υποχρεώσεις ορίζεται σε πέντε έτη, χρησιμεύοντας ως τυπικό χρονοδιάγραμμα εντός του οποίου οι φορολογικές αρχές μπορούν να αξιολογήσουν τυχόν φορολογικές υποχρεώσεις ή να κινήσουν ενέργειες για είσπραξη . Για υποθέσεις από την 1η Ιανουαρίου 2019 και έπειτα η 5ετία μπορεί να παραταθεί για ένα έτος εφόσον μέσα στο 5ο έτος της προθεσμίας παραγραφής ο φορολογούμενος υποβάλει αρχική ή τροποποιητική δήλωση η αν περιέλθουν εν γνώσει της φορολογικής διοίκησης νέα στοιχεία τα οποία αφορούν τη συγκεκριμένη υπόθεση και από τα οποία προκύπτει οφειλή. Με βάση αυτά υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων που δεν υπέβαλαν φορολογικές δηλώσεις το 2017 ή υπέβαλαν εκπρόθεσμες το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2022 κινδυνεύουν να παραγραφούν.
Σε έκτακτες περιπτώσεις, πράξη εκτιμώμενου ή διορθωτικού προσδιορισμού φόρου μπορεί να εκδοθεί ακόμη και 10 έτη μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της τελευταίας δήλωσης στις περιπτώσεις υποθέσεων που αφορούν περισσότερες από μια δηλώσεις εάν ο φορολογούμενος δεν έχει υποβάλει καμιά δήλωση ή αν εν γνώσει των φορολογικών αρχών περιέλθουν στοιχεία για τη συγκεκριμένη υπόθεση που δεν θα μπορούσε να τα έχει στη διάθεση της εντός της 5ετίας.
Ειδικά για τις χρήσεις 2012 και 2013 αλλά και για τα φορολογικά έτη 2014-2017 μπορεί να υπάρξει 10ετής παράταση στις περιπτώσεις φοροδιαφυγής που ξεπερνούν τα ποσά των 50.000 ευρώ για παραβάσεις ΦΠΑ και 100.000 ευρώ για άλλα είδη φόρου. Εξαιρούνται οι υποθέσεις έκδοσης πλαστών ή εικονικών τιμολογίων για τις οικονομικές χρήσεις 2012-2014 και έως τον Οκτώβριο του 2015 για τις οποίες δεν υπάρχει όριο ποσού.
Τι αναφέρει ο νέος ΚΕΔΕ
Αναλυτικότερα σύμφωνα με τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο, καθώς και συμβεβαιωμένες οφειλές προς τρίτους χαρακτηρίζονται ως ανεπίδεκτες είσπραξης, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι παρακάτω προϋποθέσεις:
- Έχουν ολοκληρωθεί οι έρευνες με βάση τα εκάστοτε πρόσφορα διαθέσιμα ηλεκτρονικά μέσα της ΑΑΔΕ και δεν διαπιστώθηκε η ύπαρξη περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και των συνυπόχρεων ή απαιτήσεων αυτών έναντι τρίτων ή διαπιστώθηκε η καθ’ οποιονδήποτε τρόπο εκποίηση των περιουσιακών τους στοιχείων που δεν υπόκειται σε ακύρωση ή σε διάρρηξη και ειδικότερα διαπιστώθηκε η ολοκλήρωση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών, ακινήτων ή απαιτήσεων του οφειλέτη με επίσπευση του Δημοσίου ή τρίτων ή με διαδικασία εκκαθάρισης και η παύση των εργασιών της πτώχευσης, εφόσον πρόκειται για πτωχό.
- Έχει υποβληθεί αίτηση ποινικής δίωξης ή δεν είναι δυνατή η υποβολή της.
- Έχει πραγματοποιηθεί έλεγχος από ειδικά οριζόμενο ελεγκτή της αρμόδιας φορολογικής ή τελωνειακής αρχής, ο οποίος πιστοποιεί, με βάση ειδικά αιτιολογημένη έκθεση ελέγχου, ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις των προηγούμενων περιπτώσεων και ότι είναι αντικειμενικά αδύνατη η είσπραξη των οφειλών.
- Οι πράξεις του χαρακτηρισμού των επιδεκτικών ή ανεπίδεκτων είσπραξης και της καταχώρισης των απαιτήσεων σε ειδικά βιβλία ανεπίδεκτων είσπραξης γίνονται με απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ, σύμφωνα με τις διατάξεις που τη διέπουν.
- Εφόσον πρόκειται για συνολική βασική οφειλή άνω του 1.500.000 ευρώ, οι πράξεις αυτές κοινοποιούνται στην υπηρεσία Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου που είναι αρμόδια για τον έλεγχο των δημόσιων εσόδων, από την οποία και ελέγχονται. Αν κρίνεται αναγκαίο, έλεγχος μπορεί να διενεργηθεί και στις πράξεις της παρούσας που αφορούν συνολική βασική οφειλή κατώτερη του ως άνω ποσού.
Από την καταχώριση της οφειλής στα βιβλία των ανεπίδεκτων είσπραξης και για χρονικό διάστημα δέκα (10) ετών από τη λήξη του έτους μέσα στο οποίο έγινε η καταχώριση:
- Αναστέλλεται αυτοδικαίως η παραγραφή της,
- Δεν χορηγείται στον οφειλέτη και στα συνυπόχρεα πρόσωπα αποδεικτικό φορολογικής ενημερότητας για οποιαδήποτε αιτία ούτε άλλο νομίμως προβλεπόμενο πιστοποιητικό για μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων, εκτός εάν πρόκειται για είσπραξη χρημάτων που θα διατεθούν για την ικανοποίηση του Δημοσίου ή για εκποίηση περιουσιακών στοιχείων, το προϊόν των οποίων θα διατεθεί για τον ίδιο σκοπό,
- Δεσμεύονται στο σύνολό τους οι τραπεζικοί και επενδυτικοί λογαριασμοί και το περιεχόμενο των θυρίδων σε τράπεζες ή άλλα πιστωτικά ιδρύματα των παραπάνω προσώπων.
- Το Δημόσιο διατηρεί ακέραιο το δικαίωμά του για την είσπραξη της οφειλής ή συμψηφισμό και μετά την καταχώρισή της στα ειδικά βιβλία των ανεπίδεκτων είσπραξης.
- Οφειλή που έχει καταχωρισθεί, κατά τα ανωτέρω, ως ανεπίδεκτη είσπραξης επαναχαρακτηρίζεται ως εισπράξιμη, εάν πριν από την παραγραφή της, διαπιστωθεί ότι υπάρχει δυνατότητα μερικής ή ολικής ικανοποίησής της είτε από τον οφειλέτη είτε από συνυπόχρεο πρόσωπο.
Πότε διαγράφονται τα χρέη προς το Δημόσιο
Ο νέος ΚΕΔΕ προβλέπει επίσης και τη διαδικασία διαγραφής των χρεών προς το Δημόσιο.
Ειδικότερα, ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο, καθώς και συμβεβαιωμένες οφειλές προς τρίτους, που έχουν χαρακτηριστεί ως ανεπίδεκτες είσπραξης, είναι δυνατό να κριθούν διαγραπτέες και να διαγραφούν εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι παρακάτω προϋποθέσεις:
- έχουν ολοκληρωθεί οι προβλεπόμενες ενέργειες για τον χαρακτηρισμό τους ως ανεπίδεκτων είσπραξης,
- έχουν ολοκληρωθεί οι σχετικές ενέργειες για την ανταλλαγή των πληροφοριών και των διαδικασιών αναγκαστικής είσπραξης για τα κράτη με τα οποία υφίστανται αντίστοιχες συμφωνίες και σε κάθε περίπτωση τουλάχιστον με τα κράτη μέλη της Ε.Ε.
- έχουν ολοκληρωθεί οι έρευνες στην αλλοδαπή κατόπιν αξιοποίησης πληροφοριών και δεν διαπιστώθηκε η ύπαρξη περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη ή απαιτήσεων αυτού έναντι τρίτων,
- έχει ολοκληρωθεί η ποινική διαδικασία σε βάρος των οφειλετών, εφόσον προβλέπεται, με την έκδοση αμετάκλητης δικαστικής απόφασης.
Ακόμη, ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο, καθώς και συμβεβαιωμένες οφειλές προς τρίτους που δεν έχουν χαρακτηριστεί ανεπίδεκτες είσπραξης, είναι δυνατό να διαγραφούν, εφόσον εμπίπτουν αποκλειστικά και μόνο στις ακόλουθες κατηγορίες οφειλών:
- οφειλές αποβιωσάντων που δεν καταλείπουν οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο και των οποίων οι κληρονόμοι αποποιήθηκαν την επαχθείσα κληρονομιά,
- οφειλές ανά φορολογούμενο μικρότερες του ποσού του εκάστοτε ελάχιστου ποσού φόρου από την καταβολή του οποίου απαλλάσσεται ο φορολογούμενος.
ΜΑΡΙΑ ΣΚΟΤΑΔΗ
ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΣ ΤΥΠΟΥ ΠΑΕΛΟ